Από το αγγλικάνικο bitch please, φοριέται πλέον και στα ελληνικά κουλέζικα. Πρόκειται για μια μπανεύκολη πασπαρτού γείωση, που χρησιμοποιείς για να δηλώσεις ότι ο συνομιλητής σου μόλις ξεστόμισε κάτι άκυρο, ηλίθιο, σκανδαλώδες, εξωφρενικό ή προκλητικό και επιθετικό. Μοιάζει δηλαδή αρκετά με το έλεορ!. Χρησιμοποιείται και για να κοπεί γρήγορα ένα βρις-οφ, καθώς και ως επίθετο για να περιγραφεί μια αντίστοιχη κατάσταση.

Πάσα: John Black.

  1. απλα οταν σου λεει ο χαπακιας αααα τι ωραιος που ειμαι και ΧΟΥΑΑ δες φλεβες στο μπρατσο κτλ..ε,θες να πεις ενα μπιτς πλιζ.............. (Εδώ)

  2. Μια χαρα υπαρχει ζωη εκτος Μνημονιου. Μην λετε χαζομαρες. Πριν 2 εβδομαδες τσιμπησαν 18δις οι τραπεζες ενω η συνολικη τους αξια ειναι γυρω στα 4-5δις. Τον Ιουνιο θα μας ζητησουν μετρα 11,5 δις μεσα στα οποια και βασικο μισθο 200ε μεικτα. Και θες να μου πεις οτι αυτο ειναι μονοδρομος και δεν υπαρχει αλλη λυση; Μπιτς, πλιζ. (Εδώ).

  3. Βάζοντας όμως μία μπιτς-πλήζ χορωδία, βιολί και κοντραμπάσο (μια λέξη), δεν βαφτίζεσαι αυτομάτως «επικός». (Εδώ).

  4. - Αλλά αν κατάλαβες τί γράφω πάνω το μπιτς πλιζ δεν κολάει.
    Οπότε: Ή μάθε να διαβάζεις ή να χρησιμοποιείς meme.
    - Δες τον μαλάκα που κόλλησε. Το μπιτς μπλιζ πάει παντού ανίδεε. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασφαλώς και είναι η «διακόσμηση» στα ελληνικά από το γαλλικό décor - όμως, παρέα με ρήματα όπως:

  1. κάνω: κάνω (κάποιον) ντεκόρ σημαίνει ό,τι και τα: τον γείωσα, του το βούλωσα, κι από 'κει και πέρα (το 'παιξε) γλάστρα, τον έσβησα (και έλαμψα) - κι όλα τα παρεμφερή κι ομοειδή.

  2. βγαίνω: βγαίνω απ΄το ντεκόρ σημαίνει παίρνω θέση (πάνω σε κάποιο ζήτημα), πήραν επιτέλους χαμπάρι πως υπάρχω, επανενεργοποιούμαι, κ.ο.κ.

  3. έχω: έχω για ντεκόρ σημαίνει έχω για μόστρα, έχω για γλάστρα κ.ο.κ.

  4. ... είμαι: δεν είμαι (για) ντεκόρ (εγώ), το γνωστό παράπονο παραμελημένης γκόμενας.

  1. - Μας πέθανε στην παρλαπίπα, μέχρι που ο Άρης του φρεσκάρισε τη μνήμη και τον έκανε ντεκόρ.

  2. - Γιαδέ ρε συ ποια κελαηδάει!!
    - Έχασες επεισόδια ε; Μετά την πλαστική βγήκε απ' το ντεκόρ.

  3. - Τι κάνει δω πέρα η μικρή;
    - Τίποτα, μόνο για ντεκόρ.

  4. - Ακούς; Τα μαζεύω και φεύγω. Δεν είμαι ντεκόρ εγώ. Ακούς βρε; Φεύγω σου λέω.
    - Α! ναι; Πού πας;
    - Όπου θέλω!!
    - Δώσε χαιρετισμούς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified