Selected tags

Further tags

1.Υπερπροσπαθώ για αβέβαιο αποτέλεσμα. Το αδύνατον της έκβασης σχεδόν προκρίνεται, ειδικά όταν αυτός που καταβάλλει την προσπάθεια βρίσκεται ακόμα υπό το ακαφελόγιστο και η παραζάλη μεταξύ ξύπνιου και ύπνιου αν και στέκεσαι στα δύο σε κάνει να φέρνεις πιο πολύ σε ζόμπι παρά σε άνθρωπο. Ο διάολος εδώ δηλώνει το ζόρικο του πράγματος, της δύσκολης αυτοσυγκέντρωσης, αυτού που διαβάλλει τον ειρμό, τη σκέψη. Όνομα και πράμα, κάνει ότι λέει ο ίδιος, μόνο που εδώ ο διαβολέας είναι ο ίδιος ο δράστης της ίδιας του της ενέργειας, αυτός και ο φραγμός με γκάφα - υπερβολή που προκάλεσε την αχρηστία του, πριν βρεθεί σε κατάσταση νεκροζώντανου. Τα πράγματα για να λυθούν είναι απλά. Ένας καφές, περισσότερη συναίσθηση, πεποίθηση ή συνειδητοποίηση κι έτσι έρχεται πιο κοντά το επιθυμητό αποτέλεσμα. Συνώνυμα: σκουντουφλώ, παραπαίω.


1.- Ξύπνησα το πρωί με ένα κεφάλι νά!
- Ξύδια;
- Πολλά... Άσε, όλο το πρωί βαρούσα σαν το διάολο να διαβάσω για μεθαύριο, αλλά τίποτα... Πάλι τα ίδια θα γίνουν απόψε... Με τέτοια μυαλά αν αυτή τη φορά περάσουμε μάθημα, εμένα να με χέσεις...

2.Καταβάλλω υπερπροσπάθεια για αποτέλεσμα που δεν εξαρτάται από μένα το τελικό του σκέλος, παρά ένα μεγάλο του μέρος από την επίδοσή μου, το φιλότιμό μου, την ευσυνειδησία μου. Βιοπαλεύω για την κοινωνική και ηθική πραγματικότητα με πρόθεση αγγέλου και δύναμη διαβόλου.


- Κάθε μέρα, μωρέ αντίχριστε, να ξυπνάω αχάραγα, ν'ανοίξω το μαγαζί, να βαρώ σα διάολος, να τα βάζω με θεούς και δαίμονες, να ανέχομαι το μακρύ και το κοντό του καθενός τρελού, κι όλα αυτά.για να βάλω κάνα φράγκο στην άκρη μωρέ, να σε κάμω άνθρωπο, να γίνεις κάτι, να μην πνιγείς εδωμέσα... Μα εσύ... Εσύ δεν έχεις ψυχή!
- Εσύ φταις! Εσύ μ' έκανες αυτό που είμαι. Εσύ με βόλεψες για να ξεβολεύεσαι, να βασανίζεσαι παραπάνω, να μη μ'αφήνεις να υποφέρω κι εγώ, να νιώθω ο,τι κάνεις όμως μετά να το'χεις αυτό απαίτηση! Φάε με τώρα στα μούτρα, χωρίς παράπονο!Κι εγώ βαρώ σα διάολος από την αχρηστία που μ'έκλεισες, ακόμα και στο να πετύχω το πιο απλό από την ανασφάλεια που μια ζωή μου φέρεσαι σα μπέμπης!

Got a better definition? Add it!

Published

1.Όταν η έκβαση ενός γεγονότος δεν πηγαίνει κατά πως θέλουμε και ο πράττοντας που ανέλαβε ως πληρεξούσιος ή έμπιστος να την διεκπεραιώσει δεν έφερε το αναμενόμενο κατόπιν σχεδίασης αποτέλεσμα. Ναι μεν, τα έκανε θάλασσα, αλλά από την άλλη να μην κρατάμε και κακία ο ένας στον άλλο, ούτε παρεξήγηση να γίνεται.


- Τί είναι τούτο 'δω, ρε μαλάκα; Τί σού'πα να μου φέρεις και τί μου έφερες;! Ρε ηλίθιε, τελευταία στιγμή, εδώ ο κώλος μας καίγεται κι εσύ μας κάνεις παιχνιδάκια; Σ' έπιασε η μαλακία σου πάλι; Έχω αύριο να παραδώσω εργασία, για τον ηλίθιο νταλκά σου και την πουτάνα την πρώην γκόμενά σου την ανέβαλλα και την προχειροέγραφα, για να σου ανεβάσω το ηθικό, ένα μήνα τώρα ρε, τελευταία στιγμή που μπορώ κι εγώ να κάτσω σαν άνθρωπος να τη φτιάξω... Σε εμπιστεύτηκα ρε κι εσύ τον παίζεις; Είσαι σοβαρός; Καταλαβαίνεις τί έκανες;
- Εγώ... Εγώωωω....
- Άντε χέσε μας μωρέ! Μ' άλλα λόγια: "ν' αγαπιώμαστε" είσαι! Θα με κρεμάσει αύριο ο καθηγητής, πόσο να με καλύψει πια που τόσο καιρό του το κάνω γαργάρα; Εγώ στα δύσκολα, εκεί: για όλους!Και για μένανε κανείς... Αχ!...

2.Όταν ένα άτομο μας φερθεί με εντελώς ασυνήθιστο και σκληρό τρόπο, ή ακόμα όταν το έχει αυτό συνήθειο, παρόλα αυτά έχει την απαίτηση να μην παρεξηγούνται οι βαθύτερες αγαθές προθέσεις του, που δεν ξέρει όμως να τις εξωτερικεύει με αντίστοιχες πράξεις, με αποτέλεσμα να σε κάνει (με τρόπο που να το απαιτεί) να πρέπει να μυρίσεις τα νύχια σου κάθε φορά για να τις καταλάβεις. Αυτό είναι πάγια τακτική μεταξύ συναισθηματικών εκβιαστών στο αιώνιο παιχνιδάκι του ποντικού και της φάκας, που πάντα το ποντίκι είναι ο παθολογικός ευχαριστίας (pathological pleaser vs pathological teaser in a bad way).


- Το'χεις σκεφτεί ότι κάποιοι άνθρωποι μπορεί να αγαπούν αλλά δεν έχουν τον τρόπο να το δείξουν;
- Όχι. Γιατί αν αγαπούσαν πραγματικά, οι εγωισμοί μπαίνουν στην μπάντα. Το μόνο που θες είναι να βρεις μια λύση, μια διέξοδο αυτού του συναισθήματος και δε λυπάσαι τα λάθη μέχρι να τον βρεις αυτόν τον τρόπο, ούτε τα φοβάσαι. Ο στόχος σου είναι αυτός. Άρα, όποιος δεν το κάνει, κατά βάθος δεν τον ενδιαφέρει, άσχετα με το τί θα ήθελε η μελό - ρομαντική ψυχούλα σου προσωπικά. Το ηθικό σου δεν μπορεί να γίνεται βορά κανενός. Αλλιώς καλά τηνε παθαίνεις.
- Ωραία. Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι. Τί να τους κάνουμε; Να τους σκοτώσουμε; - Να μην τους δίνουμε σημασία. Αλλιώς παίρνουν το μήνυμα ότι πάντα ο μαλάκας θα είναι εκεί, θα ανέχεται, θα υποφέρει κι αυτοί.δε θα ζορίζονται να βάζουν μυαλό. Απλώς τους εγκαταλείπεις. Στο περιθώριο, τον πρώτο καιρό από εγωισμό θα παριστάνουν ότι δεν τους είναι επώδυνο που τους εγκατέλειψαν όλοι, αλλά μετά όταν η μοναξιά αρχίσει να τους τσακίζει θα πονέσουνε, αλλά θα γίνουν άνθρωποι. Αλλιώς μ'άλλα λόγια:"ν'αγαπιώμαστε", άμα είναι να τους ανέχεσαι, γιατί έτσι δεν τους αφήνεις να μεγαλώσουν, να ωριμάσουν να κάνουν τον φυσικό κύκλο όλων των όντων σ'αυτή τη γη, να μάθουν.

Σχόλιο: Προτιμώ το λήμμα με αυτήν τη γραφή και όχι χωρίς τα σημεία στίξης, διότι έτσι αναδεικνύεται η έκφραση "ν' αγαπιώμαστε" ως παρατιθέμενη που είναι ο στόχος της έκφρασης ενώ το "μ'άλλα λόγια" είναι η επεξηγηματική εισαγωγή, ανεξαρτήτως δυνατότητας εύρεσής της στη μηχανή, ή αιτήματος για ισοπεδωμένη γραφή λόγω νιλοποίησης (=εκμηδενισμού των αρχικών συστατικών που την αποτελούν που την οδήγησαν στην τυποποίηση: αυτή η συγκεκριμένη, ακόμη αναλύεται).
Προτίμησα τη γραφή με ωμέγα στο "αγαπιώμαστε" αναγνωρίζοντας την προέλευση από το "αγαπώμεθα" κι όχι το "αγαπιέμαι" που ετεροιώνεται σε "αγαπιόμαστε".(εναλλαγή -ιε, -ιο κατά την κλίση στην οριστική του ενεστώτα της μεσοπαθητικής της ν.ε.)
Τέλος η έκφραση εμφανίζεται και στο γούγλη συνηθέστερα ως "άλλα λόγια ν'αγαπιόμαστε", αλλά κττμγ, αλλοιώνεται το νόημά της που είναι να πούμε άλλα λόγια να πούμε και ξανά ν'αγαπηθούμε έτσι, αντί να ληφθεί εκ των προτέρων ότι αγαπιώμαστε, αλλά κάποια περιστατικά που επιδιώκουν να κλονίσουν αυτή τη σχέση, πρέπει να λαμβάνεται a priori ότι αυτό ισχύει, ώστε να μην υπάρχει κάκ(ι)ωση μετά.
Το "και μαζί να δουλευόμαστε" είναι για να συνεχισθεί το παιχνίδι ποντικιού - τυριού - φάκας στο διηνεκές, γιατί χωρίς αλάτι ή ζωή με φαύλες καταστάσεις για τους ενοχικούς μαζόχες, δεν τρώγεται.

Got a better definition? Add it!

Published

1.Pas question! Ούτε συζήτηση! Ούτε (να τολμήσεις) να το διανοηθείς. Αποθάρρυνση που λειτουργεί αποτρεπτικά για τον αποδέκτη και ο,τι πρότεινε ή είπε με έντονα επιπληκτική διάθεση. Χρησιμοποιείται αντί της προστακτικής ενεστώτα "ξέχνα το", μετριάζοντας την επιθετικότητά της, αλλά αναβαθμίζοντας το δασκαλίστικο ύφος της. Ο φρονιμότερος (ίσως και μεγαλύτερος σε ηλικία) βάζει μυαλό και θέτει όρια στον υπό την επίβλεψή του συνομιλητή που συνήθως των χαρακτηρίζει μια τάση ελαφρότητας παραπάνω. Τα πράγματα εδώ για τον επιπλήττοντα είναι αδιαπραγμάτευτα και δε χαρίζει κάστανα.


- Και είπαμε με τα κορίτσια να πάμε στη συναυλία των motörhead. Να, εδώ δώσαμε ραντεβού αύριο τ' απόγευμα...
- Αυτοί οι παλιοροκάδες σας κάψανε! Με τα μαλλιά μέχρι το πάτωμα και τα μυαλά στα κάγκελα! Να πας και να μου πάρεις και τίποτα ναρκωτικά;
- Έλα ρε μάνα, μη γίνεσαι σπαστικιά... Εγώ φταίω που έρχομαι και σ'τα λέω και τα καρφώνω... Ήθελα να'ξερα πιο παιδί άλλο κάνει τέτοιες βλακείες, να του τη σπάνε και να τ'ακούει κι από πάνω... Ένα συγκρότημα είναι, πώς κάνεις έτσι!...
- Δεν το'ξερα πως έπρεπε να συμφωνήσω και να συνεργαστώ! Άκου να σου πω, επειδή έχεις σηκώσει μπαϊράκι αλλά αυτά δεν τα σηκώνω εγώ, είμαι η μάνα σου και πρέπει να μ'ακούς. Τα παράπονά σου στις φίλες σου! Δε θα πας, πάει και τελείωσε. Βγάλ'το απ'το μυαλό σου. Ξέχασέ το.

2.Δεν υπάρχει, είναι απίστευτο, είναι άφθαστο, τέλειο και για άνθρωπο: είναι τσακάλι και δεν πιάνεται, είναι ικανότατος στα όρια της ιδιοφυίας και του θαυμασμού που προξενείται από έντονο δέος, συστολή και ταπεινότητα προς αποδοχήν του ανωτέρου που αναγνωρίζεται η αξία του χωρίς περιθώριο για μικροπρέπειες και μικροψυχίες. Αυτός που επιβάλλεται ως ο καλύτερος και το κερδίζει με τα τσαρούχια. Απαλάξου λοιπόν από την έγνοια του μπελά σου, γιατί ο Μεσσίας ο ανυπέρβλητος θα σε σώσει και θα καθαρίσει για σένα. Απλώς ξέχασέ το κι ασ' τον εκείνον να κάνει τη δουλειά. Εσύ κοιμάσαι και η τύχη σου δουλεύει από τον "ξέχασέ το", ΤΗΝ αυθεντία... Δε χωρεί αμφιβολίας περί τούτου μη με λες Ασημίνα, Λαμέ, Λαμέ να με λες.


- Πω ρε φίλε... Ασ'τα γιατί είμαι να με κλαιν οι ρέγγες. Δεν ξέρω τί σκατά έπαθε το τάμπλετ μου... Τρία χρόνια απ'τη ζωή μου έχω κει μέσα, εργασίες, αρχεία, χώρια τις φωτογραφίες και δεγκζερωγωτί... Μού'ρχεται να πάω να πεθάνω... Απ'όπου και να με πιάσεις, θα σκάσω! Γαμώ την τύχη μου...
- Πώς κάνεις έτσι! Θα πω του Αντωνάκη και να δεις θα τη βγάλει την άκρη... Είναι διάολος σ'αυτά. Έννοια σου...
- Αλήθεια; Είναι τόσο καλός;
- Ξέχασέ το.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος δε βάζει μυαλό, είναι ανεπίδεκτος μαθήσεως και τα ρέστα παγωτό, άμα λάχει να 'ουμ', αποτελεί πηγή έμπνευσης μυρίων χαστουκίων εις βάρος του, μπας και στρώσει. Ο επιθετικός προσδιορισμός εδώ δηλώνει τρόπο, δηλαδή για χαστούκια ακατάσχετα, ασύστολα, καταιγιστικά, άτσαλα, εμμονικά, δυνατά, εξοργιστικά και σοκαριστικά προς τον με-το-βλέμμα-το-βαθύ-της-κότας αποδέκτη. Μπορεί όμως και το έξυπνο πουλί από τη μύτη να πιαστεί και να κάνει μια γκάφα ολκής, που ισοδυναμεί με πολλές μικρότερες και αυτή να επισύρει πολλά και τρελά χαστούκια ως ποινή. Το χειρότερο είναι ότι στη δεύτερη περίπτωση τις περισσότερες φορές υπάρχει συναίσθηση της γκάφας πριν καλά καλά αυτή γίνει λόγω των αστάθμητων παραγόντων που ο δράστης μεν δεν αγνοεί την ύπαρξή τους, αλλά από την άλλη δεν ξέρει και πως να προφυλαχθεί απ'αυτούς.


1.- Μου χύθηκε το κρασί!
- Αμάν μωρέ, γαμώτη μου, μέρα που είναι!... Σ' έστειλα, να φέρεις κρέας και πήρες απ'το λαιμό, συμπλήρωσες την τσικουδιά με νερό, το'βαλες να ψήσεις ελληνικό σήμερα, σε λίγο η γαλοπούλα θα βγει κι αυτή από τα λιντλ! Δεν υποφέρεσαι πια με τόσες γκάφες!Δε σ'αντέχω άλλο!Δεν είσαι άξιος για τίποτα!Είσαι για τρελά χαστούκια!!!
2.- Έλα ρε μαλάκα, τί έγινε της μίλησες;
-Όχι... Και να φανταστείς τί προετοιμασία είχα κάνει, τί πρόβες, ολόκληρο διάλογο, κι άμα.μου πει τί να τις απαντήσω, με χίλιες δυο εκδοχές... Μέχρι και λόγο ετοίμασα... Να!... Όλα στράφι... Δεν ξέρω, ρε...Μόλις την είδα, τα'χασα! Είναι πολύ όμορφη... Φοβάμαι... Είναι θεά και δεν κάνει για μένα... - Αψού είχε εκδηλώσει κι εκείνη ενδιαφέρον... Καλά μιλάμε είσαι για τρελά χαστούκια. Ελπίζω να το ξέρεις.
- Ότι είμαι, είμαι...Δείλιασα... Δεν πειράζει... Την επόμενη φορά. Ξέρω που συχνάζει και θα'μαι και πιο έτοιμος. Όλο και κάτι μπορεί να δώσει την αφορμή και να το κάνει πιο εύκολο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αμπέλι που δεν έχουν περιφράξει κι απ'όπου μπορεί ο καθένας να μπαινοβγαίνει και να κάνει ο,τι θέλει. Να κλέβει αμπελόφυλλα, σταφύλια κι ο,τι άλλο βρει. Αναφέρεται σε ανθρώπους που εγκαταλείπουν την ιδιοκτησία τους και δεν τη διαχειρίζονται με αποτέλεσμα να γίνεται βορά εισβολέων. Κατ' επέκταση σε ανθρώπους που δεν τους ενδιαφέρει να διαχειριστούν τίποτε, ούτε και την ίδια τη ζωή τους ακόμη γιατί βαριούνται που τη ζουν και πάντα βρίσκουν μια βολική, ισχυρή και αδιάσειστη γι'αυτούς δικαιολογία για το ότι έχουν καταντήσει τη ζωή τους ξέφραγο αμπέλι και δεν τους νοιάζει πως να ζουν. Μοίρα όλων αυτών των καταστάσεων η ερημιά, η κατάντια, η καταστροφή. Ένα ξέφραγο αμπέλι είναι μίζερο πράμα που το'χει γεννήσει ένα πιο μίζερο, ακοινώνητο και κομπλεξικό μυαλό που ωθεί τα ίδια τα σέα και τα μέα του στην εγκατάλειψη, λόγω ανικανότητας αυτοδιαχείρησης και αυτοελέγχου. Συχνά οι ίδιοι ανίκανοι για διαχείριση είναι αυτοί που συνειδητοποιούν την κατάσταση αυτή που οφείλεται σε κείνους, μόνο και μόνο για να μπορούν να την κριτικάρουν έντονα και να την αποστρέφονται για να'χουν κάτι να κλαψουρίζουν, βρε αδερφέ και να ικανοποιούν την έμφυτη κλαψομουνίαση και κακομοιριά τους. Ζητάνε έτσι κηδεμόνες για τη διαχείρισή της και αυτών των ίδιων και να απαλλαγούν από το βάρος των ευθυνών του ξέφραγου αμπελιού που δεν είναι άλλο από τον εαυτό τους. Ποιος νοήμων άνθρωπος εγκαταλείπει το ένα και μοναδικό του χωρίς να έχει βρει κάτι άλλο, καλύτερο; - εκτός κι αν πάσχει από το αμάρτημα της οργής και στρέφεται κατά των εντέρων του, τρώγοντας τα λύσσακά του. Το ξέφραγο αμπέλι ή αλλάζει ή βουλιάζει, mes amis. Tschüss!


1. "Κοίτα τα εδώ τα σκουπίδια... Έχουν πνίξει τη φιλοσοφική και το αεροδρόμιο της Ζακύνθου... Ξέφραγο αμπέλι εδώ, ξέφραγο αμπέλι παντού, όλη η χώρα!"
2. "Τη μια είναι ο Τάκης, την άλλη είναι ο Μάκης, την άλλη θα είναι ο Σάκης; Τί θα γίνει στη ζωή σου, μωρή, με τόσους γκόμενους να μπαινοβγαίνουν; Ξέφραγο αμπέλι την έχεις καταντήσει... Μην απορήσεις αν βρεθείς σε κάνα χαντάκι μ'όλους αυτούς τους άχρηστους που μπλέκεις...

ψυχοπάθεια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψευτοφαινόμενο τύπου "γλώσσεψα την μπέρδα μου", με διάθεση αυτολογοκρισίας από τον ομιλητή, για να μην ακουστεί η λέξη που περιγράφει τη διαδικασία του "στραγγίγματος", δηλαδή της ούρησης. Προέρχεται από εποχές που ήταν μπας κλας να βρίζεις και να αναφέρεσαι με όποιον τρόπο στη γενετήσια περιοχή και στα πέριξ αυτής και στις λέξεις που περιγράφουν λειτουργίες - διαδικασίες της, ιδίως τα μικρά παιδιά που κάποτε ήταν πράγματι παιδιά και φέρονταν ως τέτοια και επειδή η καρδιά τους δεν πήγαινε να μιλήσει τόσο σκληρά (τα "κατουρώ - χέζω", έπαιζαν ως "πιπί - κακά" για πολλά χρόνια μέχρι και τη μέση εφηβεία), αλλά και επειδή η αγωγή του καλού και καθωσπρέπει παιδιού μετρούσε κι επαινούταν, με αποτέλεσμα να μη θέλουν να απογοητεύσουν το περιβάλλον τους με αντίθετες συμπεριφορές. Έτσι γίνεται και αυτοσαρκασμός, και χαβαλές και αποφορτίζεται η ένταση ενός παραπόνου.
Το να κατουρήσει κάποιος τα παλιά χρόνια σε ένα πηγάδι, που για τα χωριά μέχρι και πρόσφατα ήταν η μοναδική πηγή πόσιμου νερού, κατευθείαν από τον υδροφόρο ορίζοντα, λογιζόταν ως απαράδεκτο, γιατί την μόλυνε και μετά έπρεπε να αναζητηθεί άλλο πηγάδι ή άλλη φλέβα που θα οδηγούσε σε άλλο τμήμα του υδροφόρου, μη ρυπασμένου. Μετά την ανακάλυψη του ένοχου, επερχόταν μπανάρισμα από την τοπική κοινωνία, προς παραδειγματισμό. Έτσι η φράση:"στο πηγάδι κατούρησα", σημαίνει πως μένω στην απ'έξω, αποκλείομαι από ένα μυστικό, από μια δραστηριότητα, από μια ομάδα και έτσι κοινωνικά τίθεμαι στο περιθώριο. Χρησιμοποιείται και από κοινωνικές ομάδες εθισμένες στο "μπινελίκιον" (σε όποιο βαθμό, από το μικροαστικό μέχρι το λιμενεργατικό - φορτιγατζήδικο) προς μετριασμό του γλωσσικού βόθρου και χάριν χαριτωμενιάς, εκτός κι αν θεωρείται πολύ φλώρικο ή γουτσίστικο.


1.- Ψιτ! Θα σου το πω, αλλά μην το πεις στις άλλες ότι σου το'πα και προπαντώς στην Κατερίνα, γιατί για κείνη πρόκειται... Της αρέσει ο Βασίλης, αλλά επειδή ξέρει ότι σου αρέσει κι εσένα απ'την παρέα και θ'αρχίσεις να φωνάζεις και δε θα της άφηνες και περιθώρια να κινηθεί κάτω απ'τη μύτη σου, σ'άφησε στην απ'έξω επίτηδες ένα μήνα τώρα!
- Α,ναι; Κι εγώ στο κατούρι πηγάδησα δηλαδή; Ωραία φίλη είσαι κι εσύ που τώρα το θυμήθηκες να μου το πεις... Τί φίλη, δηλαδή; Φίδι!
2.- Τί θα γίνει ρε παιδιά; Εγώ όλο τελευταίος θα μαθαίνω τα νέα; Κερατάς, κερατάς; Πάλι πριν από λίγο έμαθα για το γήπεδο. Εμένα γιατί δε με καλέσατε; Στο κατούρι πηγάδησα να 'ουμ'; Όλοι οι υπόλοιποι μαζί και ο ψωριάρης χώρια;
- Χέσε μας, μας ρε μαλάκα που θέλεις και πρόσκληση προεδρική! Να έπαιρνες τηλέφωνο να μάθαινες. Δεν ήξερες, δε ρώταγες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιά της "Ελληνοφρένειας" που μπαίνει σφήνα στην κανονική ροή των βιντεακίων. Σοκάρει, σε πιάνει εξ απήνης και δεν είναι πάντα εμφανής ο λόγος που ο τιμητής - κανονιστής σατυρικός θεματοφύλακας του άστεως και της κοινωνίας το αναγράφει. Συνήθως αφορά σε οπτικό χιούμορ, καθώς συνήθως ακούγεται κατά τη διάρκεια αυτών των σφηνών μια απόκοσμη μουσική ερεβωδών ηχητικών εφέ - σα να σκρατσάρεις σε ναϊλούρα και αυτά να παίζουν χωρίς τον ήχο τους σε σλόου μόουσσιον. Κίνηση, περίσταση για γέλια (συνήθως σε πάνελ καλεσμένος ή μη), έκφραση εκτός περίστασης, ρεπορτάζ και καλά του δρόμου είναι που φριζάρουν στο γκροτέσκο σκηνικό της σουρεαλιστικής μας ζομπινίστικης παραζάλης.

Βλέπε εικόνα.

λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που δεν ακολουθεί τους κανόνες γενικώς. Γλωσσικά, ο,τι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, τουλάχιστον με ομοβροντία, ομοψυχία, ομοφωνία και όλα αυτά τα σχετιζόμενά τους, έστω κι αν το γλωσσικό κριτήριο μιας ομάδας ομιλητών δεν παραβιάζεται και έτσι αποδέχεται τον νεωτερισμό - νεολογισμό κι έτσι γι' αυτούς δε θεωρείται φάουλ. "Γιου φαουλ"? Μπορεί όμως να υπάρξει σύγκρουση μεταξύ των αποδεκτών και των πιο συντηρητικών σε ο,τι καινούργιο. Ή, μπορεί να είναι κάτι τόσο ξένο από την εμπειρία κάποιου που όσο ανοιχτόμυαλος και να'ναι δεν μπορεί να το αποδεχτεί ακόμα. Κάποια πράγματα άλλωστε πρώτα πρέπει να χωνεύονται. Αν και το φάουλ είναι όρος που εξοικειωθήκαμε τα ελληνόπαιδα μέσα από τα γήπεδα των αγώνων ποδοσφαίρου και την αγγλική τους ορολογία, αφού η μαμά του σύγχρονου αθλήματος θεωρείται η Αγγλία, η λέξη φάουλ είναι γερμανογενής από την εποχή που τα αγγλικά ήταν γερμανική σαξονική διάλεκτος (εξ ου και το χαρμάνι των αγγλοσαξόνων ύστερα) και είναι από την προίκα της ινδοευρωπαϊκής πρωτογλώσσας και ομόρριζη του "σφάλλω" (λατ."fallo", το σύμπλεγμα "sf" στις περισσότερες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες του ευρωπαϊκού χώρου απλοποιείται, με εξαίρεση την ελληνική). Επίσης, παράγωγο ρήμα είναι το "fool" στα αγγλικά, δηλαδή το ξεγελώ και αναλόγως τη σύνταξη, το κοροϊδεύω, πιάνω κάποιον κορόιδο.


- Άρχισες πάλι ρε μαλάκα τα κουλά σου και θα κάψουμε καμιά φλάντζα, να 'ουμ'.
- Μην είσαι γκέι, ρε, αφού σου είπα, μ' αυτά τα λάδια δεν έχει φόβο.
- Κι εμένα πάλι μου φαίνεται πως αυτό που κάνεις είναι φάουλ και θα σε χέσουν πάλι σε καμιά εθνική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε κουβέντες σε φιλικές παρέες όπου τέρθω αλλά μέσα δεν μπαίνω, να ξέρειςονοούμενα δίνουν και παίρνουν, οι πλάκες, οι χοντράδες και ο χαβαλές, είναι και ο στερατζής (εκ του stare) που όλη την ώρα καρφώνει το συνομιλητή του ελπίζοντας σε κάτι, κυρίως να τον ψήσει για πλάκα, κάποια έξοδο που θα καταλήξει με χοντρή μαλακία και τέτοια, φέρνοντάς τον σε αμηχανία. Ο άλλος για να ξεφύγει, τινάζεται, απλανεύει το βλέμμα, ατενίζει το κενό και αναφωνεί:"Μη με κοιτάς (εμένα)",μην υπολογίζεις επάνω μου για ό,τι σκέφτεσαι, μη με υπολογίζεις για συμμορίτη, μη με νομίζεις για ρουφιάνο" (αν τον καρφώνει με την κακή έννοια) ή δεν ξέρω και γω τί άλλο άβολο (νίπτει τας χείρας του με κάτι τέτοια, κάνει το κορόιδο). Ανάλογο του "μη μου τα λες εμένα" που σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί η μία έκφραση να αντικαταστήσει την άλλη κυρίως όταν ο ομιλών έχει διάθεση επίπληξης προς το συνομιλητή του. Κατά τα άλλα το πρώτο χρησιμοποιείται για ξεγλίστρημα και αποφυγή εμπλοκής κάπου, το δεύτερο για τσεκάρισμα εμπέδωσης με λίγη ειρωνεία που και που απ' αυτόν που προκαλεί το ξεστόμισμα της έκφρασης.


1.- Πω ρε μαλάκα... Κοίτα πως έγινε το παπί! Όχι ρε πούστη μου, πάλι τα ίδια! Δε νομίζω... (το βλέμμα της τίγρης πάνω στο συνομιλητή)
- Μη με κοιτάς εμένα... Δε θα του το' δινα αν δεν ήσουν κι εσύ μπροστά.
- Σίγουρα ρε;
- Σίγουρα.
- Καλά, πάμε να δούμε τί θα το κάνουμε... Θα με σκοτώσει ο αδερφός μου, σ' το λέω!
2.- Έμαθα για ένα καινούργιο στούντιο, τί να λέμε τώρα. Άλλο πράμα! Κι εκεί τα κορίτσια είναι όλα τα λεφτά. Είσαι;(το βλέμμα του συνομότη)
- Μη με κοιτάς...Καλά...Άμα είναι θα ερθω, αλλά μέσα δεν μπαίνω να ξέρεις. Θα σας περιμένω στο σαλονάκι. Σιχαίνομαι.
3.- Ήθελα να'ξερα ποιος πούστης του το'πε, από που το έμαθε!Βρε μπας και... Μωρή λούγκρα!
- Μη με κοιτάς εμένα, άσε με κάτω!Παράτα με ήσυχο! Εγώ φταίω που ο,τι κάνεις το κάνεις βούκινο στο φβ! Πολύ θέλει ο άλλος, πόσο μάλλον ο ηδονοποστίας, η κουτσομπόλα να βγάλει τη βρώμα... Μαλάκα, εσύ τα φταις ολα και μιλάς κι από πάνω! Εσύ σε έμπλεξες και ζητάς και τα ρέστα! Αφού τα ξέρεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του "εκεί που βγάζεις το ψωμί σου μη βάζεις το καυλί σου" (με το "να"' ως προτρεπτική υποτακτική κι όχι σκέτη προστακτική γίνεται πιο ρυθμικό - έμμετρο), αλλά με την ευρύτερη έννοια., να μην κάμνεις πουστιές στον ευεργέτη σου - αφεντικού σου, που σου δίνει δουλειά ρε φτωχομπινέ ψωριάρη , να είσαι δούλος να δουλεύεις, να μην εργάζεσαι, για να μη σκέφτεσαι τα χάλια της μίζερης ζωούλας σου - τώρα το αν σου δίνει και λεφτά, αυτό είναι άλλο ζήτημα (πουστιές λέγοντας:να του κλέβεις από το ταμείο, να κρατάς πρακτικά με ψεύτικα στοιχεία της επιχείρησης με σκοπό την υπεξαίρεση, να του μαμάς τη γυναίκα, την γκόμενα) και να θέτεις την κεφαλή σου στον τορβά με το πίτερο και μια εσάνς βίβερε περικολοζαμέντε, αλλά για κουτοπονηριά προς ανάκτησιν χαμένου εγωισμού κι όχι εφαρμογή μεγαλεπιβόλου σχεδίου για ανάκτηση χαμένης αξιοπρέπειας (γι' αυτό και το υποκείμενο χέζει εκεί που τρώει και δεν κάνει κάτι άλλο, φέρ' ειπείν να ξύνεται ή να φταρνίζεται , βρε αδερφέ).Τα δύσοσμα αποτελέσματα πλήττουν αμφοτέρους, αλλά λειτουργούν εις βάρος - πάντα! - του δευτέρου, που λίγο του μένει από το να τα φάει κι όλας εκτός από το να τα κάνει, εφόσον όλα τα σημεία οδηγούν σ' αυτόν. Καλή όρεξη και καλό βόλι.

1.-Ουγκ!
- Είντα "ουγκ", μωρέ μαλάκα; Τη φτόνη σου, δεν κατέεις που τηνε θέτεις και που όι;Μη χέζεις εκεί που τρώεις, δεν είπαμενε;
- Ου γκαλά τα κάκαλά μου! Τη φτόνη μου εκάτεχα, τα λιολιά μου δε μπροφύλαξα...
- Όι καημοί σου, τσ' αγιάς σου οικογένειας τα μπαλοταρίσματα, κακοκαιρίσμενε και τα κατήσια σου καμώματα, ανέ δε σε φουρτουνιάσανε!
2.- Τί είναι αυτές οι κούτες; Γιατί το γραφείο του Τάκη είναι άδειο;
- Δε τά' μαθες; Τάκης γιοκ. Πάει πια, του ήρθε ραπόρτο να ξεκουβαλήσει μέχρι το μεσημέρι...
- Μα γιατί;
- Την παροιμία:"Μη χέζεις εκεί που τρως" την ξέρεις;Ε, εκείνος δεν την ήξερε και λίγο λίγο, μουλωχτά έφτιαχνε κομπόδεμα σε βάρος όλων μας... Μπαρούτι από χτες τ' αφεντικό που τ' ανακάλυψε! Οι συνδικαλιστές να δεις... Πάντως η κοινή γνώμη εδώ είναι διχασμένη...
έκφραση

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified