Further tags

Έννοια, η οποία όταν χρησιμοποιείται αναφορικά με τη μουσική, και πιο συγκεκριμένα με τη μέταλ / ροκ μουσική, δηλώνει τα εξής πράγματα:

  1. Το γενικότερο ίματζ μίας μπάντας, τόσο ως προς τα ίδια τα μέλη ή το εν γένει περιτύλιγμα στο οποίο παραδίδεται το καθαρά μουσικό περιεχόμενο: σ' ό,τι αφορά τα μέλη, η σατανίλα μπορεί να σχετίζεται με τον ρουχισμό και την ευρύτερη περιβολή των μουσικών στις φωτογραφίες της μπάντας ή/και τις ζωντανές τους εμφανίσεις, π.χ. μανδύες ή ράσα (κατά τα ευρωπαϊκά και όχι τα ανατολικοορθόδοξα πρότυπα), κουκούλες, ειδικό μακιγιάζ (το αποκαλούμενο και corpsepaint) με σκοπό να αλλοιωθούν τα χαρακτηριστικά ως προς το δαιμονικότερο ή πεθαμενότερο, μπλούζες (αυστηρά μαύρου χρώματος) και κρεμαστά με πεντάλφες, ανάποδους σταυρούς και λοιπά χαϊμαλιά σε αντίστοιχο στιλ, ζώνες και περιβραχιόνια με καρφιά και άλλα παρόμοια αξεσουάρ που δεν τα βρίσκει κανείς στα Hondos Center αν δεν έχει συνεννοηθεί εκ των προτέρων με τις πωλήτριες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν και περιπτώσεις όπου οι ενδυματολογικές αυτές επιλογές δεν εξαντλούνται μόνο στα στενά όρια της εικόνας στα πλαίσια του συμμετέχειν σε μπάντα, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνική ζωή των μελών των συγκροτημάτων, αλλά και των οπαδών τους (ή αυτών που ασχολούνται με τα ευρύτερα μουσικά ιδιώματα στα οποία εντάσσονται τέτοιες μπάντες), όπως είναι π.χ. οι γκοθάδες ή (σε μικρότερο ίσως βαθμό) οι μπλακμεταλλάδες. Ως προς το ευρύτερο περιτύλιγμα, η σατανίλα αφορά το καθαρά καλλιτεχνικό μέρος της δουλειάς, τουτέστιν το artwork, ήτοι τις απεικονίσεις στα εξώφυλλα-εσώφυλλα του δίσκου ή σιντί, οι οποίες θα αφορούν ή θα παραπέμπουν σε σατανική ή δαιμονολογική θεματολογία (πάλι δαίμονες, σατανάδες, κόλαση, το υπερφυσικό κλπ).

Σε αυτό τα πλαίσιο θα πρέπει να τονιστεί το εξής: η σατανίλα, αναφορικά με το εξωτερικό ίματζ, δεν έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με αξεσουάρ που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σχετίζονται με κάποια μουσική. Σατανίλες μπορούν π.χ. να χαρακτηριστούν και τα πιο ιδιόμορφα κοσμήματα (ή στολίδια σε στιλ κοσμημάτων, ακόμη και τραϊμπαλάκια), καθώς και πολλά άλλα πράγματα που μπορεί να απεικονίζουν σατανικές ή γενικά δαιμονικές / υπερφυσικές μορφές (π.χ. ζόμπια), χωρίς αυτός ή αυτή που τα φοράει να έχει καμία σχέση με συγκεκριμένα μουσικά είδη, ή το ευρύτερο σατανιστικό lifestyle.

  1. Την θεματολογία των στίχων, η οποία θα είναι σατανική, σατανιστική, δαιμονολογική και γενικότερα θα κινείται στο χώρο του υπερφυσικού, πάλι όμως κατά κύριο λόγο σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα (ακόμη και σε περιπτώσεις που οι μπάντες δεν έχουν καμία σχέση με Ευρώπη, π.χ. μπάντες της Νοτιοανατολικής Ασίας) και σπανιότερα με τοπικές ή άλλες εθνικές επιρροές και αναφορές.

Η σατανίλα μπορεί επίσης να υποδηλώνει τα κρυφά μηνύματα που (φημολογείται ότι) μπορεί να έχουν στίχοι οι οποίοι δεν περιλαμβάνουν άμεσες σατανικές και σατανιστικές αναφορές, όπως συνέβαινε δεκαετίες πριν με τους στίχους των Led Zeppelin, των Eagles και άλλων συγκροτημάτων.

  1. Την ίδια τη μουσική ως σύνθεση και ενορχήστρωση, η οποία τονίζει τα παραπάνω χαρακτηριστικά χρησιμοποιώντας απόκοσμα φωνητικά (βαθιά, τσιριχτά, ουρλιαχτά, αλλά ενίοτε και πιο νορμάλ, ακόμη και πιο πομπώδη ή επικά) και τις αντίστοιχες ιδέες, φράσεις και μοτίβα (μελωδικά ή μη) στα όργανα με σκοπό πάνω απ' όλα να δοθεί παραστατικότερα στο ακροατή μία χαοτική, κολασμένη, αγωνιώδης και δαιμονική αίσθηση. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι η σατανίλα δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένα μουσικά ιδιώματα και υποϊδιώματα: Σατανίλα μπορεί να αποπνέει το μπλακ μέταλ, οι ντεθιές, οι θρασιές, οι γκοθιές, το κλασικό χέβι, οι ντουμιές και πλείστα άλλα είδη μέταλ και ροκ, παιγμένα και ενορχηστρωμένα με τελείως διαφορετικό και διακριτό μεταξύ τους τρόπο. Επίσης, σημαίνει ότι η ίδια η αίσθηση της σατανίλας μπορεί να διαφέρει από ακροατή σε ακροατή -κάποιοι την νιώθουν και κάποιοι άλλοι όχι, παρά μόνο σε εξαιρετικές από μουσικής άποψης περιστάσεις.

Σε μη μουσικό, αλλά ευρύτερο καλλιτεχνικό και πολιτιστικό περικείμενο, η σατανίλα ενδέχεται να αφορά πάλι τη θεματολογία ενός έργου (π.χ. βιβλίο ή κινηματογραφικό έργο), τον τρόπο προβολής ή παρουσίασής του, την όλη ατμόσφαιρα που μπορεί να αποπνέει και τα συναισθήματα που μπορεί να προκαλεί σε όποιον το παρακολουθεί (ασχέτως τρόπου). Αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου υφίσταται σατανίλα χωρίς όμως να υπάρχει αντίστοιχη σατανική θεματολογία, αλλά μόνο και μόνο με τη δημιουργία της αντίστοιχης ατμόσφαιρας και των αναλόγων συναισθημάτων μέσα από τις στιλιστικές-καλλιτεχνικές επιλογές του εκάστοτε δημιουργού.

Από το ελληνιστικό Σατανάς (Σατανᾶς < Σατᾶν -ᾶς < εβρ. sātān -αντίπαλος, διάβολος).

  1. Μπαντες οπως οι Enforcer και οι White Wizzard κανουν περιοδειες και πολλαπλασιαζουν μερα με την ημερα το κοινο τους, ενω αποθεωνεται (και προμοταρεται) και ο τελευταιος Σουηδος που πουλαει Σατανιλα και παιζει σαν Mercyful Fate. (Από εδώ)

2.Ξεκινάω Shadows of the Damned σήμερα και στα καπάκια ένα Rayman για να καλύψει την σατανίλα! (Από εδώ)

  1. H χαρά του κάβουρα κάγκουρα είναι αυτά ρε.....πολύ νεκροκεφάλα και χάρος και σατανίλα. Αν είναι να την κάνω τρομακτική θα βάλω φώτο του πεθερού μου. (Από εδώ)

βλ. και σατανάδες

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την σύνθεση των λέξεων «σεξ» και «βόμβα». Είναι η γκόμενα η οποία είναι μούναρος και ταυτόχρονα δείχνει ότι μπορεί να σε βάλει κάτω και να σου πετάξει τα μάτια έξω.

- Τελικά η καλύτερη γκόμενα που είχα ήταν η Γιώτα.
- Πως ήτανε; Δεν την είχα δει.
- Άστο φίλε. Ήταν ξανθό τούμπανο και θύμιζε την Πετρούλα Κωστίδου. Μιλάμε για την απόλυτη σεξοβόμβα, τι να σου λέω τώρα.

(από HardcoreGR, 13/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιφρονητική περιγραφή ρημαδιακών, καταπονημένων, καχεκτικών, χλεμπονιάρικων, σταφιδιασμένων και χτικιαριακών υποκειμένων, αντικειμένων, τόπων και τρόπων. Με ιδιαίτερη μνεία στα αμνά.

Πιθανώς Ηπειρώτικο ιδίωμα. Αβέβαιη και η ετυμολογία, σάμπως και να συνδέεται με την σούφρα.

- Να ανασκολοπισθεί και το παρηκμασμένο και διαπλεκόμενο ΕΣΡ. Χουντοκρατούμενο, ομοφοβικό, σαφρακιασμένο, ασχολείται μόνο όσο βλέπει η πεθερά για τη διάθεση του τηλεπτικού χρόνου.
(εδώ)

- Μωρή σαφρακιασμένη κάμπια, για το Μεμά και τη Ροζαλίτσα μας πέρασες; Άντε γλέίψε καμιά πάκικη ψωλή μπας και βγάλεις κάνα φράγκο να πάρεις καμιά φασολάδα να ντερλικώσεις. :pipa1: :fuck2: (εκεί)

- μαλάκω σαφρακιασμένη γαμιολοφόρα λέει στην 6χρονη κόρη της ότι τα κορίτσια γίνονται μαζορέτες για να παντρευτούν πλούσιους παίκτες (τσίου, παραπέρα)

- H γριά μπατάλω η νταουνλοντιέρα, elle est munie d' un σαφρακιασμένο μουνί
(παραδίπλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Dağ = βουνό και dağlar = τα βουνά στα τούρκικα και νομίζω είναι πιό κοντά στο νταγλαράς, δηλ. βουνίσιος, ορεσείβιος, όπως ορθά δόθηκε ο ορισμός και παραπάνω.

Ωρέ τι νταγλαράς είναι αυτός; 2 μέτρα μπόι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ημιμάθεια, τα ημίμετρα και ο ημίονος πάντα κατέχουν χαμηλότερη θέση στην τροφική αλυσίδα από την αμάθεια, τα μέτρα και την Yoko Ono, αντίστοιχα.

Στο πνεύμα αυτό, ο μισόχαζος είναι σαφώς επαχθέστερος, πιο επικίνδυνος και πιο μπαμπέσης απ' τον χαζό, όπως μάς δίδαξε και η εμπειρία μας με τον #79 Global Thinker για πρωθυπουργό. Άλλωστε, ο θετικός αντίκτυπος της αντικατάστασής του με απλά χαζό πρωθυπουργό έχει σχεδόν αρχίσει να γίνεται αντιληπτός δια γυμνού οφθαλμού, στα όρια πάντα του σαδιστικού λάθους.

Ίσως να πρόκειται και για τοπικό ιδιωματισμό: φοριέται αρκετά στην Ευρυτανία, αν και δεν βάζω χέρι.

Αγγλικανιστί: halfwit.

- Ο μισόχαζος, που είχε το θράσος όχι μόνον να τους σύρει με τα ψέματα τού «...λεφτά υπάρχουν», αλλά και στο τέλος να τους ειρωνεύεται κιόλας, «καταγγέλλοντας» στην Ευρώπη ότι οι Έλληνες είναι οι διεφθαρμένοι, που σέρνονται πίσω από «καρότα».
(εδώ)

- Πως θα φύγουμε ρε μισόχαζοι απ'την Ευρώπη;Φύγετε εσείς!Μήπως η Ευρώπη είναι κόρη του Φοίνικα Σόιμπλε;Θα διαβάσω Γερμανική μυθολογία να μάθω! (τσίου, εκεί)

- Λεει ο μισόχαζος που έχουμε για πρωθυπουργό: «να κάνει ο καθένας την δικη του μικρή επανάσταση.. μπλα μπλα μπλα'' Μπετοβλάκαάμα κάνει ο καθένας την επανάσταση του μαυρο φίδι που σε έφαγε γαμώ τον !@#$%^&()(^%$#$%^&*()@
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν στα ογδόνταζ οι μπαμπαδιστές σαλιάριζαν για μανουλομάνουλα, οι πιο προχώ μιλούσαν για σεξουάλες.

Οι δεκαετίες πέρασαν, αλλά η σεξουάλα παραμένει το διαχρονικό πρότυπο του καυλιδερού, λιμπιντιάρικου και ενίοτε ανωμαλιάρικου μούναρου. Η σεξουάλα νέας κοπής διαφέρει από το ορίτζιναλ αμαρτωλό πρωτίστως ως προς το ξυρισμένο μπικίνι-πρόσφορο· δευτερευόντως, δεν φέρει χαίτη τ. λασπωτήρα ούτε φοράει κτηνώδεις βάτες. Α, και την σήμερον ημέραν το λήμμαν εκφέρεται σχεδόν αποκλειστικά από μπαμπαδιστές.

Πέον τέλος να σημειωθεί ότι η σεξουάλα εμπεριέχει το σεκλετιάρικο και οιονεί γαμοσλανγκοτέτοιο -ουάλα (βλ. Μαντουβάλα, Ζιγκουάλα, κ.ο.κ.).

Ασίστ: Khan.

- H... σεξουάλα Katy Perry (εδώ)

- Καθηγήτρια... σεξουάλα «βίασε» μαθητές της (εκεί)

- Now stop dreaming. Let’s face it. Η γκομενίτσα σου απλώς δεν είναι σεξουάλα. Σύμφωνα με το womenonly.gr “Η σεξουάλα γυναίκα έχει σαν πρώτη της προτεραιότητα το σεξ: Τα κορίτσια που ξέρουν να γλεντάνε τον έρωτα, ποτέ δεν βρίσκουν ηλίθιες δικαιολογίες για να αποφύγουν το σεξ. ”Έχω περίοδο, έχω πονοκέφαλο, έχω παχύνει”, είναι μόνο μερικές από τις δικαιολογίες που χρησιμοποιούνται από θηλυκά σε όλο τον κόσμο.” … άρα και να την ρίξεις φίλε μου καλέ, το μόνο σίγουρο είναι ότι το σεξ μαζί της θα μοιάζει περισσότερο με το λιμάνι του Πειραιά τον 15Αύγουστο … μέχρι να τα μπειιιιιιςςςς, θα πρέπει να περιμένεις πολυυυυυύ.
(παραπέρα)

Υπερπαραγωγή των ογδόνταζ. (από Vrastaman, 15/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τιποτένιος, ο ασήμαντος, το ανθρωπάκι, αυτός που δεν τον πιάνει το μάτι, η μισή μερίδα.

Εκτοξεύεται σαν απαξιωτικότατος χαρακτηρισμός εναντίον ατόμων (συχνότατα δημόσιων προσώπων) κενών περιεχομένου που το παίζουν κάποιοι έχοντας πάρει ψηλά τον αμανέ. Αναμενόμενο σε μια απαίδευτη πλην ταλαιπωρημένη κακούργα κενωνία, τίγκα στους υπερεκτιμημένους φελλούς και τους ξεγάνωτους τενεκέδες που δεν έχουν να παρουσιάσουν κανένα έργο αλλά πουλάνε άλλος μούρη, άλλη κώλο και πολλοί βαρύγδουπες αμπελοφιλοσοφίες επί παντός επιστητού.

Η ειρωνεία επιτείνεται όταν προηγείται το «κύριος».

1.
Δεν με κατάλαβες μάλλον. Και οι δυο είναι δήθεν ραππάδες για γειτονιά, δυο σφαλιάρες άτομα. Απλά ο H.. τυχαίνει να είναι και ΒΠ ενώ η άλλη η τερατογέννηση τυχαίνει να είναι τίποτας.

2.
Αν μπορεί ο κάθε τίποτας να λέει μαλακίες και να θεωρείται διανόηση, τότε και η Θώδη διανόηση είναι.

3.
Ο Πιλάβιος με τον «μανδύα» της σοβαρότητας που υποτίθεται ότι φοράει, θεωρεί ο ίδιος και οι συν αυτών ότι είναι πετυχημένος σε αυτό που ψηφίστηκε από τις ενώσεις να κάνει, να διοικεί και να είναι ο «άρχοντας» ουσιαστικά του Ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο κύριος «δημόσιες σχέσεις», ο κύριος «τίποτας», ο κύριος «να τα έχω καλά με όλους», ο κύριος που επί της θητείας του έχουμε δει απίστευτα πράγματα, τόσο στα πρωταθλήματα στα οποία η ΕΠΟ είναι η εποπτεύουσα αρχή (βλέπε διαιτησία, ΚΕΔ, αδειοδοτήσεις, τιμωρίες, DVD, αλλά και δεκάδες καταγγελίες από παράγοντες σε όλες τις κατηγορίες για πάρα πολλές πτυχές του ποδοσφαίρου μας), όσο και στην Εθνική ομάδα (αποχωρήσεις παικτών, γκρίνιες, ίντριγκες και άλλα), κοιτάει απλά χωρίς να μπορεί ή να θέλει να παρέμβει και να τιμωρήσει τους υπεύθυνους.

4.
Τι είπε λοιπόν ο τίποτας; «Οι εθνικές επέτειοι επικαιροποιούν διαχρονικά υψηλά νοήματα και φέρνουν τις δικές μας γενιές προ των δικών τους ευθυνών.... Παρακολουθήσαμε μια εντυπωσιακή παρέλαση, μια από τις καλύτερες που γίνανε ποτέ.»
(Αναφέρεται στον Αβραμό)

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Τραγούδι - Στίχοι - Μουσική του Κώστα Ψυχογιού από τον δίσκο του «Ο Τίποτας» (από sstteffannoss, 17/11/12)O Λευτέρης Μποτωνάκης διαβάζει το διήγημα «Ο Τίποτας» του Νίκου Τσιφόρου  (από sstteffannoss, 17/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικά μειωτικό και περιφρονητικό (πλην ξύλινο) μπινελίκι σε βάρος πολιτικών αρχηγίσκων και πάσης φύσεως αυταρχικών καραγκιόζηδων που πέρδονται υψηλότερα του πρωκτού τους.

Εκ του ονόματος του αδίστακτου υπουργού προπαγάνδας του Τρίτου Ράιχ, η κωμική εμφάνιση-μικιμάου του οποίου απείχε παρασλάγγας από το (παπ)Άρειο πρότυπο που πρέσβευε. Δράττομαι της ευκαιρίας να καταθέσω σε παγκόσμια πρώτη και την παραλλαγή γκεϊμπελίσκος (ο ναζιάρης αρχηγίσκος).

Σ.ς.: γκεμπελσίσκος, για τα σλανγκαρχίδια τση παρέας.

- Φαιδρός Γκεμπελίσκος... Διασπείρει ψευδείς ειδήσεις για το ΠΑΣΟΚ...
(εδώ)

- Ξαναχτύπησε ο Παναγούλης: Κεδίκογλου είσαι «γκεμπελίσκος»
(εκεί)

- Ο πάσχων γκεμπελίσκος Ο Πάσχος Μανδραβέλης είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της δημοσιογραφίας του Ελλαδιστάν.
(παραπέρα)

- Ο γκεμπελίσκος o κίτρινος ,γγ του ΠΑΣΟΚ Καρχιμακης συνεχίζει ακάθεκτος
(παραδίπλα)

Ορίτζιναλ γκεμπελίσκος (από Vrastaman, 20/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κωλοπετσωμένη και ψιλοσπασμένη πλην καυλιάρα σαρανταφεύγα μιλφού. Το μουνί της μπορεί να έχει αρχίσει να πατινάρει, αλλά η μπογιά της ακόμα μισοπερνάει.

Χλευαστικά, η Ντάμα του αντιπάλου στο σκάκι. Συνώνυμο επίσης τση πουτάνας, σύμφωνα με τον σενσέι Ηλία Πετρόπουλο. Προσφιλής λέξη των Καρκαβίτσα και Τσιφόρου.

Πάσα: HODJAS, deinosavros και malakia (από Δ.Π.)

- Τωρα κολακευεσαι με την 15 χρονια μικροτερη σου που σε θελει ακομα και γαμπρο! Αμα η επομενη ειναι καμμια μισοτριβη ξερεις τι κουρελιασμα θα παθει η ψυχολογια σου ειδικα οταν θα βλεπεις πιπινια να τριγυρνανε γυρω σου;

- Εμάς τι μας ενδιαφέρει αν μια μισότριβη καλλιτέχνης άλλαξε γκόμενο;

- Μυξιάρης. Ζητάει ελεημοσύνη από μια μισότριβη καμπαρετζού με κυτταρίτιδα ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να δεί την καλτσοδέτα της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας από τους καυλύτερους γυναικότυπους, πρόκειται για την γυναίκα της οποίας τα βυζιά επιμένουν να αψηφούν τους νόμους της βαρύτητας και να ξευτιλίζουν τον Νεύτωνα, όντας στητά, σφριγηλά και ανωφερή. Νιάτα και μπερεκέτι!

Η λέξη είναι πολύ παλαιάς κοπής, και εμφανίζεται ήδη σε λογοτεχνικά έργα των αρχών του 20ου αιώνα. Για να κάνουμε μια φιλολογική βραδιά για χάρη της ορθοβύζας, να πούμε ότι σπουδαίοι λογοτέχνες έχουν αποδώσει τον ύψιστο αυτό χαρακτηρισμό σε επικές μορφές του Ελληνισμού και της Ρωμιοσύνης. Ο Νίκος Καζαντζάκης θεωρεί ως ορθοβύζα την ωραία Ελένη, ο Λορέντζος Μαβίλης την λεβεντομάνα Κρήτη (τέτοια έλεγε και τον κάνανε πλατεία), ενώ ως ορθοβύζα φαντάζεται άλλος ποιητής και την μάνα Ελλάδα μας (παράδ. 4). Αλλά δεν περιγράφω άλλο, τον λόγο έχουν οι ποιητές!

  1. Από την «Οδύσσεια» του Νίκου Καζαντζάκη:

Μα πήρε το πικρό παράπονο την κράχτισσα ορθοβύζα·
πώς έτσι, Θε μου, δίχως θλίψη πια την παρατούν, σα να 'χε
κιόλας χαθεί η δριμιά της μυρωδιά που ξάγκριζε τους άντρες·
πεισμάτωσε και σύντριψε με οργή στα ροδοπάλαμά της
το φιλντισένιο κρίνο που έλαμπε στου κόρφου τη ρουφήχτρα. (Δες).

  1. Κρήτη
    Ποίημα του Λορέντζου Μαβίλη (1860-1912)

Σειρήνα πρασινόχρυση, με μάτι
σαν της αγάπης, με λαχτάρας χείλια,
αχτιδομάλλα, ορθοβύζα, με χίλια
μύρια καμάρια και λέπια γεμάτη,

τραγούδι τραγουδάς μες τη ροδάτη
κατάχνια του πελάου, και στην προσήλια
του αγέρος πλατωσιά και στα βασίλεια
της γης πνοή το σέρνει μυρωδάτη :

«Σαν το γάλα της Αίγας Αμαλθείας
θρέφει θεούς και το φιλί μου εμένα.
Ελάτε να χαρείτε μες της θείας

αγκαλιάς μου το σφίξιμο ενωμένα,
πρόσφυγες της Ζωής, δώρα άγια τρία·
θάνατο, αθανασία κ΄ ελευτερία».

Περιοδικό Γράμματα, Τόμος 2, αρ. 13 (1913) (Δες).

  1. Γιάννης Σκαρίμπας, Ο καπετάν Σουρμελής ο Στουραίτης:

«Σαν μιά κολώνα ολόχρυση, ολόρθα βυθισμένη, θάμοιαζε η αναβρική φεγγοβολιά του μες στη θάλασσα.
Κι ανάμεσα του –φάντασμα λευκό νυχτερινό– η Αννίκα η ορθοβύζα.
Θεέ μου !
Άμπουλας σκοτεινός, στιλπνός, τα μαλλιά της, θα χύνονταν –μαύρη νεροσυρμή και κύμα– πα στη μαρμάρινη ασπράδα των δυό ώμων της και γυμνά όπως στ' αγάλματα θα της κρεμόντουσαν τα χέρια, θ' ασπρολογούσαν οι παχουλές φούσκες των δυό μπράτσω της». (Δες).

  1. Κωστας Βαρναλης, Ποιητης-χ.ν.κουβελης
    ΣΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΒΑΡΝΑΛΗ-ΦΑΛΛΙΚΟ
    κι αν ειναι να γιομισει απ'ακρου σ'ακρη
    η χωρα η ελληνικη γονιμους θεους
    το κοτσονατο κριαρι τον φαλλο-ισοκρατη Πριαπο
    το γαιδουρι το βαρβατο.
    Αξιον Εστι η Γεννα!Παναξια!
    η Ορθοβυζα Πλαση μου Ελλαδα (Δες).

  2. Να τη βλέπουν να ταρναρίζη ορθοβύζα τα στήθια, να τρεμουλιάζη τα μαστάρια πλαδαρά· να σιγοκλή ηδονικά, φλογισμένα τα βλέφαρα· (Δες)

  3. Το νου σας όμως, τσιμουδιά, να ’χετε εχεμύθεια
    διότι οι γυναίκες μας δεν είναι κουτορνίθια.
    Και προπαντός η Δέσποινα μην τύχει και το μάθει
    γιατί μετά θα υποστώ του λιναριού τα πάθη.
    Αν μάθει ότι ψάχνομαι για νέα κι ορθοβύζα
    είναι ικανή το ¨επίμαχο¨ να κόψει απ’ τη ρίζα.
    (Λιγότερο διάσημος αλλά επίσης εμπνευσμένος ποιητής εδώ)

Ε, να μην βάλουμε κι ένα μύδι σαν παιδιά κι εμείς... (από Khan, 13/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified