Further tags

Εναλλακτική ονομασία της τρέλας, που λάνσαρε ο γνωστός τηλεκαφενόβιος αθλητικογράφος Γεωργίου, αναφερόμενος σε διάφορους προπονητές με αλλοπρόσαλλες αγωνιστικές επιλογές. Παραπέμπει στο γνωστό συμβάν νοσηλείας του Μπάρκουλη σε ψυχιατρικό ίδρυμα.

Ρε τι έκανε πάλι αυτός ο Φερέρ; Μιλάμε ο τύπος πάσχει από οξεία μπαρκουλίτιδα!

(από Khan, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδίωμα που προέκυψε από εκπομπή του συμπαθεστάτου Γιώργου Γεωργίου ο οποίος την χρησιμοποιούσε αναφερόμενος σε διάφορες προσωπικότητες όπως Καπουτζίδης, Γαβαλάς κτλ. Σημαίνει ακριβώς το ίδιο με την σούφρα, δηλαδή σφιγκτήρας, κωλοτρυπίδα κτλ., απλά φτιάχτηκε προφανώς για να μην δημιουργηθεί πρόβλημα με το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο.

- Ο Φουρθιώτης δεν ήταν αυτός;
- Άλλη σούφρα-φρα κι αυτή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω λιανά κάτι, το εξηγώ αναλυτικά ώστε να το καταλάβει ο άλλος, ειδικά αν πρόκειται για στόκο. Βλέπε επίσης το κάνω πενηνταράκια. Προέρχεται απ' τον προγενέστερο ορισμό της λέξης «νιανιά», δηλαδή του φαγητού που το αλέθουμε για να το καταπιεί ο άλλος πιο εύκολα.

Την έκφραση χρησιμοποιεί συχνά ο τρισμέγιστος Γιώργος Γεωργίου.

- Γιώργο βλέπεις να κάνουμε τίποτα φέτος στην Ευρώπη;
- Με αυτή την ομάδα; Παπάρια μάντολες.
- Γιατί ρε Γιώργο;
- Για να στο κάνω νιανιά να το καταλάβεις, άμα δεν πάρεις δύο πλάγιους να τρέχουν σα σκυλιά στον ασβέστη, δε πρόκειται να παίξεις μπάλα.

(από HardcoreGR, 06/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλάγια γραμμή του γηπέδου. Την αναφέρει έτσι απλά για συντομία ο Γιώργος Γεωργίου, ακριβώς επειδή είναι άσπρη. Φυσικά όλες οι γραμμές του γηπέδου δε σχεδιάζονται με ασβέστη, αλλά με ειδική ανεξίτηλη μπογιά.

Ακροατής: - Ο Σαλπιγγίδης δεν τραβάει σέντερ-φορ ρε Γιώργο.
Γεωργίου: - Φίλε, πάρε κατσαβίδι και βίδωσε καλά στο μυαλό σου αυτό που θα σου πω. Ο Σαλπιγγίδης δεν είναι για περιοχή. Πάρ' τονα και βάλτονα στον ασβέστη. Εκείιι, να τρέχει μωρέ αδερφάκι μου.

(από HardcoreGR, 06/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιεί ο Γεωργίου. Έχω καταλάβει την χαμηλή διανοητικότητα κάποιου, ή κάποια χωριατίλα που έκανε, και τον κοροϊδεύω. Συνώνυμο: δουλεύω κάποιον ψιλό γαζί

Δεν καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος σε έχει πάρει στο βραστό; Κάνει πλάκα ο κόσμος μαζί σου. Και ο Άδωνις Γεωργιάδης, τα ίδια. Μιλάει ο ένας, μιλάει ο άλλος, ποιος ακούει; Γελάει ο κόσμος, δεν το καταλαβαίνετε;

(από sapap, 10/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται και σε περιπτώσεις όπου προσπερνάμε ένα θέμα, το κάνουμε γαργάρα ή κάνουμε ότι δεν το είδαμε.

(Γεωργίου) Ρε συ, ο ρέφερι τι σφύραγε χθες μωρέ; Δύο πέναλτι μέσα στην περιοχή και τα έκανε αβαβά και τα δύο! Ήμαρτον ρεεεεε, τα μάτια μας πονάνε.

(από HardcoreGR, 07/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θηλυκό ή/και ουδέτερο άκλιτο. Χαϊδευτικό, φιλικότερο και ευγενικότερο προς τις ιδιαιτερότητες και τα ανθρώπινα δικαιώματα των εν λόγω ατόμων στο άκουσμά του από το εκχυδαϊσμένο τραβέλι.

Από το άκλιτο (αρσενικό ή/και θηλυκό) τραβεστί εκ του Γαλλικού «travesti» και Ιταλικού «travestire» (vestire/ντύνομαι).

Άρρεν που ντύνεται (και ικανοποιείται με το να ντύνεται ή/και να κυκλοφορεί και δημοσίως) με γυναικεία ρούχα, ο παρενδυτικός.

- Όταν λες φίλη εννοείς τίποτα καμιά τράβυ;
- Όχι γυναίκα καλέ. Καλέ Χριστός και Παναγία!
- Πωπω αυτό μου ενισχύει αυτό που είπα περισσότερο! Καλέ Χριστός κι Αποστολάκης!

(Από εκπομπή του Γιώργου Γεωργίου)

(από Mpiliardakias, 09/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θρυλικό σχήμα λόγου του τιτάνα αθλητικοδημοσιοκάφρου Γιώργου Γεωργίου στο θρυλικό βίντεο για την Eurovision το οποίο εκφράζει την άμμεση επιθυμία ενός ομοφυλόφιλου για πρωκτική επαφή.

Μηπώς έχετε να μας κάνετε ένα τάλαρο λιανά?

συνοδεύεται και απο κίνηση χεριού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν δεν ξέρεις τι να απαντήσεις σε μια ερώτηση.

-Ποια ειναι η τετραγωνικη ριζα του 256; - Γιώργος.

Got a better definition? Add it!

Published

Μεθυσμένος φίλος που είτε εχει λιποθυμίσει είτε ξερναεί σε κάποια γωνιά, γενικά δεν βρίσκεται σε θέση να επικοινωνήσει με τον κόσμο γύρω του.

-Γιωργος: Πού είναι ο άλλος Γιώργος ;

-Γιώργος 3: Είναι στο μπάνιο και ξερναει έχει φύγει γκολ.

Got a better definition? Add it!

Published