Further tags

Το όνομα του μεγάλου γερμανού μουσουργού Μπετόβεν εκφράζει κατά μιαν έννοια την ποιότητα. Αν αντικατασταθεί με κάποιο άλλο π.χ. Μπεζαντάκου, αυτομάτως η ποιότητα υποβαθμίζεται. Εν τούτοις η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιείται με σκοπό να ειρωνευτούμε κάποιον που παραπονιέται ότι αυτό που αγόρασε δεν είναι και το καλύτερο.

- Πήρα 2 πουκάμισα τις προάλλες, με 10 ευρώ το ένα. Το ύφασμα τους όμως χάλια, όσο σιδέρωμα και να τους ρίξεις, δεν στρώνουν με τίποτα.
- Και εσύ τι περίμενες να ακούσεις με 10 ευρώ; Μπετόβεν; Μην τα θέλουμε όλα δικά μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κυρίαρχο κόμμα της Ελληνικής δεξιάς, διάδοχος της Καραμανλικής ΕΡΕ (σ.ς. «Ε, ρε!» στην προδικτατορική σλανγκ).

Πανούσειας έμπνευσης λήμμα, αντικατοπτρίζει την πολιτική ιδιωτικοποιήσεων που ακολούθησε το κόμμα κατά την περίοδο 2004 -2009, ορμώμενο από τις προγενέστερες μετοχοποιήσεις (σ.ς. «ιδιωτικοποιήσεις» στην σλανγκ του ΘΑΣΟΚ) των ΟΤΕ, ΟΛΠ, κ.α., επί Σημίτη.

Παρά το νεοφιλελεύθερο προσωπείο, η Νέα Δημοπρασία παραμένει άκρως κρατικοδίαιτη, έχοντας εκτινάξει τους δημόσιους υπαλλήλους σε 833.000 (το ένα πέμπτο του ενεργού πληθυσμού) και το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 12,7% του ΑΕΠ, πριν ο Δον Μπουχέ παραχωρήσει το δαχτυλίδι στον ΓΑΠ για να αποσυρθεί στην Ραφήνα όπου απερίσπαστα πλέον πίνει μπάφους και παίζει Pro.

Βλ. επίσης: ΘΑΣΟΚ, μΠΑτΣΟΚ, ΣφΥΡΙΖΑ, Χρυσά Αυγά, Καμένοι Έλληνες.

Ασίστ: Χαλικού, εδώ.

- ΠΑΣΟΚ ΚΑΙ ΝΕΑ ΔΗΜΟΠΡΑΣΙΑ, ΤΙ ΣΚΑΤΑ ΘΑ ΑΝΟΥΝ ΜΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΩΝ ΧΥΤΑ;;;;
(εδώ)

- Στα στατιστικά το ΘΑΣΟΚ καταλαμβάνει 5 έδρες, η Νεα Δημοπρασία 4 και ΛΑΟΣ, ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ εξασφαλιζουν από μια έδρα.
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το γνωστό σαπιοκάραβο που ταξιδεύουμε όταν είτε δεν βρίσκουμε θέσεις στο «γρήγορο», είτε το προτιμούμε για το φθηνό εισιτήριο.

Γνωστά πλοία τέτοιου τύπου (μερικά δεν υπάρχουν) είναι τα: Ροδάνθη, Δημητρούλα, Παναγιά Εκατονταπυλιανή, Ποσειδών Εξπρές κτλ. Και αν απορείτε γιατί είναι σκυλοπνίχτες... ταξιδέψτε με λίγα παραπάνω μποφώρ :)

- Τελικά δε βρήκα εισητήρια με το γρήγορο για Νάξο. Θα πάμε με το... πώς το λένε...
- Κατάλαβα... με την Παναγιά την Σκυλοπνίχτρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια φράση από το ιδιόλεκτο του μοναδικού παμμεγιστοτιτανοτεράστιου Νίκου Αλέφαντου, την οποία χρησιμοποιούμε για να μειώσουμε τον συνομιλητή μας και να γείρουμε προς την πλευρά μας την πλάστιγγα των εντυπώσεων σε μια λεκτική αντιπαράθεση.

Με τη φράση αυτή, αυτοαναγορευόμαστε σε βαθείς γνώστες - ειδήμονες του αντικειμένου της συζήτησης και ταυτόχρονα υποβιβάζουμε τον συνομιλητή μας σε ρόλο μαθητή - ουραγού, που δε φτουράει μία σεταμάς και το καλό που έχει να κάνει, είναι να ακούει και να μαθαίνει από τη σοφία μας.

- Άκου τον άρχοντα: Ο Τζόρτζεβιτς πρέπει να γυρίσει στο κέντρο, δίπλα στον Στολτίδη, και να συγκλείνει μέσα δεξιά όταν βγαίνει στον ασβέστη ο Γκαλέττι, με τον Πάτσα ν΄ανεβαίνει πλάι στον Ντούντου και τον Τοροσίδη να καλύπτει το δεξί άκρο σαν έμβολο. Σ' τα εξηγώ ωραία;
- Ναι, αλλά κ. Αλέφαντε, ο Τζόρτζεβιτς έχει σταματήσει και ο Πάτσα με τον Στολτίδη είναι τραυματίες...
- Σ' τα εξηγώ ωραία;

(από xalikoutis, 03/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχίδι καλαβρέζικο: Το αρχίδι που είναι κάποιας καταγωγής.

-Κατάφερες τίποτα;
-Αρχίδια καλαβρέζικα έκανα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βαρύγδουπος αυτός όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στα τηλεοπτικά πράγματα από τον γκουρού της μεσημεριανής ζώνης Ανδρέα Μικρούτσικο για να περιγράψει μια κατάσταση αυτο-εξευτελισμού ενός καλεσμένου, ο οποίος έρχεται στην εκπομπή για να βγάλει τα εσώψυχα του στη φόρα, εμπιστευτικά σε πανελλήνια εμβέλεια.

Είναι χαρακτηριστική η τηλε-κανιβαλλιστική διάθεση με την οποία ο παρουσιαστής εκμαιεύει τα «παθήματα» και τις «συμφορές» που χτύπησαν τον καλεσμένο, αλλά και το «on-off» φαινόμενο, δηλαδή η σαδιστική ευκολία με την οποία θα διακόψει το ξέσπασμα του καλεσμένου για διαφημίσεις, για να το ξανασυνεχίσει αμέσως μετά.

Οι δε καλεσμένοι βρίσκονται στην κοσμάρα τους, λες και έχουν πάρει αρντάν, όλοι από το κοινό του στούντιο τους φτύνουνε και αυτοί νομίζουν ότι βρέχει, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που το γυρνάνε απότομα από δάκρυ σε γέλιο και τούμπαλιν, προδίδοντας μια συναισθηματική ρηχότητα. Γενικά, το λήμμα έχει ταυτιστεί με τηλεοπτικά υποπροϊόντα μεσημβρινής ζώνης, που όμως όλοι τα βλέπουμε (αν και τα καταδικάζουμε).

Μείνετε μαζί μας γιατί ακολουθεί η κατάθεση ψυχής του κ. Σκορδοπούτσογλου που λύνει τη σιωπή του για πρώτη φορά από τότε που τον άφησε η γυναίκα του επειδή τά 'φτιαξε με την κουμπάρα τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαράκτηρισμός για γυναίκα μετρίου αναστήματος, παχουλή και με μεγάλο στήθος.

- Κοίτα ρε κάτι βυζιά η Σούλα.
- Άσε ρε με τον κουβά... το σούπερ μάριο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια ατάκα που ξεπήδησε από τον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο, δια στόματος Κώστα Χατζηχρήστου (στο ρόλο του Ζήκου) προς τον Νίκο Ρίζο (στο ρόλο του Κιτσάρα). Μιλάμε για την ιστορική ταινία «Της κακομοίρας»

Η πλήρης ατάκα ήταν: «Για κοιτάτε ρε έναν Κιτσάρα, τρία πατώματα στο υπόγειο». Το ωραίο της υπόθεσης είναι πως ο Χατζηχρήστος, ήταν ελάχιστα ψηλότερος από τον Ρίζο (ο Ρίζος είχε τον επίσημο τίτλο του κοντού στον παλιό ελληνικό κινηματογράφο).

Όταν εκφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε απαξιωτικά και με έμφαση, σε κάποιον κοντοπίθαρο, σε κάποιον που έχει μπει στο πλύσιμο, σε κάποιον ένα και τίποτα, σε κάποιον τάπερμαν βρε αδερφέ, που λεονταρίζοντας, θα πει μια ατάκα στο στυλ της άλλης ιστορικής ατάκας του Ζήκου προς το αφεντικό του: «άντε μην ξεδιπλωθώ και γίνω ένα κι ενενήντα».

Η έκφραση κρύβει έντονη απαξίωση για τον συνομιλητή μας, αφού τη λέμε συσχετίζοντας το μπόι του με τη βαρύτητα που έχει σαν άτομο (κατά την άποψη μας). Δεν αρκούμαστε να μιλήσουμε για υπόγειο κι έτσι αναφέρουμε τρία πατώματα στο υπόγειο (πολύ κάτω από την επιφάνεια), θεωρώντας τον ανύπαρκτο, σκουλήκι, χαμένο, τελειωμένο.

Σα να λέμε, δηλαδή, σε έναν κοντό πως έχει επίπεδο χαμηλότερο από επίπεδο μετροπόντικα.

Κάποιος κοντός κάνει τον καμπόσο σε κάποιον, οπότε ο άλλος σκανάρονταςτον σε κλάσμα του dt, με έντονο απαξιωτικό ύφος του λέει:

- Μιλάνε όλοι, μιλάνε και τα τρία πατώματα στο υπόγειο. Δε χάνω άλλο τα λόγια μου μαζί σου. Άντε... Άντε μη φτύσω και πνιγείς.

(από GATZMAN, 07/05/09)(από GATZMAN, 07/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θρυλική ρήση του Θανάση Βέγγου ως πράκτωρ Θου-Βου. Γενικά είναι μια σλανγκ χαριτωμενιά για να πεις «Απαράδεκτο!», αλλά προσβάλλοντας λιγότερο τον άλλο, αφού τον αναβιβάζεις ταυτοχρόνως σε πράκτορα.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και αυτοαναφορικώς, για απαράδεκτες παραλείψεις των σλανγκιστών, δεδομένου του πόσο ψηλά έχουν θέσει τον πήχυ. Εννοείται ότι οι σλανγκιστές πρακτορεύουν την προώθηση της σλανγκ στην ελληνική κοινωνία.

Πηγή: Sasa.

Ύστερα από 11.000 ορισμούς κι ακόμη να λείπει το λήμμα «τσιμπουκώνω»! Απαράδεκτο για πράκτορες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Ο μηδέν βαθμοί»: Εντελώς απαξιωτικός χαρακτηρισμός προσώπου, εκφράζει κατά κύριο λόγο τον τελευταίο, τον ζίρο, τον μπιλοζίρο, τον απόλυτο λούζερ, τον μυθικό παθέτικ.

Ιστορική φράση, που είπε ο Άκης στον Τάκη (αναλυτικά στο παράδειγμα και ακουστικά στο μήδι). Ευρύτερα και εναλλακτικά, ο μηδέν βαθμοί αναφέρεται δυνητικά στα εξής:

  1. Ο μηδέν βαθμοί στην θερμοκρασία: θερμοκρασία που παγώνει το νερό. Είναι η θερμοκρασία που ρίχνει κανείς έναν κρύο, που την τρώει κανείς και είναι κρύα. Επειδή το κρύο δεν το θέλει κανείς και επιβάλλονται τα προκαταρκτικά, πρόκειται για χάλια σεξουαλικό υπονοούμενο (το αντικείμενο πρέπει να εξετάσει το θέμα της αυτοκτονίας). Το ίδιο χάλια υπονοούμενο είναι, όταν αναφέρεται και σε κάποιον που μόλις είπε ανέκδοτο.

  2. Ο μηδέν βαθμοί στο ποδόσφαιρο: ο τελευταίος στην κατηγορία του, εννοείται ότι είναι για υποβιβασμό, αλλά όχι μόνο αυτό, το άτομο δεν έχει ούτε μια νίκη, ούτε καν μια ισοπαλία, ο εντελώς αξιοθρήνητος που δεν την παλεύει μία λέμετε.

Λίγο ευνοϊκότερος χαρακτηρισμός είναι ο «μηδέν βαθμοί εκτός έδρας», οπότε αφήνει και μια ελπίδα για τους αγώνες εντός έδρας, κάτι είναι κι αυτό για να πιαστεί ο πνιγμένος από τα μαλλιά του, τουλάχιστον το ξεφτιλίκι δεν είναι απόλυτο.

  1. Ο μηδέν βαθμοί στην Eurovision: Η Eurovision είναι η περίπτωση όπου ο βαθμός είναι συνώνυμος του πόντου (δεν ισχύει πάντα, δεν μπορείς να πεις π.χ. μου ‘φυγε ένας βαθμός από το καλσόν) και η επιδίωξη των συμμετεχόντων είναι να βουτήξουν τους douze points!!!. Ο μηδέν βαθμοί, που θα πει ο «nul points», αναφέρεται μόνο όταν συνοψίζονται τα αποτελέσματα μιας χώρας. Πίκρα.

Κατ’ εξαίρεση, ο χαρακτηρισμός μηδέν βαθμοί μπορεί να θεωρείται πλεονεκτικός σε μερικές περιπτώσεις όπως:
1. στην μυωπία (όπου όσο πιο πολλοί βαθμοί τόσο πιο μεγάλη η στραβομάρα), ή 2. στην ιππασία (όπου οι βαθμοί αφορούν ποινή, σο, όσο πιο πολλοί βαθμοί τόσο πιο πολλή η ποινή, δεν το θέλουμε αυτό, δεν το θέλουμε α-α, θέλουμε να είμαστε ο μηδέν βαθμοί).

Αντί παραδείγματος, ο διάσημος διάλογος (ακουστικό πειστήριο στο μήδι 1):

Εδώ: Εκπομπή : Τηλεόραση TV MAGIC Θύρα 7

Πρωταγωνιστές : Τάκης Τσουκαλάς - Άκης - Τηλεθεατής
Θέμα : Απόδοση Καρεμπέ Κριστιάν και η αιτία της κακής απόδοσης του...

Τηλεθεατής (Τ) : Στο πρώτο ημίχρονο, αυτό θέλω να μου απαντήσεις, ο Καρεμπέ ήταν άρχοντας στο κέντρο;
Τάκης Τσουκάλας (Τ.Σ.) : Ναι
(Τ) : Εεε;
(ΤΣ) : Ναι.
(Τ) : Στο δεύτερο ημίχρονο γιατί έπεσε ο Καρεμπέ;
(ΤΣ) : Εσύ την ξέρεις την απάντηση;
(T) : Ναι.
(ΤΣ) : Για πες την.
(Τ) : Γιατί έβαλε τον Τζοβάννι μέσα.
(ΤΣ) : Α και δεν τα πάνε καλά ε;
(Τ) : Δεν ξέρω, μήπως έχουν κόντρα;
(ΤΣ) : Ναι έχουν κόντρα...
(Τ) : Άντε γεια!
(ΤΣ) :Ρε ... καραγκιοζάκο...
Άκης (Α) : Τι είπε;
(ΤΣ) : Μαλακία είπε... ρε καραγκιόζη...
(Α) : Ρε συ άστο ρε Τάκη, άστο μην βρίζεις ρε...
(ΤΣ) : Τι να μην βρίζω μωρέ τον καραγκιόζη άκουσες τι μαλακία είπε τώρα!
(Α) : Άστο μην βρίζεις.
(ΤΣ) : Ρε Άκη άκουσες τι είπε τώρα;
(Α) : Αν ξαναβρίσεις δεν ξανάρχομαι στον λόγο μου τώρα μην βρίζεις τον κάθε γελοίο.
(ΤΣ) : Βρε καραγκιόζης είναι...
(Α) : Μα είναι μόνος του είναι ανάγκη να τόνε βρίσεις εσύ μωρέ τώρα. Μάγκα τόνε κάνεις. Μιλάμε για έναν άνθρωπο, ο οποίος πρέπει να είναι πάνω από σαράντα χρονών και πήρε τηλέφωνο ποιος; Ο μηδέν βαθμοί πρέπει να είναι. Τι να σου πει ρε Τάκη τώρα. Σε κουρδίζει ο κάθε καραγκιόζης.
(ΤΣ) : Τι να κουρδίσει μωρέ ο μαλάκας τώρα.
(Α): Έλα μην βρίζεις ρε Τάκη σου λέω τώρα μην την κάνουμε την εκπομπή τώρα σου λέω μην βρίζεις στον λόγο μου τώρα.
(ΤΣ): Ρε να σου πω κάτι εε μάγκες εγώ επειδή τώρα είμαι και αλλού γιατί έχω ξεφύγει τώρα όχι ξέρετε από τα σημερινά δεν ξανάρχομαι για να έρθει ο καραγκιόζης εδώ να την κάνει αυτός... εντάξει... άντε παλιομαλάκα... Γιατί είχε κόντρα...

Μη βρίζεις ρε Τάκη! (από Galadriel, 19/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified