Κανονικώς επίρρημα, που εις την καθομιλουμένην σλανγκικήν προσλαμβάνει χροιάν επιφωνήματος. Το πετάμε συνήθως στο τέλος μιας ορισμένης φράσης του συνομιλητή μας (ή και κάποιου άλλου ξεκάρφωτου, που έτυχε να τον πάρει τ' αυτί μας) ως έκφραση ενθουσιασμού / επιδοκιμασίας. Εξυπακούεται πως ο ενθουσιασμός / επιδοκιμασία μπορεί να ενέχουν λανθάνουσα ειρωνεία, αν και είναι τις πιο πολλές φορές δύσκολο να χαραχθούν με ακρίβεια τα όρια ανάμεσα στην ειρωνική και τη μη ειρωνική χρήση μιας έκφρασης.

Με δυο λόγια, το «εύκολα» μπορεί να αποδοθεί ως «καλή φάση!», τζάμι, «ωραίος ο παίχτης!», ουάου, «τέλεια!», «ψώνιο!» κ.ο.κ. Διατηρώντας εντούτοις και την ανάμνηση της ορίτζιναλ επιρρηματικής σημασίας του, επισημαίνει ειδικότερα την χαλαρότητα / ευκολία / ανετίλα / στιλ / αρχοντιά / μαγκιά με την οποία επραγματώθη το περιεχόμενο της σχολιαζόμενης φράσης.

Εκτός από ανταπόκριση σε φιλόδοξη-ματαιόδοξη φραστική πιρουέτα, το «εύκολα!» σκάει επίσης στο καπάκι μιας παλικαριάς / ταρζανιάς/ ζεϊμπεκιάς. Η λειτουργία του είναι ομοίως επιδοκιμαστική. Η ταρζανιά δεν είναι απαραίτητο να ανήκει σε άλλον, αλλά μπορεί να πιστώνεται στον ίδιο τον σχολιαστή της. Εν τοιαύτη περιπτώσει το «εύκολα!», ως αυτοσχολιασμός, ισοδυναμεί με το «είμαι και πολύ γαμάουα!», «φτου σου αγορίνα μου», «καυλώνω με την πάρτη μου», «είμαι θεός ήλιος καλοκαιρινός» κ.ο.κ.

To «εύκολα» απαντάται συνήθως εις το τετράγωνον, ήτοι «εύκολα, εύκολα!» Η επανάληψη προσδίδει αφενός έμφαση στην εκδήλωση ενθουσιασμού, ενώ αφετέρου πιστοποιεί την σλανγκική χρήση του όρου (ενώ το απλό «εύκολα» φαίνεται πιο τετριμμένο και δημιουργεί στους άσχετους την ψευδαίσθηση εξοικείωσης με τη γλώσσα του δρόμου).

Είναι από κείνες τις λέξεις-πασπαρτού που, χωρίς να σημαίνουν και ιδιαίτερα πράγματα, σου κολλάνε μια ορισμένη περίοδο: τις χρησιμοποιείς κατά κόρον μέχρι που σιχαίνεσαι τη ζωή σου (βλ. συναφές σχολιάκι του Τζίζα στο λήμμα τίμιος). Πιο παλιά ένα τέτοιο πασπαρτού ήταν π.χ. το πώρωση / πωρώνομαι/ υπερπώρωση / πωρωτικός κλπ, ενώ σήμερα παίζει άγρια το αλεφάντειο τα πάντα όλα. Όπως όμως όλα τα πράγματα, έτσι κι οι σλανγκιές ζουν μια δική τους ζωή, με τις εξάρσεις και τις υφέσεις στη χρήση τους. Μια ξεχασμένη έκφραση μπορεί να ξεθαφτεί απ’ το χρονοντούλαπο με ελαφρώς παραλλαγμένη σημασία και να γνωρίσει νέες δόξες. Το σωστό για τις σλανγκιές που παίζουν μέχρι αηδίας για μια περίοδο, δεν είναι να γίνονται totally discarded μετά το πέρας της αρχικής καύλας. Οφείλουμε να τις ενσωματώνουμε φυσιολογικά στον καθημερινό street λόγο μας, χρησιμοποιώντας τις λελογισμένα, εκεί που πραγματικά κολλάνε και χωρίς υπερβολές.

  1. - Φίλε, θυμάσαι την ξανθιά που σου 'πα πως γνώρισα στον Πετρέλη; Της έστειλα και κανονιστήκαμε για σήμερα το βράδυ! Θα φέρει και μια φίλη της λέει!
    - Εύκολα, εύκολα!

  2. (μόλις έχει σκάσει ο φοσμπά)
    - Έλα να γυρνάει!
    - Ρε θηρίο που το κονόμησες το σταφ; - Καλό ε;
    - Μόνο καλό; Αγγελούδι σε λέω…!
    - Εύκολα, εύκολα... (καμαρώνει ο provider)

  3. (στο gym, μετά από επιτυχημένη προσπάθεια στα 140 kg πάγκο)
    - ΕΥΚΟΛΑ, ΕΥΚΟΛΑ! (o επιτυχών με στεντόρεια φωνή, μην τυχόν μείνει κανείς που δεν άκουσε)

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίρρημα τροπικό, που σημαίνει χωρίς επιφύλαξη, ευθέως.

Μπορεί στο κατάλληλο πλαίσιο (καταστάσεις μέθεξης και γλωσσικής ελευθεριότητας) να εκπέσει σχεδόν σε επιφώνημα και μονολεκτική καταφατική απάντηση γενικής χρήσης κλπ (διατηρώντας μάλλον συντακτικά την επιρρηματική θέση).

«Ανοιχτά» σε αυτές τις περιπτώσεις σημαίνει:

- αβλεπί, χωρίς δεύτερη σκέψη, αβολοντέ, χύμα, έως και με ντου...
- σίγουρα, αυτονόητα, στάνταρ, κάργα, ψήνομαι....

  1. - Το αδερφάκι σου μου χει σπάσει τα νεύρα φίλε... θα του την πω, δε γίνεται....
    - Ανοιχτά μαλάκα, μην κολλάς, άμα τον παίζει χώσε τον, καλό του κάνεις....

  2. - Την καθίζουμε την πρόκα στον αρχιδάκο;
    - Ουου, ανοιχτά, να πα να γαμηθεί ο λούλης....

  3. - Την πέφτω στο Μαριώ απόψε, έτσι; - Ανοιχτά δικέ μου, κι εγώ μαζί σου....
    - Χμμμμμ, λες;

  4. - Να κάνω clopy paste αυτή την εισαγωγή ρε συ;
    - Ανοιχτά! Μη μασάς ρε, πάρε ό,τι γουστάρεις....

  5. - Λέμε και στον Παύλο για το εκδρομάκι;
    - Ανοιχτά!

  6. - Μάλλον νίτσα η Ξένια, ε;
    - Ανοιχτά!... μη σε ξεγελάει το μουτράκι και το υφάκι, στο interrail είχαμε μείνει μαλάκες, είχε πάει με την Ευρώπη των 25....

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια έκφραση που όπως ξέρουμε όλοι σημαίνει «εύκολο».

Μας ενδιαφέρει όμως επειδή αναφέρεται συγκεκριμένα και στα θέματα εξετάσεων (βλ. Πανελληνίων). Κατά τα καλοκαίρια της δεκαετίας του '90 ειδικά, είχε γίνει σωβρακολάστιχο και από τα ΜΜΕ αλλά και από τους μαθητές που μιλούσαν στους δημοσιογράφους που περίμεναν έξω από τα εξεταστικά κέντρα.

Παίζει σε ένα δίλεπτο ρεπορτάζ, η λέξη «βατό» να ακουγόταν 20 φορές.

Το αξιοπερίεργο είναι ότι αν τελικά ΟΛΑ τα θέματα ήταν βατά, τότε γιατί αποτελούσε γεγονός άξιο αναφοράς;;;;;

Παρουσιαστής: - Περνάμε τώρα στις Πανελλήνιες. Βατά χαρακτήρισαν καθηγητές μαθητές τα σημερινά θέματα της Ιστορίας. Περισσότερα, από τον ρεπόρτερ μας Τάδε Ταδόπουλο.
Ρεπόρτερ: - Κυρίες και κύριοι, τα θέματα της Ιστορίας ήταν βατά. Ας δούμε τι μας είπαν οι μαθητές.
Μαθητής 1: - Πιστεύω τα θέματα ήταν βατά. Καλά τα πήγα μάλλον.
Μαθήτρια 2: - Τα θέματα; Ναι, βατά ήταν.
Μαθητής 3: - Ναι, βατά ήταν τα θέματα.
Μαθητής4: - Μάλλον βατά ήταν.
κοκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλόγκαν παλιάς τηλεοπτικής διαφήμισης κι όταν λέμε παλιάς, εννοούμε τότε που υπήρχε η ΕΙΡΤ και η ΥΕΝΕΔ, άντε και λίγο μετά. Μάλλον του ΑΖΑΞ με αμμωνιαζόλ. Το κλου ήταν ότι με το πράμα αυτό η καθαριότητα γινόταν παιχνίδι, διότι απλά η χαρωπή νοικοκυρά (είπαμε είναι παλιά η διαφήμιση, δεν υπήρχε ισότητα τότε) ψέκαζε, σκούπιζε με ένα χαρτί ή ένα βετέξ και τελείωνε η δουλειά.

Σήμερα το χρησιμοποιούμε (;) για να δείξουμε ότι μία συγκεκριμένη δουλειά γίνεται πολύ γρήγορα, σχεδόν μηχανικά και σίγουρα ανώδυνα.

Επειδή όπως έχουμε πει ο Έλλην είναι βαθιά σεξουαλικός λαός, τη συγκεκριμένη έκφραση την χρησιμοποιεί και για να περιγράψει την γρήγορη και άνευ άλλων επιπτώσεων / προεκτάσεων σεξουαλική πράξη.

  1. - Μα είναι καλά ο τύπος; Παρασκευή μεσημέρι και τώρα του ήρθε να μου πει να κάνω τους πίνακες για τα στοιχεία πωλήσεων;
    - Έλα ρε e-tard. Copy paste δουλειά είναι από το spreadsheet που σου 'δωσα. Ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε και μετά βουρ για Χαλκιδική δικέ μου!

  2. - Τι έγινε τελικά με το γκομενάκι προχθές το βράδυ;
    - Τι να γίνει ρε γαμώ; Εγώ ήθελα ένα γρήγορο, ένα ψεκάστε σκουπίστε τελειώσατε κι αυτή μου ξεκίνησε κάτι ιστορίες γι' αγάπες και λουλούδια και ξενέρωσα χοντρά.
    - Άρα πήγαμε για χειράντληση σπέρματος.
    - Ααααϊγκλάν!!!

(από Khan, 22/04/14)"Περάστε, φιλήστε, τελειώσατε" του Γιάννη Δαλιανίδη (1986) (από Khan, 22/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέσα! Με τρέλα! Απολύτως, εντελώς!

  1. - Λέω να πάρω τα κορίτσια να πάμε για κάνα ποτό, είσαι μέσα;
    - Για πλάκα! Το ρώτας;

  2. - Τριανταφυλλίδης είπες; Πόντιος είσαι;
    - Ναι ρε, για πλάκα!

Βεβαιωτικά επιρρήματα και φράσεις: αβλεπί, αεράτα, άκοπα, ανοιχτά, για πλάκα, γκαραντί, εύκολα, κανονικά, σβηστά, στάνταρ, χαλαρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified