Further tags

Μειωτικό για αυτόν που λέει όχι. Χρησιμοποιείται ως πολιτικό φαυλιστικό για τους οπαδούς του Όχι στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015. Ασφαλώς, εμπεριέχει και σημασίες του έτερου ορισμού της οχιάς ως χαρακτηριολογικού προσδιορισμού. Λεγόταν πάντως και εξαπανέκαθεν όταν εκνευριζόμαστε με κάποιον που λέει όχι και του ανταπαντάμε οχιά! ή οχιά διμούτσουνη να σε φάει!.

Πάσα: Ναι και Όχι, άρθρο του Νίκου Σαραντάκου.

Και τι θα καταλάβουνε όλες αυτές οι οχιές από αξιοπρέπεια αν γίνουμε σαν την Αλβανία του Χότζα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιομοδίτικη αλλά και στάνταρ έκφραση, που σημαίνει ότι το νόημα μιας λέξης είναι ταυτόσημο με την ετυμολογία ή τη σύνθεσή της, άρα και πασίδηλο, ταυτολογικό με την καλή έννοια, αυτονόητο. Συνεπώς, και εδώ αρχίζουν τα ωραία, στο βαθμό που μια κατάσταση σχετιστεί με το νόημα μιας λέξης, η λέξη η ίδια κι από μόνη της εξηγεί τι συνέβη, τι συμβαίνει ή τι πρέπει να συμβεί σε αυτή την κατάσταση. Η λέξη το λέει: το εξηγεί ωραία, το σιάχνει, και το λήγει το ζήτημα.

Ευκολάκι, λοιπόν, το νόημα της λέξης, αλλά για να καταφέρεις να το βρεις μέσω αυτούνων των γλωσσολογικών δεδόμενων, ετυμολογία, σύνθεση κ.λπ., πρέπει να έχεις λιγάκι νιονιό - άρα η φράση υπονοεί ότι είσαι άνιωθος, γι' αυτό και μπερδεύεσαι, γι' αυτό και χρειάζεσαι βοήθεια, κάποιον να σου τα κάνει πενηνταράκια - αν και δε θα έπρεπε γιατί αυτά τα ξέρει και η κυρά ΚαTINA.

Φράση με άλλα λόγια καρακατα-πατερναλιστική, αγαπημένη κάθε είδους δημοδιδασκάλων, κατηχητάδων, πολύπειρων μπαρμπάδων, και γενικά ξερόλων και αποφοίτων της Εκόλ Νορμάλ Σουπεριέρ Ντε λα Βι για τους οποίους οι λέξεις ως έννοιες έχουν ακριβώς τόση σοφία όσο και οι ίδιοι (δηλαδή, καρατσεκαρισμένα και παλαίουρικα πάρα πολλή), γι' αυτό και τις επικαλούνται ως ακλόνητα και σεβαστά επιχειρήματα.

Η έκφραση είναι πολύ διαδεδομένη και γενικής χρήσης, αλλά σήμερα υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες χρηστών/χρήσεων της φράσης (οι δύο πρώτες συχνά συμφύρονται σε ιδιότυπα κοκτέλια σοβινισμού, συντηρητισμού και γλωσσαμυντοροσύνης):
1. Κοινολογικάριοι συνετοί νοικοκυραίοι, οι οποίοι λένε ότι η λέξη σημαίνει αυτό που σημαίνει και άσε τα φιλοσοφικά και κυρίως τα κομμουνιστικά. Αυτό που λένε οι Εγγλέζοι no-nonsense τύποι, που προστατεύουν τα ονόματα γιατί τα ονόματα είναι η ψυχή μας.
2. Πορτοκαλίζοντες αλλά ενδεχομένως και ψιλότίμιοι αρχαιόκαυλοι, που πάντως βρίσκουν διαστημικών διαστάσεων διαστάσεις στις hellenikes λέξεις. Οι λέξεις είναι στην περίπτωσή τους ένα Μάτριξ υπερ-όπλο το οποίο όχι μόνο εκφράζει νοήματα αλλά και παράγει νοήματα και εξηγεί πώς έχουν τα πράγματα αξιωματικά και αδιαμεσολάβητα. Ακραία, παρεκκλίνουσα μορφή του "το λέει κι η λέξη" είναι εδώ η λεξαριθμική οΘντκ θεωρία.
3. Καθώς η φράση έχει φθαρεί από την πολύ χρήση και έχει προχωρήσει και η κενωνία και έχει ανέβει και το μορφωτικό επίπεδο, η φράση χρησιμοποιείται για να ελαφρύνει το κλίμα ή για πλάκα, και συχνά όταν ακριβώς η λέξη δεν το λέει, είναι δηλαδή άδηλο το νόημα ή η προέλευσή της, ή γενικά για να δωθεί μια οτινανίστικη τροπή στη συζήτηση λόγω της δασκαλίστικης κακογουστιάς της φράσης.

(στο σχολείο)
- Κυρία, τι σημαίνει "ανακλά";
- Σημαίνει "καθρεφτίζει", το λέει κι η λέξη.

(στην παρέα)
- Έκανες μαλακία.
- Τι μαλακία;
- Μαλακία, το λέει κι η λέξη.

(στο διαδίχτυο)
Τί θα πει πνευματική φτώχεια; Όλοι σας έχετε δει ανθρώπους που είναι φτωχοί κι άποροι. Για να περιγράψουμε την πνευματική φτώχεια λοιπόν ας εξετάσουμε πρώτα την υλική φτώχεια, ώστε από τα όμοια να φτάσουμε σε μια σωστή εξήγηση. Άπορος, όπως το λέει κι η λέξη, είναι εκείνος που δεν έχει τίποτα. πηγή.

Αυτή τη λειτουργία που αναφέρεις επιτελούν τα παραμύθια. Το λέει κι η λέξη τους - παραμυθία, παρηγοριά προσφέρουν, ανακουφίζοντας από τους πανταχού παρόντες φόβους, προσφέροντας κομμάτια ουτοπίας. πηγή.

[Α]υτό που χρειάζεται η εργατική τάξη δεν είναι απλώς ένα «καλύτερο» ΚΚΕ, η ανάκτηση ενός μυθικού και μυθοποιημένου παρελθόντος, αλλά η ριζοσπαστική υπέρβασή του, κάτι που απαιτεί- όπως το λέει κι η λέξη- κατάδυση στις ρίζες των προβλημάτων. πηγή.

Η Ιωσηφίνα (του Ναπολέοντα) είχε πει: «Ποτέ να μη φοβάσαι τις πρώην. Μόνο τις επόμενες». Η Ιωσηφίνα ήταν πολύ έξυπνη γυναίκα (πως αλλιώς θα τα ‘βγαζε πέρα με κοτζάμ Ναπολέοντα) κι είχε πολύ δίκιο. Αλλά την ακούμε; Το μυαλό μας δεν πάει ποτέ στις επόμενες, κυρίως γιατί είμαστε ματαιόδοξες (μετά από μένα το Χάος) κι εστιάζουμε στις πρώην που δεν θα ‘πρεπε να μας απασχολούν ούτε λεπτό. Γιατί τι είναι η Πρώην; Κυρία, κυρία, το λέει κι η λέξη. Πρώην: Πέρασε, Πριν, Παρελθόν. πηγή.

Ας σταματήσουμε να τα περιμένουμε όλα από τις εξουσίες. Η εξουσία, όπως το λέει κι η λέξη, βρίσκεται εκτός της ουσίας. Αστειεύομαι, αλλά ας το σκεφτούμε κι έτσι. Άλλωστε τι Θεός θα ήταν αν έκανε ό,τι του ζητούσαμε; πηγή.

Να βοηθήσω με λίγα λόγια: πανεπιστημιακό Πειραματικό σχολείο μόνο με τυχαίο δείγμα μαθητών νοείται (Ντιούι, Ντεκρολί, κ.ά). Το λέει κι η λέξη, τόσο έχουμε αποξενωθεί από τη μάνα γλώσσα μας; Στο σχολείο αυτό δοκιμάζουμε τη νέα επιστημονική γνώση, εκπαιδεύουμε τους νέους επιστήμονες. πηγή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέγιστο παράδειγμα ηλίθιας έκφρασης που, μερικές φορές, σημαίνει «αποκλείεται» με έντονα ειρωνικό τόνο, αλλά συνήθως δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Το άτομο στο οποίο απευθύνεται η έκφραση οφείλει να συμπεράνει:

  • απολύτως τίποτα για τον εαυτό του και
  • πως ο συνομιλητής του είτε είναι ελληνάρας, είτε περνάει στιγμιαία κρίση ταυτότητας, είτε είναι αφηρημένος, είτε έχει βαρεθεί τη μίζερη / αδιέξοδη ζωή του και πρόκειται να αυτοκτονήσει σύντομα.

Τι θες, βόλτα;;; Τσίμπα ένα αρχίδι!

(από protnet, 29/09/10)(από Galadriel, 14/09/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προσχολικής ηλικίας γείωση που απαντά στην αδιάκριτη ερώτηση «Τί είναι αυτό;»

Η φράση προέρχεται από τηλεοπτική διαφήμιση στα ογδόνταζ αποσμητικού εσωτερικού χώρου που είχε την καινοτόμα για την εποχή μορφή μανιταριού και δεν ήταν –αρχικά τουλάστιχο– αναγνωρίσιμο από όσους το έβλεπαν για πρώτη φορά, με αποτέλεσμα να ρωτούν «Τί είναι αυτό;»

Υπάρχει παρόμοια, ίσως λίγο πιο προχώ γείωση σε όσους ρωτάνε αγγλιστί «What is this;» (Γουάτ ιζ δις) που συνίσταται στο «Σκύψε να το(ν) δεις!»

Και εκεί που γδυθήκαμε με τη Λιλή και παίζαμε τους γιατρούς, μου πιάνει το μπιμπί μου και με ρωτάει: «Τί είναι αυτό;» «Μανιτάρι μαγικό» της απάντησα, «θες να δοκιμάσεις;»

O χημικός τύπος της μεσκαλίνης (από allivegp, 17/02/10)(από Vrastaman, 18/02/10)MACB - It\'s Strange (από allivegp, 04/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παροιμία νέας κοπής. Αποδεικνύει περίτρανα στον νεοελληνικό πατρογονόπληκτο πληθυσμό πως τα μεγαλύτερα μυαλά στον κόσμο αυτόν δεν αποκλειόταν να είναι πούστηδοι. Όταν λοιπόν κάποιος μας αμφισβητεί επειδή είμαστε αδερφάρα, οφείλουμε να του απαντήσουμε χρησιμοποιώντας τη ρήση αυτή κι έτσι είναι εγγυημένο ότι θα τον αποστομώσουμε.

Επίσης το λέμε για παρηγοριά όταν, με μεγάλη μας πικρία, διαπιστώνουμε ότι κάποιο είδωλό μας είναι τελικά κι αυτός μεγάλη πούστρα.

  1. - Ρε φίλε, νά' σαι καλά... μπορεί να είσαι μεγάλη αδερφάρα, αλλά αυτό που σκέφτηκες μας έλυσε τα χέρια...
    - Εμ να, για να μη λες. Εξάλλου, μην ξεχνάμε πως κι ο Σωκράτης ο σοφός, πούστης ήτανε κι αυτός.

  2. (πιπίνι σε άλλο πιπίνι)
    - Ρε να πάρει, το ήξερες εσύ ότι ο Σεργιανόπουλος ήταν πούστης;
    - Ε ναι ρε φιλενάδα, τα είπαμε, την έκαιγε τη βάτα ο τύπος, ξεκόλλα!
    - Μα δεν του φαινότανε ρε συ...
    - Μη χαλιέσαι μωρέ, δεν πειράζει, κι ο Σωκράτης ο σοφός πούστης ήτανε κι αυτός!
    - Στο μουνί μου ο Σωκράτης, εμένα ο Σεργιανόπουλος μου άρεσε.

Ο Σωκράτης αποθαρρύνει τον Αλκιβιάδη από τον στρέιτ έρωτα (από Khan, 30/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναγραμματισμός της φράσης "μπέρδεψα τη γλώσσα μου". Ο ίδιος ο ομιλών όταν θέλει να προλάβει το σαρκασμό των άλλων, αυτοσαρκάζεται αμέσως μόλις αντιλαμβάνεται το σαρδάμ του. Η αγωνία, η αμηχανία, η αίσθηση του μετέωρου εξανεμίζονται με χιούμορ και αποφορτίζει τον ομιλητή από την μπούρδα που μόλις ξεστόμισε για να συνεχίσει παρακάτω την κουβέντα του.

Είναι συνώνυμο του "μα τί λέω", ή του "(καααλά), ό,τι θέλω λέω", ως αυτοσχολιασμού, όταν γίνεται συνειδητό πως κάτι που μόλις ειπώθηκε δεν κολλάει με τα προηγούμενα με ποικίλες έννοιες, αλλοιώνοντας το νόημα, από σαρδάμ - γι'αυτό και ο αυτοσαρκασμός γίνεται με σχολιασμό στανταρισμένης σαρδαμικής φράσης, ακόμα και μέχρι ασυναρτησίας που δεν στέκει κι έχει ξεφύγει εντελώς η λέξη. Το δεύτερο συμβαίνει κατά το φαινόμενο "εδώ το'χω, αλλά μου βγαίνει κάτι άλλο", λόγω εγκεφαλικού βραχυκυκλώματος όπου το ηλεκτροχημικό μήνυμα δε μεταβιβάζεται ομαλά στις νευρωνικές συνάψεις και προκύπτει το φαινόμενο του "δεν επικοινωνώ με τον αφαλό μου" ή σε πιο ακραία μορφή την αφασία τύπου Broca όπου ο ασθενής έχει σκέψη αλλά δεν μπορεί να αρθρώσει τίποτε άλλο πέρα από μια απλή συλλαβή (ο ασθενής του Broca άρθρωνε μόνο "ταν"), από εγκεφαλικά κολλήματα κατά τις ηλεκτρικές κενώσεις διαβίβασης πληροφοριών προς τα αρθρωτήρια όργανα.

Σε σφιχτόκωλες επικοινωνιακές περιστάσεις η διαπίστωση της λεκτικής γκάφας γίνεται με τη φράση "με συγχωρείτε", ή "συγγνώμη, λάθος". Τα πιο συνήθη περιστατικά "γλώσσεψα την μπέρδα μου" απαντώνται σε συνεχόμενες φράσεις όπου επιτυγχάνεται συγκυριακή και αυθόρμητη φωνηεντική αρμονία, λόγω ρυθμού και επιτονισμού που παρασύρει τον κουρασμένο ή ζαλισμένο ομιλητή ακόμα κι από την ίδια του την πολυλογία (π.χ. δυο αλλεπάλληλες φράσεις που τελειώνουν στην ίδια συλλαβή ή σε παρόμοια (με σύμφωνα κοινού τόπου άρθρωσης) ή έστω στο ίδιο φωνήεν και η επόμενη έχει παρασυρθεί από την προηγούμενη, βλ. παράδειγμα 4).

Τέλος συναντάται καθημερινά ως φαινόμενο σε ασθενείς με άνοια.


1.- Είδες αυτήν την Τρίτη το "τσαντίρι"; Καλά, εμετικό έτσι; Πιο φιλοσυριζαϊκό, πεθαίνεις... Τί άλλο θ'ακούσουν τα μάτια μας και θα δουν τ'αφτιά μας....
- Τί είπες ρε μλκ; Σού'στριψε;
- Τί είπα; Α, κααααλά... Ο,τι θέλω λέω... Γλώσσεψα την μπέρδα μου... Είναι που δεν έχω συνέλθει ακόμα απ'το σοκ!
2.- Παππού θες μπυρόνι;
- Όχι, ευχαριστώ. Πίνω μόνο αλτχσάιμερ.
- Τί πίνεις;
- Όχι, όχι... Δεν είναι αυτό... Είναι που έχω αρχή πορτοκαλάδας...
Από το επεισόδιο του Κωνσταντίνου και Ελένης "Εσύ είσαι η αιτία που υποφέρω" το δεύτερο μέρος που διαδραματίζεται στο νοσοκομείο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου που γλώσσεψε την μπέρδα του.
http://www.antenna.gr/webtv/watch?cid=_dvey_h_p_g7r6_e=
3.- Έχεις φωτιά;
- Για κάτσε μια... Μπα, τίποτα. Πάμε στον αναπτήρα να πάρουμε περίπτερο;
- ;;;
- Εεεεε...Πάμε στο περίπτερο να πάρουμε αναπτήρα; Έλα ρε μαλάκα, γλώσσεψα την μπέρδα μου...
4. - Η μικρή ήταν φοβερή. Στην παράσταση τα πήγε πολά καλύ, εεε, πολύ καλά. Γλώσσεψα την μπέρδα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αφού έχεις διεκτραγωδήσει τα μύρια όσα, κλείνεις την παρέμβασή σου με μια πινελιά χούμορ, θέλεις να ξορκίσεις το κακό γιατί.

  1. ριχνει αμενσιοτα ο βαρουφ αβερτα αυτα ζουμε ΕΔΩ

  2. Η Ραχήλ στο facebook μιλά για Βάρκιζα ΙΙ. Αυτά ζούμε. Έλεος κάπου... Έλεος ΕΔΩ

  3. Η Ζαχαρέα απευθύνεται στο μουστάκι του Βαγγέλα ζητώντας του σοβαρότατα να κάνει σήκουελ επανάστα 1821. Αυτά ζούμε. #ERTdebate2015 ΕΔΩ

  4. Αυτα ζούμε: "Προγραμματισμένα όλα από ΠΑΣΟΚ το'10: Να πετάξουν τ χώρα από την ΕΕ τον Ιούν15 αλλά δεν πέτυχε, η κυβέρ. ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ τ απετρεψε! Π.Καμμένος #skai" ΕΔΩ

  5. Σχεδιαζαν δραχμικό πραξικόπημα και βγαίνουν τώρα και μας κάνουν πλακίτσα με σποτάκια, ρε φιλε. Δεν τα ζούμε αυτά. ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

γαμώτη, Σόιμπλε, ανάποδο γαμώτο και στριμμένο άντερο, δυσκοίλιο εκ της παραλυσίαςΒλ. και γαμώτο. Είναι λεξικοποίηση ελλειπτικής φράσης "γαμώ τη ..." όπου ως συνέχεια μπορεί να εννοηθεί " μαλακία που με δέρνει", "θειά σου/του τη χορεύτρια", "μάνα σου/ του"... Εϊναι προσβόλα ολκής που περισσότερο υπονοεί το εννοούμενο χωρίς προσυμφωνία κι έτσι ο αποδέκτης καταλαβαίνει ό, τι τον συμφέρει ή ό,τι μπορεί να ερμηνεύσει - τέλος πάντων! - εν τηι ρύμηι του λόγου. Ενώ το "γαμώτο" μπορεί να εξηγηθεί ως "γαμώ το αυτό, αυτό που μόλις για το οποίο έγινε λόγος" και ήταν μια αποτυχία, μια γκάφα, ένα παράπονο, μια ανεκμετάλευτη ευκαιρία και δεγκζερωγωτί, το "γαμώτη" με τη σύνταξη που έχει και το προηγούμενο προσβλητικό επιφώνημα και παραμέμπει σε ψευδοκρητισμό (σύνταξη Υ - Ρ - Α κι όχι Υ - Α - Ρ, όπως "αγαπώ τηνε" κι όχι "την αγαπώ"), μαμιέται κάτι γένους θηλυκού, συγκεκριμένο ή αφηρημένο. Η νοοτροπία μας ως λαού που θέλει να πηγαίνει συνέχεια ο νους μας στο πονηρό και το ηδονικό, που ηδονικότερο απ' αυτό δεν υπάρχει και το διαφημίζουμε διαρκώς μέσα απ' τις βρισιές μας, γιατί αυτό είναι μαγκιά ένδειξη αντρουάς και καφρίλικης ενηλικίωσης πράγμα στο οποίο συνίσταται η ταυτότητα του "μεσογειακού εραστή" του ποδολάγνου, πορδολάγνου και τα ρέστα και το γεγονός ότι είμαστε ρήτορες και γνήσιοι συνεχιστές της αρχαιοελληνικής παράδοσης να 'ουμ' στο "να μην κάνουμε, να μη λέμε κι όλας" και σ' αυτό και να περνιόμαστε καμπόσοι πουλώντας μούρη, θέλει να τα μαμήσει όλα και μόνο με τη σκέψη. Έτσι η αχαλίνωτη φαντασία του αποδέκτη της φράσης μπορεί να συμπληρώσει εκεί ό, τι πραγματικά γουστάρει και τραβά η όρεξή του και η έμπνευση της στιγμής.
Στα πλαίσια αυτολογοκρισίας απαντάται και ο τύπος "γαμώτ΄", με κομμένο το τελευταίο φωνήεν, για να μη γίνει κάποιος περισσότερο αγενής, να μη ρίξει το επίπεδό του (εντελώς - κάτι σαν το "gosh!" των Άγγλων για να μην επικαλούνται συνέχεια το Θεό, δεν κάνει και το(ν) κουράζουν), αλλά και απλά από βαρεμάρα. Μπορεί να εννοηθεί ή "γαμώτο" ή "γαμώτη", αλλά μάλλον περισσότερο προς το "γαμώτη" κλίνει γιατί η δάσυνση που το συνοδεύει στην απόληξη της εκφοράς του ταιριάζει περισσότερο. Άλλωστε είναι πιο ευγενικό να βρίζεις με αυτή τη λέξη των πολλών θηλυκών υπονοουμένων και φράσεων, όπου ο καθένας επιλέγει - φαντάζεται τη βρισιά του, παρά με αυτή των ουδετέρων που η γκάμα είναι περιορισμένη υπονοουμένων και λίγο πολύ γνωστή (όπως το προαναφερόμενο περιστατικό ή "το μυαλό σου το ανύπαρκτο" - πόσα ουδέτερα να βρεθούν για να τα μαμίσεις;) Στην τελική όλες αυτές οι βρισιές έχουν καταντήσει νίλες και πλέον λέγονται εύκολα, απενοχοποιημένα και με τάση ονειροπόλησης χωρίς να στοχεύουν σε ένα συγκεκριμένο ακροατήριο τη στιγμή που λέγονται και έχουν χάσει τη βαρύτητα της προσωπικής προσβόλας. Πλέον ανήκουν στις χαριτωμενιές και σε πιο λουζ στυλ του προφορικού λόγου, παρά εξυπηρετούν τους σκοπούς για τους οποίους δημιουργήθηκαν κάποτε ως ακραίες.

1.- Τί' ν' αυτό; Πού το βρήκες το εργαλείο;
- Ανέβα πάνω να σε κάνω μια γύρα κι άσ' τα πολλά πολλά...
- Ναι, στάσου να βρω τις πατήθρες... ΟΚ, φύγαμε... Ωχ, κοίτα έφυγε το κάλυμμα!
- Στάσου να γυρίσουμε... Γαμώτη! Και δεν είμαστε να χάνουμε χρόνο, μια τζούρα που προφταίνω πριν να με κάνει τσακωτό.
- Του θειού σου είναι;
- Ναι. Και πήγε σε μια γκόμενα εδώ πιο κάτω τώρα για λίγο... Το τί θέατρο παίζουμε στη θειά μου και στο γιο του, δε λέγεται!... (ΒΡΑΟΥΟΥΜ!..)
2.- Όοοχι, μην το στρίβεις από κει, θα σπάσει! (κρακ!) Νά'το, έσπασε, γαμώτ'!... Τί να σου πω τώρα, μωρέ; Άντε να βρω ανταλλακτικό τώρα!
- Σάπιο ήταν. Αργά ή γρήγορα θα γινόταν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανακεφαλαιώνοντας και συμπληρώνοντας:

Προέρχεται απ’ το βλάχικο čiona που σημαίνει σπουργίτι. (άσχετο: στ’ Αρβανίτικα τσόνι= βρίσκω -παθητική φωνή, τσόνεμ= βρίσκομαι)

Είναι το στρουθιόμορφο πουλί σπίνος - σπίζα η άγαμος - (επίσης πίπιζα και τσουνάς). Ακριβώς επειδή είναι στρουθιόμορφο και λόγω ετυμολογίας, πολλές φορές σημαίνει και το σπουργίτι και γενικότερα ένα οποιοδήποτε πουλάκι.

Καθότι μικρό, χαϊδευτικά «τσόνι μου»: μικρό μου / πουλάκι μου / παιδάκι μου.

Σημαίνει:

  1. Τον έξυπνο και συνετό άνθρωπο, που αποφεύγει τις παγίδες και ξέρει να επιβιώνει. Ειρωνικά, το ντεμέκ τζένιο που σ’ ό,τι μπλέκεται «τα χέζει» / «τα γαμάει τη μάνα» (βλ & 6).

  2. Σε κυνηγετικά σινάφια: μικρό θήραμα χωρίς αξία, που δεν γεμίζει το μάτι, ένα τίποτα.

  3. Η τσουτσούνα (της παιδικής slang) οπότε και το πέος.

  4. Στην Λαρισαίϊκη έκφραση – γείωση «Τρία π’λιά (πουλιά) κι ένα τσόν» σημαίνει ό,τι και τα: «Άσχετο», «άλλ’ αντί άλλων», «από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα», «Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω» στην καλύτερη εκδοχή - και στη χειρότερη: «μιλούνε όλοι, μιλούν κι οι κώλοι» για κάποιον που πετάγεται σαν πούτσα / πορδή εκεί που δεν τον σπέρνουν.

  5. Στην έκφραση: «Μυαλό από τσόνι» σημαίνει ό,τι και το «μυαλό κουκούτσι» κι αναφέρεται σε βλάκες, ουγκ, στόκους δηλώνοντας κάτι που δεν υπάρχει και μοιάζει πολύ με το «Μαλλιά από τσόνια, και γάλα από χελώνες» (βλ σχόλιο του krepsinis στον έτερο ορισμό)

  6. Σε πιο slang χρήσεις μπορεί να σημαίνει (συνήθως υποτιμητικά):
    α) τον σφίχτερμαν / μπρατσαρά (απ’ το μπρατσόνι),
    β) τον μπάτσο (απ’ το μπατσόνι) των ΜΑΤ.

Αναφέρω παραδείγματα όπου γίνεται παιχνίδι με πολλές έννοιες ταυτόχρονα.

  1. - Εγώ λέω μπήκε ένα τσόνι κάτω απ’ τη σέλα ... λίγο πιο πάνω απ’ τη μπαταρία περίπου και κελαηδάει σε κάθε αλλαγή ταχύτητας γιατί γουστάρει τα γκάζια!!! πάντως ειλικρινά... δεν έχω καταλάβει τίποτα γι’ αυτό το θόρυβο... γι’ αυτό δεν μπορώ να δώσω σοβαρότερη απάντηση. Πάντως ψάξε και για το τσόνι, ποτέ δεν ξέρεις!
    - Τι είναι το τσόνι; Εδώ στο χωριό μου δεν τα ξέρουμε αυτά!
    - Χα χα χα!! Από πού είσαι;
    - Ανήκω στην φυλή των δρομιάρηδων. Εμείς δεν έχουμε τέτοια πράγματα. Μόνο γράσο, λάδι και καμένο λάστιχο!
    - Το ξέρεις το τσόνι! Σίγουρα! Είναι αυτό που κελαηδάει ανάμεσα απ’ τα πόδια σου όταν είσαι με κοπέλα! Εκτός αν είσαι απ’ το χωριό Συκιές. (αγορασμένο)

  2. - Κι αν είναι προβοκάτσια που λες, μη την ψάχνεις σε ξένες πρεσβείες! Αν ήταν τέτοια, θα την έστηνε μια χαρά ο Κ..κος, που ψάχνει εναγωνίως διάψευση ότι η ΝΔ του Σαμαρά, τον οποίον έτρεξαν να στηρίξουν τα πρώην τσόνια που τον είχαν προτιμήσει για τους λόγους που περιγράφονται, αρνείται την ανάγκη υπεράσπισης και τον ανένδοτο αγώνα για το όνομα!
    - Όχι ρε φίλε! Τσόνι είμαι! Πάω όπου μπορώ να σταθώ! Κοιτώντας αν μου παρέχουν ενδιαίτημα! Όχι Ξόβεργες! (από εφημερίδα)

  3. – Χτύπησες τίποτα;
    - Μπα!! Ούτε τσόνι, γαμώ την γκαντεμιά μου.

  4. «Μιλώντας ο υφυπουργός άκουσε τον Γ. Τ..κη να τον διακόπτει λέγοντας κάτι άσχετο με την ομιλία. Έτσι, λοιπόν, επιστράτευσε κάτι που λένε στην πατρίδα του για να του «κόψει τον αέρα». «Στη Λάρισα λέμε “τρία πλιά κι ένα τσόνι” κυνηγάνε τον Αντώνη»! (προσαρμοσμένο από το δίχτυ)

  5. – Μωρό μου; Γουστάρεις τις καινούργιες μου γόβες - στιλέτο;
    – Πού θα τις βάλεις μωρή;
    - Στην εκδρομή.
    - Στο Καϊμάκ για σκι; Ε!! ρε!! μυαλό από τσόνι.
    - Κλαψ! Λυγμ!. Κι εγώ που άκουσα ξεσκί.
    - Νταξ!! Μ’ αρέσει ο τρόπος που …ακούς.

  6. α. «…Ο C…la δεν είναι άγνωστος παίχτης αλλά είναι αστείο να αναφέρεται σαν λύση, επειδή είναι τσόνι και ντούκι! Ο τύπος είναι κοκάκιας και μπασκετικά δεν είναι και τίποτα σπουδαίο! Αλλά το μπάσκετ θέλει μυαλό και μετά μούσκουλα!...» (από μπλογκ)

ένα τσόνι  (από sstteffannoss, 07/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε σε κάποιον για να σταματήσει να γελάει.
(Το πρωτοείπε ο Λαζόπουλος στο Αλ τσαντίρι στον Alpha.)

Λάκης:
-Εγώ δεν γέλασα, εγώ Κυριάκος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified