Further tags

Ο άπαιχτος, ο ασυναγώνιστος. Γκρηκλισμός από το άπαιχτος και την κατάληξη -able που δηλώνει στα αγγλικά ιδιότητα, π.χ. predictable σημαίνει προβλέψιμος από το predict (προβλέπω) και την κατάληξη -able, ή affordable=εφικτός κ.λπ.

Ανπαίκταμπλ ο τύπος. Ήξερε όλη τη βαθμολογία του καμπιονάτο!

Καλά, ο Σουμάχερ ανπαίκταμπλ. Τερμάτισε πρώτος με τη ρόδα φευγάτη!

Πήγαμε Λευκάδα φέτος. Ανπαίκταμπλ!

Δες και ανπαίζαπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπερπλήρης.

  1. Πω, πω, μαλάκα, πίτα είναι το λεωφορείο! Θα πάρουμε το επόμενο.

  2. Πήγαμε Σαββατοκύριακο Καλαμίτσι και δεν βρίσκαμε μέρος να βάλουμε τη σκηνή. Πίτα ήταν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Κωσταλέξι, το χωριό όπου βρέθηκε το 1978 έγκλειστη σε ένα υπόγειο επί 29 χρόνια για πολιτικο-οικογενειακούς λόγους μια κοπέλα, είναι σε όλους γνωστό. Για περαιτέρω πληροφορίες και γνώμες, δείτε αυτό και αυτό.

Κωσταλέξι λέμε σήμερα αφενός την κατάσταση μιζέριας, αλλά και ένα ψυχολογικά ή/και εμφανισιακά μίζερο και τρισκακόμοιρο, απροσάρμοστο άτομο -μεταφορικά πάντα.

Παρεμφερή λήμματα: γκάου, αρούγκανος, περιορισμένης ευθύνης, μπουνταλάς, νταού κατάσταση, γκαγκά, τουντς, γκαούγκαγκας, γκαούγκαλος, ούγκαλος, ασβός, βρωμέας, βρωμύλος, λερέτης, λεχρίτης, μπιχλάντεν, μπίχλερμαν, μπόχας, Πασχάλης, τυροβρωμίκουλας, χλέμπουρας, λιμοξίφτερος.

Η λέξη χρησιμοποιείται και για να χαρακτηρίσει έναν τρισάθλιο χώρο.

  1. - Μαλάκα, είδες λεφτά η γκόμενα; Έχεις καταλάβει πού ζει;
    - Τι πού ζει ρε συ, δε μπα να ζει και στο Μπάκινγχαμ, τι να το κάνεις, δεν την αφήνουν οι γονείς της να δει άνθρωπο, έχει ξεχάσει να μιλάει το άτομο, είναι εντελώς τελείως Κωσταλέξι!

  2. - Η κόρη μας θα μας φέρει απόψε το νέο της φλερτ...
    - Κανα Κωσταλέξι θα μας κουβαλήσει πάλι, σαν τον προηγούμενο που κυκλοφορούσε με τα τρύπια βρακιά...

  3. Ααα!!! Με γεια το σπίτι! Αυτό, μάλιστα! Όχι σαν το κωσταλέξι όπου έμενες πριν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφανώς έκφραση μεγαλοποίησης της αρεσκείας ενός ατόμου ως προς ένα συγκεκριμένο αντικείμενο, κατάσταση κλπ...

Χρήζει περαιτέρω ανάλυσης

— Πώς ήταν η έκθεση μοτοσυκλέτας ρε μπίου;
— Καλά μπρο δεν πιάνεις, και γαμώ λέμε ..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπουρδέλο αλλά και ο κάθε άτυπος τόπος συνδιαλλαγής αγοραίου έρωτα (γραφεία συνοικεσίων, κωλόμπαρα, ιεροί ναοί, πεζοδρόμια, κ.α.).

Ο όρος βιζιτάδικο χρησιμοποιείσαι ευρύτατα για πιάτσες όπου τα ΛΟΑΤ κάνουν ψωνιστήρι (βλ. τρίτο παράδειγμα).

Εκ της βίζιτας.

  1. ... είχε σπιτώσει μια Ουκρανή που την γνώρισε σε βιζιτάδικο, πρόσωπο πονηρούλικο και στρογγυλό με φακίδες και καστανά σγουρά μαλλιά ... (από εδώ)

  2. Τα περισσότερα τρακτέρ στα μπλόκα είναι κλιματιζόμενα. Φτώχεια!!! Όσο για τις επιδοτήσεις τόσα χρόνια ξέρετε που τις έχουν καταθέσει; στα βιζιτάδικα!! Όπου κάμπος ξεφυτρώνουν κι αυτά. (από εδώ)

  3. Ο κατά παραδοχή του στο ακροατήριο ομοφυλόφιλος μάρτυρας, που γνωρίζει καλά, όπως είπε, «τα βιζιτάδικα ου κέντρου της Αθήνας», αφού πληρώνει και ο ίδιος αγόρια για να πηγαίνει μαζί τους, με έντονο ύφος την ώρα που κατέθετε ξεδίπλωσε εικόνες και διαλόγους, και ουσιαστικά συνέθεσε την ανατομία ενός ειδεχθούς εγκλήματος (…) «Στα βιζιτάδικα όλοι είναι πεινασμένοι άνθρωποι. (…) Τον Νίκο (Σεργιανόπουλο) τον είδα πρώτα στο αυτοκίνητο. Ήταν σταθμευμένος. Πήγα και του μίλησα. Μετά είδα τον Γεωργιανό να τον πλησιάζει και να μπαίνει στο αυτοκίνητο, στη γωνία Χέυδεν και Αριστοτέλους…» (από εδώ)

Είναι άδικο. R.I.P. (από Vrastaman, 30/09/09)Εποχούμενο βιζιτάδικο στις ΗΠΑ (από Vrastaman, 30/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατά βάση λόγια αυτή έκφραση χρησιμοποιείται στην καθημερινή ομιλία για να περιγράψει ένα χώρο - ή σπανιότερα μια γενικότερη κατάσταση - όπου κόσμος μπαίνει και βγαίνει, έρχεται και φεύγει, σε άσχετες και άκυρες ώρες, χωρίς κανείς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν. Μια φάση ψιλοαλαλούμ δηλαδής, φάση οτινανισμού, όπου ο όποιος έλεγχος έχει (ή τείνει να) χαθεί...

Κι όταν μιλάμε για κόσμο, εννοούμε πολύς κόσμος, λαός κι έτσι - χωρίς βεβαίως να λησμονούμε οτι το «πολύ» είναι άκρως σχετικό, άλλο μέτρο ισχύει π.χ. για ένα ιδιωτικό σπίτι και άλλο για τα γραφεία, ας πούμε, ενός πολιτικού κόμματος.

Το σλανγκ στοιχείο έγκειται ασφάλουσλυ στην ειρωνεία που η έκφραση υποκρύπτει. Με έναν λίαν εύσχημο, ευφημιστικό τρόπο, δηλώνεις πως οι συνθήκες που επικρατούν σε έναν χώρο / μια κατάσταση, προσιδιάζουν σε αυτές ενός μπουρδέλου, ενός κερχανείου (κκελχανείου εις την κυπριακήν). Το οποίον μπουρδέλο νοείται, φυσικάουα, τόσο κυριολεκτικώς όσο και μεταφορικώς.

Πρόκειται φυσικά για μπαμπαδίστικη έκφραση, μπαμπαδισμό. Σπάνια έως ποτέ θα ακούσεις π.χ. έναν κάγκουρα με τα μαλλιά φράχτη και με κωλοπειραγμένο παπί να την μεταχειρίζεται.

Αντιθέτως, βγαίνει πολύ συχνά απ' τα χείλη απηυδισμένων μαμάδων και μπαμπάδων, φρικαρισμένων με τα καμώματα του κανακάρη (ή κανακάρισσας) τους, που πλέον χρησιμοποιεί την πανίερη οικιακή εστία ως ένα είδος ξενοδοχείου: μπαινοβγαίνει χωρίς να αλλάζει κουβέντα με κανέναν, αποφεύγει μετά βδελυγμίας να συνεστιαστεί στο παραδοσιακό τραπέζωμα, δεν σκουπίζει τα παπούτσια του στο χαλάκι της εισόδου, πετάει τα ρούχα του όπου βρει, και άλλα ανατριχιαστικά παρόμοια. Το χειρότερο και σημαντικότερο όμως, είναι που κουβαλάει μαζί του διάφορα άγνωστα στους γονείς πρόσωπα, υπόπτου ηθικής υποστάσεως. Η τυπολογία αυτών των εισβολέων της οικιακής ειρήνης, ανεξάντλητη: από μαλλιάδες και αρβυλοφόρους χεβιμεταλλάδες μέχρι ρεϊβούδες γκόμενες με ροζ μαλλιά και 600 σκουλαρίκια σε κάθε αυτί...

Παραδόξως, αυτές οι μπαμπαδίστικες εκφράσεις, το σφάξιμο με το γάντι ένα πράμα, πιάνουν καμιά φορά τόπο εκεί όπου τα κατά ριπάς μπινελικώματα και οι τσιρίδες αποτροπιασμού, το μόνο που καταφέρνουν είναι να μουλαρώσει ο νουθετούμενος και να συνεχίσει ακάθεκτος το ίδιο βιολί... Αυτή είναι η μαγεία της γλώσσας: το τιμημένος π.χ. μπορεί ενίοτε να ακουστεί πιο βαρύ, πιο δηκτικό, πιο φαρμακερό από το γαμημένος...

Ακολουθεί κοινωνιολογικό σχόλιο. Διαβάζετε με δική σας ευθύνη.

Η μετατροπή της παραδοσιακής οικιακής εστίας σε απλό υπνώνα (τον οποίο οι ένοικοι επισκέπτονται μόνο το βράδυ για να ξεραθούν στον ύπνο) ή ξενοδοχείο (όπου καθένας μπαινοβγαίνει χωρίς την υποχρέωση του - έστω στοιχειωδώς - λόγον διδόναι), αποτελεί σύμπτωμα μιας γενικότερης αποδιάρθρωσης των παραδοσιακών θεσμών. Η οικογένεια, προνομιακό αντικείμενο της κοινωνιολογικής έρευνας, βάλλεται πανταχόθεν. Ο χαρακτήρας της δεν παραμένει σταθερός, μετασχηματίζεται. Από το αρχαίο πατριαρχικό πρότυπο και την διευρυμένη οικογένεια, περάσαμε σιγά-σιγά στην πυρηνική ή συζυγική οικογένεια, ενώ τώρα πλέον τείνουμε σταθερά προς την μη-οικογένεια. Σε ένα συνέδριο στο οποίο πρόσφατα παρέστην, μια από τις εισηγήσεις είχε τον εύγλωττο τίτλο «Σπιτικά χωρίς κουζίνα»....

  1. - Πώς την έχει δει αγόρι μου; Τι θα γίνει πια με την περίπτωσή σου; Πας κι έρχεσαι κι ούτε μια κουβέντα δε μας λες.. Κέντρο διερχομένων γίναμε...
    - Καλά ρε πατέρα, άσε το κήρυγμα για καμιά άλλη ώρα, τώρα δεν είμαι σε φάση...

  2. - Μωρή, ποιος είναι πάλι αυτός που κουβάλησες χτες ξημερώματα; Σας άκουσα, αμ τι, νόμιζες ότι κοιμόμουνα; - Ο Σάκης ρε μαμά απ' τη σχολή, τι ζόρι τραβάς τώρα;
    - Χτες ο Σάκης, προχτές ο Αντρέας, παραπροχτές εκείνος ο μαλλιάς, τις προάλλες ο ξυρισμένος με το χαλκά στη μύτη... Κέντρο διερχομένων, για να μην πω καμιά πιο βαριά κουβέντα και κολαστώ η γυναίκα...

3 Κέντρο Διερχομένων το Υπουργείο Άμυνας. Από το «Βήμα».

  1. Δεν θα το επιτρέψουμε ποτέ να γίνει. Δεν θα επιτρέψουμε να διαλυθεί το σχολείο και να γίνει κέντρο διερχομένων. (Από αγριοχρίστιανους θεολόγους, εδώ)

(από Δημήτρης Ντούρτας, 21/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστική, μη δόκιμη σύνταξη.

Αρθρώνεται με δύο τρόπους:

  • Συνηθέστερα, με την προσθήκη ενός επιθετικού προσδιορισμού: Επιθέτου: - Είσαι και πολύ κωλόφαρδος! Επιθετικοποιημένου ουσιαστικού: - Είμαι και πολύ άντρας ρε παιδάκι μου!
  • Δευτερευόντως, με την προσθήκη ενός ουσιαστικού, μάλλον ουδέτερου γένους, μάλλον μη μετρήσιμου: - Αν βρεθούν ο πρώην και ο νυν θα πέσει και πολύ ξύλο! - Κιβωτός των Γεύσεων αδερφέ, στην Ροτόντα. Και πολύ μάσα... - Καλά που με τράβηξε η αδερφή μου στο πάρτυ. Μιλάμε, και πολύ πανικός. (σ.σ. ίσως δύσχρηστο)

Ο σύνδεσμος «και» στην περίπτωση αυτή λειτουργεί επιτατικά, ιδίως για αρνητικούς χαρακτηρισμούς. Για θετικούς χαρακτηρισμούς, υπάρχει μερικές φορές μια υφέρπουσα ειρωνεία:
- Είσαι σαράντα χρονών και σε ταΐζουν οι γονείς σου; Είσαι και πολύ ξύπνιος...

Η γλωσσική αυτή δομή ενδέχεται να σχηματίστηκε από την απομόνωση του τελικού μας χαρακτηρισμού για ένα πρόσωπο, κατάσταση, αντικείμενο κλπ, όταν παραθέτουμε περισσότερους από έναν χαρακτηρισμούς. Για παράδειγμα:
- Ωραίο φίλο έχεις! Τσιγκούνης, κλαψιάρης... και πολύ μαλάκας γενικά.
Για να δώσουμε έμφαση στο ένα χαρακτηριστικό που θεωρούμε καθοριστικό και για να συντομεύουμε, το παράδειγμα γίνεται:
- Ωραίο φίλο έχεις! Και πολύ μαλάκας!

Να σημειωθεί ότι η πρόταση, εντός της οποίας χρησιμοποιείται, πρέπει να είναι θετική και όχι αποφατική, διότι διαφορετικά η αναλυόμενη σύνταξη δεν είναι [I]και πολύ[/i] αδόκιμη.

Όπως ίσως φάνηκε από τα παραδείγματα, η σύνταξη είναι στο στοιχείο της και ολοκληρώνει καλύτερα το γλωσσικό της πεπρωμένο όταν ακολουθείται από την λέξη μαλάκας.

Πρβλ. άλλες ιδιόμορφες χρήσεις του «και»: και γαμώ, και καλά.

Παραδείγματα εντός του ορισμού.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ορισμός, στα βασικά του στοιχεία, υπάρχει εδώ. Ένα updating ωστόσο δεν θα έβλαπτε, που θα εμπλούτιζε τις περί του θέματος γνώσεις μας και θα το έθετε σε μια ευρύτερη ιστορική προοπτική.

Σιδεράδικο είναι το παλαιού τύπου γυμναστήριο, το λεγόμενο και σφιχτάδικο. Στην κλασική του μορφή, μεσουρανεί κατά την ένδοξη δεκαετία του 1980, η οποία εχει εύστοχα χαρακτηριστεί - πάντα όσον αφορά τη χώρα μας - ως η «μητέρα» μας, η πολιτισμική γενέτειρα της εντελώς σύγχρονής μας εποχής.

Οι πιτσιρικάδες είναι τρελαμένοι με Arnold Schwarzenegger (Κόναν ο Βάρβαρος, Εξολοθρευτής) και Sylvester Stallone (Rocky, Rambo, Cobra). Το ίδιο το bodybuilding τότε ουσιαστικά καταξιώνεται, με το μεγάλο boost να έχει δοθεί από το Pumping Iron, το θρυλικό φιλμ-ντοκιμαντέρ του Άρνολντ, που σκάει στα 1977. Τα γυμναστήρια-σιδεράδικα, η νέα μαζική παράκρουση, ξεφυτρώνουν παντού, στεγαζόμενα κατά κανόνα σε υπόγες, λόγω των πενιχρών οικονομικών μέσων. Θρυλικό είναι π.χ. το σιδεράδικο του Σπύρου Μπουρνάζου, living legend του ελληνικού μπίλντινγκ, που ακόμα και σήμερα λειτουργεί στο ιστορικό υπόγειο, στη συμβολή των οδών Τροίας και Πατησίων στην Κυψέλη.

Τα όργανα γυμναστικής είναι, με τα σημερινά κριτήρια, πρωτόγονα. Απουσιάζουν τα εξειδικευμένα και πανάκριβα φιρμάτα μηχανήματα. Κυλιόμενοι διάδρομοι δεν υπάρχουν, τα στατικά ποδήλατα είναι ελάχιστα και συνήθως χαλασμένα. Κυριαρχούν τα λεγόμενα ελεύθερα βάρη: αλτήρες και μπάρες σε τεράστια μεγέθη. Τα όργανα είναι πολλές φορές hand made, χειροποίητα, π.χ. ο μύθος θέλει τον Μπουρνάζο να κατασκεύασε μονάχος του, με τα χεράκια του, τις τροχαλίες και τα άλλα σιδερικά του γυμναστηρίου του, αυτά τα οποία ο γάλλος φιλόσοφας Pascal Bruckner έχει χαρακτηρίσει ως τα «σύγχρονα όργανα των βασανιστηρίων».

Οι χώροι των σιδεράδικων μοιάζουν να χλευάζουν τον υγειινισμό και τον αποστειρωτισμό της εποχής μας. Ζέχνουν από ιδρωτίλα, βαριές αρσενικές οσμές που επιδεινώνονται από τη χρήση αναβολικών. Οι μουσικές επιλογές, μια φορά κι έναν καιρό, ξεκινούσαν και τέλειωναν στο soundtrack από τις ταινίες του Rocky (Eye of the Tiger, Burning Heart, Gonna Fly Now κλπ).

Ο μποντιμπιλντεράδικος χώρος και ο χώρος της νύχτας υπήρξαν εξ αρχής συγκοινωνούντα δοχεία. Πολλοί σφίχτες δραστηριοποιούνται ακόμη και σήμερα σε τομείς όπως το νταβατζιλίκι, η προστασία, τα ντράγκς, οι λαθραίες μεταφορές με νταλίκες κλπ. Τα σιδεράδικα κατηγορήθηκαν και στιγματίστηκαν ως φυτώρια παραβατικότητας. Πολλά απ' αυτά ανατινάχθηκαν κατά καιρούς, από βόμβες που έβαζαν αντίπαλες «ομάδες», στα πλαίσια του κλασικού «ξεκαθαρίσματος λογαριασμών». Ακριβώς όπως εξακολουθεί συχνά να συμβαίνει με καφετέριες και έτερα νυχτομάγαζα.

Αφού έπαιξαν χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο για δυο σχεδόν δεκαετίες, αυτά τα γυμναστήρια-δεινόσαυροι, άρχισαν να εκτοπίζονται, στα τέλη των 90's, από τα νέα φρούτα των fitness clubs. Η μετάβαση σηματοδοτεί και μια ποιοτική μεταβολή στην όλη στάση του κόσμου απέναντι στην άθληση γενικότερα, θέμα πολύπτυχο επί του οποίου δεν θα επεκταθούμε. Το βέβαιο είναι πως τα σιδεράδικα παρήκμασαν κι άρχισαν να βάζουν λουκέτο το ένα μετά το άλλο. Διαμορφώθηκε μια νέα κοινωνική γεωγραφία του χώρου. Τα λίγα και καλά σιδεράδικα που επιβίωσαν, αναζήτησαν το ζωτικό τους χώρο στις λιγότερο ή περισσότερο υποβαθμισμένες περιοχές στα πέριξ του κέντρου της Αθήνας: Κυψέλη, Κολωνός, Πλατεία Βάθης, Άγιος Παύλος. Οι θαμώνες τους είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία αλλοδαποί: ρώσοι, αλβανοί, ρουμάνοι, γεωργιανοί, πακιστανοί, άραβες. Οι όποιοι έλληνες παραμένουν, ανήκουν συνήθως σε χαμηλές εισοδηματικές τάξεις.

Εκτός, βέβαια, κι αν πρόκειται για τους κλασικούς πωρωμένους, hardcore μπιλντεράδες, που θεωρούν τα νέας κοπής πολυτελή γυμναστήρια, φλώρικα και χώρους συνεύρεσης ομοφυλοφίλων (σ' αυτό δεν έχουν και πολύ άδικο). Προτιμούν λοιπόν να συναγελάζονται με τους ομοίους τους, σε περιβάλλοντα όπου ο ανταγωνισμός παραμένει υψηλός και όπου μπορούν να βρουν την κατάλληλη υποστήριξη / καθοδήγηση (προπονητικές συμβουλές, φάρμακα). Πολλοί τέτοιοι κάβουρες είναι διπλογραμμένοι, συχνάζουν δλδ και στο σιδεράδικο, αλλά και στο κυριλέησον fitness club της γειτονιάς τους, όπου πουλάνε μούρη, μοστράρουν το σώμα τους, την πέφτουν σε καμιά γκόμενα κλπ.

Οι τελευταίες εξελίξεις, χοντρικά από το 2004 και μετά, θέλουν και τα καινούργια κυριλογυμναστήρια να μην αντέχουν στον εξοντωτικό μεταξύ τους ανταγωνισμό και να συρρικνώνονται. Η ελληνική αγορά δεν σήκωσε τόση άθληση, μπούχτισε. Η νέα τάση ευνοεί μια ενδιάμεση μορφή γυμναστηρίου, κάτι ανάμεσα στο σιδεράδικο και το χλιδάτο φιτνετζίδικο. Είναι το συνοικιακό γυμναστήριο, που ενίοτε σηκώνει να το πεις και ημι-σιδεράδικο: φτωχομπινεδιάρικο στην ουσία και ψιλοπαρατημένο (άλλωστε λέγεται πως τα περισσότερα gym είναι βιτρίνες και πλυντήρια), τηρεί εντούτοις κάποια standards για τα μάτια του κόσμου.

  1. (από εδώ)
    ....Απο τα λιγοστά σιδεράδικα που έχουν απομείνει πλεόν.....Μουγκρίζουμε ελεύθερα,βρίζουμε ελεύθερα,κάνουμε προπόνηση χωρίς φανέλα ελεύθερα,πετάμε τα κιλά κάτω(το πάτωμα είναι τσιμέντο+μοκέτα...)ΚΑΙ η μουσική πάντα είναι 80s Rock+Disco......Δεν θα μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να κανει προπ σε κάποιο σύγχρονο gym,θα ήμουν σαν τη μύγα μεςτο γάλα

  2. (από εδώ)
    Η διαφορά είναι πως στα μεν παλιά καλά σιδεράδικα γυμναζόμασταν σε καθαρά μηχανικά όργανα με τροχαλίες που απέπνεαν μια βαρβατίλα και έδιναν μια ατμόσφαιρα μεταξύ Blade Runner και Mad Max, ενώ στα περισσότερα γυμναστήρια πλέον τα όργανα είναι «υδραυλικά» και φλώρικα.

Got a better definition? Add it!

Published

Έκφραση που λέγεται όταν είσαι αραχτός, σε κανα καφενείο, ή σε παραλία, ή σε μπαράκι, και βλέπουν τα μάτια σου κάτι που σε ξελιγώνει αλλά δεν τό' χεις, δεν τό'χεις... Περιορίζεσαι λοιπόν στο να μονολογήσεις ή να πεις στον διπλανό σου ή (αν έχεις το απαιτούμενο θάρρος / θράσος) προς το αντικείμενο του πόθου: «Αυτά είναι, φίλε μου, βλέπεις;», με συνώνυμα τα έεετσι!, σωραίος, κλπ, με συμπλήρωμα το «Ω ρε μάνα μου» ή το «τσ-ξςςςς!...» και με βαθύτερη έννοια το «'Ε ρε και νά 'χα τη χάρη σου μπαγάσα... (Θα ήμουν ο πιο γαμάω απ' όλους σας, κλπκλπ)».

Έκφραση βαυκαλισμού ή μεμψιμοιρίας ή μαγκιάς. Εξαιρετικά διαδεδομένη.

  1. Περνά το πλοίο της γραμμής έξω από ένα νησί. Οι επιβάτες χαζεύουν το τοπίο και κολλάνε σε μια σπιταρώνα χτισμένη πάνω στην θάλασσα με δέκα στρέμματα γύρω της δικά της.
    - Αααυτά είναι, φίλε μου, βλέπεις; Αυτά είναι. Να τό' χα εγώ αυτό και σού 'λεγα μετά αν θα ταξίδευα με το πλοίο της γραμμής...

  2. Γέρος στο καφενείο. Περνάει η Λίλιαν απ' έξω.
    - Αααχ... Αυτά είναι μάνα μου, αυτά είναι. Συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά...
    - Ουναμουχαθείς, σκατόγερε!

Got a better definition? Add it!

Published

Το εξαιρετικό, το εξαίσιο, το έξοχο.

Δεδομένου ότι αυτό το εξ-εξ-εξ είναι κάτι που συναντάται μόνο στον ιδεατό κόσμο του Πλάτωνος, ο ορισμός αμάν πωπώ χρησιμοποιείται κυρίως για να χαρακτηρίσει αυτό που κάτι τελικά δεν είναι.

- Τι έλεγε το μωρό εψές;
- Εντάξει δεν ήταν και αμάν πωπώ, αλλά για Δευτέρα βράδυ...
- Όπα ρε, κατούρα και λίγο

(από Khan, 30/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified