Further tags

Η νεόκοπη αυτή ατάκα αποτελεί ταυτολογία-ωδή στα σφαιρικά θέλγητρα της χιλιοτραγουδιαμένjης ρουμπενσικής ελληνίδας βυζαρούς. Αυτής που ακόμα κι αν είναι ψιλομπάζο, προξενεί λιμβικό ταράκουλο στον ορμονικά ενεργό άρρενα πληθυσμό δια της βυζαναδείξεως.

Πέον να σημειωθεί ότι η έκφραση γέννησε πληθώρα παραλλαγών που γίνηκαν βάιραλ στο νέτι και απανθίζουμε προς τέρψιν του συναγωνιστή σλάνγκου:

  • γυναίκα χωρίς βυζάρες = άντρας χωρίς λαχτάρες
  • γυναίκα χωρίς βυζί = μοτέρ χωρίς μπουζί
  • γυναίκα χωρίς βυζιά = Ελλάδα χωρίς νησιά
  • γυναίκα χωρίς γόβες = αμάξι δίχως ρόδες
  • γυναίκα χωρίς καμπύλες = Εκάλη χωρίς βίλες = υποβρύχια δίχως τορπίλες
  • γυναίκα χωρίς κόλπα = πόλεμος δίχως όπλα
  • γυναίκα χωρίς κώλο = μπατάρια χώρις πόλο = Ελλάδα χωρίς Βόλο = λιμάνι χωρίς μώλο = τοστ χωρίς Dirollo = στρατός χωρίς στόλο = Εκκλησία χωρίς θόλο
  • γυναίκα χωρίς μπαλκόνια = σπίτι δίχως σαλόνια
  • γυναίκα χωρίς νάζι = χειμώνας δίχως χαλάζι
  • γυναίκα χωρίς νάζια = μηχανή χωρίς γκάζια
  • γυναίκα χωρίς παχάκια = τούρτα χωρίς κεράκια
  • γυναίκα χωρίς πιασίματα = αμάξι χωρίς κρατήματα = φουρτούνα δίχως κύματα
  • γυναίκα χωρίς στήθος = σπίτι χωρίς τοίχος
  • γυναίκα χωρίς στριγκάκι= Luna Park χωρίς τρενάκι
  • γυναίκα χωρίς χουφτώματα = σπίτι χωρίς κουφώματα

Σ.ς.: οι υπόλοιποι που προτιμάτε τις γυναίκες σας παστές σαν φωτοτυπία ταφόπλακας παρακαλώ περάστε στο φουαγιέ για ένα ντεκαφεϊνέ, γουλιά και φέρετρο. Στη συνέχεια θα σάς παραλάβει ειδικό πουτσύλατο-ασθενοφόρο με προορισμό το Ακτινολογικό, Αβύζου και Ακώλου (γωνία).

Ασίστ:Gatzman

1.
- Χαντουτσοβα και ξερο ψωμι , κι ας ειναι αβυζο...
- Διαφωνώ συνονόματε γιατί όπως λένε Γυναίκα χωρίς βύζους=Εκκλησία χωρίς Jesus

2.
Ο Χριστός δεν ξέρω τι είπε, αλλά προσφάτως ο ντι τζέι στις Μούσες έλεγε «γυναίκα χωρίς βύζους, ίσον εκκλησία χωρίς τζίζους» :headbang3: :2funny: :2funny: :tooth:

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμιακή φράση που έχει (πιθανόν) τις ρίζες της στην εποχή της Τουρκοκρατίας και της Επανάστασης του '21. Λέγεται για ο,τιδήποτε (πρόσωπο, πράγμα, κατάσταση) είναι υπερβολικά και εκνευριστικά αργό ή τραβάει σε μάκρος, σε σημείο που να σου σπάει τα νεύρα. Επίσης για κάποιον που έχει χαρακτηριστικά αργές αντιδράσεις, που μέχρι να κάνει κάτι τον "έχουνε πάρει αμπάριζα".

Η παρομοίωση είναι προφανής: παρομοιάζει μιά υπερβολικά αργή κατάσταση με τις μάχες που γίνονταν επί Τουρκοκρατίας με τα παλιά εμπροσθογεμή τουφέκια. Αυτά που έριχνες μία μπαταριά και μετά έπρεπε να κάνεις ολόκληρη διαδικασία για να γεμίσεις, με τη βέργα από μπροστά, και να ξαναρίξεις. Και φυσικά, εκεί ο άλλος δεν σε περίμενε να του ρίξεις. Ή την κοπάναγε και κρυβόταν, ή γέμιζε και στην μπουμπούνιζε αυτός πρώτος!

- Τι κάνεις εκεί ρε;
- Κατεβάζω μιά ταινία. Αλλά είναι πολύ αργή η σύνδεση και έχει πόση ώρα που το παλεύει...
- Καλά... Κάτσε Τούρκο να γεμίσω! Μέχρι το μεσημέρι αν έχει κατέβει σφύρα μου!

(διάλογος μεταξύ φίλων που βλέπουν ποδόσφαιρο):
- Κοίτα τι έχασε το άτομο ρε! Δεν το πιστεύω!
- Αγόρι μου το ποδόσφαιρο δεν είναι "κάτσε Τούρκο να γεμίσω". Μέχρι ν' αποφασίσει αυτός τι ήθελε να κάνει του πήραν τη μπάλα χωρίς να το καταλάβει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο νέας κοπής του παράγοντας Εδεσσαϊκού, σημαίνει δηλαδή αυτόν που μιλάει ακατανόητα, μπερδεμένα, χωρίς καλή σύνταξη και ειρμό στα λόγια του. Πιθανοί λόγοι: Είναι λιάρδα από ουσίες, και ομιλεί υπό την επήρεια της έκστασης από τη μέθη ή τη ντάγκλα. Δεν γνωρίζει επαρκώς την ελληνική γλώσσα και δεν έχει ευχέρεια στη χρήση της (όπως λ.χ. ο Υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος για τον οποίο χρησιμοποιείται κατ' εξοχήν η έκφραση στο Διαδίκτυο). Έχει εκ φύσεως μια ροπή προς το ντιριντάχτα, την εκφραστική εν γένει των Γάλλων φιλοσόφων, τη δημιουργική ασάφεια, το αποφατικό ζενεσεκουά, εν ολίγοις είναι ο τύπος που καταλήγει την ομιλία του με αατα, ενώ πριν έχει μιλήσει ως παράγοντας Εδεσσαϊκού, δηλαδή είναι κάποιος που εκ χαρακτήρος δυσκολεύεται να είναι σαφής.

Προφ η αναφορά είναι στο Google Translate, το οποίο αποτελεί μια μπανεύκολη λύση για να μεταφράσεις στα γρήγορα ένα ξενόγλωσσο κείμενο ή έστω να καταλάβεις μέσες άκρες τι εννοεί, πλην η μετάφραση γίνεται αυτοματικά και κατά λέξη με αποτέλεσμα να έχει συχνά πολύ κακή σύνταξη και να θυμίζει μάλλον ασυνάρτητους χρησμούς της Πυθίας που χρήζουν κατόπιν ερμηνείας λόγω της ασάφειάς τους. Σχετική αναφορά έχει γίνει και στο λήμμα γουγλομεταφραστής, όπου παραπέμπω για τα περαιτέρω.

Ινσέψιο: Να πω για τον γερμανό μεταφραστή ότι η έκφραση δεν είναι πολύ διαδεδομένη, αλλά νομίζω ότι είναι εκφραστική. Εξάλλου, στο σινάφι των μεταφραστών χρησιμοποιείται το μεταφράζει σαν Google Translate για να καυτηριάσει τον κακό μεταφραστή που μεταφράζει κατά λέξη χωρίς να προσέχει τη σύνταξη, με αποτέλεσμα οι μεταφράσεις του να μην βγάζουν ευρύτερο νόημα.

  1. Ήπια λίγο παραπάνω και τώρα μιλάω σαν την google translate.... (Εδώ).
  2. Ο Τσακαλωτος μιλαει σαν translate from Google. (Εδώ).
  3. Εγώ πάντως, γουστάρω Ευκλείδη με χίλια. Τι κι αν μιλάει σαν…google μετάφραση; Τι κι αν πηγαίνει στις συναντήσεις με τους συναδέλφους του φορώντας τσαλακωμένα σακάκια και πουκάμισα από τη βιοτεχνία «Βασταρούχας και υιοί, Άνω Λιόσια»; Τι κι αν τα παντελόνια του είναι γαριασμένα; Είδαμε και τον άλλο με το ένα νι, που τα έκανε…χωνί. Λες και πήγαινε εκδρομή για σκι στον Παρνασσό. Γελάκια, σακίδια, φιγούρα, παραμύθι και κόκκινες γραμμέςκόκκινες γραμμές μόνο στους… γιακάδες του πουκαμίσου. Τουλάχιστον, ο Ευκλείδης δεν κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του, ούτε βεβαίως δείχνει το… μεσαίο στους Γερμανούς. Λέει τα πράγματα με το όνομά τους και είναι ειλικρινής, ενώ φαίνεται ότι έχει κερδίσει και τη συμπάθεια των Ευρωπαίων. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα τσιμεντένια καράβια είναι πλοία που κατασκευάζονται από ενισχυμένο σκυρόδεμα αντί για σίδηρο ή ξύλο. Η κατασκευή τσιμεντόπλοιων είναι σχετικά γρήγορη και φθηνή, καθώς απαιτεί απλούς μπετατζήδες και ουχί ναυπηγούς.

Η ανάγκη κατασκευής τέτοιου είδους πλοίων προέκυψε όταν λόγω των Παγκοσμίων πολέμων και της βιομηχανικής επανάστασης πριν απ’αυτούς παρουσιάστηκε μεγάλη έλλειψη σιδήρου σε όλη την ταχύτατα βιομηχανικά εξελισσόμενη Ευρώπη (...) στην Ελλάδα ειδικότερα οι Γερμανοί τα χρησιμοποιούσαν για τον ανεφοδιασμό των κατεχόμενων νησιών καθώς και την αποστολή εφοδίων στα Afrika Corps. Τα τσιμεντόπλοια καθελκύονταν στην «Γερμανική σκάλα» στον Πειραιά κι όπως έχει αναφερθεί οι Γερμανοί δεν ήσαν και τόσο ικανοί στην κατασκευή τους (ή μήπως οι συμπατριώτες μας που εργάζονταν σ’αυτά εκτελούσαν σαμποτάζ εκ κατασκευής) με αποτέλεσμα περισότερα από τα μισά να βουλιάξουν στο Αιγαίο.

Παροπλισμένο τσιμεντένιο καράβι Έτερο κουφάρι

Τα πλοία αυτά βαριά και δυσκίνητα αποτελούσαν εύκολο στόχο για τα συμμαχικά αεροσκάφη ειδικότερα όταν αυτά βρίσκονταν ελλιμενισμένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο γνωστός σε όλους μας ΚΕΦΑΛΟΣ που βομβαρδίστηκε από αεροσκάφη στο Παλιό Λιμάνι Σπετσών. Το τσιμεντόπλοιο παρέμενε μισοβυθισμένο όντας μη αξιόπλοο μέχρι που στα τέλη της 10ετίας του 1950 απετέλεσε τον ανατολικό κυματοθραύστη του λιμένα Ντάπιας Σπετσών... Πηγή

Το σλανγκικό ενδιαφέρον έγκειται στην διακωμώδηση αργών και δυσκίνητων ανθρώπωνε τ. τα ζώα μου αργά. Αυτοί δηλαδής που καίνε μαζούτ à la τραμπάκουλο ή θωρηκτό Ποτέμκιν, οι κουραδάδες, οι τόσο αργοί που και με τον εαυτό τους να τρέχανε θα έβγαιναν δεύτεροι.

Ρε συ αυτός με το 10 είναι πιο αργός κι απ' τα ριπλέι!
- Πάει σαν τσιμεντένιο καράβι...

Άκουσα την εκφραση από 90-φεύγα μονόφθαλμο πρώην ναυτικό με ξύλινο ποδάρι, παίζει να χρονολογείται από τα σαράνταζ.

Βλ. επίσης: καράβι που αργεί, σκατά είναι φορτωμένο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για προσδιορισμό γκόμενας. Λέγεται για να δώσουμε έμφαση στην περιγραφή μιας κοπέλας η οποία είναι ελκυστική από πίσω, αλλά αποκρουστική από μπροστά. Θυμίζει τον μαγνήτη που από τη μία μεριά τραβάει, και από την άλλη σε διώχνει.

Πως σε φαίνεται η Ντίνα; Καλό γκομενάκι, με ωραίο κώλο αλλά λίγο μαγνήτης είναι. Έχεις δει μύτη που έχει; Σα καρφί είναι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει τις εύκολες γκόμενες που οδηγούνται εύκολα στο κρεββάτι κάποιου επίδοξου γαμιά και που είναι πάντα διαθέσιμες για αχαλίνωτο sex. Κατά μια πηγή η έκφραση αυτή προέρχεται από την αρχαία Ελλάδα όπου διάφορες ιέρειες του σεξ αποκαλούσαν χαϊδεύτηκα το αντρικό μόριο κόνικλο (= κουνέλι) και με τις γεμάτες επιδεξιότητα κινήσεις του αιδοίου τους ήταν σαν να το έπνιγαν (όποιος κατάλαβε , κατάλαβε). Βέβαια η εκδοχή αυτή αμφισβητείται από πολλούς και γιαυτό παρακαλώ όποιος γνωρίζει κάτι συγκεκριμένο να το καταθέσει

- Τι λες, το πνίγει το κουνέλι η Τασία;
- Τι να σου πω ρε φίλε, την κόβω λίγο σεμνή.
- Αυτές φίλε μου είναι οι μεγαλύτερες καριόλες, να ξέρεις...

. (από MXΣ, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλήτικη έκφραση που σημαίνει σφαίρα φυτεμένη στο κεφάλι.

Οι οφθαλμικές κόγχες που φιλοξενούν τους οφθαλμικούς βολβούς στον άνθρωπο είναι, ως γνωστό, δύο και οποιαδήποτε νέα οπή στο κρανίο παρομοιάζεται με τρίτο μάτι.

Πολύ κελάηδισμα κάνει μέσα από τη φυλακή, και θα βρεθεί κι αυτός με κάνα τρίτο μάτι.

(από allivegp, 03/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για λέξη-έκφραση που χρησιμοποιείται στην περίπτωση που κάποιος βρίσκεται ενώπιον μουνοθύελλας, κάτι που έχει ως συνέπεια την ασταμάτητη περιστροφή του κεφαλιού με μεγάλη ταχύτητα και προς διάφορες κατευθύνσεις όπου εδράζονται αιδοία κατ' εικόνα και ομοίωση του δαιμονισμένου κοριτσιού της ταινίας «ο Εξορκιστής».

- Καλά μιλάμε χθες κατέβηκα για ποτό. Τι να σου λέω! Εξορκιστής έγινα με αυτά που έβλεπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτικά το περιστέρι, κυρίως το περιστέρι της πόλης (columba livia). Η παρομοίωση του με το ποντίκι υπογραμμίζει τα πλέον δυσάρεστα χαρακτηριστικά του, όπως την τάση του προς ρύπανση, το ρόλο τον οποίο παίζει στη διάδοση διαφόρων νοσημάτων, τον ανεξέλεγκτο ρυθμό αναπαραγωγής του και την ασχήμια του.

Ο όρος χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά για τα περιστέρια των πόλεων, διότι εκεί η παρουσία τους είναι περισσότερο ενοχλητική, καθώς οι απεκκρίσεις τους έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να λερώσουν ανθρώπινες κατασκευές, όπως αυτοκίνητα, βεράντες, ταράτσες, ή ακόμα και τους ίδιους τους ανθρώπους.

- Ένας κύριος στη στάση του λεωφορείου είχε την ατυχία να δεχθεί μία κουτσουλιά από ένα ποντίκι του ουρανού στο κεφάλι του.

- Κατάρα να' χουν τα ποντίκια του ουρανού. Μωρέ ας είναι καλά το δηλητηριασμένο σουσάμι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιρρηματική φράση που χρησιμοποιείται στο τέλος επεξηγηματικής σύγκρισης, σαν το δηλαδή ή το περίπου ένα πράμα.

Η έκφραση σημασιολογικά έχει βέβαια σαφή προέλευση –το άλφα είναι ένα πράμα σαν το βήτα–, έχει όμως ενδιαφέρον ότι, καθώς έχει παγιωθεί ως επίρρημα, έχει αλλάξει και συντακτική συμπεριφορά: το άλφα είναι (σαν) το βήτα ένα πράμα.

Ταυτόσημες εκφράσεις της καθομιλουμένης, που συντάσσονται μάλιστα με τον ίδιο τρόπο, είναι οι ακόλουθες: σαν να λέμε, για να καταλάβεις, φαντάσου, σε φάση, στιλ.

  1. Ηλιθιότης 24 ώρες το 24ωρο! Ολ αράουντ δε κλοκ, ένα πράμα... (από την ελληνική λίστα ανεκδότων)

  2. — Στο Κέντρο Υγείας που εργάζομαι έχουμε 2 οδηγούς. Πρωινή-απογευματινή βάρδια και ρεπό τα σκ. Το θέμα είναι το εξής. Επειδή δεν έχουμε βραδινή βάρδια, ούτε άλλους οδηγούς, τα παιδιά είναι on call όποτε τους χρειάζονται. Αυτό σημαίνει ότι μετά το πέρας της βάρδιας τους δεν μπορούν να βγουν και να ξενυχτήσουν, γιατί αν τύχει κάτι θα πρέπει να τρέξουν. Αυτό χειμώνα καλοκαίρι. Παρόλα αυτά και χωρίς να πληρώνονται εξτρά ώρες. Το πρόβλημα δεν είναι αυτό. Αν τους τύχει ένα περιστατικό μες το βράδυ –και ενώ δεν έχουν βάρδια και δεν εφημερεύουν– και δεν προλάβουν να πάνε στην ώρα τους, ποιος έχει την ευθύνη; Που μπορούν να κοινοποιήσουν το πρόβλημά τους; Γιατί παρότι το έχουν κοινοποιήσει στην Υπηρεσία, αυτή δεν λέει να απαντήσει...
    — Δλδ τι; Στο φιλότιμο και μόνο των οδηγών ένα πράμα;;; [...]
    — Ναι μόνο στο φιλότιμο.
    (από το διορισμός τζι αρ)

  3. Αν ήταν η «Πίπη [η φακιδομύτη]» θα τη θυμόμουνα. Το κοριτσάκι το λέγανε Μαριάννα ή Ελένη, ή κάτι τέτοιο. Ελληνική σειρά 100%, σαν το «Καπλάνι της βιτρίνας» ένα πράμα, αλλά τελείως obscure και δεν πρέπει να ξαναπαίχτηκε. (από φόρουμ)

  4. Χθες με τον μπρο σταματήσαμε σε όλα τα περίπτερα από το σπίτι μέχρι και τον προορισμό μας, αναζητώντας κουκουρούκου. Το μοτίβο το ίδιο: ερώτηση: «Έχετε κουρούκου;» απάντηση: «Όχι καλοκαίρι. Χειμώνα μόνο.» Δηλαδή υπάρχουν εποχιακές σοκολάτες; Σαν τα φρούτα ένα πράμα; (από ιστολόι)

μια κυρία που δείχνει ένα πράμα (από xalikoutis, 20/08/09)(από BuBis, 20/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified