(κρητική διάλεκτος)
Χθες αργά το βράδυ.
Ωψάργας μες τον ύπνο μου ζούσα σε ξένους τόπους
ω τα παντέρμα όνειρα πως ξεγελούν τσ' αθρώπους.
(κρητική διάλεκτος)
Χθες αργά το βράδυ.
Ωψάργας μες τον ύπνο μου ζούσα σε ξένους τόπους
ω τα παντέρμα όνειρα πως ξεγελούν τσ' αθρώπους.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μερικές ακόμα μόρτικες κι αλανιάρικες εκφράσεις για τα γνωστά χρονικά επιρρήματα χθες, προχθές κλπ.
Got a better definition? Add it!
Χρονικό επίρρημα που, σε δεδομένη σλανγκ χρήση, σημαίνει το εντελώς τελείως αντίθετό του και συντάσσεται με ενεστώτα. Σημαίνει δηλαδή ότι καθυστερήσαμε / καθυστερούμε / απαράδεκτα ή παραλείψαμε αδικαιολόγητα να διεκπεραιώσουμε κάτι το οποίο έπρεπε ήδη να έχει γίνει προ πολλού.
Τίθεται δε συχνά και ως ερώτημα -ειρωνικά ή κωμικά διατυπωμένο- και τότε χρειάζεται μορφασμό από τον ερωτώντα σα να παίζει σε αμερικανικό κωμικό σήριαλ με ηχογαφημένα γέλια.
Σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει την ακριβώς χθεσινή μέρα. Ίσα-ίσα, αναφέρεται στο απώτερο παρελθόν.
Βλ. και προχθεσμία, καθώς και το σχετικοάσχετο εχθεσήμερα.
(ο πελάτης με αγωνία στον μάστορα)
- Αυτό γίνεται να το έχουμε έτοιμο το συντομότερο δυνατό;
(ο μάστορας με απαξιωτικό ύφος, χαλαρά ακουμπισμένος στον τοίχο)
- Τι εννοείτε: «το συντομότερο»;
(ο πελάτης εν απογνώσει)
- Χθες;;;
- Πότε παντρεύονται ο Σάκης και η Στέλλα;
- Χθες.
Got a better definition? Add it!
Άλλες δυο ζόρικες, εναλλακτικές εκφράσεις για το γνωστό χρονικό επίρρημα τότε.
-Τότενες πηγαίναμε όλοι μαζί για μπάνιο στα απολυμαντήρια
Got a better definition? Add it!
Αρχικά, χρονικό επίρρημα. Στην μπαμπαδοσλάνγκ εκδοχή του, επίκληση παρελθόντος νεωτερισμού, προοδευτικότητας, ευμάρειας και εν τέλει αποστασιοποίησης του πατρικίου ομιλούντος από τους συνχνωτιζόμενους πληβείους. Βασικά, περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις.
Τοποθετείται εμφατικά στο τέλος της πρότασης.
- Φιλαράκι, το ΄76είχα πάρει με τα λεφτά από το πρώτο ταξείδι ένα Rover 2.200 με διπλά καρπυρατέρια, υδραυλικό τιμόνι και αιρ-κοντίσιο, τότε! Μετά το πάρκαρα έξω από τη μπαρμπουτίερα του Χάσου.
- Ο προπάππος σου ο Λαλα-Μάρκος κάθε δύο τρία χρόνια που έκλεινε καλά η χρονιά, έπαιρνε την κυρά-Δέσποινα παίρναν το ποστάλι και τραβούσανε Τεργέστη και από κει Βιέννη, Πράγα και Λειψία για ψώνια και βόλτες, τότε!
Got a better definition? Add it!
Ακριβώς (χρονικό ή τοπικό), από το αγγλικό just.
Επίρρημα που φαίνεται να εισχωρεί στην καθομιλουμένη όλο και περισσότερο, και με περισσότερες σημασίες, πάντα παρμένες αυτούσια από τα αγγλικά (πιχί «απλά», βλέπε τέταρτο παράδειγμα).
— Τι θα θέλατε κύριε;
— Θα ήθελα ένα καφέ, ούτε πολύ γλυκό ούτε πολύ πικρό, τζαστ στο κέντρο, και το ποτήρι να μην είναι ούτε πολύ μεγάλο ούτε πολύ μικρό, τζαστ στο κέντρο, και επίσης θέλω και κουλουράκια ούτε πολύ γλυκά ούτε πολύ αλμυρά, τζαστ στο κέντρο.
Περνάει πολλή ώρα αλλά η παραγγελία δεν έρχεται. Κάποια στιγμή ο άντρας λέει στο γκαρσόν: «Εε, έχω παραγγείλει ένα καφέ και ακόμη δεν έχει έρθει». Και το γκαρσόν απαντά: «Δεν σε έγραψα ούτε στο δεξί ούτε στο αριστερό, τζαστ στο κέντρο»!
(από το ζου τζι αρ)
Έστειλα λοιπόν το πρωί της Πέμπτης το ακόλουθο μήνυμα. «ΣΗΜΕΡΑ Βραδυνύ Τύπυ & Κώστας Λεμονίδης Live. 5/4 stage. Φιλίππου 14, Μικρολίμανο, Ελληνικός και αλλοδαπός ηλεκτρικός ήχος... στις 23:00 τζαστ!» Και μου έρχεται η απάντηση... «ΑΥΡΙΟ Πρωυνύ Τύπυ Live στην οικοδομή! Ηλεκτρικοί ήχοι από σβουράκι, κόφτη, και έκτακτη συμμετοχή πρέσα μπετού! Εγερτήριο 5:30 τζάστ!» Θεός ο τύπος...! (από ιστολόι)
δες τη βασική του θέση ότι «το ελληνικό κράτος προέκυψε από συρρίκνωση του έθνους ενώ το τουρκικό είναι τζαστ στα όρια που έπρεπε». Πόσο εθνίκι πρέπει να είσαι για να αγνοείς ότι τόσο το ελληνικό όσο και το τουρκικό κράτος επεκτάθηκαν όσο τα έπαιρνε σε προεθνικά υποστρώματα (χριστιανοί και τούρκοι) τα οποία κατοικούσαν (και στις δύο περιπτώσεις) από το Δούναβη μέχρι τον Ευφράτη; Κοινώς ότι και οι Τούρκοι έχουνε χαμένες πατρίδες, στις οποίες μάλιστα ήταν ανώτερη τάξη και όχι ραγιάδες που τα κουτσοβολεύανε; (σχόλιο σε ιστολόι)
— Τι θεωρείτε σεξυ σε εναν αντρα;
— Οσον αφορά εμένα τζαστ δεν θυμαμαι παει πολυ καιρο να φλερταρω η να με φλερταρουν για να θυμαμαι τι εβλεπα σεξυ σε εναν ανδρα αλλα βασικα μου αρεσουν οι ομορφοι αντρες και οι εξυπνοι. (από ιστολόι)
Got a better definition? Add it!
Η λέξη αυτή, όπως και τα πρωΐ-πρωΐ, μεσημεριάτικα, απογευματιάτικα, βραδιάτικα και νυχτιάτικα, που στη Λευκάδα τουλάστιχον απαντούν και λήγουσες σε -ο αντί για το -α του επιρρήματος, είναι πέρα για πέρα δόκιμες, επιδέχονται, όμως μιας ιδιότυπα αδόκιμης χρήσης σε προτάσεις που δηλώνουν ενόχληση, πχ «άντε και γαμήσου ρε, πρωϊνιάτικα».
Παρ' ότι η συντακτική λειτουργία είναι αυτή του χρονικού προσδιορισμού, η νοηματική λειτουργία είναι εντελώς διαφορετική. Δεν στέλνεις κάποιον να γαμηθεί το πρωΐ, δηλώνεις ότι τον στέλνεις να γαμηθεί επειδή σου σπάει τ' αρχίδια πρωϊνιάτικα, αλλά στην τελική ούτε και αυτό, αφού και απόγευμα να ήταν, απλά θα άλλαζε η λέξη.
Η λειτουργία της λέξης στην πρόταση, τελικά, είναι απλά να δείξει τον εκνευρισμό και συμπληρώνει το μπινελίκι ή την όποια έκφραση αγανάκτησης.
Ευχαριστώ την μπαζόλα που μου σπάει τα αρχίδια στο γραφείο, που με έκανε να θέλω να τη βρίσω πρωΐ-πρωΐ και να αναρωτιέμαι πώς αποδίδεις το «ξεσκότα μου το μπούτσο πρωϊνιάτικο» στα γαλλικά.
βλέπε μήδι.
Got a better definition? Add it!
Χρονικό επίρρημα το οποίο χρησιμοποιείται συνήθως ως μονολεκτική και αποστομωτική αρνητική απάντηση σε εντολές. Η προέλευσή του εντοπίζεται στον Ελληνικό Στρατό. Μια παραλαγή: «παλιά στο Τέξας».
- Πσστ, έλα 'δω που σε θέλω λίγο...
- Παλιά...
Got a better definition? Add it!
Ουδεμία σχέση με πυροβολισμούς, εκπυρσοκροτήσεις και όπλα. Το ζευγάρι αυτό των λέξεων, χρησιμοποιείται δίκην επιρρήματος, και σημαίνει τάχιστα, αμέσως, στο πι και φι. Αγνοείται -από τον υπογράφοντα τουλάχιστον- η προέλευση (ή μάλλον η έμπνευση) της φράσης, αν και η απλή λογική λέει πως, εφόσον υπάρχει κ η παραπλήσια έκφραση ''στο μπαμ'', πιθανώς υπαγορεύεται μια δεδομένη ταχύτητα, τέτοια που διαρκεί όσο ένα μπαμ (έκρηξης, πυροβολισμού, ό,τι θέλει ο καθένας).
συν. Στο φτερό, ατάκα (κι επί τόπου), (στο) τσακ-μπαμ, στο πιτς-φιτίλι.
Έλα ρε Βαγγέλη να το φτιάξουμε εδώ μπαμ-μπαμ, να τελειώνει!
Μπήκε μέσα φουριόζος, τους πέταξε μπαμ-μπαμ δυο γκολάκια και τέλειωσε το πανηγύρι...
Got a better definition? Add it!
Μούρτσα = νωρίς το πρωί.
Σηκωθήκαμε μούρτσα - μούρτσα για να πάμε στη δουλειά.
Μη με ξυπνάς μούρτσα γιατί δεν έχω κοιμηθεί καλά.
Got a better definition? Add it!