Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Η παράξενη συνήθεια κάποιου, με την αρνητική έννοια.

Τι χούι είναι αυτό, να τινάζεις το τσιγάρο σου όπου βρεις! Πάρε ένα τασάκι να μη λερώνεις τον τόπο!

Κακό χούι ρε γαμώ να μην χτυπάνε την πόρτα... (από MXΣ, 16/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική ατάκα θείου, πατέρα, παππού και λοιπών ''καλοπροαίρετων'' συγγενών και άλλων που έχουν καβατζάρει πλέον τα 50.

Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται για να μας τονίσουν πόσο αραχτοί και σάπιοι είμαστε σήμερα οι νέοι εν αντιθέσει με αυτές τις θρυλικές γενιές, που η δύναμή τους και η ζωντάνια ήταν ανεξέλεγκτες, σχεδόν υπερφυσικές σας λέω, εδώ σας λέω στην ηλικία μας έπιαναν την πέτρα και την έστιβαν!

Άλλες ατάκες του ίδιου βεληνεκούς και ύφους είναι ''Εγώ στη ηλικία σου έτρεχα μαγαζί'' καθώς και το άλλο θρυλικό ''Όταν δίναμε εμείς εξετάσεις λιώναμε τα παντελόνια στην καρέκλα από το διάβασμα''...!

-Τι μπυροκοιλιά ειναι αυτή ρε Χρηστάκη, εγω στη ηλικία σου έπιανα την πέτρα και την έστιβα, το καταλαβαίνεις;

Το μπαμπαδίστικο φαινόμενο σατιρίζεται απ\' τους Μόντι Πάιθον. (από Hank, 08/02/09)(από stathisbsg, 04/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερώτηση που γίνεται, συνήθως με αγανάκτηση, στον κάθε ηλίθιο που πήρε ενα κωλόχαρτο από την οποιαδήποτε σχολή (οδηγών, πανεπιστημίου, ξένης γλώσσας κ.λ.π.) αλλά η συμπεριφορά και η γνώσεις του πάνω στο αντικείμενο φανερώνουν ότι απλά δεν ξέρει την τύφλα του.

Πολλές φορές η φράση χρησιμοποιείται και ως συμπέρασμα για να τονίσουμε τον βαθμό αχρηστείας, ασχετοσύνης και επικινδυνότητας (όποιος δεν ξέρει και νομίζει ότι ξέρει είναι μάλλον επικίνδυνος) του συγκεκριμένου ατόμου (βλ. παρ. 2,3).

  1. - Καλά ρε καραγκιόζη δεν το βλεπεις το stop!!! - Ποιό stop; - Εκείνο το όμορφο κόκκινο και λευκό σηματάκι που γράφει stop με μεγάλα γράμματα ρε ηλίθιε!!! - Συγνώμη αδερφέ, νόμιζα ότι ήταν το σήμα του Ολυμπιακού!!! - Καλά ρε μαλάκα, νύχτα το πήρες;

  2. - Σου λέω, μην πας σε αυτόν τον γιατρό. - Γιατί ρε γιαννάκη; Αφού έχω ακούσει τα καλύτερα. - Τι λες ρε μπούφε; Ο Νίκος πήγε σε αυτόν με πόνο στις αμυγδαλές και ο ανίδεος ο γιατρός τον έστειλε σε οδοντίατρο. - Τόσο άσχετος; - Ρε, νύχτα το πήρε το δίπλωμα σου λέω...

  3. - Ο Όμηρος , ως γνωστόν, ήταν παιδικός φίλος του Ναπολέοντα ο οποίος τον σκότωσε για να πηδήξει την ωραία Ελένη. - Συγνώμη ρε φιλαράκι, με όλο το θάρρος. Εσύ δεν σπούδαζες ιστορία και αρχαιολογία; - Ναι, πέρισυ ορκίστηκα. - Κατάλαβα. Νύχτα το πήρες το πτυχίο. Αλλιώς δεν εξηγούνται τόσες μαλακίες μαζεμένες.

(από euripidisk, 11/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τούτη η παλαιά έκφραση, με την οποία οι ελληνόφωνοι εφιστούσαμε και εφιστούμε την προσοχή ο ένας στον άλλο εν όψει κινδύνων, τείνει πλέον να μετατραπεί σε απλό φιλικό αποχαιρετισμό, κι εν μέρει να αντικαταστήσει το τα λέμε προς φίλους, μιας και προς αυτούς αυτό το «τα λέμε» ακούγεται λίγο και περιττό («σιγά που δε θα τα ξαναλέγαμε») -αντισταθμιστικά, το «τα λέμε» ακούγεται όλο και περισσότερο ως κατακλείδα σε εφήμερες μη φιλικές γνωριμίες, αν και είναι σαφές ότι δεν θα ξαναϋπάρξει συνάντηση, μισή υποκρισία δική μου, μισή δική σου, δλδ. (στην Αγγλία λένε αυτό το φρέντλι «see you» έτσι χαζά, ακόμα και στα τηλεφωνικά κέντρα, και δε χρειάζεται να πω ότι αυτό το c u έχει συμβάλει και στην καθιέρωση της καθ΄ ημάς «τα λέμε»- culture ).

Επανερχόμενος στο λήμμα: οι χρήσεις στις οποίες εστιάζω είναι εκείνες κατά τις οποίες αυτό το «το νου σου» ακούγεται σκέτο στο τέλος ενός διαλόγου -αντικαθιστά, δηλαδή, ακόμα και τα «γεια σου», «άντε γεια» κ.τ.ο. καμιά φορά- και, κυρίως, ενώ δεν δικαιολογείται από την περίσταση (δεν έχει, δλδ, επισημανθεί, συζητηθεί κάποιος κίνδυνος, ενώ δεν συντρέχει κάποια άμεση εύλογη απειλή).

Κοινωνιοψυχοανθρωπολογικά αν το δει κανείς, το «το νου σου» αυτό δεν είναι παρά η σλανγκική έκφραση της Κοινωνίας του Ρίσκου, εσχάτως και του Πανικού, την οποία έχουν αναλύσει οι κοινωνιολόγοι και διανοητές της ύστερης κυρίως νεωτερικότητας. «Το νου σου» παναπεί κατά βάση «πρόσεχε», ο κίνδυνος είναι καταστατικό στοιχείο της ζωής (η οποία, βέβαια, ζωή ΣΟΥ είναι και πολύτιμη, αν έχεις γεννηθεί από τη σωστή πλευρά των εσωτερικών και εξωτερικών συνόρων). Παναπεί επίσης: πονηρέψου μη σε φάνε, μην επαναπαύεσαι γιατί την πούτσισες. Παναπεί τελικά κοινωνία = κίνδυνος, μην εμπιστεύεσαι κανέναν -α, και μαλακίες έλεγα, κοινωνία δεν υπάρχει.

Το «το νου σου» που περιγράφω, θεωρώ ότι έχει δυο ορίζουσες:

α) η μια είναι η ανάγκη να υπάρξει ένα αντίστοιχο του αγγλοσαξονικού αποχαιρετισμού take care = πρόσεξε τον εαυτό σου. Η τάση των αγγλοσαξόνων, ρεκτών καθετί χυδαίου τις τελευταίες δεκαετίες προς την κουλτούρα της ασφάλειας (safety, security), γιγαντώθηκε μετά τους δίδυμους πύργους, κι έτσι φτάσανε στα ντεκαβλέ have a safe trip και τους λοιπούς δολοφονικούς του ζην επικινδύνως και της χαράς της ζωής γλωσσικούς αυτοματισμούς. Ως γνωστόν η κουλτούρα μας είναι αμερικανοποιημένη ως ένα βαθμό...

β)... κι έτσι έχουμε κι εμείς πλέον αυτό το «το νου σου» που, ναι μεν είναι πιο λαϊκότροπο και μάγκικο ως προέλευση, καθώς μάλιστα προς το παρόν εκφέρεται από άτομα που είναι ή -κυρίως- φαντασιώνονται ότι είναι της πιάτσας, άρα και παίρνουν «ρίσκα», και αισθάνονται καθήκον να εφιστούν ο ένας στον άλλον την προσοχή.

Δεν είναι, λοιπόν, τόσο φλώρικο όσο το take care αυτό το «το νου σου», αλλά αυτά είναι προσχήματα, υφολογικοί φερετζέδες, φόβο εκφράζουν και τα δύο.

Πολιτισμικά θα έλεγα εν τέλει ότι, ως αποχαιρετισμός, χρησιμοποιείται είτε από κάγκουρες και ανακλά την πρόθεσή τους να φανούν σχετικά εκλεπτυσμένοι («το νου σου, κι εμένα που με βλέπεις έχω πολλές φορές μπλέξει, σκατοκοινωνία, αλλά μπορείς να επιβιώσεις, αν έχεις... το νου σου»), η οποία τάση του κάγκουρα αλληλεπικαλύπτεται με την εκμάγκευση του φλώρου που προσπαθεί να επιβιώσει υπό αντίξοες πλέον συνθήκες -ανταγωνισμός, κοινωνικοποίηση της εξαπάτησης, επισφάλεια κλπ («το νου, μην είσαι μαλάκας, θέλει κωλοπετσοσύνη και μυαλό για να επιβιώσεις»).

Τέλος, να επισημάνω ότι το «το νου σου» ως αποχαιρετισμός απευθύνεται σε ένα άτομο και εκφράζει αυτήν ακριβώς τη συνθήκη του ατομισμού. Το «το νου σας» χρησιμοποιείται ως ειλικρινής προειδοποίηση και συνδηλώνει συνήθως μια συλλογική μορφή αλληλεγγύης.

- Πού πας φίλος;
- Σπίτι δικέ μου...
- Εδώ μένεις;
- Ναι ρε συ, δυο στενά πιο κάτω...
- Άντε, το νου σου!

(από jesus, 05/03/10)(από xalikoutis, 11/05/14)

Βλέπε και το νου σ'.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκείνος από τούς αρχηγούς του '21 που χαρακτηριζόταν περισσότερο απ' όλους για την ανεξέλεγκτη γλώσσα του ήταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Τους είχε αλλάξει τα φώτα στο βρισίδι με λίγα λόγια!

- Γενναιότατε αδελφέ καπετάν Νικόλα, είδα όσα με γράφεις. Έχει και τουμπλέκια [τουρκικά όργανα του ιππικού] ο πούτσος μου, έχει και τρουμπέτες [ελληνικά όργανα]. Όποια θέλω από τα δυο θα μεταχειρισθώ...

- Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα!

- Ιδού οι Έλληνες! Αυτοί σας χέζουν και τώρα και πάντα.

- Οι δυνάμεις σου, στρατηγέ μου, πέσανε πολύ, του λέει ο γιατρός.
- Ο πούτσος μου έπεσε, ωρέ, όχι οι δυνάμεις μου!, του λέει!

Τελευταίο και καλύτερο! (για τους Τούρκους):
- Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο!

Καλή 25η Μαρτίου!

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης επί το έργον! (από nasos, 25/03/09)(από patsis, 16/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχεις δίκιο, το ζητάς και δεν το βρίσκεις. Πας για μαλλί και βγαίνεις κουρεμένος:

...ξαφνικά ο αντικειμενικά κακός της ιστορίας σου εμφανίζει επιχειρήματα από το πουθενά, τόσο πειστικά, που ενδεχομένως πείθει ακόμα και σένα ότι αυτός έχει το δίκιο. Και εκεί που 'χεις το πάνω χέρι στη συζήτηση και πιστεύεις ότι θα έχει θετική έκβαση για σένα (σ.ς. και είσαι έτοιμος να γαμήσεις και να δείρεις μια και έχεις δίκιο και είναι η ευκαιρία σου για επικράτηση σε αυτό τον ανταγωνιστικό κόσμο), ξαφνικά βρίσκεσαι στην δυσάρεστη κατάσταση να απολογείσαι για τα αυτονόητα.

Εμ σε έψησε, εμ σε γυρνάει να ψηθείς κι από την άλλη. Εν ολίγοις, φέρνει την κατάσταση τούμπα, όπως ακριβώς γυρνάει ένας ψήστης τα μπιφτέκια να ψηθούν και από την άλλη πλευρά. Τούμπα τα μπιφτέκιααα.

Είναι μια εντελώς ενοχλητική κατάσταση (όταν το παίρνεις χαμπάρι τι παίχτηκε) γιατί μένεις μαλάκας, αλλά αν κάποια στιγμή ξεκολλήσεις καταλαβαίνεις το παράλογο του θέματος. Σε αυτή την περίπτωση τα παίρνεις στο κρανίο με τον άλλο και με τον εαυτό σου επίσης. Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση να μην το πάρεις χαμπάρι, οπότε ψήστης ρουλζ (βλ. παράδειγμα).

Ομάδες υψηλού κινδύνου ως λεκτικοί ψήστες είναι κατά κύριο λόγο:

  • δικηγόροι
  • ζώδια του αέρα που το 'χουν το μπίρι-μπίρι (υδροχόοι, δίδυμοι και ζυγοί)
  • γυναίκες (γενικώς το 'χουν λίγο παραπάνω οι γυναίκες γιατί αναντάμ παπαντάμ ο αγώνας προς επιβίωση σε ανδροκρατούμενες κοινωνίες τις έχει κάνει να ξέρουν να ελίσσονται)
  • πούστρες (ομοίως με παραπάνω)

Η Τασούλα είχε μια δύσκολη μέρα. Γυμναστήριο, χαλαρή κουβεντούλα με τον σφίχτη που έκανε διάδρομο απέναντί της, μασάζ προσώπου, μανικιούρ-πεντικιούρ στο σπα του γυμναστηρίου, κομμωτήριο, καφέ με την κουμπάρα της και εξιστόρηση των τεκταινομένων με τον σφίχτη και μετά ψώνια για σέξι εσώρουχα. Γύρισε ξέπνοη στο σπίτι λίγο πριν μπει ο Τάκης κατάκοπος. Παραγγέλνει σουβλάκια. Ο Τάκης αγριεμένος:

-Τι έγινε ρε Τασούλα, πού είναι το φαΐ; Τι σουβλάκια είναι αυτά πάλι; Όλη μέρα είμαι στην οικοδομή και λιώνω με το πιλοφόρι και έρχομαι σπίτι για να φάω σουβλάκια;

Χέρια στην μέση, γλώσσα του σώματος λέει «το νου σου κακομοίρη μου» και γλώσσα του στόματος λέει (χείμαρρος, όλο με μια αναπνοή):

-Α, για άκου να σου πω Τάκη μου, χτες το βράδυ ήθελες γλέντια όλη νύχτα, με ξεθέωσες πάλι, τρεις φορές σου κάθισα, σου δωσα και κώλο, με κοψομέσιασες και τίποτα δεν μου έκανες και έχεις και τα μούτρα τώρα να ζητάς και φαΐ; Τι άνθρωπος είσαι εσύ ρε, παλιοεγωίσταρε, που με είχε η μανούλα μου στα ώπα-ώπα και έπεσα στα χέρια σου να μαρτυρήσω έτσι, να μην εκτιμάς τίποτα. ...και σιγά την δουλειά που έκανες ρε Τάκη όλη μέρα, έρχεσαι και μου το παίζεις θλιμμένος και μου κάνεις σκηνικό γιατί ήθελες να βρεις κι ένα καλό γεύμα, ενώ το μόνο που κάνεις είναι να ανακατεύεις έναν ασβέστη με αμμοχάλικο, την ώρα που εγώ είχα τόσες δουλειές και παρόλα αυτά έτρεχα να βρω να σου πάρω δώρο το σετάκι τα κόκκινα διαφανή εσώρουχα που είδαμε τις προάλλες στην βιτρίνα και καύλωσες, άει σιχτίρι πια εδώ μέσα, βαρέθηκα! (ζμπαμ πόρτα).

Τάκης άναυδος. Τρώει τα σουβλάκια στενοχωρημένος. Την αδίκησε.

Συμπέρασμα: η Τασούλα είναι κορυφαία ψήστρια και τα 'φερε τούμπα τα μπιφτέκια. Τασούλα ρουλζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τούρτα γενεθλίων στα θεσσαλονικιώτικα. Χρησιμοποιείται χιουμοριστικά από τους Νότιους, θίγοντας την τάση των Θεσσαλονικέων να λένε κάθε τί φαγώσιμο, «μπουγάτσα».

- Ρε μαλλλάκα, μην ξεχάσεις να πάρεις μια μεγάλλλη μπουγάτσα με κεριά για τα γενέθλλλια του Μιχάλλλη το Σάββατο!

(από Khan, 13/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνευ ουσίας ή σημασίας. «Τρέχα γύρευε». «Καλά, χαιρετίσματα». Χρησιμοποιείται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.

  1. - Γιατί δεν πάς στο άλλο βενζινάδικο που την έχει πιο φθηνή;
    - Ε τώρα για 5 φράγκα... κλάιν μάιν...

  2. - Πώς ήταν το πάρτυ;
    - Εμείς κι εμείς ήμασταν. Κλάιν μάιν...

βλ. και πουτς μάιν κλάιν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαία στερεωμένη σε στειλιάρι για γκαζμά.

Αντίθετα με ότι πιστεύουν οι μικροαστοί είναι -για αμυντικούς ως επί το πλείστον σκοπούς- αλλά χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα και ως κανονικές σημαίες. Διπλή η χρήση τους λοιπόν. Είναι σε χρήση από διαφορές συλλογικότητες του αναρχικού/ελευθεριακού χώρου, μαχητικών σωματείων εργαζομένων, και εργατικών συλλογικοτήτων, συλλογικοτήτων της αυτονομίας και της εξω-κοινοβουλευτικής αριστεράς (τρότσκια, ναρίτες, κτλ) για προστασία από τις επιθέσεις των αστυνομικών δυνάμεων και των νεοναζί. Σε χρήση και από τα ΚΝΑΤ αλλά και από τους μπάχαλους, για άλλους σκοπούς βέβαια.

Οι αναρχοσυνδικαλιστές και οι αναρχοκομμουνιστές αγαπάνε αυτές με μαύρο και κόκκινο ύφασμα ραμμένα μεταξύ τους διαγώνια. Άλλοι αναρχικοί που δεν ανήκουν στα κοινωνικά ρεύματα αγαπούν το μαύρο ύφασμα, ομοίως και οι λεγόμενοι "μπάχαλοι". Τα σωματεία εργαζομένων επιλέγουν παλούκια με υφάσματα στα χρώματα του εκάστοτε σωματείου, ενώ οι αυτόνομοι και οι αριστεροί της εξωκοινοβουλευτικής αγαπούν το κόκκινο ύφασμα. Μερικοί αυτόνομοι αλλά και μερικοί "αναρχικοί του μη κοινωνικού ρεύματος" επιλέγουν το μαυροκόκκινο επίσης ...μάλλον καταχρηστικά. ΚΝΑΤ και λοιπές αντιδραστικές δυνάμεις ηδονίζονται με τη γνωστή κομματική σημαία.

-Θα κατεβάσουμε κάνα παλούκι στην απεργιακή περιφρούρηση ή μόνο το πανό;

-Θα τα κατεβάσουμε γιατί παίζει φωνάξει πάλι τα ΜΑΤ ο διευθυντής...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυρίως στο πλήρες έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές. Το πρώτο σκέλος ακούγεται και σε πολλές εύχρηστες παραλλαγές (παράδειγμα 5).

Η έκφραση δηλώνει:

  1. Επιφύλαξη για τον ενθουσιασμό του συνομιλητή μας ν' αποκτήσει μια ιδιότητα που εμείς έχουμε ήδη, να μετακομίσει στην πόλη μας, να ασκήσει το επάγγελμά μας, να αγοράσει την ίδια μάρκα αυτοκίνητο με το δικό μας και λοιπά και λοιπά. Εκφράζουμε, δηλαδή, με ήπια ειρωνεία την απαρέσκειά μας που κάποιος θα μας μιμηθεί είτε γιατί αυτό είναι κακό γι' αυτόν (παράδειγμα 1), είτε γιατί είναι κακό για εμάς (παράδειγμα 2) είτε και τα δύο (παράδειγμα 3).

  2. Πραγματική χαρά που κάποιος θα μας συντροφεύσει σε κάτι, συνήθως όχι ιδιαίτερα σημαντικό: ένα πάρτυ, μια εξόρμηση ή κάτι ανάλογο (μη τυχόν και πάει το μυαλό σας εδώ). Ιδίως αν έχουμε πρόβλημα στο να μαζέψουμε λαό.

Ο άντρας που χρησιμοποιεί την έκφραση σίγουρα διακατέχεται από την παιχνιδιάρικη διάθεση μιας λαρτζ ξεκομπλαρισμένης ανδροπρέπειας, στο ίδιο μήκος κύματος με το «τι τραβάμε κι εμείς οι χορεύτριες!» ή το να απευθύνεται κανείς στην παρέα του ως «κορίτσια».

Ακόμα κι όταν το «πολλές» αναφέρεται κυριολεκτικά σε γυναίκες, η φράση έχει κι εκεί μιαν αυτοτέλεια, μια χαριτωμενιά που στέκεται από μόνη της στο λόγο και μεταφέρει την αύρα της, σε φάση «λέμε και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα». Η διαφορά είναι πως σ' αυτήν την περίπτωση η κυριολεκτική διάθεση επεκτείνεται κατά κανόνα και στην πρόσκληση (παράδειγμα 6).

  1. - Παιδιά, όλοι εσείς για εγγραφή περιμένετε;
    - Ναι, αλλά η ουρά ξεκινά απ' το αμφιθέατρο.
    - Α καλά, τώρα τα πιάσαμε τα λεφτά μας. Ε δε γαμείς, θα περιμένω, τι να κάνω;
    - Έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές...

  2. - Πρόσεχε την μπέμπα που πάει να χωθεί!
    - Ωραία. Δεν μας έφτανε το μποτιλιάρισμα, έχεις και τον μαλάκα να κάνει ταρζανιές. Πάλι θα χάσουμε το φανάρι για την έξοδο...
    - Σου κάνει κάτι νοήματα.
    - Άντε ρε αγόρι μου, έχεις μπει μισός μπροστά μου και τώρα μου ζητάς να σ' αφήσω; Έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές...

  3. - Καλά ρε φίλος, θ' αφήσεις το νησί και θα έρθεις σ' αυτό το μπουρδέλο την Αθήνα; Κι εγώ πού θα πηγαίνω το καλοκαίρι;
    - Γιατί, εσύ τι έκανες; Εκεί δεν έψαχνες από την αρχή για δουλειά;
    - Τεσπά, τι να σου πω. Έλα κι εσύ να γίνουμε πολλές...

  4. - Τελικά είμαι εξοδούχος σήμερα, πού είστε;
    - Στο Κυβερνείο για ποτάκι, άντε έλα να γίνουμε πολλές!

  5. - Λες να γραφτώ κι εγώ σ' αυτό το slang.gr;
    - Γράψου κι εσύ να γίνουμε πολλές. Στ' αρχίδια μου κιόλας.

  6. Από εδώ:
    «Για γυναίκες, που αγαπούν γυναίκες..»
    Ωραιότατο φόρουμ για εμάς και μόνο εμάς! Ελάτε να γίνουμε πολλές;p

(Σ.ς.: Η γυναικεία ομοφυλοφιλία είναι μια ευχάριστη σύμπτωση στο στατιστικό δείγμα, όχι απαραίτητο νοηματικό περιεχόμενο του λήμματος.)

Στο 0.38. (από Khan, 22/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified