Η ακατάδεκτη. H Diva. Φράση προερχόμενη από την θρυλική Λατινοαμερικανική σειρά «Carrusel», ηρωίδα της οποίας ήτο ανάμεσα σε άλλα παιδάκια και πλούσια ξανθογάλανη κορασίδα περί τα 10, ονόματι Maria Joaquina Villaseñor, η οποία απέρριπτε μετά βδελυγμίας τον ερωτευμένο συμμαθητή της Cirrilo, κυρίως διότι ο τελευταίος ήτο φτωχός και μαύρος.

- Τι λεει Μάκη; Το βαλες χέρι το Χριστινάκι ψε;
- Άσε με ρε μαλάκα.. Στα καλύτερα την πήγα και σημασία δεν με έδινε.. Με το 'παιζε Μαρία Χοακίνα...

(από jesus, 06/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όποιος κυνηγάει το ίδιο γκομενέτο από την πρώτη δημοτικού μέχρι 48 χρόνια μετά. Προέρχεται από τον θεό πρωταγωνιστή Σιρίλο της παιδικής σειράς Καρουζέλ και την συνεχόμενη απόρριψή του από τη Μαρία Χοακίνα. Το νέτο προφανώς δεν γουστάρει λάχανο, επειδή ο σιρίλος είναι μαυρούλης λόγω απλυσιάς και έχει στην τσέπη μόνο ένα κατοστάρικο χωρίς να γνωρίζει καν την ύπαρξη αυτού του καινούργιου, του διακοσάρικου.

- Ρε την καριόλα την Τζένη, 20 χρόνια τώρα έχει πάει με όλους εκτός από μένα...
- Αφού είσαι σιρίλος ρε, πλυς, ντυς, ξυρίς και θα δεις!

O Μπρούνο Τσιρίλο του ΠΑΟΚ (από allivegp, 18/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαιρετισμός που απευθύνεται σε συναντήσεις καθ' όλη τη διάρκεια της μέρας, εμπνευσμένος από την ανεπανάληπτα προσεγμένη παραγωγή της σειράς «Xena» (Ζήνα).

Είχε μπει στο παράδειγμα. Κάποια σχέση θα έχει. (από Galadriel, 18/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει «τα λέμε». Προέρχεται από το ρήμα μιλάω και τον τίτλο της αργεντίνικης τηλενουβέλας «Μιλάγκρος, η ατίθαση» (Ισπανιστί «Muñeca Brava»), που ξεκίνησε να προβάλλεται στο Star Channel το 1999, και επαναλήφθηκε μερικές φορές τις επόμενες χρονιές.

Χρησιμοποιείται σκέτο, ως «τα μιλάγκρος», ή και με προσθήκη του «η ατίθαση» μετά από μια μικρή παύση, είτε από αυτόν που είπε «τα μιλάγκρος», είτε από τον συνομιλητή του.

— Έγινε, θα σε ξαναπάρω τηλέφωνο να το κανονίσουμε.
— ΟΚ. Τα μιλάγκρος!
— ...η ατίθαση. Άντε μπάι!

Δια το οπτικόν του πράγματος (από poniroskylo, 30/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified