Further tags

Ο χώρος του μπίχτινγκ, σπορ κατά το οποίο απαιτείται υλικοτεχνικός εξοπλισμός, λίγα φράγκα και άφθονος χρόνος.

Τα εργαλεία που χρειάζονται συνήθως είναι

  • ντύσιμο ιταλικής προέλευσης,
  • 2λιτρο υπερτροφοδοτούμενο γερμανικής κατασκευής, και
  • ιδιωτικός χώρος για να μπει το χειρουργικό τραπέζι.

    Κύριοι στόχοι είναι νεανίδες από τον χώρο του μόντελινγκ, tραγουδιστριάκια, wannabe ηθοποιοί, χορεύτριες κ.ο.κ., καθώς επίσης και noname μουνάκια, αρκεί να έχουν σασί διαστημικό.

Οι μαιτρ του είδους καταφέρνουν να πλήξουν στρατηγικούς στόχους με ελάχιστα μέσα.

- Χτες πήγα εκείνο το μοντελάκι που σου έλεγα στο σπίτι και το χειρούργησα.
- Άξιος! Άξιος! Άρχοντα του μπίχτινγκ!

Παραπονιέται, ότι αυτός που τραβιολογιέται, της κάνει νερά και 'γω της είπα «άμα δεν γουστάρεις τέτοια, να μην ψωνίζεις από τον χώρο του μπίχτινγκ».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχει το έθιμο την Μεγάλη Παρασκευή να γυρίζουν οι πιστοί από εκκλησία σε εκκλησία, για να προσκυνούν όσους περισσότερους Επιταφίους μπορούν. Και να κάνουν και τα σχετικά καλλιστεία ποιος είναι ο ομορφότερος, όχι χωρίς τοπικιστική υπερηφάνεια («ο δικός μας είναι έτσι» κ.τ.λ.).

Στην εποχή του clubbing, το παραδοσιακό αυτό έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής, που συνεχίζουν να το εξασκούν χριστιανόφατσες τε και χριστιανόφουστες, μετονομάστηκε σε churching (κατά το clubbing) ή Επιτάφιινγκ. Επειδή και στο clubbing (κατά μία έννοια) πας από το ένα κλαμπάκι στο άλλο, χωρίς να μένεις πολλή ώρα σε κανένα.

- Κάναμε ένα Επιτάφιινγκ την Μεγάλη Παρασκευή το μεσημέρι, και νομίζω ότι τον καλύτερο Επιτάφιο τον έχει ο Άι Γιάννης ο Τρέντης στα Κάτω Σλανγκέικα.

- Θα διαφωνήσω! Το δικό μου churching μου λέει ότι ο καλύτερος βρίσκεται στην Αγία Καραμέλα στο Άνω Σλανγκοχώρι.

(από Khan, 10/06/14)King Crimson, Epitaph, μυδασίστ Πάτσης (από Khan, 11/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το άθλημα του σούρσινγκ, που σημαίνει ότι σέρνομαι από καναπέ σε καναπέ, ή από καναπέ σε πολυθρόνα.

Βασική προϋπόθεση είναι ότι δεν χρησιμοποιώ τα πόδια μου, αλλά σέρνομαι με το σώμα μου σαν το φίδι.

Ιδιαίτερα δημοφιλές άθλημα στις λεγόμενες καφετέριες, στέκι όπου συναντιέται όλη η παρέα και υπάρχουν φυσικά καναπέδες.

Επίσης σούρσινγκ γίνεται και στα φοιτητόσπιτα όπου οι φοιτητές, άκα λιωμένοι φοιτητές, μετακινούνται στον χώρο με την χρήση αυτού του αθλήματος.

- Ρε μαλάκα... Πάμε έξω;;
- Κάαααααατσεεε να καταφέρουμε να κάνουμε σούρσινγκ... να πάμε στο σαλόνι να πιούμε νερό... τι έξω να πάμε είσαι με τα καλά σου;

αρκούδα που κάνει sourcing! (από sexpeer, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καψόνι στα στρατόπεδα, κατά το οποίο οι φαντάροι καθαρίζουν όλο το στρατόπεδο από τις πευκοβελόνες.

Ανήκει στην ίδια κατηγορία λημμάτων με την λέξη γόπινγκ.

Αφορά συνήθως στρατόπεδα με πεύκα και το χρησιμοποιούν κυρίως σμηνίτες τις 350Π.Κ.Β. στην Θεσσαλονίκη.
*Π.Κ.Β. = Πτέρυγα Κατευθυνομένων Βλημάτων.

-Μοιιίρααα... Προσοοοχή!!! Η άφιξης του υποπτέραρχου είναι προγραμματισμένη για τις 17:00 το απόγευμα. Διασκορπιστείτε σε όλο το στρατόπεδο και μαζέψτε όλες τις πευκοβελόνες! Λαμπίκο να το κάνετε! Μη δω καμία κάτω, θα σας λιώσω!
-Πω! Ρε φίλε πάλι πευκοβελόνες; Κάθε μέρα τις μαζεύουμε και δεν τελειώνουν!
-Και τι παραπονιέσαι ρε σειρά; Αφού το λέει και το όνομα του στρατοπέδου! 350 Π**ευΚοΒ**ελόνινγκ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να είσαι cheerleader, δηλαδή μαζορέτα, «αρχηγός/οδηγός της χαράς» στην κυριολεξία. «Αμερικανιά που μας ήρθε κι από δω», που λέει κι ο Παυλέας.

Επίσης, το να συμπεριφέρεσαι ως χαζορέτα.

Επίσης, το να είσαι πεσίχαρος ή πασιχαρής ή πισωγλέντης, πισωγλεντζές. Εξάλλου gay και cheer δεν διαφέρουν πολύ νοηματικά. Η έκφραση είναι «κάνω τσιρλίντινγκ», όπως «κάνω κλάμπινγκ» κτλ.

  1. Η Λόλα κάνει τρελό τσιρλίντινγκ. Χτες με ρώτησε: «Έχω μια απορία: Τελικά, το σωστό είναι Ιράν ή Ιράκ;».

  2. - Λες να κάνει τσιρλίντινγκ ο Λούλης; Τον βλέπω πολύ χαρούμενο τώρα τελευταία, πολύ ανεβασμένο!
    - Χαρούμενο στα αγγλικά;

(από Hank, 07/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπύριασμα, τα μπυρίτσουαλς, το χτίσιμο των κοιλιακών.

- Ανδρέα γιατί μυρίζει μπύρα η ανάσα σου;
- Να σου εξηγήσω μωράκι μου, πήγαμε με τον Παναγιώτη μετά τη δουλειά για μία παγωμένη.
- Ποια μία ρε μωρό μου; Εσύ μυρίζεις σαν την Αθηναϊκή Ζυθοποιία! Δε βλέπεις που έφτασε η μπυροκοιλιά;;;
- Άει παράτα μας κι εσύ. Φεύγω.
- Που πας τώρα;
- Συγχύστηκα και πάω να χτίσω κοιλιακούς...

(από Galadriel, 08/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της λέξης κοκούνινγκ η οποία, σύμφωνα με τη συνταγή, σημαίνει κάθομαι σπίτι με την παντόφλα, ανάβω κανα αρωματικό στικ και ακούω μουσική ή σαπίζω μπροστά στην τηλεόραση. Αυτό που προστίθεται στην διαδικασία του γκουζγκούνινγκ είναι το σεξ και αυτό που αποκλείεται είναι η τηλεόραση, εκτός κι αν πρόκειται να προβληθεί εκεί καμια τσόντα.

Δηλαδή, κατά το γκουζγκούνινγκ κλείνομαι μέσα στο σπίτι με το έτερο ήμισυ, πάλι φοράω παντόφλα, πάλι ανάβω στικ, πάλι βάζω μουσική να παίζει (κατά προτίμηση γαμωτζάζ) και ξεσκίζομαι στο σεξ μέχρι τελικής πτώσεως, λέμε τώρα. Ή στη μαλακία, αν δεν υπάρχει παρτενέρ (αυτό το τελευταίο είναι κυρίως για τις γυναίκες. Οι άντρες δεν το πολυβλέπω να παίζουν με στικ και μουσικούλες).

Ο λόγος για τον οποίον ο όρος γκουζγκούνινγκ αφορά τελικά περισσότερο το τρυφερό -που λέει ο λόγος- σεξ παρά το πορνώδες, είναι γιατί η λέξη φέρνει -ηχητικά- προς γουτσισμό (μπορούμε λοιπόν να λέμε και γουζγούνινγκ, αν θέλουμε...), κατάσταση δηλαδή που ταιριάζει πιο πολύ στην περίσταση παντόφλα-στικ-γαμωτζάζ παρά σε όσα έμαθε στον ελληνικό λαό π.Α. (προ Ασκητή) ο διάσημος δάσκαλος του σεξ.

- Απόψε είναι το πάρτυ του Στέλιου.
- Μωρέεεε... είμαι πολύ κουρασμένηηηη... Να μην κάτσουμε στο σπίτι μου να κάνουμε λίγο κοκούνιιινγκ;...
- Καλά, να κάνουμε λίγο κοκούνινγκ αλλά μετά θα κάνουμε και μπόλικο γκουζγκούνινγκ.
- Γκουζγκούνινγκ;! Τι είναι αυτόοοο;
- Πάμε σπίτι σου και θα σου δείξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωλοβαράμε , ψωλαρμενίζουμε , την παίζουμε. Γενικώς μαλακιζόμαστε.
Προέρχεται από τη λέξη πούτσα, η οποία στο γερούνδιο της ενεργητικής φωνής προσλαμβάνει την κατάληξη -ing (όπως λέμε κλάμπινγκ, όχι όμως κάμπινγκ) και δηλώνει την αποκλειστική ενασχόληση με αυτήν (ναι ρε την πούτσα εννοώ). Προσοχή, δεν έχει καμία σχέση με τον Ρώσο άρχοντα Πούτιν, αλλά μάλλον με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπους που έχει αναγάγει το πούτσινγκ σε επιστήμη.

- Πού έχεις χαθεί ρε μαλάκα σήμερα όλη μέρα; Πάλι για πούτσινγκ είχατε πάει με την κωλοπαρέα σου; Πότε ρε θα διαβάσεις για την εξεταστική;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό cocooning, όπου cocoon = το κουκούλι του μεταξοσκώληκα, της κάμπιας κλπ.

Κάνω κοκούνινγκ σημαίνει αποκηρύσσω για ένα διάστημα φίλους, παρέες, μπαράκια κλπ και κλείνομαι μέσα στο προστατευτικό περίβλημα του σπιτιού μου όπου έχω προηγουμένως αποθηκεύσει:

  1. ποσότητα έτοιμων φαγητών, παγωτού και σοκολάτας ικανή να αντιμετωπίσει την επαύριο πυρηνικού ολοκαυτώματος.
  2. ένα καπνοχώραφο τσιγάρα, ή/και μια φυτεία - αναλόγως
  3. τα 'Φιλαράκια' - την πλήρη σειρά DVD 1994-2004, δηλ. 238 επεισόδια (πιστέψτε με, το έχω ψάξει).

Για το διάστημα που διαρκεί το κοκούνινγκ απλώς σέρνομαι από το κρεβάτι στο ψυγείο και από το ψυγείο στον καναπέ μπροστά στην τηλεόραση και τούμπαλιν. Δεν απαντώ στο τηλέφωνο και φυσικά δεν βγαίνω έξω - δεν έχω λόγο να πάω καν στο περίπτερο ή στην Έβγα διότι αυτά τα έχω προβλέψει.

Όταν κοκούνινγκ κάνει ένας άντρας μόνος του, κάπου στο μείγμα μπαίνει και PC ή παιχνιδομηχανή π.χ. τρεις σαιζόν Championship Manager απνευστί. Όταν κοκούνινγκ κάνει μια γυναίκα μόνη της, γίνονται απαραίτητα διάφορα χουχουλιάρικααντικείμενα, μάσκες προσώπου κλπ. Κοκούνινγκ μπορεί να κάνει κι ένα ζευγάρι, αλλά η ισορροπία είναι ασταθής και δεν διαρκεί πολύ. Μετά το αναπόφευκτο σεξ του πρώτου 24ωρου, η γυναίκα θέλει να χουχουλιάσει, ο άντρας θελει να πάει στο κομπιούτερ, καβγαδίζουν και τελικά λένε 'δεν πάμε και μια βόλτα να δούμε και κάναν άνθρωπο'. Κοκούνινγκ με πάνω από δυο άτομα π.χ. ένα ζευγάρι κι ένας φίλος/-η ή δυο ζευγάρια, καταγράφεται μεν, αλλά συνήθως μετεξελίσσεται σε πάρτι με ούζα.

Ιδανική διάρκεια για κοκούνινγκ είναι ένα Παρασκευο-σαββατο-κύριακο. Μπορεί να τραβήξει μέχρι τετραήμερο, άντε πενθήμερο, αν βολέψουν οι αργίες. Ο,τιδήποτε πάνω από πενθήμερο είναι ανησυχητικό και ελέγχεται ως σύμπτωμα κατατονικής κατάθλιψης.

Κοινωνικά, το κοκούνινγκ ανθεί σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας καθώς είναι ένας καλός τρόπος περιορισμού των εξόδων. Είναι επίσης εύσχημος τρόπος αποφυγής της ταλαιπωρίας που συνδέεται με τις εξόδους του Πάσχα, του Δεκαπενταύγουστου κλπ.

- Λέμε να πάμε Σέλι το Σαββατοκύριακο, είσαι;
- Μπα, για κοκούνινγκ με βλέπω ... οι καιροί γαρ χαλεποί ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μάζεμα των φύλλων από φαντάρους στο στρατόπεδο, ιδίως το Φθινόπωρο. (Συνήθως με σκούπες, τσουγκράνες και φτιάρια + μαύρες σακούλες) - Δεν θεωρείται ιδιαίτερα βαριά αγγαρεία...

Της ίδιας οικογενείας με τα: γόπινγκ, τσάπινγκ

Ετυμολογία: = Φύλλο + ing (γερούνδιο)

Ομόηχο με το αγγλικό Feeling

- Ξέρεις τι αγγαρεία μας περιμένει σήμερα, ρε σειρά;
- Γόπινγκ και φύλλινγκ... Άσ' τα θα πήξουμε...
- Ωχ φύλλινγκ; Nothing more than feeling!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified