Further tags

Δέχομαι τις αρνητικές συνέπειες (κούραση, απογοήτευση κτλ.) μιας κατάστασης.

  1. Δεν ξαναγίνομαι administrator, να τρώω όλο το σκατό.
    (από το τραγουδάκι «Δεν ξαναγίνομαι administrator» του Anomaloss, που κυκλοφορεί στο ίντερνετ)

  2. - Τέλος οι μαλακίες... Τόσα χρόνια έφαγα το σκατό, αλλά επιτέλους έγινα φιλόλογος!
    - Μπράβο μαλάκα, θα χεστείς στο τάλιρο τώρα...

  3. (από εδώ)
    «Μπούχτισα στη μιζέρια και τη γκρίνια εδώ πέρα. Βαρέθηκα να κάνω το μαλάκα, να διοχετεύω την ενέργεια μου σε άκυρες φαντασιώσεις και να τρώω καθημερινά όλο αυτό το σκατό στη μάπα. Να πρέπει να γλείψω, να τσακωθώ, να λαδώσω και να μαχαιρώσω πισώπλατα για να κάνω τη δουλειά μου με άθλιες προϋποθέσεις και εξευτελιστικές αμοιβές.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γιαούρτια, εν προκειμένω, είναι τα χύσια.

Η πλήρης έκφραση είναι «στα μπούτια τρέχουν τα γιαούρτια». Και τρέχουν στα μπούτια όχι διότι για εκεί προορίζονταν (βλ. μπαντανάς), αλλά διότι το μουνί -ή ο κώλος- αδυνατεί να συγκρατήσει τέτοια μεγάλη ποσότητα σπέρματος και, βασικά, έχει ξεχειλίσει. Υπονοείται ίσως ότι δεν έχυσε μόνον ένας, αλλά πολλοί.

Πρόκειται για παλιά γηπεδική ιαχή η οποία, για κάποιο λόγο, ήταν δημοφιλέστερη στο μπάσκετ απ' ό,τι στο ποδόσφαιρο. Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δείξει την πλήρη κατατρόπωση.

  1. "Στα μπούτια, στα μπούτια τρέχουν τα γιαούρτια". (Ιαχή της εξέδρας)

  2. - Την αρπάξατε πάλι την κατοστάρα, αγορίνα μου ... στα μπούτια τα γιαούρτια, μαλάκες, που πήγατε και να μας κουνηθείτε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται μεταφορικά όταν θέλουμε να πούμε ότι το φαγητό που θα φάμε δεν είναι και τίποτα το ιδιαίτερο.

- Τι φαΐ θα φάμε σήμερα;
- Σκατά με φράουλες.

.. (από MXΣ, 23/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού you're gonna shit (your pants). Πέραν της φυσικής ανάγκης που οδηγεί στην αφόδευση, το υποκείμενο μπορεί να οδηγηθεί στην εν λόγω πράξη λόγω (α) φόβου και (β) έκπληξης.

  1. - Άμα την δεις το πρωί άβαφτη θα κάνεις κακά. Μην τρελαίνεσαι.

  2. - Το πήρα τελικά το εργαλείο. Μαύρο με μαύρα δέρματα και ΟΖ μαγνησίου. Άμα το δεις θα κάνεις κακά σου λέω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενισχυμένο λιαξ με την προσθήκη του αρακατάνγκ, το οποίο, άγνωστο γιατί, φέρνει σε μια γενικότερη αηδία.

- Έκλανα και ρευόμουν μαζί ρε μαλάκα. Πρώτη φορά το κατάφερα αυτό!
- Λιαξ αρακατάνγκ ρε νεάτερνταλ! Τι μάρκα μαλάκας είσαι εσύ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακριβής μετάφραση της γνωστής λαϊκής ρήσης «με πορδές δεν βάφονται αυγά» στη γερμανική. Παραδόξως, η συγκεκριμένη (γερμανική) εκδοχή ενώ χρησιμοποιείται κατά κόρον στην Ελλάδα, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή στις γερμανόφωνες χώρες.

Οι παραδοσιακές μέθοδοι βαφής αυγών τη Μεγάλη Πέμπτη είναι γνωστές και ευρέως καταγεγραμμένες στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία. Η χρήση πορδών δεν ανήκει στις μεθόδους αυτές για μια πλειάδα λόγων μεταξύ των οποίων και οι εξής:

  • η μπόχα δεν συνάδει με τη χρήση του αυγού
  • δεν υπάρχει μέχρι σήμερα επιστημονική απόδειξη για την παραγωγή χρώματος από την πορδή, πολλώ δε μάλλον του παραδοσιακού κόκκινου, κα
  • η όλη διαδικασία παρουσιάζει εργονομικά προβλήματα και είναι ιδιαίτερα χρονοβόρα.
  1. - Τι διάολο; Έχω δώσει 1500 ευρώπουλα μέχρι τώρα και χαΐρι δεν έχω δει. - Mit porden nicht vafen avgen χερ κομαντάντ...

  2. Αν δεν βρέξεις κώλο, ψάρι δεν τρως. Πως το λένε ρε παιδάκι μου; Μit porden nicht vafen avgen. Πρέπει να μπεις ψυχή τε και σώματι σ' αυτήν την ιστορία για να κονομήσεις.

Και όμως! (από Khan, 10/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά από γερό μεθύσι, γονατίζω μπροστά από τη λεκάνη της τουαλέτας για να ξεράσω. Σαν να την προσκυνάω δηλαδή...
Συνώνυμο: παίρνω τη χέστρα αγκαλιά.

(Εν μέσω γερού πιώματος)
1. - Τι έγινε ρε μαλάκα, πολύ ώρα ήσουνα στην τουαλέτα...
- Φίλε, προσκύνησα κανονικά... Δεν πίνω άλλο!!

  1. - Τι έκανες τόσην ώρα εκεί μέσα;; - Προσκυνούσα τη λεκάνη!

(από poniroskylo, 28/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά από γερό μεθύσι, γονατίζω και κρατιέμαι από τη λεκάνη της τουαλέτας για να ξεράσω.
Συνώνυμο: προσκυνώ (τη λεκάνη).

- Τι λιώσιμο ήταν αυτό χθες ρε μαλάκα... Τό 'πιαμε το τσίπουρο όλο!
- Άσε, μόλις γύρισα σπίτι δεν την πάλευα, πήρα τη χέστρα αγκαλιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «χέστηκες;» Είναι αντίστοιχο του «έκλασες;».

Απλά αυτό αναφέρεται στους γνώστες του «έκλασες;». Έχει την ίδια περίπου χρήση.

Α:
- Τι κάνεις, καλά; Μ:
- Χέστηκες ρε;
Α:
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν βλέπουμε κάποιον στο δρόμο και δεν έχουμε κατι πρωτότυπο να του πούμε για να τον χαιρετήσουμε. Αυτός ο κάποιος είναι σίγουρα φίλος μας, οπότε έχουμε οικειότητα μαζί του και ρωτώντας τον αν έχει κλάσει, κατευθείαν τον αποστομώνουμε και τον φέρνουμε σε δύσκολη θέση.

Καλύτερη περίπτωση είναι ειδικά όταν έχουμε γυναίκες στην παρέα και ο φίλος εκπλήσσεται εντελώς.

- Πού είσαι ρε, τι κάνεις;
- Έκλασες;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified