Ακριβώς (χρονικό ή τοπικό), από το αγγλικό just.

Επίρρημα που φαίνεται να εισχωρεί στην καθομιλουμένη όλο και περισσότερο, και με περισσότερες σημασίες, πάντα παρμένες αυτούσια από τα αγγλικά (πιχί «απλά», βλέπε τέταρτο παράδειγμα).

  1. Ένας άντρας πάει σε μια καφετερία, έρχεται το γκαρσόν να πάρει παραγγελία.

— Τι θα θέλατε κύριε;
— Θα ήθελα ένα καφέ, ούτε πολύ γλυκό ούτε πολύ πικρό, τζαστ στο κέντρο, και το ποτήρι να μην είναι ούτε πολύ μεγάλο ούτε πολύ μικρό, τζαστ στο κέντρο, και επίσης θέλω και κουλουράκια ούτε πολύ γλυκά ούτε πολύ αλμυρά, τζαστ στο κέντρο.

Περνάει πολλή ώρα αλλά η παραγγελία δεν έρχεται. Κάποια στιγμή ο άντρας λέει στο γκαρσόν: «Εε, έχω παραγγείλει ένα καφέ και ακόμη δεν έχει έρθει». Και το γκαρσόν απαντά: «Δεν σε έγραψα ούτε στο δεξί ούτε στο αριστερό, τζαστ στο κέντρο»!
(από το ζου τζι αρ)

  1. Έστειλα λοιπόν το πρωί της Πέμπτης το ακόλουθο μήνυμα. «ΣΗΜΕΡΑ Βραδυνύ Τύπυ & Κώστας Λεμονίδης Live. 5/4 stage. Φιλίππου 14, Μικρολίμανο, Ελληνικός και αλλοδαπός ηλεκτρικός ήχος... στις 23:00 τζαστ!» Και μου έρχεται η απάντηση... «ΑΥΡΙΟ Πρωυνύ Τύπυ Live στην οικοδομή! Ηλεκτρικοί ήχοι από σβουράκι, κόφτη, και έκτακτη συμμετοχή πρέσα μπετού! Εγερτήριο 5:30 τζάστΘεός ο τύπος...! (από ιστολόι)

  2. δες τη βασική του θέση ότι «το ελληνικό κράτος προέκυψε από συρρίκνωση του έθνους ενώ το τουρκικό είναι τζαστ στα όρια που έπρεπε». Πόσο εθνίκι πρέπει να είσαι για να αγνοείς ότι τόσο το ελληνικό όσο και το τουρκικό κράτος επεκτάθηκαν όσο τα έπαιρνε σε προεθνικά υποστρώματα (χριστιανοί και τούρκοι) τα οποία κατοικούσαν (και στις δύο περιπτώσεις) από το Δούναβη μέχρι τον Ευφράτη; Κοινώς ότι και οι Τούρκοι έχουνε χαμένες πατρίδες, στις οποίες μάλιστα ήταν ανώτερη τάξη και όχι ραγιάδες που τα κουτσοβολεύανε; (σχόλιο σε ιστολόι)

  3. — Τι θεωρείτε σεξυ σε εναν αντρα;
    — Οσον αφορά εμένα τζαστ δεν θυμαμαι παει πολυ καιρο να φλερταρω η να με φλερταρουν για να θυμαμαι τι εβλεπα σεξυ σε εναν ανδρα αλλα βασικα μου αρεσουν οι ομορφοι αντρες και οι εξυπνοι. (από ιστολόι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγγλιά. Στα αγγλικά σημαίνει κυρίως το επιδόρπιο (< επί + δόρπον = απογευματινό φαγητό στα αρχαία). Οπότε μπορεί να εννοηθεί ως υπονοούμενο και το ό,τι ήθελε προκύψει, το γαμήσι μετά το καλό γεύμα. Γενικότερα, οποιαδήποτε δραστηριότητα γίνεται «μετά».

Πάω Μέγαρο και άφτερ στα μπουζούκια.

Πάω κλαμπ και άφτερ για φραπέ.

Πάω για πρωινό φραπέ και άφτερ στην δουλειά.

(από Khan, 12/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified