Further tags

Πρόκειται για μαζοχιστική πράξη αυτοτραυματισμού που φοριέται ολοένα και συχνότερα, κυρίως από αγχωμένα θήλεα νέας κοπής (*).

Υπάρχουν τρεις μεγάλες (συχνά αλληλοκαλυπτόμενες) συνομοταξίες ανθρώπων που χαρακώνονται:

1.
Οι γονείς μου δεν ήξεραν κάτι μέχρι σήμερα που με βρήκε ο μπαμπάς μου να χαρακώνομαι στο μπάνιο,δεν μπόρεσα να δικαιολογηθώ γιατί έτρεχε ήδη αίμα από τα πόδια μου και ετοιμαζόμουνα να το κάνω στα χέρια μου...

2.
Μετρώ 17 (και παραπάνω) σημάδια από κοψίματα. Κάτι με νευριάζει, βγάζω τον εαυτό μου άχρηστο κι ας μη φταίω εγώ. Τα παίρνω στο κρανίο, θέλω να τα σπάσω όλα. Αντί γι' αυτό ή δαγκώνομαι βαθιά ή χαρακώνομαι ή χτυπάω το κεφάλι μου. Δεν καταλαβαίνω γιατί όταν η αυτοεκτίμησή μου πέφτει ή όταν όλα σκοτεινιάζουν, θέλω να μου ανοίξω πληγές.

3.
POS NA MN TA PAREIS ME OLOUS TOUS ####### POU XARAKONONTAI GIA POZARIO;; K OTAN TOUS ROTHSEIS GIATI SOU APANTANE SAN NA HTAN TO PIO FYSIOLOGIKO PRAGMA TOU KOSMOU « KOITA, DN M' ARESEI, ALLA EINAI MODA ».

4.
Με βίασε ο άντρας της κολλητής της μαμάς μου όταν ήμουν 13. θυμάμαι κάθε λεπτό,κάθε στιγμή,κάθε κίνηση. Ακόμα και τώρα κάνω εμετο όταν το θυμάμαι. Είχα πονέσει απίστευτα πολύ. Δεν θα το ξεπεράσω ποτέ και με τίποτα συνέχεια το σκέφτομαι, κάθε μέρα, κάθε βράδυ. Μπορώ να εκτονώνομαι στον εαυτό μου, από όταν έγινε, θυμάμαι, άρχισα να χαρακώνομαι για να χαλαρώσω λίγο. Τώρα συνεχίζω να χαρακώνομαι, τελευταία (σε αυτό «βοηθάει» που μένω μόνη μου και δεν παρατηρεί κάποιος κάτι) έχω αρχίσει να νιώθω μεγαλύτερη ανακούφιση με το να καίγομαι στα μάτια της κουζίνας (μην φανταστείτε τραγικά πράγματα,μόνο στα χέρια μου λίγο).

5.
Δημοσιογράφος: Χαρακώνεσαι;
Εμο: Ναι
Δημοσιογράφος: Γιατι;
Εμο: Γιατι νιώθω πιο ώριμος...

  1. Stan:
    ♪♫ Sometimes I even cut myself
    To see how much it bleeds;
    It's like adrenaline
    The pain is such a sudden rush for me ♪♫
    Eminem:
    ♪♫ And what's this shit you said about
    You like to cut your wrist too;
    I say that shit just clownin' dawg
    C'mon, how fucked up is you; ♪♫
    (Emimen, Stan)

(από σφυρίζων, 05/02/14)Το πάχος και η ασχήμεια είναι τα μικρότερα από τα προβλήματά της... (από σφυρίζων, 05/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ρήμα ενεργητικό. Εκκένωση του πρωκτού με μεγάλη δυσκολία λόγω ογκώδους περιττώματος. Συνοδεύεται συνήθως από ελαφρά μορφή αιμορραγίας.

Ρε φίλε πήγαινε στη τουαλέτα να δεις τον μπέμπη που ξέχασε ο προηγούμενος. Πρέπει να μπουρακώλιασε ο τύπος μιλάμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η στιγμή όπου η αύρα του σώματος αντιλαμβάνεται πως κάτω από τα μπούτια μας περιμένει ένα παγωμένο στεφάνι λεκάνης. Ο επιστημονικός όρος είναι προχεσαλγία. Οι Ιάπωνες ως πρωτοπόροι στην τεχνολογία έχουνε βγάλει θερμαινόμενα στεφάνια για την καταπολέμηση αυτής της μάστιγας του 21ου αιώνα.

Τα καλοριφέρ στις τουαλέτες είναι χαλασμένα. Καλή προχεσόπικρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρήμα ξιταφάω-ξιταφώ σημαίνει αναδίδω μια εξαιρετικά διαπεραστική δυσωδία, ως από στάβλου.

Χαρακτηριστικός τύπος που ξιταφούσε μονίμως, ήταν (είναι;) ο Μήτρος από το Φ'λί (Φελλίον) Γρεβενών, που πριν από 30 χρόνια ερχόταν τα απογεύματα με μια μπάλα παραμάσχαλα στο γήπεδο του Πυρσού Γρεβενών και τραβούσε τσουκίδες σε κενό τέρμα, πανηγυρίζοντας έξαλλα κατόπιν για τα τέρματα που πετύχαινε.

Αν και βρισκόταν τότε στα 30 φεύγα, αναζητούσε (ως άλλος Βέρθερος) να παίξει μπάλα μαζί με τη μαρίδα, μόνο που δεν το πετύχαινε ποτέ, γιατί κανένας δεν του είχε μιλήσει ποτέ για το Ρεξόνα, και η πιτσιρικαρία ήταν αδυσώπητη στο ποιον αποδεχόταν σαν μέλος της και ποιον απέρριπτε.

Συνώνυμα: ζέχνω, ζωοκοπώ, βρωμώ

— Σε πήρε η μπόχα; Τι είναι αυτό που ξιταφάει; Μήπως ήρθε...
— Ι Μήτρους απ' το Φ'λί!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπερβολική βρώμα, έντονη δυσοσμία.

Τι μπόχα είναι αυτή;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέσι είναι κυριολεκτικά το ψοφίμι. Μεταφορικά λέμε την πολύ βρώμα, ή τον άνθρωπο που βρωμάει, που δεν πλένεται. Ο βρωμιάρης.

-Εκεί στη στροφή έχει μιά βρώμα! Σκέτο λέσι!

-Πήρα στο αμάξι τον Γιώργο, ναι εκείνο το λέσι. Μετά το πήγα στο πλυντήριο να φύγει η βρώμα!

-Τα 'φτιαξες με το Δημήτρη! Αυτός είναι λέσι! Πως τον αντέχεις;!

-Φύγε από δω βρε λέσι! Από πότε έχεις να πλυθείς!

Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, Δημητσάνα. (από patsis, 28/12/14)Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης, Δημητσάνα. Λεπτομέρεια της προηγούμενης φωτογραφίας. (από patsis, 28/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουραδοκατουρλιό, το - (ουσ.) συνθ.

Η συγχρόνιση κοπράνων και ούρων που βγαίνουν ταυτόχρονα και επίτηδες από την κωλοτρυπίδα του ατόμου που ενεργείται εκείνη την στιγμή. Συνήθως η απελευθέρωση και των δύο απορριμάτων, ανακουφίζει, καθώς νιώθεις το κενό που απέμεινε στο στομάχι σου απαλλάσσοντάς σε από τυχόν πονόκοιλους.

Ετυμ. συνθ. εκ του κουράδα (η) + κατουρλιό(< ουρώ + κάτω) (το).

Άαααααααααι! Όλα μαζί έφυγαν!

βλ. και σκατούρημα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερβολική εφίδρωση της περιοχής ανάμεσα στους όρχεις και στο μπούτι καθώς επίσης και πάνω από τον βλενογόννο της κωλοτρυπίδας.

  1. Κολλητή, έπιασε πολύ ζέστη αυτές τις μέρες και θα αρχίσουν τα ιδροκώλια.

  2. Γιώργο σήκω από τον καναπέ γιατί το ιδροκώλι σου θα αφήσει σημάδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιείται ευρέως για να υποδηλώσει διαφωνία η ακόμη και απέχθεια με κάποια κατάσταση ή ενέργεια.

- Καλά, πήγα στη συναυλία του Ζορντί.
- Α, ωραία πέρασες;
- Έβαλα δάχτυλο.
- Μαλάκα.
- Ραμολί.
- Γαμιόλη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διαδικασία παραγωγής μιας μπάλας φωτιάς δια της πρωκτικής οδού. Απαραίτητα υλικά: αναπτήρας, κλανιά (όσο πιο βρωμερή, τόσο καλύτερα αφού η λέξη κλειδί είναι: μεθάνιο).

Όταν οι άλλοι χτυπούσαν πέτρες για να ανάψουν φωτιά, εμείς κάναμε ήδη πυροκλάνι.

Μονάδα παραγωγής ενέργειας (από GATZMAN, 16/03/11)(από ironick, 23/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified