Τον πούλο, τζους, ξεφορτώσου μας.
- Ρε φίλε έχεις ένα κατοστάρικο;
- Άντε σπάσε ρε πρεζόνι και παράτα μας!Βαρέθηκα στον υπολογιστή. Δεν σπάμε απο δω να πάμε καμιά τσάρκα να ξελαμπικάρουμε;
Τον πούλο, τζους, ξεφορτώσου μας.
- Ρε φίλε έχεις ένα κατοστάρικο;
- Άντε σπάσε ρε πρεζόνι και παράτα μας!
Βαρέθηκα στον υπολογιστή. Δεν σπάμε απο δω να πάμε καμιά τσάρκα να ξελαμπικάρουμε;
Got a better definition? Add it!
Υπάρχει, γίνεται.
Δεν παίζει: δεν υπάρχει, δεν γίνεται.
Έρχεσαι αύριο σπίτι μου να δούμε τον αγώνα; Θα παίζει και μπύρα.
Μη βγούμε ρε Εξάρχεια σήμερα, έμαθα ότι παίζουν φασαρίες.
- 2 ευρώ.
- Δεν παίζει ψιλά. Να σου δώσω δεκάευρo;
- Έμαθες κι εσύ οτι η Ρένα κερατώνει τον Νίκο.
- Αποκλείεται δεν παίζει. Την ξέρω τη Ρένα.
Βλέπε παίζω.
Got a better definition? Add it!
Ο άμπακος, το πολύ φαΐ, το ντερλίκωμα.
Χτες μας έβγαλε ο Κώστας σε ταβέρνα για τα γενέθλιά του και φάγαμε τον αγλέορα.
Got a better definition? Add it!
Απρόσωπο ρήμα που σημαίνει ότι κάτι αξίζει, είναι γαμάτο, είναι καύλα. Με αυτήν τη σημασία μερικές φορές συναντάται και ως κωλολέει.
Δεύτερη σημασία: συμβαίνει, γίνεται κάτι.
- Καλά φίλε, ο ναργιλές κωλολέει!
- Γύρνα τον κι από εδώ ρε παρτάκια!
- Γεια σου Γιάννη!
- Γειάαα... Τι λέει;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η διαρκής κίνηση, η εγρήγορση. Η λέξη χρησιμοποιείται στον ενικό ή στον πληθυντικό, μόνη της ή σε εκφράσεις όπως είμαι στην τσίτα, βαράω τσίτες κτλ. Παράγωγο: τσιτάκιας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χρησιμοποιείται για να δηλώσει οτι κάποιος είναι λαμόγιο ή επιρρεπής στη λαμογιά (κοινώς, καβαντζοπουστας).
- Να πληρώσω τους καφέδες η τους κέρασε ο Μήτσος;
- Πλήρωσε τους γιατί ο άλλος την έκανε πάου νιάου!
Got a better definition? Add it!
Είναι έκφραση που υποδηλώνει πως κάποιος δυσκολεύει τη ζωή κάποιου άλλου σε υπερβολικό βαθμό.
- Τελικά η Μαίρη πήρε διαζύγιο. - Καιρός ήταν! Δεν πήγαινε άλλο πια η κατάσταση με τον βίαιο σύζυγό της. Της έκανε τον βίο αβίωτο...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το λέμε για να εκφράσουμε μεγάλη κούραση που δεν αφήνει περιθώρια για άλλες ενέργειες.
- Πάμε σινεμά απόψε;
- Α, πα, πα, όλο το πρωι έκανα δουλειές και τώρα έχω πάθει κολάπσους καταχάμους και το μόνο που θέλω είναι το κρεβάτι μου.
Got a better definition? Add it!
Δηλώνει την εμφάνιση ενός προσώπου σ' έναν χώρο. Το ρήμα χρησιμοποιείται όταν η εμφάνιση έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ή την διαδέχτηκαν αξιοσημείωτα γεγονότα. Απαντάται συνήθως στο γ' ενικό πρόσωπο και συντάσσεται συχνά με το ουσιαστικό μύτη.
Έχουμε αράξει που λες, και σκάει ο Γιώργος με τη Ducati... Λιώσανε τα γκομενάκια, κρίμα το ψήσιμο που ρίχναμε...
Θα τρώγαμε πολύ ξύλο αν δεν έσκαγε μύτη ο Νίκος που τους ήξερε και μας ξελάσπωσε!
Got a better definition? Add it!
Σε χρήση επιφωνηματική σημαίνει:
1. Η κατάσταση έχει φτάσει στο μη περαιτέρω, αλλά επιθυμώ να ταλαιπωρηθώ κι αλλο.
2. Πάρ' τα μωρή άρρωστη.
3. Απλή έκφραση απογοήτευσης.
Χρησιμοποιείται κυρίως σε στατιωτικές κοινότητες.
Ετυμολογία (πιθανολογείται): από πορνογραφική ταινία του Γκουσγκούνη.
Ισοδυναμεί με το επιφώνημα «τρομπόνι» ή «τρομπόνι τώρα» ή «ρούφα το τρομπόνι (πουτανίτσα)».
- Πάλι εμένα βάλανε σκοπιά.
- Έτσι, και τις μπάλες.
- Και μετά την έβαλα στα τέσσερα...
- Πωπω μαλάκα, και τις μπάλες!
- Πώς πάει; Όλα καλά;
- Μπα, πίπα-κώλο. Και τις μπάλες!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified