Συγχώνευση των λέξεων Ας + (πού)μ(ε) = Ασμ
- Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ας πούμε; Να φας ξύλο;
ή
- Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ασμ...; Να φας ξύλο;
Συγχώνευση των λέξεων Ας + (πού)μ(ε) = Ασμ
- Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ας πούμε; Να φας ξύλο;
ή
- Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ασμ...; Να φας ξύλο;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τα φιλιά στα μάγουλα που ανταλάσσονται όταν συναντάμε κάποιον.
(www.red-dna.com) Κοίταξε προς την πλευρά από την οποία ερχόταν ο ήχος από τα «μάτσα, μούτσα» και ανατρίχιασε. Ένα ζευγάρι ανδρών φιλιόταν.
(www.elliniko-fenomeno.gr) Τα μάτσα - μούτσα και τα χουφτώματα «δήθεν» φιλικά στην εκπομπή, ήταν σήμα κατατεθέν.
Περί φιλιού: γαλλικό φιλί, γλωσσίδι, γλωσσόφιλο, κυνοδοντόφιλο, μάκια, μάτσα μούτσα, μουτς, μπαγαποντολειχία, πιπιλιά, τριπλογλώσσι, φάκια, φιδάκια, φιλάκι;, φιλάκια φιλικωτά, φιλάκιας, φιλί της ζωής, Φιλοπίππου, φιλώ, χυσόφιλο, χχχ.
Got a better definition? Add it!
Η χάλια κατάσταση ενός αντικειμένου ή ατόμου.
Η σερβιτόρα παραπάτησε και μου 'φερε το δίσκο στο κεφάλι και μ' έκανε μουνί καπέλο! Η καριόλα...!
Δες και καπέλο.
Got a better definition? Add it!
Η παρτόλα, η γυναίκα που πάει με όλους.
Η Σούλα είναι σαν το ποδήλατο του χωριού: όλοι το έχουν πάρει μια βόλτα...
Βλ. και ψωλοκρεμάστρα, πασαγαμιόλα
Got a better definition? Add it!
Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.
- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...
Got a better definition? Add it!
Tα αρχικά έχουν την σημασία: for the pouts ήτοι για τον πούτσο. Χρησιμοποιείται συνήθως ftp+oυσιαστικό.
Άσε μας ρε. Εσύ είσαι ftp οδηγός.
Got a better definition? Add it!
Συνώνυμο του μένω μαλάκας, μένω ξερός, μένω κόκκαλο. Συνήθως χρησιμοποιείται όταν παθαίνουμε κάτι που δεν το περιμέναμε.
Άσε πήγα να την πέσω σε ένα τρελό χθες, και προέκυψε λεσβία! Τρελή ήττα ο δικός σου...
Βλ. και μένω καρότο, μένω πίπα, καγκελώνω, μένω κάγκελο. Ακόμη: ρίχνω, τρώω, πέφτω.
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται όπως στο «δρόμο για» / «κατευθείαν στο».
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται για να περιγράψει, συνήθως μεταφορικά, ότι είτε κάποιος έχει κουραστεί πολύ, είτε έχει φάει πολύ ξύλο, είτε ότι όντως του / της έχουν γαμήσει τα βάρδουλα.
- Τι έγινε, πήγες προπόνηση σήμερα;
- Άσε... πήγα και μας γάμησε τα βάρδουλα ο προπονητής.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άνευ ουσίας ή σημασίας. «Τρέχα γύρευε». «Καλά, χαιρετίσματα». Χρησιμοποιείται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.
- Γιατί δεν πάς στο άλλο βενζινάδικο που την έχει πιο φθηνή;
- Ε τώρα για 5 φράγκα... κλάιν μάιν...
- Πώς ήταν το πάρτυ;
- Εμείς κι εμείς ήμασταν. Κλάιν μάιν...
βλ. και πουτς μάιν κλάιν
Got a better definition? Add it!