Όνομα πολιτικάντη που κατεβαίνει σε εκλογές και σου έρχεται να ξεράσεις όταν τον βλέπεις, σαν να λέμε μη ξεράσω- μη χέσω.

Δημοτικές Εκλογές. Μην Ξεράσογλου

Αχ ! Τώρα που'ρχονται εκλογές
νομίζω πως θα σκάσω
γεμίζω με αέρια
και θα'θελα να κλάσω

Δημοτικοί μου Σύμβουλοι
πως μου'ρχεται να χέσω
πάνω στα ψηφοδέλτια ,
εκείνα τα σκατόχαρτα
τις κάλπες σας να κάψω

Θα φτιάξετε τον κόσμο μου
καλύτερο από πρώτα
θα στήνω και τον κώλο μου
σα να'μαι μία κότα

Δεν σας γουστάρω ΚΛΕΦΤΗΔΕΣ
ΑΛΗΤΕΣ ΚΟΜΜΑΤΑΔΕΣ
Βρε Αεί στο διάολο το λοιπόν
Δημοτικοί Σκατάδες

Μπουχέσες στην κυβέρνηση
με την κοιλιά τους τούρλα
θα ξύριζα τα νύχια μου
'κει στα καμμένα βούρλα

Κάλπες να τους ψηφίσουμε
κάλπες να μας πηδήξουνε
κάλπες ζητούν την ψήφο μας
να μας τον χώσουν πίσω μας

Πράσσινοι , Κόκκινοι και Μπλε
Τι να πρωτοδιαλέξω !
Θέλω να κάνω εμμετό
μεσ' τη Βουλή κι απέξω .

Πολιτικάντηδες Λαμόγια μου
Αχ ! Να' φερνα τον μπόγια μου
να ρ'θεί να σας μαζέψει
σα βόδια να σας ζέψει

Το βόθρο σας τον μύρισα
κι από την άλλη γύρισα
Κομματική Χαλάουα
ψηφίζω και Ουά Ουα !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ των «κλάνω» και «πλανητάρχης». Μπορεί να είναι:

  1. Ο άρχων της κλανιάς, ο καλός στα πνευστά. Δηλαδή ο πρώτος, ο πρόεδρος του Ομίλου κλασομπανιέρων.

  2. Ο κλαζμεντέν, αυτός που κλάνει μέντες από τον φόβο του, ο Αντόνιο Εκλασαμέντες ισπανιστί, και πάλι ο πρόεδρος.

  3. Ένας πλανητάρχης που βρωμίζει τον πλανήτη με βόμβες διασποράς, μεταφορικές (βλ. 1ο μύδι) ή πραγματικές.

  4. Ένας πλανητάρχης, που είναι κλαζμεντέν, θρασύδειλος κτλ.

- Τι θα γίνει με τον Ομπάμα; Θα είναι ντούρασελ, να φτιάξει δυο τρία πράγματα στον πλανήτη, ή θα αποδειχθεί κανάς κλανητάρχης Ομπάμιας κι αυτός;

(πρωην) κλανητάρχης επι τω έργω (από Vrastaman, 22/01/09)Αγελάδα Πλανητάρχης (όλος ο χάρτης πάνω της, σε μαύρο χρώμα περικαλώ) (από GATZMAN, 22/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified