Το χασίς καθώς και η ανάλογη φυτεία. Συνθηματικός όρος που χρησιμοποιείται στην Κρήτη για τις χασισοκαλλιέργειες. Η λέξη παίζει και με το πράσινο μίας έτσι κι αλλιώς κατάφυτης περιοχής.
- Ωραίο χωριό το (Χ)...
- Ναι, έχει πολύ πράσινο...
Το χασίς καθώς και η ανάλογη φυτεία. Συνθηματικός όρος που χρησιμοποιείται στην Κρήτη για τις χασισοκαλλιέργειες. Η λέξη παίζει και με το πράσινο μίας έτσι κι αλλιώς κατάφυτης περιοχής.
- Ωραίο χωριό το (Χ)...
- Ναι, έχει πολύ πράσινο...
Got a better definition? Add it!
Κουφό, χαζομάρα, κάτι το οποίο περιμένεις να πει μια ξανθιά.
Εάν δε το άτομο που εκφέρει αυτού του είδους τα μαργαριτάρια, το κάνει συνεχώς μπορούμε να πούμε ότι μιλάει «ξανθά»…
Άρα μετά το ποδανά, τα καλιαρντά, τα γαλλικά, τα θεσσαλονικιώτικα, τα σλανγκ, τις ντοπιολαλιές, τα σιχτίρια, τον γουτσισμό, την σεφερλίτιδα, την τρεντογλωσσούζ, μια νέα λεκτική περιπέτεια αλλά και πηγή έμπνευσης ήρθε να προστεθεί στην Ελληνική γλώσσα και στο slang.gr!
Τα ξανθά, πετάγονται σε καθημερινές συζητήσεις αλλά και στα πρωινάδικα από ξανθές, ξανθούς αλλά δυστυχώς και προς κατάρρευση του μύθου της χαζής ξανθιάς, από πολλούς άλλους ανεξαρτήτου φύλου και χρώματος μαλλιών.
Σε αντίθεση με πολλούς άλλους ελληνικούς γλωσσικούς λαβύρινθους, τα ξανθά χαρακτηρίζονται από μια αφέλεια, ένα νάζι και μια βαθιά αθωότητα που προσφέρουν σε όλους τον γέλωτα και την χαρά.
Βαριές μορφές των «ξανθών» είναι ο αντζελισμός αλλά και ο τιραμισουρεαλισμός.
Σε συνδυασμό με Ανορθογραφική Παράτονη Ακρόαση, τα ξανθά γίνονται ακατάληπτα από όλους…
- Γιατί γελάτε έτσι ρε μαλάκες, μήπως πέταξα κανά ξανθό;
- Καλά, χθες, βγήκαμε με δύο γκόμενες, μας τρέλαναν! Μιλούσαν ξανθά όλοι την νύχτα! Δεν μας άφησαν άντερο! Σκέτο ανέκδοτο! Η μια μάλιστα γυρνάει και μου λεει: «Ioρδάνη σε λένε ; έχεις καμιά σχέση με τον ποταμό ;» Αχαχαχαχαχ!
- Γαμήσατε, γαμήσατε;
- Ωραία μέρα σήμερα, ε; Πάμε παραλία;
- Πάλι δεν κλείσαμε μπούτι χθες βράδυ… Πρώτα για φραπέ, ήρθε και ένας τρίποδος και πήραμε CD από την μαύρη αγορά, μετά επήγαμε να φάμε είδη υγιεινής, μετά σε ένα μπαράκι, αλλά τι να πω, αυτοί οι δύο δεν ήταν του δικού μας βεγγαλικούς… Ιδίως αυτός ο Ιορδάνης, ο μάνατζμεντ, όλο μου μιλούσε για μειονότητες αλλά όπως ξέρεις εγώ μόνο πλεονεκτήματα έχω, χελλόου… Τελικά τους παρατήσαμε ξυλιασμένους και εκεί που περπατούσαμε για σπίτι βλέπω μια μπανανόφλουδα... Ακόμα πονάει ο κώλος μου από την τούμπα…
- Μπράβο Μαιράκι, βλέπω μιλάς πολύ καλά τα ξανθά!
- Mα βρε Ντόλυ μου, μελαχρινή είμαι…
Got a better definition? Add it!
Ένας ευραίως χρησιμοποιούμενος τρόπος για να πεις Εβραίος.
Αμερικάνος είναι αυτούνος ή Οβραίος κατά βάθος;
Got a better definition? Add it!
Όπως ήδη καταλάβατε, αποτελεί τη μετάφραση της λέξεως «πορτοκαλί» εις την μουρτζοβλάχικήν διάλεκτο. Απαντάται δε και εις την μπαστουνοβλαχικήν καθώς και εις την στρουγγοβλαχικήν.
Αι τοιαύται διαλέκτοι ομιλούνται συχνάκις εις την ακριτικήν περιοχή των Αγ. Αναργύρων, Περιστερίου και δει εις το μακρινό και ηρωϊκό Μπουρνάζι.
Δώστε βάση παρακαλώ στον παρακάτω ανθρωπολογικού περιεχομένου διάλογο ο οποίος έλαβε χώραν στην τοποθεσίαν «Ελληνάδικο SMS Club - Μπουρνάζι».
Βλαχλάντερ: «Ουρέ σκυλιέ! Πήρς κινούργ' αμάξ' ; Κι ειν' κι ιγωνιστικό τζιτι ααααα!!! (ώ φίλτατε! Ηγόρασες νέον αυτοκίνητον! Παρατηρώ δε ότι είναι αυτοκίνητο αγώνων τύπου GT! Έκτακτο!);»
Μητρουλεϊτορ: «Εμ βίβαια, του πήρα του κουλοφτιαγμένου κι μάλτσ' περτικαλί για να με τηράν οι τσούπρς! Χι χαα! (Μα ασφαλώς! Ηγόρασα βελτιωμένο δε μοντέλο ίνα με προσέχουν αι κορασίδαι! Ούραααα!)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άτομο με στρατηγική σε οποιοδήποτε θέμα. Κινείται πάντοτε με βάση το προσωπικό του συμφέρον και δε διστάζει να χρησιμοποιήσει κάθε αθέμιτο μέσο για να επιτύχει τον σκοπό του. Συνήθως παρασιτεί κοντά σε ανθρώπους με οποιαδήποτε εξουσία, από θυρωρούς μέχρι μητροπολίτες. Κύριο χαρακτηριστικό της δράσης του είναι η αθόρυβη εργασία με σκοπό τον αιφνιδιασμό του αντιπάλου.
Είναι αυτός που στο στρατό δε μίλησε με κανέναν άλλο πλην του διοικητή της μονάδας και ως δια μαγείας εξασφάλιζε αναρίθμητες τιμητικές άδειες.
Στις φυλακές σε περιόδους τρελής χαρμάνας γευματίζει με τον αρχιφύλακα κι αφού δώσει τη μισή πτέρυγα εξασφαλίζεται για το υπόλοιπο της ποινής του. Γι αυτό εξάλλου είναι κι η πιο περιζήτητη γκόμενα των φυλακών.
Σε αντιστοιχία λοιπόν με τα ύπουλα, αθόρυβα κλανίδια ο βουβόκλανος είναι ικανός να προκαλέσει τεράστια κύματα μπόχας διατηρώντας όμως παράλληλα παροιμιώδη ψυχραιμία.
- Κοίτα μωρέ τον ξεκωλιάρη, χτες κατέβηκε απ το χωριό του και του βγάλαν άδεια προπό. - Μέγας βουβόκλανος σου λέω, δε πιάνεται από πουθενά.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Στα πλαίσια της άδικης μεταχείρισης των δημοσίων υπαλλήλων από την εκάστοτε Διοίκηση και γενικότερα του χάους και του μπάχαλου που επικρατεί στο Δημόσιο, φυγόπονος ονομάζεται ο εργατικός και έντιμος (δηλ. μαλάκας) υπάλληλος που εργάζεται σκληρά χωρίς να παίρνει υπερωρίες και ανήκει στο 5 με 10% του συνολικού αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων. Αυτά.
Προσωπικό. Έπρεπε να το πω γιατί θα έσκαγα.
Got a better definition? Add it!
Στρατιωτική μέθοδος σφουγγαρίσματος μεγάλων χώρων, π.χ. μαγειρείων. Πετάς σαπουνάδα στο πάτωμα, και με ένα μεγάλο Ταυ (σαν αυτά που καθαρίζουν οι Πακιστανοί τα τζάμια) την πας παντού, μετά ρίχνεις άφθονο νερό με τη μάνικα, ξεπλένεις με το ταυ τη σαπουνάδα και τα πετάς όλα έξω. Είναι πολύ διασκεδαστικό, ιδίως αν έχει ζέστη - δεν δημιουργεί καθόλου την αίσθηση της αγγαρείας.
Το όνομα προέρχεται από μία άσκηση που δεν θυμάμαι ακριβώς το επίσημο όνομά της (απόβαση με πλωτά μέσα;;;), πάντως στην τρέχουσα τη λένε απλώς «πλωτά». Αυτή είναι πολύ λιγότερο διασκεδαστική.
- Εστιάτορας, το πάτωμα είναι μες στη γλίτσα. Τι καραπουτσαριό είναι εδώ;
- Μα κύριε λοχαγέ, χτες κάναμε πλωτά.
- Αντιμιλάς, εστιάτορας;
Got a better definition? Add it!
Σπαγκοραμένος σλανγκιστής, που τσιγκουνεύεται στη βαθμολογία που δίνει σε άλλους χρήστες.
Τα καβούρια στους βαθμούς οφείλονται είτε σε γνήσια αυστηρότητα, είτε σε δολοπλόκες ενέργειες με στόχο τη μείωση των Μέσων Όρων στοχευμένων σλανγκιστών.
- Είδες πώς έθαψαν τον ορισμό του Σλάνγκμαν;
- Άσε, είναι πολλοί οι σλανγκοραμένοι εδώ μέσα.
Got a better definition? Add it!
Από διαφήμιση των 80ς με τον Παπαναστασίου: Ο Παπαναστασίου εμφανίζεται ως ο απόλυτα τρέντι της τότε εποχής, κι αρχίζει να απαριθμεί ένα ένα τα ρούχα του με δομή πρότασης: «-άκι; Εισαγόμενο!». Λ.χ. «Μπλουζάκι; Εισαγόμενο!». (Εννοείται «εισαγόμενο απ' το εξωτερικό»). Καμαρώνοντας. Στο τέλος η διαφήμιση τον δείχνει να πηγαίνει (αν θυμάμαι καλά) ή σε Υπηρεσία για Απόρους ή σε Ταμείο Ανεργίας. Το κοινωνικό μήνυμα της διαφήμισης ήταν ότι αν λόγω τρεντοσύνης δεν στηρίξουμε τα εγχώρια προϊόντα θα καταλήξουμε άποροι κι άνεργοι. Αντιθέτως, ο επιμένων ΕλληΝΙΚΑ!
Αλλά έμεινε ο Παπαναστασίου να λέγεται «ο εισαγόμενος». Κι επειδή ήταν μια προδρομική μορφή τρέντουλου έμεινε η φράση: «Μα ποιος είσαι; Ο εισαγόμενος;». Πρβλ.το «Μα ποιος είσαι; Ο Μερεντόνας;» της ίδιας εποχής.
Συνώνυμα: μεγάλος, τεράστιος, ανοξείδωτος, τρισδιάστατος, ευρυζωνικός, ασύρματος.
Σλάνγκος 1: Κι άλλη αγγλιά λημματογράφησες; Μα ποιος είσαι; Ο εισαγόμενος; Στηρίζουμε τις ελληνικές σλανγκιές ρεεεεεεεε!
Σλάνγκος 2: Καλά ρε φιλάρα, αλλά αν εσένα η γκόμενά σου, αρχίζει να σου λέει έρχομαι, έρχομαι, να μην σου έχει μάθει το slang.gr τι σημαίνει;
Σ.1: Θα της απαντήσω γκελ μπουρντά, που είναι και ελληνικό!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο Πανγαμάτωρ είναι ο άνδρας ο οποίοις συνουσιάζεται ή ευβρίσκεται εις συνουσιαστικήν διάθεσην καθόλην την διάρκεια της ημερός!
Θέλγεται από όλα τα θηλυκά και η ερωτική του ζωή είναι... γαργαλιστική έως πικάντικη! Εύχρηστη δε η λέξη εις την φράση: «Ο Πανγαμάτωρ Χρόνης», εις την περίπτωση κατά την οποία γιγνώσκετε κάποιον ονόματι Χρόνη ή απλά ως λογοπαίγνιο!
Φιλήμον: «Α κοίταξον, ο Άδωνις!»
Σαρπηδόνας: «Αχ ναι, ο Άδωνις! Γνωστός και ως: ο Παναγαμάτωρ Χρόνης!»
Φιλήμον: «Αχχ και πότε θα έχομεν την ευφροσύνη να... περάσει και από μας! Αχχχ...!»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified