Further tags

Ο ψωλαράς, ο πουτσαράς. Υπερθετικά, ο μεγαλοψώλων.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

Μήπως, μὰ τὸν Θεόν, ὁ μόνος Θεὸς ἦτο ἕνας τεράστιος καὶ παντοδύναμος Ψώλων, καὶ, οὐσιαστικῶς ὑπῆρχαν μόνο ἡδοναί, διὰ τοῦ πανισχύρου Πέους του καὶ τοῦ ὑπερπλουσίου Σπέρματός του χορηγούμεναι;
(Μέγας Ανατολικός, Τόμος 1, σ. 108-109).

Φωτογραφία διά χειρός Ανδρέου Εμπειρίκου (από Khan, 20/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική έκφραση για να δείξει κάποιος ότι δεν καταλαβαίνει από απειλές.

- Γάμησες τη γυναίκα μου ρε; Θα σε σαπίσω στο ξύλο παλιοαρχίδι!
- Όπα ρε μεγάλε, θα μου τα κλάσεις με πίεση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά σε άτομο που (δέχεται να) κάνει πρωκτικό σεξ.

- Η Μαρία τραγουδάει Πάριο.
- Άντε ρε δεν της το 'χα.

Διαδόθηκε πολύ ύστερα από αυτό το σχόλιο του Θανάση Χειμωνά στο Φέισμπουκ. (από Khan, 26/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηθενιά που επικαλείται το μέλος μιας παρέας που έχει ξεπεράσει κάθε όριο ευπρέπειας/σεβασμού και έχει βουτήξει για τα καλά στο τέλμα της χυδαιότητας στην επικοινωνία των μελών της, πλην όμως προσποιείται πως κάπου τραβάει μια γραμμή.

Συνήθως δεν λέγεται κυριολεκτικά, αλλά ειρωνικά σε κάθε ευκαιρία.

–Τι θα φας σήμερα;
–Μου έστειλε ένα γιουβετσάκι η μάνα μου—
–Όχι μάνες.

–Ναι, ρε φτωχόπουστα, κάτσε άνεργος να περιμένεις το μάννα εξ ουρανού—
–Όχι μάνες.

–Πήγα να ανοίξω τον υπολογιστή και είδα πως μου κάηκε η μητρική, γαμώ τον Χ—
–Όχι μάνες.

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το στρινγκάκι. Πρέπει όμως να είναι σκέτο κορδόνι (όχι τριγωνάκι) ώστε να έχει το κατάλληλο σχήμα.

- Πώς πάει ρε φίλε με τη Λίλιαν;
- Φίλε, τι να σου λέω. Πήγαμε πρώτη φορά για μπάνιο χτες, και μόλις έβγαλε το σορτσάκι της, μού πετάει στα μούτρα τη μερσεντές και έμεινα μαλάκας.

(από σφυρίζων, 10/09/14)(από Khan, 10/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με την πεθερά μου (*1914 Μάκρη/Fethiye, +2007 Αιγάλεω), η σημασία είναι (ευφημισμός) «σεξουαλική πράξη». (ρήμα: κάνω)

Τι λέτε για την καταγωγή;

-

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έγινε το μοντάρισμα, μια χαρά πήγε η συγκόλληση, κοινώς εκπληρώθηκε η φορτωτική. Λέγεται συνθηματικά για να επιβεβαιώσει ο ομιλών ότι πήδηξε.

Τόπος καταγωγής της φράσης η Λακωνία. Μπάκακας είναι ο γυρίνος και λούμπα, ο λάκκος με το νερό.

Η: Πως πήγε χθες με την Κωνσταντίνα;
Γ: Μια χαρά.
Η: Μπήκε ο μπάκακας στη λούμπα -σα να λέμε...
Γ: Όχι ακόμα, είναι σεμνό κορίτσι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που έχει συνδεθεί με σεξουαλική δραστηριότητα (τον παίρνεις τον πέοντα). Όποτε και αναφερθεί σε συζήτηση με άλλη σημασία, τα πρόστυχα παρευρισκόμενα μυαλά αλαλιάζουν ή αναστατώνονται γενικότερα.

Συνήθως χρησιμοποιείται στο δεύτερο πρόσωπο και συνοδεύεται από τα εξής: από πίσω κι από μπρος, και γέρνεις, ολότελα, από πίσω κ.α.

Εκτός από την κυριολεκτική έννοια που δεν την απαντάμε συχνά, τον παίρνεις είναι γνωστή γείωση, ή, στην ερωτηματική μορφή, χρησιμοποιείται για να κομπλάρουμε, να προσβάλλουμε ή να χρεώσουμε κάποιον.

Παράλληλα, εκτός από την πρόστυχη έννοια, αναφέρεται από νυσταγμένους που «πάνε να πάρουν έναν υπνάκο» .

Βέβαια υπάρχει και το γνωστό άσμα «Πότε τον παίρνεις, πότε τον τρως, λίγος είναι ο μισθός» του Μπουγά.

  1. Ουυυυυααααααργγκχχχχ... Θα πάω να τον πάρω λιγάκι.

  2. - Καυλό η Ντίνα που σου γνώρισα ε;;
    - Α, καλά, εσύ αγόρι μου τον παίρνεις...

  3. συγκάτοικοι:
    -Τα 'παιξα λάθος και πρέπει να μου 'φυγε ένα πενηντάρικο παραπάνω στη ΔΕΗ.
    -Καλά ρε μαλά, τον παίρνεις; Τι θα τρώμε; Τρέχα γύρευε τώρα να σ' το δώσουν πίσω.

(από Khan, 30/04/14)

Δες και σχήμα γνωστού αγνώστου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Koelreuteria paniculata & Κοelreuteria apiculata. Μικρού έως μεσαίου μεγέθους δέντρο που απαντάται σε αρκετά μέρη του κόσμου. Λόγω της oμοιότητάς του όταν ανθοφορεί με εκείνη της χρυσής βροχής πήρε την ονομασία «golden rain tree».

  2. Από την αγγλική «golden rain» ή εναλλακτικά «χρυσό ντουζ»(golden shower) από το χρυσαφί χρώμα προφανώς που έχουν τα ούρα. Πρόκειται για παραφιλία. Στην ψυχολογία και σεξολογία, παραφιλία είναι η σεξουαλική διέγερση που προκαλείται από ενέργειες ή καταστάσεις που δεν σχετίζονται άμεσα με τον συνηθισμένο τρόπο σεξουαλικής συνεύρεσης. Κατά την Wikipedia υπάρχουν κλινικά 8 μεγάλες μορφές παραφιλικής συμπεριφοράς: Ι. Επιδειξιομανία ΙΙ. Φετιχισμός ΙΙΙ. Εφαψιμανία ΙV. Παιδοφιλία/Παιδεραστία V. Σαδισμός VI. Μαζοχισμός VII. Παρενδυσία VIII. Ηδονοβλεψία.

Έχουν καταγραφεί επίσης περισσότερες από 100 περιπτώσεις που δεν προσδιορίζονται αλλού, μεταξύ αυτών και η Ουρολαγνεία αγγλιστί «pissing» στην οποία ανήκει η «χρυσή βροχή» (golden rain) η διέγερση δηλαδή με τη θέα, οσμή ή κατάποση ούρων. Ιδιαίτερη μνεία στην ουρολαγνεία γίνεται σε γράμματα και βιβλία του Μαρκησίου ντε Σαντ.

Στις 4 Οκτωβρίου του 1779 γράφει χαρακτηριστικά προς τον υπηρέτη του Martin Quiros(La Jeunesse):

« [...] It is true that I act like a bulldog, and when I see all that pack of curs and bitches yelping around me, I just lift a leg and I piss on their noses... »

Στο βιβλίο του «120 ημέρες στα Σόδομα» γράφει:

« [...] by God yes, you'll piss in my presence and, what's worse, you'll piss upon me [...] off you go my little one piss cried he, flood my prick with that enchanting liquid whose hot outpouring exerts such a sway over my senses. Piss, my heart, care not but to piss [...] »

  1. - Κοίτα κάτι πορνίδια που κάθονται απέναντι μας. Τατουάζ απ' το μπούτι μέχρι την πλάτη και βαμμένες κάργα. Να τις γαμάς και να τις χύνεις ασταμάτητα. - Να τις γαμάς, να τις χύνεις και να τους κάνεις και golden rain στη μάπα! Τέτοια καριολοπούτανα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. 'Η αλλιώς κιτρικό οξύ. Είναι μια φυσική χημική ουσία που περιέχεται σε υψηλή ποσότητα στα λεμόνια και άλλα εσπεριδοειδή και σε μικρότερη περιεκτικότητα σε άλλα φρούτα (φράουλες, ανανά κ.α). Χρησιμεύει σαν φυσικό συντηρητικό/πηκτικό και σαν ρυθμιστής οξύτητας σε κονσέρβες, μαρμελάδες κ.α. Χρησιμοποιείται σε μικρή ποσότητα αντί του λεμονιού.

  2. Στον μαγικό μικρόκοσμο των πρεζάκηδων χρησιμοποιείται για το τελετουργικό του «βαρέματος», το λεγόμενο «βράσιμο» ή προπαρασκευή, την διαδικασία δηλαδή που μετατρέπεται το «βραχάκι» (η πρέζα, η ηρωϊνη) σε υγρό για να γίνει ενέσιμη. Γίνεται σε κουταλάκι με νερό και λίγο ξινό πάνω από καμινέτο ή/και αναπτήρα αν πρόκειται για hardcore πρεζάκι που βιάζεται τόσο να τρυπηθεί και το καμινέτο φαντάζει εκείνη την στιγμή περιττή πολυτέλεια.

  3. Σαν μέρος της έκφρασης «Μου/σου/του/της αρέσουν τα ξινά», αναφέρεται κυρίως σε ερωτικές καταστάσεις που «τσούζουν» σαν το ξινό, αλλά ταυτόχρονα αρέσουν συνάμα (σεξ από γκώλον, μικροοργιάκια, kinky καταστάσεις κ.α.). Μπορεί να ειπωθεί για όλους, γυναίκες, γκέι, κωλομπαράδες κτλ.

  1. - Βάζε στην μαρμελάδα πάντα μετά το βράσιμό της λεμόνι ή ξινό για να μην κρυσταλλώνει.

  2. - Με δουλεύεις ρε μαλάκα; Ξέχασες το ξινό; Πώς θα βαρέσουμε ρε τώρα; Πάμε στο μανάβη να πάρουμε κανά λεμόνι έτσι όπως τα'κανες!

  3. - Ωραίο μωρό η Γιώτα έτσι; Δεν λέει πολλά από φάτσα αλλά έχω μάθει από γνωστό μου που την πήρε ότι είναι πολύ χαλαρή κατάσταση και της αρέσουν τα ξινά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified