Πρόκειται για ψευδώνυμο με το οποίο έγινε πασίγνωστος ο Bill Cardille, κυρίως στις ΗΠΑ, κατά την 20ετία 1963-1983, μέσω της Σαββατοβραδινής τηλεοπτικής εκπομπής «Chiller Theatre» απ' όπου του βγήκε και το παρατσούκλι. Ο Cardille ήταν άνθρωπος της τηλεόρασης και του θεάματος γενικότερα και έκανε αμέτρητες παραγωγές ποικίλου περιεχομένου (από πρωινάδικα μέχρι αθλητικά), ενώ ταυτόχρονα παρουσίαζε ο ίδιος αρκετές από αυτές.

Σημαίνει τον άνθρωπο που κάνει τα πάντα, τον ακούραστο, αυτόν που καταγίνεται ταυτόχρονα με πολλά και ποικίλα αντικείμενα.

  1. - Μήτσο, θα κάνεις και έναν καφέ, ρε συ;
    - Κάτσε, ρε μαλάκα, ποιος είμαι, ο Χίλι Μπίλι;

  2. Τον Αντρέα τον έχουνε σκίσει στην εφημερίδα. Επειδή ξέρει κομπιούτερ, τον βάλανε τώρα να κάνει και τη σελιδοποίηση. Χίλι Μπίλι!

  3. Χίλι Μπίλι, μαλάκα. Δεν προλαβαίνω να κατουρήσω. Τρέχω σαν τον πούστη!

Bill Cardille  (από panos1962, 30/10/09)Ο Αντρέας (από panos1962, 30/10/09)Τρέχω σαν πούστης! (από panos1962, 30/10/09)Ο Chilli-μίδης! (από BuBis, 30/10/09)To εξώφυλλο του LP των Kinks "Muswell Hillbillies" (1971) (από allivegp, 30/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρριόλα με δύο -ρο είναι η φανατική θαυμάστρια της Carrie Bradshaw και φανατική θεατής της σειράς Sex & the City. Είναι το κοριτσάκι που έχει ταυτιστεί με το ίνδαλμά του τόσο πολύ, που την έχει δει Carrie, και νομίζει ότι ο γκόμενός της έχει την περιουσία του Mr Big, για να της αγοράζει υποδήματα Manolo Blahnik των πεντακοσίων Ευρώ τουλάχιστον, σε κάθε ευκαιρία. Και γενικότερα το κοριτσάκι που το παίζει σεξουαλικός κυνηγός, και της αρέσει να διηγείται τις εμπειρίες από τα θηράματά της κ.ο.κ.

Υπάρχουν πολλές καρριόλες. Είναι και σαραντάρες στο ράφι, που την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενες, βγαίνουν σε παρέες τεσσάρων γυναικών (από «Χρυσό Κουφέτο»), για να μοιάζουν με την σειρά. Είναι και δεκαεφτάρικα πιπίνια, -καρριολίτσες που προσπαθούν να γίνουν Κάρι πριν την ώρα τους. Μερικές είναι καλές και αξίζει να ενθουσιαστείς μαζί τους, (get carrie-d away το αγγλικό pun), μερικές είναι πικάντικες σαν ινδικό κάρι, ενώ άλλες καρριόλες είναι απλώς καριόλες με ένα ρο, με τον γνωστό ορισμό: «σε αντίθεση με την πουτάνα που πάει με όλους, η καριόλα είναι αυτή που πάει με όλους εκτός από σένα». Αν σας τύχει καρριόλα, που δεν σας πολυενδιαφέρει, μπορείτε να γυρίσετε την καρριολιά εναντίον της, δηλαδή να την φτύνετε όποτε θέλετε, ή και να της φοράτε περικοκλάδες, και να δικαιολογείστε με το σκεπτικό ότι αυτά έκανε κι ο Μπιγκ στην Κάρρι, και τελικά σε καλό της βγήκαν!...

Μένιος: Η Λάουρα έχει γίνει πολύ καρριόλα τώρα τελευταία! Παίρνει την Λίλιαν, την Μόνικα και την Μπάρμπαρα, και βγαίνουν πάντα οι τέσσερεις τους!
Γιώργος: Κι εσύ τι κάνεις; Μ.: Θέλω να την συνοδεύσω, για να έχω κι ευκαιρία να δω την Λίλιαν, αλλά η καρριόλα μου το απαγορεύει αυστηρά. Θέλει να είναι μόνο γυναικοπαρέα για να συζητούν για τις κατακτήσεις τους, λέει...
Γ.: Ρε τις καρριολίτσες!

Διαφήμιση της Heineken, παρωδία αντίστοιχης σκηνής στο Sex & the City. (από Hank, 14/01/09)(από Khan, 08/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σε γυναίκες που το παίζουν ωραίες προκαλώντας με δηλώσεις και ενδυματολογικές επιλογές, αλλά ουσιαστικά είναι πολύ άσχημες και πολύ μεγάλες σε πλάτος. Προέρχεται από το όνομα της Πάμελας Άντερσον (που συνήθως αύτο είναι το είδωλο των συγκεκριμένων γυναικών).

- Ξέρεις τη Σταυρούλα; Μου έχουν πει ότι είναι πόλυ hot και sexy.
- Τι λες ρε; Φάλαινα Άντερσον είναι! Να την έβλεπες πώς ντυνόταν στο σχολείο... Σκέτη φρίκη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified