Further tags

Ο Νικολάι Γκόγκολ (βλ. εδώ και εδώ) ήταν Ρώσος ποιητής, συγγραφέας και μυθιστοριογράφος και θεωρείται ένας εκ των γιγάντων της ρώσικης λογοτεχνίας και ο πατέρας του ρώσικου ρεαλισμού. Γεννήθηκε το 1809 από γονείς Κοζάκους. Πασίγνωστα έργα του: ο Τάρας Μπούλμπα, το ημερολόγιο ενός τρελού, κλπ. Ένα χρόνο πριν πεθάνει ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους, όπου ένας ιερέας τον έπεισε πως η εργασία του είναι αμαρτωλή. Αυτό τον έκανε να καταστρέψει τα αδημοσίευτα χειρόγραφα του. Πέθανε στη Μόσχα το 1852.

Όταν κάποιος λέει, τη φράση: γίνομαι Γκόγκολ, δε μιλάει για μετενσάρκωση του Γκόγκολ. Μήπως όμως εννοεί πως θα γίνει λογοτέχνης σαν αυτόν; Το τοπίο θα ξεκαθαρίσει παρακάτω.

Όταν κάποιος λέει, γίνομαι Γκόγκολ, εννοεί πως έχει γίνει γκολ. Έχει πιει τα κέρατα του κι είναι σε μαύρα χάλια. Είναι σκνίπα! Είναι στη φάση που μετά βίας κρατάει επαφή με την πραγματικότητα κι εκπέμπει την ατάκα: γίνομαι Γκόγκολ από το «μαύρο κουτί» του (είναι «απογειωμένος» γι' αυτό και ο λόγος για «μαύρο κουτί»).

Το διπλό γκο (στη φράση: γίνομαι Γκόγκολ) εκφέρεται από τραύλισμα της γλώσσας ένεκα κατάποσης του Βόλγα (ποτάμι συμβατό με την πατρίδα του Γκόγκολ). Στη φάση που είναι πουτινιές δεν μπορεί να κάνει, καθότι ο Πούτιν δεν είχε γεννηθεί τότενες. Μπορεί να κάνει κάτι άλλο όμως.

Μπορεί να δημιουργήσει λογοτεχνικά έπη, όπως το ημερολόγιο ενός τρελού νούμερο Χ (κάθε μεθυσμένος δημιουργός κι ένα update), ο άγριος Κοζάκος αρχηγός Τάρας Μπούλμπα Χ (που τον είχε ενσαρκώσει στον κινηματογράφο ο Γιουλ Μπρίνερ) κλπ. Πίνοντας, πίνοντας, αντί να καραφλιάσει αυτός (αφού δε θα καταλαβαίνει τι λέει), θα κάνει τους άλλους Γιουλ Μπρίνερ (παρεμπιπτόντως σε κάποια σκηνή του Τάρας Μπούλμπα παίζει άγριο πιόμα).

Άρα μεθώντας, κάνει φιλολογικό μνημόσυνο στον Γκόγκολ και συνεχίζει το έργο του στο οχληρό περιβάλλον των οινοποτείων. Αν λοιπόν θέλει κανείς να διασωθεί το έργο του δεν έχει παρά να ηχογραφεί την ώρα της δημιουργίας.

Κλείνοντας αποτείνω τις θέρμες μου ευχαριστίες στους φίλους Ιονά και Παυλέα για την ωραία ιδέα. Ειλικρινά, παιδιά αποδείχτηκε πολύ ενδιαφέρον το λήμμα. Όταν το αναλάμβανα είχα κάποια υποψία αλλά με τίποτα δεν μπορούσα να φανταστώ, την απόλαυση που θα με περίμενε στην πορεία. Γκόγκολ σπέκια !

Μεθυσμένος: Η γη γυρίζει, χικ. Καλά το 'πε κι ο Γαλιλαίος που δεν ήταν από τη Γαλιλαία, αλλά από την Ιταλία.
Ταβερνιάρης: Μαζεύτε τον ρε. Ξέφυγε ο κρασοπατέρας!
Μεθυσμένος: Δεν είμαι κρασοπατέρας... χικ... Γίνομαι Γκόγκολ... Ξέρεις ποιος είναι ο Γκόγκολ; Ο πατέρας του ρώσικου ρεαλισμού είναι. Μην εμποδίζετε το δημιουργό... χικ... να ξεράσει τις ιδέες του... χικ. Ταβερνιάρης:Τα 'χει κάνει ρώσικη σαλάτα μου φαίνεται. Μεθυσμένος: Όπως ο Γκόγκολ έσκισε κάποια αδημοσίευτα τεφτέρια του... χικ... έτσι και το δικό μου έργο δε σώζεται... χικ... Κακόμοιρε δημιουργέ... Κανείς δε σε σκέφτεται... χικ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η συνήθεια αρκετών κατεστραμμένων παρεών ολκής να πηγαίνουν το βράδυ έπειτα από διαρκές κάψιμο με ξύδια και χόρτα στο σπίτι αυτού που του χουν μείνει αλκοόλ και φούντες, ώστε να λάβει η ανεπίσημη αυτή γιορτή ένα τέλος, πιθανότατα όντας όλοι αλοιφή σε καναπέ κρεβάτια, καρέκλες και πατώματα (λες και δεν τα χουν ήδη χορτάσει αυτά, όλοι οι ρούκουνες!)

- Έλα πάμε στον Στελάρα να φάμε, και μετά τελετή λήξης στου Μήτσου.
- Καλά ρε δράκε, κι άλλο θες; Δεν χόρτασες κραιπάλες για σήμερα;
- Μόνο με την τελετή λήξης σταματάει, αφότου παραδώσουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικά: χρησιμοποιείται για να κάνουμε αντιληπτή στους άλλους την βλακεία που έκανε ένα τρίτο πρόσωπο.

Ειδικά: μπορούμε επίσης να το πούμε αναφερόμενοι (σε αγώνες π.χ. ποδοσφαίρου στο γήπεδο) σε παίκτη που κάνει την μπαπατάτα του είτε μένει άπρακτος στον αγώνα, έτσι ώστε να δείξουμε πως έχει καταντήσει μπαρ!

Παρατήρηση: ο αριθμός αλλάζει ανάλογα με το νούμερο του παίκτη.

- Κοίτα να δεις που θα το χάσει...
- Μπα δεν νομίζω, είναι σχεδόν μόνος του με το τέρμα...
- Άουτ!
- Στο 'πα, αυτός κοιμάται όρθιος σήμερα!
- Μια σαμπάνια στο 4 ρε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από παλιά διαφήμιση των '80ς, που διαφήμιζε σαμπουάν με μπύρα στα συστατικά του. Και προειδοποιούσε χιουμοριστικά τον θεατή ότι είναι σαμπουάν από μπύρα για να λουστεί, κι όχι μπύρα για να την πιει. Πλέον χρησιμοποιείται στα πλαίσια διασπερμάτευσης, όπου προειδοποιείται ο παθητικός τι να κάνει με τα φλόκια. Μεταφορικά, για κάθε αναποδιά, δυσκολία. Δεν ξέρεις τι είναι χειρότερο, το λούσιμο είναι μεγαλύτερο μπλέξιμο, αλλά το πιοτό πάει σε μεγαλύτερο βάθος.

Ευχαριστώ τον Ειρωνικόλα, που μου το θύμισε...

- Θα πέσει έξω η εταιρεία τώρα με την κρίση;
- Θα είναι «μην την πιείτε, λουστείτε» φάση. Δεν θα πάει πολύ βαθιά.

(από jesus, 15/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι μεγάλοι πόται γνωρίζουν ίσως τη φιάλη του ποτού ουίσκι φέρον την εμπορική ονομασία «100 pipers» ελληνιστί εκατό αυληταί.

Εις τα ορεινά χωριά της Κρήτης, οι Κρήται χωριάται περιοίκιοι αποκαλούν τιαύτο ουίσκι ως «Εκατό πίπες» δια λόγους συντομίας! Ευρηματικότατο, εάν και εφόσον το οινοπνευματοποτείον (κοινώς μπαρ) απασχολεί άνδρα και ουχί γυνή εις την θέσιν του μπαρ.

Μανούσος: «Μπρε συ, ήντα γίνεται εδά γύρω γύρω! Να μου βάλεις θέλει ένα από κιονά του ουίσκτσι, πώς το λένε δα, το εκατό πίπες; (μτφ: χαίρετε ω φίλε! Πώς διαβιώνεις; Θα ήθελες να μου σερβίρεις ένα ουίσκι, δεν ενθυμούμαι καλώς το όνομά του, εκατό πίπαι αν δεν απατώμαι;»)

Σήφης: «Εδά πάλι! Εξετέλεψε μπλιό! Θές ένα δίμπλε; (Ωωω, φοβούμαι πως τιαύτο ουίσκι έχει πλέον τελειώσει... θα ήθελε ανταυτού ένα dimple;»)

101 damnations, Σήφη, το Dimple μου μέσα! (από Vrastaman, 11/02/09)

Δες και Διακόσιες Πίπες. Επώνυμα ξίδια: μαλάμω (Μαλαματίνα), Ιωάννης Βαδιστής, ο Γιάννης που πορπατάει, Περπατόγιαννος (Johnnie Walker), πέρδικα, φάμους γκράους (Famous Grouse), εκατό πίπες (100 Pipers), δεκατεσάρ' (Cutty Sark), θείος Τζακ (Jack Daniels).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικά ο όρος παραπέμπει σε βραδιά, όπου μπορεί να μιλήσει ένας συγγραφέας για το έργο του, για ένα νέο βιβλίο του, να γίνει αναφορά στο έργο ενός υπόγειου λογοτέχνη, να γίνει συζήτηση γλωσσολογικών θεμάτων, να μιλήσουν διάφοροι λογοτέχνες για τα αναφερόμενα θέματα, να γίνουν ερωτήσεις από δημοσιογράφους, κριτικούς, λοιπούς παρευρισκομένους, να γίνει υπογραφή αντιτύπων βιβλίων, κλπ.

Κατά τη βραδιά, όπως είναι φυσικό, το ύφος του λόγου των ομιλητών είναι λόγιο, δεν γίνονται διακοπές των συνομιλητών, η ένταση του ήχου κρατείται σε λογικά επίπεδα, το ντύσιμο των προσκεκλημένων είναι ευπρεπές και είναι από καλό, ως σχετικά επίσημο, προσφέρονται χαλαρά κεράσματα (π.χ: γλυκά, βουτήματα, τσάι, πορτοκαλάδα, κλπ) και το πρόγραμμα λήγει νωρίς το βράδυ. Όλα φαίνονται πως ακολουθούν κάποιο πρωτόκολλο που αρμόζει στη βραδιά.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε υποτιμητικά για μια βραδιά, στην οποία υποτίθεται πως θα γίνει... άγριο γλέντι, ξεσάλωμα, πως θα υπάρχει ανεβαστική μουσική με ένταση σχετικά δυνατή, πως... θα γίνει η κρασοκατάνυξη, κρασοπατινάδα, πως το καρουισκάκι θα ρέει σαν τον Αχελώο, πως θα υπάρχει χορός, πως θα πέσει ο χορός της αρκούδας μέχρι τελικής πτώσεως, πως θα πέσουν ... μπυρουέτες, πως θα υπάρχουν ενδιαφέρουσες παρουσίες (π.χ: εκφυλογκόμενες, λικνιτζούδες, ανάφτρες, παστάκια, κλπ) και πως το γλέντι θα λήξει τις πρωινές ώρες.

Αντ' αυτού η βραδιά αποδεικνύεται κατώτερη των προσδοκιών. Τα πάντα κυλούν χαλαρά, δεν υπάρχουν ενδιαφέρουσες παρουσίες, η βαρεμάρα ατέλειωτη, η μουσική αδιάφορη και σε χαμηλή ένταση, και η βραδιά τελειώνει νωρίς.

- Πώς περάστε χθες στο νέο κέντρο που σας σύστησε ο Πέτρος;
- Παπαριές. Μας μιλούσε ο μαλάκας για τη βραδιά του απόλυτου ξεσαλώματος με ζωντανή ορχήστρα, ρεμπέτικα, αφηνιασμένα άλογα και λοιπά αμαρτωλά και μας πήγε σε μια φιλολογική βραδιά. Αισθανόμαστε σα να είχαμε πάει για παρηγοριά σε μνημόσυνο.
- Σας είχε πει νομίζω πως εκεί συχνάζει κι η Λίλιαν.
- Ναι. Είπε κι άλλα κουλά.
- Και τι έγινε;
- Άσ'τα. Δεν υπήρχε ζωντανή ορχήστρα, κάτι μπάζα ήταν εκεί, το service χάλια. Η... βαρεμάρα. Κι όσο για τη Λίλιαν... Μας είπαν πως έχουν να τη δουν από τότε που βγήκαν οι λάσπες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τζακ ο αντεροβγάλτης αποτελεί αδιάσπαστο μέλος κάθε παρέας που σέβεται τον εαυτό της. Αποτελεί τον μόνιμο περίγελο και όπλο κατά της βαρεμάρας. Αν και η ονομασία παραπέμπει σε φρικιαστικά εγκλήματα, στον Τζόνι Ντεπ και σε κόμικ του Φρανκ Μίλερ (κι όμως!) το πραγματικό της νόημα διαφέρει πάρα πολύ. Στην ουσία είναι προσωνύμιο εκείνου του ατόμου που ξερνοβολάει τα άντερά του μόνο με τη σκέψη του «θα βγούμε έξω».

Συνήθως είναι ο κλασσικός τύπος που δεν πίνει εκείνος το ποτό αλλά εκείνο τον πίνει. Το στομάχι του δεν μπορεί να αντέξει όχι αλκοόλ αλλά ούτε και ένα ποτήρι χαμέμηλο. Παρ' όλα αυτά πίνει σαν πούστης (κολλάει και το σαν μαύρος αλλά ποτέ δεν ανέβασα λήμμα της κατηγορίας Ρατσιστικά και ούτε θα το κάνω). Αφού έχει πιει σαν πούστης πίνει ακόμη λίγο και σε χρόνο dt έχεις δει τι έχει φάει όλη την προηγούμενη εβδομάδα, γιατί ο άτιμος είναι και δυσκοίλιος και το φαΐ μένει στο στομάχι όσο χρόνο χρειάζεσαι εσύ για να στήσεις την τραπεζαρία HARKA μαζί με τις καρέκλες από τα ΙΚΕΑ (μιλάμε έφτυσα αίμα...). Βέβαια υπάρχουν και οι τύποι που δεν χρειάζεται να κατεβάσουν ολόκληρο το αμπάρι του Cutty Sark για να νιώσουν τις ευεργετικές ιδιότητες του εμετού. Αρκεί μια ματιά στο πιοτί, η μυρωδιά της ανάσας κάποιου που έχει πιει ή έστω το σλόγκαν «Μια ζωή ρετσίνα Μαλάματινα!» για να μάθετε τι σκατά βάζει η μάνα του στα κουλουράκια της και είναι τόσο νόστιμα.

Το λήμμα είναι εξαιρετικά ευέλικτο ως προς τον τρόπο εκφοράς του. Μπορεί να ακουστεί ως έχει, μπορεί να ακουστεί ως [όνομα φίλου] ο αντεροβγάλτης, μπορεί να ακουστεί ως αντεροβγάλτης σκέτο ή ακόμη, για πολύ προχώ καταστάσεις εμπειρίας 50 και άνω εμετών, σκέτο Τζακ (καμιά σχέση με παραγγελία το τελευταίο, το αντίθετό του δεν είναι Τζόνι κόλα).

(Θα ήταν προτιμότερο να έγραφα «Ο φίλος μου ο Βασίλης» και να ανέβαζα ένα βίντεο αλλά είναι και τα προσωπικά δεδομένα. Οπότε ο Κλέαρχος μαζί με την Μαρίνα την γκόμενά του συζητούν για τον κοινό τους, όχι ψηλό, φίλο)

Μ: - Αφού τον ξέρεις τι του δίνεις να πιει. Πάλι ξέρασε ο Τζακ ο αντεροβγάλτης και πάνω στα παπούτσια μου!
Κ: - Καλά τρελή είσαι; Μόνος του το άρπαξε το μπουκάλι! Πάντως από ό,τι βλέπω το χρώμα του ξερατού πάει τέλεια με το γούστο σου!
Μ: - Το καταλαβαίνω κάθε φορά που μου λες καλημέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για να εκφράσει ένα καταστροφικό ξενύχτι με ισχυρές δόσεις αλκοόλ. (βλ. γίνομαι κώλος)

Εκεί που μέσα στα κωλοτρυπίδια σου δε θυμάσαι τίποτα απολύτως σχετικά με το τι και πώς έγινε.

Και χανγκάιβερ να είσαι, πάλι δε πρόκειται να βρεις τρόπο να συνέλθεις.

Έχει ειπωθεί και με ταυτόχρονη κίνηση των δαχτύλων στα πλήκτρα Ctrl+Alt+Delete για να προσδώσει γλαφυρότητα.

- Ρε χτες φορμάτ σου λεω! Ήπια μια κάβα και με κουβαλάγανε. Ελπίζω να μην έγινα τελείως ρόμπα.

(από notheitis, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λόγος για τον παλιό πολιτικό, πρώην υπουργό της Νέας Δημοκρατίας και πρώην βουλευτή Κοζάνης, Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, για την αγάπη του στο ούζο και τα άλλα αλκοολούχα που τον χαλάρωναν, τον αναψοκοκκίνιζαν και, γι' αυτό, αυτός ήταν συνέχεια μέσα στην καλή χαρά και στο τσακίρ κέφι.

Κάπου στην Κοζάνη μετά από λόγο του εν λόγω πολιτικού:
- Είδες τι ωραίο λόγο έβγαλε ο Μιχάλης; Δεν ήταν σφιγμένος σαν τους άλλους. Δεν είχε ξύλινο και τυποποιημένο λόγο. Τα λόγια του έδιναν ελπίδα.
- Ε βέβαια, όταν το ούζο δώδεκα τα πίνει, το αίμα αραιώνει, τα προβλήματα φαίνονται λιγότερο δύσκολα απ 'ο,τι είναι κι έτσι ο λόγος του δίνει ελπίδα.
- Α... γι' αυτό ξεκίνησε τον λόγο του με: «χικ» και τον έκλεισε λέγοντας: «στην υγεία μας».

(από GATZMAN, 23/09/08)(από GATZMAN, 23/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά έκφραση που σημαίνει μεθάω ελαφρά. Συνώνυμο του «τα κοπανάω».

- Μαμά γιατί είναι έτσι σήμερα ο μπαμπάς;
- Ε, τα έτσουξε χθες λιγάκι με τους φίλους του, δεν είναι τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified