Further tags

Παραλλαγή της λέξης τσιγάρο. Εναλλακτικά αναφέρεται ως υποτιθέμενο φυτό που παράγει ως καρπούς τσιγάρα (χρησιμοποιείται για να κάνει κάποιος τράκα με χιούμορ).

  1. Κάνουμε μια τελευταία τσιγαριά και πάμε για ύπνο.

  2. Ανέβα ρε στην τσιγαριά και πιάσε μου ένα τσιγάρο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για τα ψαγμένα άτομα, είτε σε επίπεδο έρευνας αγοράς είτε σε επίπεδο εσωτερικής αναζήτησης.

  1. - Τόσο φτηνά το κονόμησες το κινητό; Μες στην ψαγμενιά είσαι πάλι!

  2. - Άσε την ψαγμενιά κατά μέρος και κοίτα να βρεις μια κοπέλα να ταιριάζετε...

Στο 10.32. (από Khan, 21/04/14)

Δες και ψαγμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άνεση, η χαλαρότητα, η αδιαφορία, η αταραξία, η κουλ διάθεση...

Μου ήρθε, που λες, η Κικίτσα με μια ανετιά...

Σχετικά: άνετα, ανετίλα, άνετος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος όταν:

  1. τον χώνουν οι υπόλοιποι για να βγάλει το φίδι από την τρύπα
  2. ακούσει κάτι συνταρακτικό που τον επηρεάζει άμεσα (κυρίως για δουλειά)
  3. το παθαίνει στην κυριολεξία

Η φράση είναι υπερθετικού βαθμού σε σχέση με τα συνώνυμά της και δείχνει κάτι το αναπόφευκτο. Προέρχεται από κλασικές σκηνές πορνό, όπου το άτυχο θύμα είναι αυτό που θα τον πάρουν τα σκάγια από τους πρωταγωνιστές (συνήθως στα αυτιά - όπου θα του τον ακουμπήσουν κιόλας) ή θα του τον χώσουν από πίσω την ώρα που κάνει αυτός σεξ ανυποψίαστα (φερμάρω) στο πλάνο.

Γενικά δείχνει μπαμπέσικο χώσιμο από τρίτους συνήθως στον πιο αγαθό. (μπαμπέσας)

Συνώνυμα: χοσέ κουέρβο, χοσέ αρμάντο.

1.- Πώς πάει φιλαράκι η δουλειά;
- Άσε ρε φίλε, έφαγα ψωλιά! Μου έκαναν προαγωγή, αλλά χωρίς αύξηση... Θα είμαι με μια βαλίτσα στο χέρι και Σ/Κ γραφείο...! Γαμήθηκε το σύμπαν!!!

2.- Καραμήτρος!! Σήμερα το μενού έχει τουαλέτες, μαγειρεία, θαλαμοφύλακας και το βράδυ γερμανικό!
- Ρε τον κακομοίρη τι τού 'μελλε να πάθει... Τρελή ψωλιά έφαγε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ψευτιά, το ψέμα. Η χτιστιά πήρε το όνομά της από το μετρ του ψέματος, Χτιστογιάννη. Πρόκειται για λέξη που χρησιμοποιείται ευρέως στη Νότια Κρήτη.

- Ρε συ, ο Γιάννης μου έλεγε ότι έχει ένα σεντούκι με ένα καλάσνικοφ μέσα στο σπίτι τους!
- Άντε ρε, χτιστιές λέει πάλι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωδικός για παροχή ικανοποίησης/εκτόνωσης σε στριπτιζάδικα που λόγω της παλινδρομικότητας της κίνησης παραπέμπει στην παρασκευή του εθνικού μας ροφήματος.

- Πώς ήταν το Russian Dolls Κλεομένη;

- Απάτη, έσκασα 55€ για πριβέ κι ούτε φραπεδάκι δεν σερβίρανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σα να λέμε... κατινιές ή... πουτανιές (!). Αναφέρεται στη γνωστή παρουσιάστρια, η οποία είχε δηλώσει σε μια εκπομπή: «Όχι Τατιανιές σε μένα!...»

Όχι Τατιανιές στην Τατιάνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έμπνευση.

Εκεί που είχα αρχήσει να απελπίζομαι, μού 'ρθε μία φλασιά! Πήρα μια κλήση από ένα άλλο αυτοκίνητο και την έβαλα στο δικό μου!

Ο Κύρος Γρανάζης (από vikar, 22/05/14)

Από το φλας της φωτογραφικής μηχανής, υποδηλώνει την ξαφνική «φώτιση».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάπως παρωχημένος ο όρος πλέον, γνώρισε μεγάλη δόξα όταν ο Ιταλός προπονητής Αλμπέρτο Μαλεζάνι βρισκόταν στην Ελλάδα. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια αναπάντεχη / απροσδόκητη / ανεξήγητη αλλαγή παίκτη / συστήματος κλπ από τον Αλμπέρτο.

Πω τον πούστη τον Ιταλό άρχισε τις μαλεζανιές... Σέριτς βάζει εξτρέμ, Τζιόλη οργανωτή και κόφτη μαζί, Λεοντίου μπακ... Τι 11αδα κατέβασε το άτομο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τέλεση πράξης σύμφωνα με τη Βίβλο του Χ. Ζαμπούνη, «Savoir Vivre».

O Μήτσος την ημέρα των ερωτευμένων μου έκανε μια τεράστια ζαμπουνιά, με πήγε στο πιο ακριβό εστιατόριο της πόλης!

(από Khan, 14/03/11)(από patsis, 18/03/12)

Δες και -ιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified