Further tags

Εσκεμμένα ανυπόστατος ισχυρισμός που στόχο έχει να παραπλανήσει. Σοφιστεία. Παπαριά που θολώνει τα νερά.

Πληθυντικός, οι κουγιές.

Ίσως προέρχεται από τα γαλλικά, couille = αρχίδι ή couillon = κρετίνος, γκραν μαλάκας. Εναλλακτικά, ίσως να προέρχεται από το όνομα γνωστού μεγαλοδικηγόρου με μετάθεση του τόνου.

  1. Εδώ πρόκειται για μία ξεκάθαρη δολοφονία που έχει εξοργίσει έναν ολόκληρο λαό. Να αφήσει ο Κούγιας τις κουγιές του στα τηλεπαράθυρα και το παιχνίδι με τα μίντια, γιατί εκτός του ότι τα βάζει με τη νοημοσύνη ενός ολόκληρου λαού, γίνεται αρωγός της κυβέρνησης και του κράτους για να συνεχιστεί εσαεί η αστυνομική βαρβαρότητα της ατιμωρησίας. (από Indymedia, 10/12/08)

  2. Για τις δηλώσεις του κυρίου Κούγια ότι δήθεν ήταν παρεξήγηση, πρέπει να πω ότι είναι ΚΟΥΓΙΕΣ Α ΛΑ ΓΑΛΛΙΚΑ!!! (Από το black-mail.blogspot.com)

Και του χρόνου! (από Vrastaman, 11/12/08)Ένα κι ένα αρχίδι. (από Hank, 09/02/09)(από Khan, 06/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουτανιά κάποτε αποκαλούσαν το είδος συμπεριφοράς και διάθεσης που χαρακτηρίζει εκπροσώπους του αρχαιότερου επαγγέλματος (*)

Όμως η πουστιά δεν προϋποθέτει ομοφυλοφιλικές τάσεις. Το να είσαι δε Αθίγγανος δεν αποτελεί ούτε απαραίτητη αλλά ούτε ικανή συνθήκη για να κάνεις γυφτιές, αλλά ούτε και πρέπει να είναι κάποιος Ρομά για να βρομά!

Έτσι, και η πουτανιά εδώ και καιρό υπερέβη τα στενά όρια της πορνείας και πραγματοποίησε crossover στον ευρύτερο κοινωνικό ιστό.

Με την παγκοσμιοποίηση άλλωστε, οι πόρνες -με την στενή έννοια της λέξης- είναι τα κατ' εξοχήν θύματα πουτανιάς: της τρίτης μεγαλύτερης παράνομης «βιομηχανίας» στον κόσμο, μετά το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων.

Η πουτανιά συνεπώς χρησιμοποιείται με ευρύτερο πνεύμα, περισσότερο clittéraire παρά cliteral:

- Το «η πουτανιά είναι στο αίμα της / του» δεν απηχεί το ήθος μάας πόρνης, αλλά στην μαεστρία του οιουδήποτε μπαγαπόντη να υλοποιεί ιδιοτελείς στόχους μέσω ανέντιμων, δολίων και υποβολιμαίων μεθόδων.

- Ο τίτλος «είσαι παλιά πουτάνα» σπάνια πλέον απονέμεται σε παλαίμαχες ιερόδουλες, αλλά περισσότερο σε πεπειραμένα, κωλοπετσωμένα και παμπόνηρα μπουμπούκια με πολλά χιλιόμετρα πουτινιάς στο κοντέρ τους.

Συμπέρασμα: Όλες οι φορείς πουτανιάς είναι παλιαδελφές, ανεξάρτητα από φυλή, φύλο, θρησκεία και εθνικότητα!

Ωστόσο, για να μην ξεχνιόμαστε: Η γυναικεία πουτανιά παραμένει η βασίλισσα του είδους. Σε κάθε καμπή της ανθρώπινης ιστορίας, και για λόγους που δεν είναι της παρούσης, υπήρξε απείρως ευκολότερο για ένα Λίλιαν να αποκτά αγαθά και αξιώματα, εκμεταλλευόμενο τα θέλγητρα του ή και απλώς την μαλαγανιά του, πατώντας όμως πάντα στις μονίμως λιπμιντιάρικες διαθέσεις και ανασφάλειες ενός Περικλή, παρά το αντίθετο.

(*) *Σύμφωνα με τον Ηλία Πετρόπουλο, η πορνεία είναι το δεύτερο αρχαιότερο επάγγελμα. Το αρχαιότερο είναι εκείνο του κλέφτη.*

Γνωμικά για την πουτανιά:

- Η πουτανιά είναι γένους θηλυκού και ο κερατάς γένους αρσενικού!

- H φτώχεια θέλει καλοπέραση και η πουτανιά φτιασίδι!

- Το ράσο θέλει καλοπέραση και η πουτανιά φτιασίδι (επικαιροποιημένη βερσίον)!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Οδυνηρή επαφή βλάχου σε θάλασσα με οκτάποδι.
  2. Δηλώνει και γκαντεμοκατάσταση. Αναποδιά.
  1. - Τι ιν τούτ' ρε παιδιά στο ποδ' μ;
    - Χταπόδι μπάρμπα. Μπράβο, πιάστο.
    - Το φοβαμ' βρε παιδι 'μ τουτ'. Πουτάνα θάλασσα που σε γαμούν τα ψάρια και βγάζεις χταπόδια...

  2. Τι έγκυος;... Όχι ρε Λίτσα... τι θα πω στην γυναίκα μου; Πουτάνα θάλασσα που σε γαμούν τα ψάρια και βγάζεις χταπόδια...

Όχι πουτάνες στην πλατεία. Όχι σκουπίδια σε θάλασσες και ακτές. (από Galadriel, 28/02/09)(από Jonas, 15/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Δηλώνει την σκληρή, αναπάντεχη, απροσδόκητη, και άνευ υπολογισμού επιπρόσθετη εργασία. Επίσης αναφωνείται σε οικονομικά βάρη και οικονομικές αβαρίες.

  2. Ενίοτε και ως ευχή σε φίλο για την νέα κατάκτηση.

Αν και προϋπήρχαν 4500 λήμματα, η τόσο συνηθισμένη αυτή έκφραση δεν υπήρχε μέχρι τούδε!!! Ίσως γιατί έπαψε να είναι πλέον ύβρις. Ανήκει στο λεξιλόγιο όλων μας ως φυσιολογική ρήση.

1α.
- 'Εφυγαν όλοι και με άφησαν να κάνω απογραφή μόνος μου. Άντε και καλά γαμήσια γαμώ το κερατό μου...

1β.
- Όχι ρε πούστη, μπάτσος. Πέρασα με κόκκινο 700 ευρώ & 7 πόντοι. Καλά γαμήσια τώρα...

  1. - Γιωργάκη πού την βρήκες αυτήν την ψωλαρπάχτρα; Καλά γαμήσια ρε πούστη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο νεαρός πούστης. Ή ο μεσήλικας πούστης που συνεχίζει να νεανίζει προς άγραν πελατείας.

  2. Ο κοινός πούστης που για αυτόν οι άλλοι έχουν το πρόβλημα και όχι ο ίδιος. Άνθρωπος που δεν εξηγείται αντρίκια.

  1. Κοίτα πόσα πουστρώνια μαζεύτηκαν μεσημεριάτικα στο Κολωνάκι.

  2. Πρόσεχέ τον νέο είναι μεγάλο πουστρώνι... θα σε δώσει στον προϊστάμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο μεγάλες συνομοταξίες γουρνάρηδων, με διαφορετική ετυμολογική προέλευση:

1. Ο χοιροβοσκός. Η ορθή προφορά είναι γουρνάρς.

Εκ του γουρουνιού (< αρχ. γρώνα, η γουρούνα).

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναρωτηθούμε που πήγε η δεύτερη συλλαβή ου, οέο. Εξερευνώντας την επαρχία μας θα διαπιστώσετε ότι πάμπολλες ταβέρνες δελεάζουν τους περιηγητές με μια μαγική επιγραφή: γουρουνόπουλο σούβλας. Φτάνοντας όμως στην Πελοπόννησο, και προχωρώντας νότια προς Αρκαδία και Μεσσηνία, οι πιο οξυδερκείς καλοφαγάδες θα παρατηρήσουν μια ειδοποιό διαφορά που θα διεγείρει τους σιελογόνους αδένες τους: στις πινακίδες των ταβερνείων το γουρουνόπουλο μεταλλάσσεται σε γουρνοπούλα.

Εγκαταλείπεται δηλαδή η πλεονάζουσα συλλαβή ου και πέφτουμε πάραυτα στο ψητό.

Με την ίδια λοιπόν αφαιρετική λογική ο γουρουνιάρης χοιροβοσκός γίνεται γουρνάρης. Ο έχων την ετυμολογία του χοίρου γουρνάρης έχει, εκ του προχείρου, δύο σλανγκικές εφαρμογές:

α) Ο μηχανόβιος aficionado της γνωστής γουρούνας.

β) Έτσι ακοκαλείται, με βουκολική διάθεση, οποιαδήποτε μορφής ανθρώπινο γουρούνι: - Όργανα της τάξης - Σοβινιστής φαλλοκράτης (ήτοι οιοσδήποτε άνδρας δεν το σφίγγει το μπουλόνι) - Ακατάστατος και εν γένει λιγδιάρης (γράφε, μη μητροφυλόφιλος).

2. Παραδοσιακό παιχνίδι του παρελθόντος

Εκ της γούρνας (< αρχ. γρώνη, η κοιλότητα) του οποίου οι κανόνες μπορείτε να διαβάσετε εδώ, αρκεί να σντικαταστήσετε ως συνήθως το ερωτηματικό.

Γουρνάρης, the pig farmer:

Ο μόνος που δεν ψήφισε ακόμη είναι ο Τζίμος ο γουρνάρης. Βλέποντας ότι η ψήφος του είναι καθοριστική τρέχουν να τον παρακαλέσουν να διαλέξει την μία ή την άλλη παράταξη. Ο Τζίμος ανένδοτος δεν αποδέχεται τις προτάσεις αλλά τους εκβιάζει λέγοντας να ψηφίσουν αυτόν για πρόεδρο. (Από τοπική εφημερίδα της Ημαθίας)

Γουρνάρης, the male chauvinist pig

Λίλιαν: Είσαι ένας αισχρός άθλιος γουρνάρης!
Πέρι: Γουρνάρης, χρου;;;

Γουρνάρης, the game:

Για μπάλα είχαν το σκλεπατάρι,
πηδούσαν σαν καλλικατζάροι,
στη γούρνα έπρεπε ν’ αράξει
ο γουρνάρης για ν’ αλλάξει.
(Από λαογραφική ιστιοσελίδα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατ' εξοχήν ασχολία του μπινέ (εκ του τουρκικού binmek (=«καβαλικεύω»), του ωραίου αυτού τυπάκου που και τον παίρνει και τον δίνει (πονάς Μανωλιό; πονάνε ρε τα παληκάρια;). Αυτή η απρόβλεπτη συμπεριφορά του μεταφορικά περιγράφει εκείνες τις αψυχολόγητα κακές ενέργειες που κάνει κάποιος και δεν ξέρουμε από πού μας ήρθε.

Στην σχετική κλίμακα μέτρησης μεγέθους τοιούτων συμπεριφορών, η μπινιά κατέχει περίοπτη θέση, πάνω από την πουστιά, την πουτανιά που περιέργως δεν υπάρχει ακόμη καταγεγραμμένη και τέλος την πουτινιά, με την αυτή φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

- Δεν το περίμενα αυτό ρε πούστη μου... - Ε, είσαι μαλάκας. Φαινόταν απ' την αρχή ρε Πέρι.
- Μα να μου κάνει τέτοια μπινιά η Λίλιαν; Η Λίλιαν;
- Ναι ρε σκατόγερε, σιγά μη καθόταν κι άλλο το μωρό με τη μούρη σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζάρπα είναι ένας ενδημικός χανιώτικος τρόπος κραξίματος και γιούχας, ο οποίος συνίσταται στην απομίμηση ήχου κλανιάς μάλλον κομπολογάτης και η οποία επιτυγχάνεται με τον κατάλληλο πλαταγισμό των χειλέων στο ψαχνό του βραχίονα, ώστε να προκύψει ο χαρακτηριστικός ήχος από τον εκπνεόμενο αέρα*.

Η ζάρπα συνοδεύει την ελαφράς ή βαριάς μορφής δημόσια διαπόμπευση και είναι εξαιρετικά δημοφιλής ειδικά στα γυμνάσια και λύκεια της πόλης, ενώ σε μεγαλύτερες ηλικίες και δημοσίως είναι αρκετά βαριά προσβολή - πχ προς πολιτικά πρόσωπα, και γενικά περίγελους.

Η ζάρπα συνοδεύεται από την ιαχή «ιντά ναιαιαιαι...+ το όνομα του ξεφωνιζομένου» (τι κάνεις, πώς είσαι έτσι, πας καλά κλπ....). Μια πετυχημένη ζάρπα μπορεί να είναι αποτέλεσμα εξάσκησης** αλλά και ταλέντου, μπορεί να είναι και πραγματικά εκκωφαντική, αλλά και να διαρκέσει αρκετά δευτερόλεπτα, σε σημείο να ψάχνει ο κόσμος αν έσκασε λάστιχο ή κι εγώ δεν ξέρω τι. Ειδικά στις περιπτώσεις που τρώει κανείς ζάρπα χωρίς ο δράστης να αποκαλύπτεται και με τους άλλους να γελάνε το θύμα νιώθει τρελή αμηχανία. Η λέξη πρέπει να είναι ηχοποίητη. Αν κανείς γνώστης έχει όρεξη για ηχητικό δείγμα, θα προσφέρει υπηρεσία...

  • κατά άλλους, γίνεται και βάζοντας το χέρι γροθιά μπροστά από το στόμα και ενώ φυσώντας μέσα στην γροθιά ανοίγουμε σιγά σιγά την παλάμη. Προσωπικά δεν το θεωρώ σωστό, έστω κι αν ηχητικά το αποτέλεσμα είναι παραπλήσιο.

** Λόγου χάρη, η σωστή ζάρπα πρέπει να γίνεται με σχεδόν ακαριαία επαφή των χειλιών με τον βραχίονα, εκτός κι αν ο στόχος είναι η διάρκεια...

  1. Έσκασε ο λαλάκης με κουστουμιά στο καφενείο και έφαγε μια ζάρπα που ψαχνότανε....

  2. - Ο Πίπης είναι ταλεντάρα ρε συ, έχει κάτι χείλια....
    - Τι λες ρε μαλάκα για το κοπέλι;
    - Στη ζάρπα ρε άκυρε, βροντές βγάζει ο κερατάς...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ολόκληρη η φράση είναι «τράβα σπίτι σου να δεις, το μπουρνούζι σου είναι βρεγμένο» και σημαίνει φυσικά ότι ενώ εσύ λείπεις, η γυναίκα σου σε αναπολεί και κάποιος για κάποιο ανεξήγητο λόγο έκανε ντους και φόρεσε και το μπουρνούζι σου.
Κόσμιος τρόπος να πεις σε κοράκι και -κυρίως - στον πλαϊνό ότι η γυναίκα του γαμιέται, χωρίς να τιμωρηθεί και με πρόστιμο η αγαπημένη σου ομάδα. Νομίζω γενικά περιγράφει νίλα από τις λίγες, αν το πάθεις.

(κατά προτίμηση σε επαρχιακό γήπεδο, σε απόσταση διαλόγου με τον πλαϊνό)
- Τι πέτσινο είναι αυτό, για μπάλα πήγε το παιδί ρε! Θα μας το κλείσεις το σπίτι ρε κοράκι... θα βγάλει και κάρτα ο ... ρε τράβα σπίτι σου να δεις, το μπουρνούζι σου είναι βρεγμένο;....θα φύγεις νύχτα ρεεεεεεεεε!

(από Vrastaman, 30/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για έκφραση ακραίας αηδίας που εκστομίζει τις μόλις αντικρύσει γυναίκα με ειδικές εμφανίσεις, ανήκουσα δηλαδή στις κατηγορίες: χαμούρα, μπαζόλα, πατόζα, φόλα, ξεπλένω , μπουρούχα, μουφλόζα, ασχημindie, βολική αρκούδα, ταγάρι, μέλος του Κώδικα, κορίτσι της συγγνώμης, κ.ο.κ.

Τα απόλυτα λογικά αντεπιχειρήματα κάθε σαβουρογαμόσαυρου επικεντρώνονται στα γεγονότα ότι:

  1. Δεν υπάρχουν άσχημες γυναίκες, μονάχα άντρες που δεν πίνουν, και
  2. Λυχνίας σβησθείσης πάσα γυνή ομοία, όπως έγραφαν οι αχρείοι ημών πρόγονοι.

Η έκφραση ακραία διατύπωση του κάπως πιο εκλεπτυσμένου αποφθέγματος να μασάς κουκιά και να φτύνεις.

Παραλλαγές της εκφράσεως χρησιμοποιούνται πλέον και με ευρύτερη έννοια, περιγράφοντας οποιαδήποτε κατάσταση δεν βλέπεται.

1.- «Η καινούρια γκόμενα του Κούγια είναι γαμώ τις γαρίδες! Από σώμα σκίζει, αλλά από μάπα να μασάς σκατά και να φτύνεις...»

2.- «…η ομαδούλα και πάλι ΔΕΝ βλεπόταν. Τέτοια χάλια και χειρότερα… να μασάς σκατά και να φτύνεις!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified