Έλληνας πρωταγωνιστής ταινιών πορνό. Τον έλεγαν Τέλη, αλλά η φάτσα του έφερνε λίγο σε Σιλβέστερ Σταλόνε.

Τέλης Σταλόνε: - Γλύψε την κεντρική αρτηρία!»
Γυναίκα πορνοστάρ: - Σλουρπ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα της πιο αναγνωρίσημης φυσιογνωμίας του αθάνατου ελληνικού καλτ κινηματογράφου (βλ. Γκουσγκούνης), χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον μεταξύ καθαρά ανδρικών φαλλοκρατικών συζητήσεων. Συνοδέυεται πάντα με το τροπικό έτσι.

- Μιλάμε φίλε η γκόμενα τα είδε όλα! Την έκανα να ξεχάσει και το ονομά της...
- Έεεεετσι με την αρμύρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πορνοταινία, τσόντα. Κωδική ονομασία των εν λόγω ταινιών, όταν μπροστά παρευρίσκονται άτομα τα οποία δεν θέλουμε να καταλάβουν για τι πράγμα μιλάμε.

Ενίοτε απαντάται και σαν καμπόικο ή απλά γουέστερν.

  1. - Φίλε, εγώ την κάνω. Πάω να νοικιάσω κανα καουμπόικο απο το βιντεοκλάμπ, να το δούμε το βράδυ με την έτσι.

  2. - Μαλάκα, είχε εχτές ενα καουμπόικο στην TV, κάτσε καλά...

με κάτι πιστόλια ναααα! (από BuBis, 29/10/09)είμαστε καμπόιδες από το πλακωτό... (από BuBis, 29/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατηγορία εκείνη ταινιών στην οποία, όπως άλλωστε και στο Μπέβερλυ Χιλς, όλοι το κάνουν με όλους. Απλά στον πηδηματογράφο αυτό συμβαίνει σε ένα επεισόδιο και όχι σε 37 σαιζόν.

Η Alyssa Milano, γνωστή σταρ του πηδηματογράφου, είπε να το γυρίσει στην τηλεόραση και να ξεπλύνει την ντροπή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν μιλάμε για τη μεγάλη αμερικάνικη υπερπαραγωγή Ben Hur (Μπεν Χουρ) του 1959 που τιμήθηκε με 11 όσκαρ και είχε ως κύριο πρωταγωνιστή τον Charlton Ηeston (Τσάρλτον Ιστον-λέγε με Χέστον) στο ρόλο του Ίούδα Μπεν Χουρ. Φυσικά, δεν συζητάμε ούτε για αμερικανιές, ούτε για κουλτουριάρικες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αναφερόμαστε ειρωνικά ή για να μη μας πάρουν χαμπάρι (π.χ: είναι παιδιά μπροστά), σε υπερπαραγωγές (ελληνικές και μη) που πιάνουν το υπερευαίσθητο θέμα των εισαγωγών-εξαγωγών. Κάποιες εξ αυτών χαρακτηρίζονται και ως ταινίες γαμαμπούτι.

Στις ταινίες αυτές δεν παίζει ο Tσάρλτον Ιστον και η Ελίζαμπεθ Ταίηλορ. Παίζει όμως ο Γκουζγκούνης, η Σπάθη κι άλλοι /-ες μεγάλοι /-ες του είδους. Στις ταινίες αυτές υπάρχουν άτια όπως και στο κλασσικό Μπεν Χουρ, αλλά μιλάμε για άτια αλλιώτικης ράτσας. Σε τέτοιου είδους ταινίες, η ποιότητα της φωνής (συνήθως χλιμιντρίσματα) των αλόγων, μετράει ελάχιστα. Συνήθως όμως τα άτια αυτά έχουν ειδικά φωνητικά προσόντα, διαθέτουν βαθύ λαρύγγι και θυμίζουν Μαρία Κάβλας. Δεν είχαν ποτέ σχέση με τη σκάλα του Μιλάνου, μπορεί όμως να διαμένουν στη σκάλα Ωρωπού, στη σκάλα Πολυχνίτου, κλπ. Οι ταινίες αυτές, είναι τίγκα στο σασπένς και στην περιπέτεια. Μπορεί να χύσεις από τη νευρικότητά σου το καραουισκάκι σου και να σε πιάσει κρύος ιδρώτας όταν π.χ δεν μπορείς να προβλέψεις ποιος απ' τους ιντεραράπικαν εραστές θα κατορθώσει να σκοράρει, να σκίσει τα δίκτυα και να πάρει την κούπα. Αγωνία ως το ενενήντα

Χαρακτηριστικές ταινίες: Στο τρένο θα στον σφυρίξω δυο φορές, Γαμημένος την 4η Ιουλίου, Το παλαμάρι του βαρκάρη, Πουτανικός, Μπούτια ερμητικά κλειστά, Γαμάτε Κιντ, Η Ντ'Αρπαχτάν και οι 3 σωματοπήδακες, Κόμης Μοντεχύστο, Μαρκο Κώλο, Μη μου τους κώλους τάραττε, Μια φορά κι έναν καιρό στην άγρια στύση, Ο Ζορό ζορίζεται, Τα κανόνια του βυζαρόνε, Μαρκ ο πρωκτολόγος, Πολύ σκληρός για να χωρέσει, Ο έμπειρος της Βενετίας, Το κλαρίνο του λοχαγού Κωλέρι, Ο Χάρι Σπρώχτερ και η κάμαρα με τους δονητές, Θωρηκτό Πρωκτέμκιν, Ο μύθος του ακέφαλου καβλιάρη, Αγάπη μου μεγέθυνα το πουλί μου, Αδελφομαζώματα παρτουζοσκορπίσματα, Αεροκωλικές επιδρομές, Κωλική επαναφορά, κλπ

Διάλογοι σε βίντεο κλαμπ

  1. - Να πάρουμε το Μπεν Χουρ για το βράδυ;
    - Μπεν Χουρ οκ, αλλά στο πιο χαλαρό.
    - Ποια δηλαδή;
    - Λέω να πάρουμε αυτή που ο Γκουζγκούνης φωνάζει Βεντού…ζα. - Και τι σχέση έχει αυτό βρε μαλάκα με το Μπεν Χουρ;
    - Έχει άλογα.

  2. - Πήρα πολεμικό έργο.
    - Ποιο;
    - Η μεγάλη επιδρομή από πίσω. Πρέπει να ’χει επικίλα.
    - Βέβαια. Τι να σου πω. To έργο είναι…τίγκα στην επικίλα. Σκέτο Μπεν Χουρ αλλά…
    - Αλλά; - Αλλά σε τσόντα version.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση της λέξης κοκούνινγκ η οποία, σύμφωνα με τη συνταγή, σημαίνει κάθομαι σπίτι με την παντόφλα, ανάβω κανα αρωματικό στικ και ακούω μουσική ή σαπίζω μπροστά στην τηλεόραση. Αυτό που προστίθεται στην διαδικασία του γκουζγκούνινγκ είναι το σεξ και αυτό που αποκλείεται είναι η τηλεόραση, εκτός κι αν πρόκειται να προβληθεί εκεί καμια τσόντα.

Δηλαδή, κατά το γκουζγκούνινγκ κλείνομαι μέσα στο σπίτι με το έτερο ήμισυ, πάλι φοράω παντόφλα, πάλι ανάβω στικ, πάλι βάζω μουσική να παίζει (κατά προτίμηση γαμωτζάζ) και ξεσκίζομαι στο σεξ μέχρι τελικής πτώσεως, λέμε τώρα. Ή στη μαλακία, αν δεν υπάρχει παρτενέρ (αυτό το τελευταίο είναι κυρίως για τις γυναίκες. Οι άντρες δεν το πολυβλέπω να παίζουν με στικ και μουσικούλες).

Ο λόγος για τον οποίον ο όρος γκουζγκούνινγκ αφορά τελικά περισσότερο το τρυφερό -που λέει ο λόγος- σεξ παρά το πορνώδες, είναι γιατί η λέξη φέρνει -ηχητικά- προς γουτσισμό (μπορούμε λοιπόν να λέμε και γουζγούνινγκ, αν θέλουμε...), κατάσταση δηλαδή που ταιριάζει πιο πολύ στην περίσταση παντόφλα-στικ-γαμωτζάζ παρά σε όσα έμαθε στον ελληνικό λαό π.Α. (προ Ασκητή) ο διάσημος δάσκαλος του σεξ.

- Απόψε είναι το πάρτυ του Στέλιου.
- Μωρέεεε... είμαι πολύ κουρασμένηηηη... Να μην κάτσουμε στο σπίτι μου να κάνουμε λίγο κοκούνιιινγκ;...
- Καλά, να κάνουμε λίγο κοκούνινγκ αλλά μετά θα κάνουμε και μπόλικο γκουζγκούνινγκ.
- Γκουζγκούνινγκ;! Τι είναι αυτόοοο;
- Πάμε σπίτι σου και θα σου δείξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που θα λέγαμε ελληνιστί τσοντόφατσα. Χρησιμοποιείται κυρίως για άντρες, και εκτός από τη μακρυά μαλαπέρδα, είναι από τα βασικότερα προσόντα που πρέπει να έχει ένας πορνοστάρ αν θέλει να κάνει διαχρονική καριέρα στο χώρο.

Είναι η φάτσα που έχει κάτι το διεστραμμένο, το παρακμιακό αλλά και το διαχρονικό μαζί. Βέβαια τσόντα-face μπορεί να είναι και κάποιος που δεν είναι πορνοστάρ, αλλά «το 'χει», θα μπορούσε να είναι π.χ. Γεωργίτσης (ή μήπως έχει παίξει σε τσόντα αυτός;)

Νομίζω ότι τα μύδια θα βοηθήσουν στην κατανόηση του λήμματος, είναι τα απόλυτα τσόντα-faces, για όσους βλέπουνε καμιά τσοντούλα. Ειδικά της γενιάς μου (βλέπε νοικιασμένο VHS από το βιντεοκλαμπάδικο της γειτονιάς.)

(Μεταξύ αντροπαρέας που βλέπει τσόντα)

- Πάλι αυτός ο τύπος;
- Καλά σε πόσες τσόντες τον έχουμε πετύχει;;;;
- Απίστευτο τσόντα-face!!!!!!

Δες και -φατσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με παράφραση του όρου «Φίνος Φίλμ». Κινηματογραφική εταιρεία τσοντοπαραγωγών.

Πηγή: GATZMAN.

Μαζευόμασταν όλοι οι εστιάτορες στο Αστόρια και βλέπαμε «Χύνος Φιλμ» να θυμηθούμε το πατρίντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η τσόντα στην οποία παίζει χαλαρή μουσική, που χαρακτηρίζεται και ως μουσική τσόντας (υποείδος κατά μίαν έννοια της μουσικής ασανσέρ και μοιάζει συνήθως με την εισαγωγή του πρώτου κομματιού στο όριτζιν οβ σύμμετρυ των μιούζ, αλλά ποτέ γαμωτζάζ), επικρατεί μια και καλά ρομαντική ατμόσφαιρα και οι πρωταγωνιστές πηδιούνται με φαξ.

Βλέπε και αλτεραστής.

- Μαλάκα, είδα μια τσόντα του χιλιομέτρου στο άλτερ χτες, και γαμώ τα γέλια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μία μεγαλειώδης κινηματογραφική ερωτική φράση. Νομίζω ότι είναι αρκετά αυτονόητη για περαιτέρω ανάλυση. Το μόνο που αξίζει είναι ειδική μνεία στον κύριό της, τον απόλυτο άρχοντα του ελληνικού καλτ (το οποίο έχει καταντήσει τρεντ και χιπ, και η κουτσή Μαρία μιλάει για καλτ εννοώντας τα τραγούδια της Αλέξιας και τα σίριαλ με τον Ευρυπιώτη) τον μεγάλο μας Κώστα τον Γκουσγκούνη, που μέχρι και διαδήλωση είχε γίνει για πάρτη του με το σύνθημα «το Γκουσγκούνη στη βουλή, να χορτάσωμε μουνί».

Μια από τις μεγαλύτερες, από όλες τις απόψεις, ατάκες του είναι και η προκειμένη, η οποία μετατράπηκε σε καθημερινή έκφραση για πλείστες εφαρμογές, όπως οι ακόλουθες.

1ο
«Μαστορέματα φώτη;»
«Υγρασία Θωμά»
«Δεν το ρίχνεις κάτω, να μην παιδεύεσαι;»
«Βάστα τοίχο, θα σμπρώξω»

2ο
«Ανεπανάληπτε Uri, μας κούφανες κι απόψε! Τι άλλο θα δουν τα ματάκια μας;»
«Giorgo, vasta tiko, ta sbrokso!»

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 18/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified