Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Πάρε δρόμο/δίνε του. Καθιερώθηκε από τον αθλητικό αναλυτή Τάκη Τσουκαλά.

- (Γκόμενα) - Γιατί κλείνεις τις γραμμές;
- (Τάκης, κόβει την γραμμή) - ΑΝΤΕ ΓΕΙΑ.. γιατί έτσι γουστάρω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Άσ' τα να πάνε», «άσ' τα βράσ' τα», «ναι, καλά», «κουκουρούκου», «καλά κρασιά», κλπ.
Σα να λέμε ότι φεύγουμε από την κουβέντα ή το επιχείρημα (ή δεν συμμετέχουμε καν και το παίζουμε τρελοί) δίνοντας χαιρετίσματα στον συνομιλητή μας.

- Καλά, χαιρετίσματα... Άμα είναι να συζητάμε έτσι, εγώ τιγκανά...
- Μα, μωρό μου...

Got a better definition? Add it!

Published

Πρόκεται για τον ανεγκέφαλο, τον ατζαμή, τον άνθρωπο που τα κάνει θάλασσα σε όλες του τις προσπάθειες, από την προσωπική του ζωή μεχρι το gaming.

(Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως : Ο τελευταίος των μοϊκανών, ο τελευταίος μαλάκας, τελευταίος μόγγολος κλπ)

  1. Ρε μαλάκα τελευταίε, σκατά τά 'κανες, γέμισες καφέ το κάθισμα!!

  2. Πόσο τελευταίος μπορεί να είσαι, μου λες; Πάλι έκλεψες τη σύνταξη του παππού σου;

  3. Ρε τελευταίε, πού πας, πάρε το level, θα σε κόψουν ψωμί άμα χωθείς, xpare καλύτερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αγγλική αργκό λέξη bro, δηλαδή brother, που σημαίνει αδερφός στα ελληνικά, αλλά χρησιμοποιείται στις συζητήσεις νέων -πιο πολύ ραπάδων ή wiggaz.

  1. - Yo, whats crackin' dogg;
    - Nuthin' much, bro.U;

  2. - Έλα ρε μπρο, τί νέα;
    - Καλά ρε μαν, τα ίδια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δωροδοκώ κάποιον για να κερδίσω κάτι μη αξιοκρατικά. Στην Ελλάδα ειδικά αυτό γίνεται κατά κόρον από πολιτικούς και business μέχρι και εξετάσεις οδήγησης (και μη). Εξ ου και λάδι, το ουσιαστικό.

- Καλά, ο ξάδερφός σου είναι τελείως σκράπας οδηγός... αναρωτιέμαι πώς πήρε το δίπλωμα.
- Ε, αφού ξέρεις τώρα, λάδωσε και το πήρε νύχτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει γαμάω-ώ. Το λέμε όταν είναι κοντά παιδάκια, να μην ακούνε και μαθαίνουν.

Δεν παλεύεται η δουλειά Τάκη, μάμα τα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάπα, πίπα, κόφα, κακής ποιότητας, κακών προδιαγραφών, κακής αποτελεσματικότητας.

-Το πήρα καινούργιο και σε μια βδομάδα είχε χαλάσει...
-Στο 'πα οτι τα «μάρκα_εδώ» είναι μούφες...

(από patsis, 18/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αν υπήρχε στο λεξικό αυτό η κατηγορία 'σαχλά' (με την κυριολεκτική έννοια και όχι με την έννοια του λήμματος τα σαχλά), τότε θα έμπαινε και τούτο οπωσδήποτε.

Τακουνάς και μανάβης = τα κουνάς και μ' ανάβεις

- Τι επάγγελμα κάνεις;
- Τακουνάς και μανάβης.

(μπρρρρρρρρρρρρρρ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκωπτική ρητορική ερώτηση κυρίως μαγαζάτορα / επιχειρηματία / περιπτερά τον οποίο επιχειρούμε να πληρώσουμε σε κέρματα, αδειάζοντάς τα μπροστά του με τις χούφτες, διότι, ακόμα κι αν έχει ανάγκη από τα ψιλά, είναι ένα άλφα ζόρι γι' αυτόν να καθίσει να μετρήσει τα φραγκοδίφραγκα ενώ έχει να εξυπηρετήσει και άλλους πελάτες.

Διευκρίνιση για επιστημονικούς λόγους: oι εκκλησίες και δη τα παγκάρια αυτών είναι πλούσιες σε ψιλά που αφήνουν οι πιστοί για να αγοράσουν κεριά και βιβλιαράκια ή να συνεισφέρουν στους σκοπούς της ενορίας.

- Είκοσι πέντε ευρώ παλικάρι.
- Ωραία, να σου δώσω θείο και κάτι ψιλά να μη με βαραίνουν...
- Τι είναι αυτά; Δυο σέσουλες κέρματα; Εκκλησία λήστεψες; - Κάλαντα αφεντικό...

Επιγραφή έξω από την Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης (από Khan, 02/02/13)(από Khan, 12/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαία στερεωμένη σε στειλιάρι για γκαζμά.

Αντίθετα με ότι πιστεύουν οι μικροαστοί είναι -για αμυντικούς ως επί το πλείστον σκοπούς- αλλά χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα και ως κανονικές σημαίες. Διπλή η χρήση τους λοιπόν. Είναι σε χρήση από διαφορές συλλογικότητες του αναρχικού/ελευθεριακού χώρου, μαχητικών σωματείων εργαζομένων, και εργατικών συλλογικοτήτων, συλλογικοτήτων της αυτονομίας και της εξω-κοινοβουλευτικής αριστεράς (τρότσκια, ναρίτες, κτλ) για προστασία από τις επιθέσεις των αστυνομικών δυνάμεων και των νεοναζί. Σε χρήση και από τα ΚΝΑΤ αλλά και από τους μπάχαλους, για άλλους σκοπούς βέβαια.

Οι αναρχοσυνδικαλιστές και οι αναρχοκομμουνιστές αγαπάνε αυτές με μαύρο και κόκκινο ύφασμα ραμμένα μεταξύ τους διαγώνια. Άλλοι αναρχικοί που δεν ανήκουν στα κοινωνικά ρεύματα αγαπούν το μαύρο ύφασμα, ομοίως και οι λεγόμενοι "μπάχαλοι". Τα σωματεία εργαζομένων επιλέγουν παλούκια με υφάσματα στα χρώματα του εκάστοτε σωματείου, ενώ οι αυτόνομοι και οι αριστεροί της εξωκοινοβουλευτικής αγαπούν το κόκκινο ύφασμα. Μερικοί αυτόνομοι αλλά και μερικοί "αναρχικοί του μη κοινωνικού ρεύματος" επιλέγουν το μαυροκόκκινο επίσης ...μάλλον καταχρηστικά. ΚΝΑΤ και λοιπές αντιδραστικές δυνάμεις ηδονίζονται με τη γνωστή κομματική σημαία.

-Θα κατεβάσουμε κάνα παλούκι στην απεργιακή περιφρούρηση ή μόνο το πανό;

-Θα τα κατεβάσουμε γιατί παίζει φωνάξει πάλι τα ΜΑΤ ο διευθυντής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified