Με πιο αργό τρόπο δεν γίνεται. Δεν αναφερόμαστε φυσικά στην καθυστέρηση των Ρώσων, αλλά ούτε στην διανοητική, πιο γνωστή ως κατελισμός. Είναι το ύστατο στάδιο αργοπορίας, κούρασης και όλα τα συναφή. Τα παραδείγματα θα σας δώσουν μια πιο καθαρή εικόνα.

  1. -Πωω ρεπστ μου! Αν είναι δυνατόν! 40 λεπτά καθόμαστε και ακόμα να περάσει το 046;! Πιο αργά και από την καθυστέρηση πάει!!!
    -...Live your myth in Greece...

  2. -Συγνώμη! Κοπελιά! ... Έχει περάσει μισή ώρα από τότε που παραγγείλαμε εκείνα τα σουβλάκια. Κόκκαλα έχουν;
    -Εεε κοιτάξτε, έχει πολύ εεε δουλειά το εεε μαγαζί καιιιι...
    -Άσ'το. Τι να πεις και εσύ καημένη; Όλοι εδώ μέσα είστε πιο αργοί και από τη καθυστέρηση...

  3. (Κουβεντούλα κοριτσιών)
    -Χθες μου έτυχε ένας...άσε...πιο αργός από την καθυστέρηση ο τύπος!

(από xalikoutis, 02/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται για κάτι / κάποιον που αργεί πολύ στην πραγματοποίηση μιας λειτουργίας / πράξης του και απαιτεί εκ μέρους μας μια σπάνια αρετή, την υπομονή.

  1. Πρέπει να αλλάξω υπολογιστή, αυτός κάνει πέντε λεπτά να ανοίξει, είναι της υπομονής.

  2. Μη σε πιάσουν πάλι οι βιασύνες σου, αφού ξέρεις ότι η Όλγα είναι της υπομονής μέχρι να τελειώσει το φαγητό της, μασάει και το γιαούρτι.

(από Khan, 07/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Παροιμία): Αν καθυστερεί πολύ να συμβεί το επιθυμητό, λόγω αργοπορίας, τότε η ποιότητα του περιεχομένου του είναι πολύ αμφίβολη (!)

Ο αντίποδας του : «Το καλό πράγμα αργεί να γίνει».

-Τί θα γίνει με τη Μπέτη και τις φίλες της, θα ‘ρθουν καμιά φορά; Μιάμιση ώρα μας έχουν στήσει.
-Περίμενε λίγο ακόμα ρε, μην είσαι ανυπόμονος και θα δεις. Μιλάμε για σπέσιαλ πιπίνια!
-Καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο. Αυτό λέω εγώ. Ποιος ξέρει τι μπάζα θα μας κουβαλήσει πάλι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Παροιμία) Όταν οι αντιδράσεις του αμέσως ενδιαφερομένου για κάποιο γεγονός είναι είτε δυσανάλογα καθυστερημένες, είτε δυσανάλογα ήπιες, (είτε και τα δυο) σε σχέση με τους υπολοίπους. Υποκρύπτει αδιαφορία.

Ειδικότερο των πέρυσι χέστηκε, φέτος βρώμισε και περσινά, ξινά σταφύλια (για καθυστερημένες αντιδράσεις).

(Γονείς που συζητούν επί ώρες για την Πανεπιστημιακή εκπαίδευση του γιόκα τους παρουσία του):
-(Μάνα): Εγώ λέω να πάει να σπουδάσει στη Θεσσαλονίκη, να μάθει και λίγο να ζει μόνος του.
-(Πατέρας): Εγώ λέω να πάει στην Αγγλία, να μάθει και κάνα εγγλέζικο και να δει πώς ζει ο κόσμος. -(Γιόκας): Εγώ λέω να κάτσω εδώ που είμαι.
-(Πατέρας): Ορίστε, αφού όλοι απόκλαψαν, δάκρυσε και η χήρα... Τόσην ώρα μιλάμε για το μέλλον σου βρε αχαΐρευτε και κάθεσαι μουγγός. Αυτό βρήκες να πεις; Άιντε να χαθείςζωντόβολο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός που παρουσιάζει απροσεξία ή καθυστέρηση σε αντίδραση. Μπορούμε να πούμε ότι πιαστήκαμε στον ύπνο.

- Πήγες να δηλώσεις συμμετοχή;
- Ω ρε , το ξέχασα....
- Εμ, χεστήκαμε εκεί που κλάναμε...

Δες και εχεκλάνω, χέκλασα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ανυπομονησίας και ελαφράς αγανάκτησης, η οποία αφορά στην καθυστέρηση παρασκευής και προσκόμισης ενός γεύματος ή ροφήματος στον σλανγκιστή συνδαιτυμόνα.

σ.ς.: Υποτίθεται ότι η ύπαρξη μεγάλου αριθμού κοκκάλων σε ένα φαγητό που μαγειρεύεται, είναι δυνατόν να καθυστερήσει σημαντικά τον χρόνο που απαιτείται για να ετοιμαστεί.

- Άντε ρε Σούλα με αυτόν τον ελληνικό, δέκα λεπτά περιμένω... Κόκκαλα έχει;

βλ. και κόκαλα έχει (ο καφές);

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λες με χιούμορ, κάλλιο αργά ποτέ ή το λες έτσι σε κάποιον που σου λέει ψευτοπαρηγοριές για κάτι που περιμένεις και δεν έχει γίνει ακόμα και κλείνει το λόγο του έτσι: Κάλλιο αργά παρά ποτέ.

- Λευτέρη μη στενοχωριέσαι ρε. Κάλλιο αργά παρά ποτέ.
- Κάλλιο αυγά παρά πουρέ. Άσε.

Mr Eggman (Pink Flamingos) (από Vrastaman, 24/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική φράση όταν ο καφές (ή κάτι άλλο) που παραγγείλαμε αργεί αδικαιολόγητα, σαν να ήταν κρέας με κόκαλα που θέλει πολλή ώρα να βράσει.

Μάλλον έχει παλιώσει.

  1. Αφού ξηγήθηκα σαφές, παιδί, κόκαλα έχει ο καφές;
    Τραγούδι του Λογό

  2. Πήρε το τηλέφωνο του καφενείου της στοάς.
    - Είπαμε δυο μέτριους στο 18, είπε. Κόκαλα βγάλανε;
    Β. Βασιλικός, Το Ζ, σελ. 254

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονολεκτική απαξίωση προς κάποιον που καυχιέται (μισοκακόμοιρα) επειδή έκανε κάτι το αυτονόητο και μάλιστα καθυστερημένα. Αρχαίο μεν, σλανγκ δε.

- Κοίτα μωρό μου, έπλυνα τα πιάτα! καλά δεν έκανα, ε; ε, μωρό μου;
- Εδέησες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος αυτός εκφράζει το ανάλογο του Φ.Π.Α. στο πεδίο του χρόνου.

Ο όρος αυτός εκφράζει το εξτρά χρονικό περιθώριο τέλεσης κάποιου γεγονότος και η χρήση του είναι αποτέλεσμα υλοποίησης μιας τακτικής προσχεδιασμένης καθυστέρησης ή μιας τακτικής συγκάλυψης της κακής εκτίμησης του χρόνου που δύναται να έχουμε είτε εξαιτίας μας είτε εξ αιτίας άλλων.

Με αυτόν τον τρόπο δίνουμε αρχικά την εντύπωση στον άλλο ότι η δραστηριότητα θα τελεστεί τάχιστα ενώ τον προετοιμάζουμε για χρονική καθυστέρηση. Αυτός ο τρόπος του χρονικού κατακερματισμού, δημιουργεί χιουμοριστική ατμόσφαιρα και έτσι ο άλλος μπορεί να αποβάλει το ενδεχόμενο άγχος του και να αποδεχθεί ευκολότερα την καθυστέρηση ενός γεγονότος. Είναι δε ευχαριστημένος αν το γεγονός τελεστεί γρηγορότερα από την εκπνοή του χρονικού περιθωρίου.

Αν τώρα, θέλουμε να κάνουμε πιο φλου τα πράγματα μπορούμε να μην ορίσουμε ποσοστό χουπουά. Έτσι μπορούμε να διευρύνουμε ακόμα τα χρονικά περιθώρια αφού εκμεταλλευόμαστε τη σύζευξη που κάνει ο άλλος με τον αδελφό όρο Φ.Π.Α που μόνο ελάχιστος δεν είναι.

- Μήτσο καίγομαι. Θέλω να έχω όσο πιο γρήγορα γίνεται το έγγραφο που σου ζήτησα.
- Θα τό 'χεις σύντομα.
- Πότε όμως; Καίγομαι!
- Ε τι να σου πω; Σε 3 ώρες συν χουπουά.
- Χα χα χα. OK, θα περιμένω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified