Ο δειλός άνθρωπος.
Ο δειλός άνθρωπος.
Βλ. και κλάνας, ο, χέστης, κατουρλής, ο, μπουγατσόφλωρος, κουραμπιές, χεσμεντέν, χεζμεντέν, ζάζος
Got a better definition? Add it!
Η χειρότερη. Απο το «χάλι» και «καλλίτερη».
Πολύ χάλι η γκόμενα -- η χαλίτερη του μαγαζιού.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει μουνόπανο. Γράφεται έτσι στον online γραπτό λόγο, χάριν συντομίας. Χαρακτηρισμός με αρνητική χροιά, που αναφέρεται σε κάποιον που επιδίδεται στην πουστιά, που δεν έχει μπέσα.
- Giati banarate ton takis_7654;
- Giati itan mnpn...
Got a better definition? Add it!
Ο μαλάκας, στα κρητικά. Χρησιμοποιείται με την αρνητική έννοια του μαλάκα.
- Κοίτα με έναν γρόθο που έχουμε μπλέξει επαέ πέρα. ©2006(Φυλάκιο Δ.Β. Αστυπάλαιας)
Got a better definition? Add it!
Προφέρεται και γράφεται σα μία λέξη. Σημαίνει... το κέρατό μου, συντομία για γαμώ το κέρατό μου, έκφραση αγανάκτησης, τσαντίλας, θυμού.
- Κλείσε επιτέλους να πάρω ένα τηλέφωνο τοκερατόμου!
Got a better definition? Add it!
Από τοn γνωστό Κύκλωπα της μυθολογίας. Χαρακτηρισμός για στραβούς, τυφλούς, κυρίως οδηγούς.
- Πού πας ρε ηλίθιε; Δε βλέπεις το STOP; Πολύφημε!
Got a better definition? Add it!
Το άτομο που δεν ξέρει τίποτα, το κούτσουρο.
- 124 ευρώ διά 10 άτομα;
- ...
- Πες ρε μαλάκα, αφού είμαι σκράπας στα μαθηματικά!
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Η μη εμφανίσιμη κοπέλα. Το μπάζο, η πατσαβούρα, η παντζούρω.
- Πάμε να φύγουμε από 'δω, όλο σαύρες κυκλοφορούν, ούτε μια ωραία δεν έχω δεί.
Βλ. και λίζα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified