Further tags

Από τις πλέον αρχιδόσπαστες γειώσεις που μπορεί να δεχθεί κάποιος από το αντικείμενο του πόθου του. Πόσω δε μάλλον όταν το εν λόγω αντικείμενο ξεμουνιάζεται με κάθε απίθανο κωλοχαρακτήρα και μετά στρέφεται σε σένα για ψυχολογική στοργή και προδέρμ sans φάσωμα. Και ύστερα, καληνύχτα.

Κυρίες μην το κάνετε, είναι παθητικοεπιθετικό, κινδυνεύετε πράγματι να χάσετε έναν καλό φίλο. Είναι απείρως εντιμότερο να τού πείτε στην ψύχρα ότι δεν σας κάνει κούκου, δεν τον γουστάρετε βρε αδερφέ. Εάν είναι και καλό παιδί, προσφερθείτε να του γνωρίστε κάποια από τις ξεμειναμένες φίλες σας. Αν πάλι τον συμπαθείτε πράγματι, εμπλουτίστε την φιλία σας με προνόμια, κανείς δεν έκλαψε από καζάν-καζάν φάσεις!!!

  1. - Λίλιαν, I shink I yam on luv <3 <3 <3
    - Νίκο, σε βλέπω σαν καλό φίλο, μη διακινδυνεύσουμε την ωραία μας φιλία...
    - Ποιος είπε να την χαλάσουμε, μπορούμε και στο φιλικό!
    - Καληνύχτα φιλενάδε (μουνόδουλε!)

2.
- Τι έγινε, Λίλιαν; Έμαθα ότι στην έπεσε ο Θανασάκης; Θα κάνεις τίποτες;
- Μπα, Λάουρα... ο Θάνος είναι ο πιο καλός ενήλικος. Τον βλέπω σαν φίλο, σαν αδερφό και δεν θέλω να χαλάσω την πολύτιμη φιλία μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι ενοχλητικός, τσιμπούρι, ταγάρι, κολλιτσίδα.

Η προέλευση της έκφρασης είναι αβέβαιη. Σύμφωνα με παμπάλαιο άρθρο του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» οφείλεται στο ότι οι Τσάμηδες θεωρούντο «συνώνυμο του ανειλικρινούς ανθρώπου». Κομματάκι ρατσιστικό, δεν πείθει. Άσε που το ίδιο άρθρο το τερματίζει αποδίδοντας το Τσάμης σε παραφθορά του ονόματος του ποταμού Θύαμις.

Ας πεοτείνω κι εγώ μια εναλλακτική ευθυμολογία, με κίνδυνο νατσουλήσω: Αφενός, ο original τσάμικος ταμπάκος «...ήταν τοπικό προϊόν της Παραμυθιάς. Ήταν πασίγνωστος για το άρωμα του και το χαρακτηριστικό του ήταν πως δεν καπνιζόταν αλλά το λάμβαναν από τη μύτη» (εδώ). Αφεδύο, όπως μας πληροφορεί ο Fotis Nitsiopoulos, ο τσάμικος ταμπάκος ήταν υγρός και κολλώδης (εδώ). Ενδέχεται το λεπόν ο ταμπάκος αυτούνος να κολλούσε στις ρινικές κοιλότητες, προκαλώντας δυσφορία στην χρήστη. A pain in the ass nose, που λένε και στο χωριό μου.

1.
Ωραιότατα δίνει το θέμα ο Κούντερα στην “Αθανασία” περιγράφοντας τη σχέση του γέρο- Γκαίτε και της νεαρής Μπετίνα, η οποία του έγινε τσάμικος ταμπάκος.

2.
Το λες και μονη τι να κανει και εκεινη η δολια η πεθερα οταν της λες ελα μαζεψε τον κανακαρη σου; Αν μεινει μακρια και σας πει βρε δε πα να κοψετε το λαιμο σας μεγαλοι ανθρωποι εισαστε οχι μωρα να σας κανουν οι αλλοι ντα , θα πεις ειναι αδιαφορη, δεν με γουσταρει και ψαχνει ευκαιρια να χωρισω απο τον γιο της κλπ κλπ .... Ερχεται και με τον τροπο που το δικο της το μυαλο λεει προσπαθει να κανει τον Ντε Κουεγιαρ....την βλεπεις σαν τσαμικο ταμπακο που θρονιαζεται σπιτι σου...οτι και αν κανει χρεωμενη θα ειναι....

3.
Μια φορά κι’ ένα καιρό…Τότε που ακόμα ήμασταν “απολίτιστοι“ , και τις όμορφες παραδοσιακές γιορτές , που μαζευόμασταν όλοι οι χωριανοί , ανεξαρτήτως..”χρώματος , τάξης“ κλπ..κλπ , και γλεντούσαμε υπέροχα , σαν μια παρέα και δεν μας γίνονταν ..”τσάμικος ταμπάκος“ οι λουλουδούδες και δεν μας έβγαζαν την πίστη , αι κυρίαι επί των..τιμών , πιέζοντάς μας “φορτικά και..άκρως ενοχλητικά“ να αγοράσουμε λαχνούς...

(από σφυρίζων, 29/10/14)(από σφυρίζων, 29/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση όπου ο σύνδεσμος και δεν είναι παρατακτικός, αλλά επιτατικός, και με την οποία δηλώνουμε ότι εμείς (είμαι και ο πρώτος) ή ο συνομιλητής μας (είσαι και ο πρώτος) ή κάποιος άλλος τέσπα είναι γκραν γαμάω από κάθε άποψη και άξιος να τον δοξάσουμε. Η έκφραση χρησιμοποιείται συχνά για να κατακλείσει ανδραγάθημα φίλου που αξίζει να επαινέσουμε και το κάνουμε με ένα κλικ παραπάνω κολακεία, ή για να εκφράσουμε ειλικρινή δοξολογία προς κάποιον που θεωρούμε ούμπερ και νιώθουμε την ανάγκη να του το εκδηλώσουμε επειδή το αξίζει.

Ήταν πολύ της μοδός στα ογδόνταζ, όπου τοποθετούνται και οι ταινίες Και ο πρώτος ματάκιας και Και ο πρώτος μπουνάκιας με τον Στάθη Ψάλτη, μια δεκαετία άλλωστε εξόχως ναρκισσιστική, όπου φορέθηκε πολύ και το δοξάστε με!. Η υπερβολική χρήση του είμαι και ο πρώτος οδήγησε και στις χαριτωμενίστικες παπαρωδίες τους είσαι και ο κρότος και συναλητήρια, είσαι και ο κρότος, οι οποίες κυριολεκτούν αν τα σπέκια αποδίδονται σε αλητοκάγκουρα που κάνει φιγούρες με τη μηχανή του, παράγοντας υπερβολικό θόρυβο.

Πάσα (Δ.Π.): Galadriel.

1. Είσαι ο ένας μες στη νύχτα πλέι μπόι, βάζεις στην άκρη κάθε άντρα, κάθε γόη.
Είσαι μια φλόγα κι η ματιά σου σκοτώνει, είναι φωτιά το αγγιγμά σου, με λιώνει.

Καλά, είσαι κι ο πρώτος, είσαι κι ο πρώτος
και δε σηκώνω κουβέντα καμιά.
Είσαι κι ο πρώτος, είσαι κι ο πρώτος, εμείς οι δυο θα τα πάμε καλά.

Είσαι ο ένας μες στη νύχτα πλέι μπόι
και τις καρδιές όλες τις παίζεις κομπολόι.
Έχεις τουπέ και δε σηκώνεις όχι
κι ό,τι ζητήσει η καρδιά σου, πάντα το ’χει.

2. Είμαι ωραίος, είμαι και ο πρώτος, χαλάω κόσμο μόλις βγω να κάνω βόλτα
τρέχουν μανούλια και γκομενάκια, να κατακτήσουν της Ελλάδος τον Τραβόλτα

Έλα για να τα πούμε darling
Έλα ν’ αγαπηθούμε darling
Έλα για να τη βρούμε darling
Έλα να γυμνωθούμε darling

Είμαι στο έτσι, είμαι και στο άλλο, είμαι ο τύπος και ο πρώτος στα καμάκια
Είμαι στιλάκι, και με το σπρέχεν, έχω κουφάνει της ΕΟΚ τα γυναικάκια

3. Είμαι και ο πρώτος. Η αυτοπεποίθηση αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο για την υγιή ανάπτυξη ενός παιδιού. Και εμείς, ως γονείς έχουμε το καθήκον να το βοηθήσουμε να την αποκτήσει.

Got a better definition? Add it!

Published

Εκνευρίζω κάποιον, του χαλάω το κέφι.

Και πάντα χαμογελάει από πάνω και παίρνει και το μέρος του μπόση έτσι χωρίς λόγο απλά και μόνο για να μου τη σπάσει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολυσχιδής και άκρως γαμοσλανγκοπρεπής εκδοχή του επιδέχομαι.

Μερικές πρακτικές εφαρμογές:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μίλα, μαρτύρα, λέγε, (επιτιμητικά).

Προστακτική του αρχαίου ρήματος λαλώ που χρησιμοποιείται χωρίς διακοπή μέχρι και τις μέρες μας. Έχει παραμείνει σχεδόν αναλλοίωτο εννοιολογικά.

  1. λέγω («αὐτοῡ ἀκούσεσθε κατὰ πάντα ὅσα ἄν λαλήσῃ πρὸς ὑμᾱς», Καινή Διαθήκη)

  2. έχω έναρθρο λόγο, ομιλώ, εκφράζομαι προφορικά («λαλεῑ οὐθὲν τῶν ἄλλων ζῴων πλὴν ἀνθρώπου», Αριστοτέλης.)

  3. (για πτηνά) κελαδώ, τερετίζω ή κράζω (α. «άκου πώς λαλεί το αηδόνι» β. «ακόμη δεν λάλησε ο πετεινός»)

  4. (για μουσικό όργανο) παράγω ήχο, ηχώ, παίζω («ὡς σάλπιγγος λαλούσης», Καινή Διαθήκη)

  5. παίζω μουσικό όργανο, βαρώ, κρούω, σημαίνω («κἤν αὐλῷ λαλέω», Θεόκριτος)

  6. αντηχώ, αντιλαλώ

Μεταφορικές έννοιες.

  1. πορεύομαι, βαδίζω, πηγαίνω («στη στράτα που ελάλει», δημοτικό τραγούδι)

  2. μαρτυρώ, προδίδω («ο Μιστόκλης τσάκισε και λάλησε στην ανάκριση»)

  3. λέγω ανοησίες, παραδοξολογίες, τρελαίνομαι (Εσύ λάλησες τελείως, ντιπ για ντιπ).

  4. συμβουλεύω

  5. επικαλούμαι τη βοήθεια κάποιου

  6. εξαγγέλλω, γνωστοποιώ, ανακοινώνω

  7. ερωτώ

  8. ονομάζω, αποκαλώ

  9. ψάλλω

Είπα καὶ ἐλάλησα και ἁμαρτία δεν ἔχω. Αυτό τον άνθρωπο δεν θέλω να τον ξαναδείς, αλλιώς θα έχουμε άσχημα ξεμπερδέματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μακαρία τη λήξει σλανγκιά που σημαίνει βάζω κάτι σκοπό, πείσμα, αμέτι μουχαμέτι. Η (μαύρη) αλήθεια είναι ότι την έκφραση την έχω βρεί μερικές φορές μόνο σε κείμενα του Τσιφόρου, παναπεί στα '50-'60.

Ετυμολογικώς θα ποντάριζα στην προέλευση από το αγγλ. steam = ατμός, κινητήρια δύναμη. Όπερ αν ισχύει, το λήμμα μυρίζει θάλασσα. Αλλιώς υπάρχει και το ιταλ. stimolare = διεγείρω, προτρέπω, παρακινώ. Διαλιέχτε. Συντακτικώς (και από μνήμης ) η έκφραση πάει κατά κύριο λόγο με το ρήμα τρώω, καθόσον αυτός που το βάζει στήμη σκοπεύει να φάει του θύματος το μπαγιόκο, το αντικείμενο, το γκομενάκι και ό,τι άλλο βρει στην τελική.

Τραβάγανε το πρωί, έμπαινε σε μαγαζί πατουμενάδικο ο Σπόρος μοναχός του, μοστράρηζε κανά-δυο κατοσταρικάκια, να δούνε πως τάχει κι έλεγε με μισοκακόμοιρο ύφος:
-«Θέλω ένα ζευγαράκι, αλλά μέχρι εκατόν ογδόντα, όχι παραπάνου».
Του δίνανε, διότι εκατόν ογδόντα είναι ακριβά λεφτά να πούμε, δοκίμαζε, τόφερνε στα νερά του, ζήταγε και τ' αριστερό. Τα φόραγε και τα δυο, χαμογέλαγε:

Μέγκλες παπουτσάκια», έλεγε, «να βγω και στη πόρτα να τα δω στο φως»; κι έβγαινε τώρα στη πόρτα. Πλάι του ο υπάλληλος να τον έχει το νου και να του λέει πια πως το παπούτσι είναι η μεγαλύτερη εφεύρεση της ανθρωπότητας, ότι του πάνε μια χαρά κι ότι, να πούμε, το δικό τους το μαγαζί είναι το καλύτερο σε δέρματα και τρώει όλη την οικουμένη σε κατασκευή, καθόσον τόχε βάλει στήμη να φάει τις εκατόν ογδόντα ο υπάλληλος και τόθελε να ρίξει τον ατζαμή τον πιτσιρή και να του τα πασσάρει τα παλιοσεβρά με τις τσόντες.

Εδώ Τα Σκαθαράκια, από τα Παιδιά της Πιάτσας του Ν. Τσιφόρου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση με την έννοια του οπωσδήποτε, με κάθε τρόπο.

Η έκφραση χρησιμοποιείται με αρνητική σημασία και δηλώνει αίσθηση δυσπιστίας, αμφισβήτησης, αντίρρησης, αντίθεσης ή άρνησης του εκφέροντος σε σχέση με κάποια επιθυμία, άποψη, γνώμη ή ακόμα και ενέργεια άλλου. Μάλιστα, συνήθως είτε ακολουθεί είτε έπεται ανάλυσης της κατάστασης με την οποία διαφωνεί ο ομιλών.

Η χρήση της εν λόγω έκφρασης δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων που διαθέτουν ειδική σλανγκική ορολογία (όπως πχ. ναυτικοί, οπαδοί, πληροφορικάριοι, κτλ), αλλά είναι σλανγκικώς καθολική.

Παρατηρήσεις

  • Η πρόσθεση του σώνει στην αρχή αλλάζει εντελώς τη σημασία του και καλά. Άτιμη γλώσσα!
  • Την ίδια έννοια και χρήση έχει επίσης και το ντε και καλά, αν και προσωπική εκτίμηση του γράφοντος είναι πως το ντε και καλά χρησιμοποιείται σπανιότερα.

α.
-Όπα της! Τι δουλειά έχεις εσύ και κοιτάς γραβάτες, ρε; Εγώ ξέρω πώς γραβάτες και κοστούμια τα αποφεύγεις, όπως ο διάολας το λιβάνι.
- Δε μας γαμείς κι εσύ, ρε Κούλη; Έχει φαγωθεί η άλλη σώνει και καλά να εμφανιστώ κοστουμαρισμένος και γραβατωμένος στο γάμο της αδερφής της. Και κάθομαι σαν το μαλάκα και χαζεύω το www.thehostonians.gr - Εκείνη η ροζέ είναι ωραία! Θα πηγαίνει και με τις κάλτσες σου...
- Άει ρε...

β.
-Τα έμαθες με τον Νώντα;
- Ναι, φτηνά την γλύτωσε. Πόσο έκατσε στο πεντάστερο, 2 μέρες;
- Κάπου εκεί, τον είχανε συνέχεια με ορούς και εξετάσεις κάθε τρεις και λίγο.
- Αφού ήθελε το μαλακισμένο να αποδείξει σώνει και καλά ότι μπορεί να κατεβάσει 3 μπουκάλια βότκα νηστικός και απλά να κάνει κεφάλι. Ευτυχώς που είχε βαρβάτη ασφάλεια και δεν κατέληξε σε κανένα Τζαννή.
- Εγώ πάλι σκέφτομαι μήπως του άρεσε τελικά το κλύσμα και έχουμε άλλα...

γ.
- Για πες ρε, τι έγινε με το μωρό; Αν και όπως σε κόζαρε τις προάλλες, μάλλον έχεις ήδη γλείψει κοκκαλάκι!
- Πω μαλάκα, άσε με, μη μου το θυμίζεις... Εκεί που είμαστε στα μέλια και στα ωραία μας, πώς γυρνάει η συζήτηση στο θέμα αντρας - γυναίκα. 3 ώρες με είχε και προφέσαρε και μου ζάλιζε τα αρχίδια.
- Δηλαδής;
- Σώνει και καλά να με πείσει ότι είμαστε ίσοι με τις γυναίκες. Άσε τί να σου λέω...
- Και πώς έληξε το θέμα;
- Ε, αφού μου τα 'χε κάνει τσουρέκια, σηκώνομαι και τις λέω: «Εντάξει, κοριτσάκι μου, όπως τα λες είναι. Τώρα, τράβα κατούρα όρθια και τα λέμε εμείς».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν η πραγματικότητα ξεπερνάει τις προσδοκίες.

Αυτό που σκέφτεσαι, αυτό που σχεδιάζεις, αυτό που πιστεύεις, αυτό που σου λέω, αυτό που νομίζεις ότι κατάλαβες... δεν είναι αρκετό.
Αύξησε τα όρια, τις επιλογές, τα ενδεχόμενα, για να χωρέσει η αλήθεια στη θεωρία!

Σχετικά με την θρυλούμενη προέλευση της φράσης, παραθέτω το παρακάτω μικρό απόσπασμα από τη Γκέμμα του σπουδαίου δάσκαλου Λιαντίνη...

«...στη γλώσσα του εργαστηρίου και των αποδείξεων, ο καρπός αυτής της εθνικής σχιζοφρένειας είναι ότι στη μονή Δαφνίου, που χτίστηκε στη στάχτη του δαφναίου Απόλλωνα, οι έλληνες χτίσανε σήμερα ένα τρελοκομείο. Όταν, κοντά στους 1890 χρόνους οι μηχανικοί του Δρομοκαΐτη, υλοποιώντας τη διαθήκη του, άρχισαν να μετρούν, για να χαράξουν το τοπογραφικό των κτιρίων, ένας έλληνας ξωμάχος έσπερνε απέναντι με το ζευγάρι του στάρι. Καθώς είδε το νταβαντούρι που γινότανε, έβαλε χωνί τα χέρια του και ρώτησε:
-Πατριώτεες! Τι πολεμάτε εδεπά;
-Μετράμε, κουμπάρε, του απάντησαν. Μετράμε, να χτίσουμε ένα τρελάδικο για τους έλληνες.
-Όι, σύντεκνε. Τότε τράβα κορδέλα! Όλοι μια μέρα εκεί μέσα θα πάμε...»

Τις προάλλες, στον Σκλαβενίτη, χάζευα τα ψάρια στο ψαράδικο... Σολωμός Νορβηγίας, τσιπούρες ιχθυοτροφείου, γαρίδες Σενεγάλης, μπακαλιάρος Ισλανδίας και τράβα κορδέλα... Τι διάολο ρε πούστη, στο Αιγαίο μόνο κουράδες κολυμπάνε;

Σκέφτομαι καμιά φορά πόσα μεταπτυχιακά σχετικά με management, διοίκηση και δεν συμμαζεύεται έχουν κάνει οι Έλληνες... Πόσοι απόφοιτοι από σχολές Διοίκησης Επιχειρήσεων, Marketing, Διαχείριση Ανθρωπίνων Πόρων και τράβα κορδέλα... Πού θα δουλέψουν όλοι αυτοί; Από εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαια ποδοσφαιρική ιαχή, όπου στα πλαίσια της ευγενούς άμιλλας οι αντίπαλοι φίλαθλοι καλούνται να κάμουν γκέηκα κούνηματα.

Κάπου στα ογδόνταζ το άκουσα για πρώτη φορά σε μη ποδοσφαιρικά πλαίσια από μπαόκι συμφοιτητή («Αθηναίοι θύματα, κάντε μας κουνήματα!»).

Από το φίλαθλο κοινό

1. Χανούμια, του Μελισσανίδη θύματα, κάντε μας κουνήματα

2. Βαζελάκια θύματα κάντε μας κουνήματα!

3. Γουσουφάκια «βλήματα» - κάντε μας... κουνήματα!

Εκτός γηπέδου

4. Πλουτοκράτες θύματα, κάντε μας κουνήματα

5. Όσο κινήματα καθοδηγούνται από επαγγελματίες της υποκίνησης εμείς θα λέμε κάνουμε κινήματα και οι εξουσιαστές θα λένε «κάντε μας κουνήματα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified