Εκ των φοιτητής και της γαμοσλανγκοτέτοιας (ετικετοποιήσιμης;) κατάληξης -(α)μπουρας, που ο σύσσλανγκος εδώ ετυμολογεί από το berrü = άντρας στα αλβανικά (ας επιβεβαιώσουν ή διαψεύσουν οι επαΐοντες).

Ο φοιτητάμπουρας, επομένως, είναι ο φοιτητής που είναι αλητάμπουρας, κοπριτάμπουρας, αρχιδάμπουρας, ενίοτε χλιδάμπουρας όταν πηγαίνει σε πάρτι της ΔΑΠ, είναι μέλος των συλλόγων Σ.Κα.Πα.Π. και Σπα.Πα.Πε., δεν είναι επιμελής, αναλώνεται είτε σε παρτάκια με επίπεδο-ΔΑΠεδο είτε στην αριστεροχαρά της ένταξης σε πολιτικές νεολέρες, όπου μπορεί να διαπρέψει και ως σταλινογαμπρός και γενικώς ευχαριστιέται τα νιάτα του ή και τα άντα του αν είναι απαταιώνιος φοιτητής.

  1. Άει μωρή τσουτσού που θες και χαρτομάντιλα, κάτσε διάβασε.... μια ζωη φοιτητάμπουρας. (Εδώ).
  2. Στην εξεταστική οι φοιτητές διαβάζουν.Εγώ ως φοιτητάμπουρας βλέπω Daria. Άντε και καλό σεπτέμβρη. (Εδώ).
  3. Πάει τώρα ο μπάι κιούριους φοιτητάμπουρας με φάτσα κυπρίου κεμπαμπτζή και κακάδι στο μούσι (ομάζ αυτό, ξέρει ποιος) να κάμει τον καμπόσο σε ποιόν; Στον Βόλφγκανγκ τον Σόιμπλε. Έλα μουνί στον τόπο σου. (Εδώ).
  4. Συριζαίος άεργος φοιτητάμπουρας: με τα capital controls επιτέλους υποφέρει ο Βαρδινογιάννης όπως υπέφερε ο λαός τόσα χρόνια. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified