Από το σλαβικό stupa.

Ξύλινος κόπανος ή μεγάλη πέτρα, κοτρόνα. Όταν αναφερόμαστε σε άνθρωπο εννοούμε τον κοντόχοντρο.

- Πώς σου φάνηκε ο Μιχαλάκης; - Καλό παιδί αλλά στούμπος... για να με φιλήσει πρέπει ν' ανέβει σε σκαμνί...

Στούπα Μεσσηνίας (από GATZMAN, 05/07/10)Βουδιστική στούπα στο Μαύρο Όρος Κορινθίας (από dryhammer, 14/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified