Further tags

Από το αγγλικό όνομα Charlie, απαξιωτικός χαρακτηρισμός για τους Κυπραίους της Αγγλίας δεύτερης και τρίτης γενιάς - είναι οι λεγόμενοι μπιμπισήδες (εκ του B.B.C.= British Born Cypriots).

Πέραν του εθνολογικού, οι τσάρληδες παρουσιάζουν και μεγάλο γλωσσικό ενδιαφέρον. Πρώτη τους γλώσσα είναι, με διαφορά, τα Εγγλέζικα αλλά μεταξύ τους μιλούν και ένα ιδιότυπο ιδίωμα που ενσωματώνει σε μια παλιομοδίτικη Κυπραίικη διάλεκτο κάποιους εξελληνισμένους τύπους αγγλικών λέξεων και κατασκευασμένα αγγλο-ελληνικά συντακτικά σχήματα.

Ορισμένα παραδείγματα:

  • το φισσάτικο = μαγαζί που πουλάει fish and chips
  • η μηχανικούδα = χειρίστρια ραπτομηχανής, κοπτοράπτρια
  • το καποτί = φλυτζάνι τσάι, cup of tea
  • ο χάσπας = ο σύζυγος, husband
  • το πάσο = το λεωφορείο, bus
  • χαρτώνω = περνάω ταπετσαρία, από το ρήμα to paper
  • το κιτσιούι = η κουζίνα, kitchen
  • κάμνω use = χρησιμοποιώ
  • κάμνω cheat = κλέβω, εξαπατώ, κάνω απιστία
  • είμαι fit = είμαι καλά, σε καλή κατάσταση

Εννοείται ότι αυτό το ιδίωμα το καταλαβαίνουν μόνον οι τσάρληδες - ούτε οι Κύπριοι της Κύπρου ούτε, βέβαια, οι Ελλαδίτες ή οι Εγγλέζοι.

- Όι, γκορού ... εν πορεί ο χάσπας μου να 'ρτει στο φισσάτικον ... all weekend ένει πολλά busy ... χαρτωνει το κιτσιούι ... να κάμω έναν άλλον suggestion ... είπες τον τον Τσάρλη αν πορεί;

Βλ. και πορνοβοσκός, ο, pimp αλλά και δώσε κώλο στον ρουφιάνο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόσωπο που εμφανίζει τις μικρότερες πιθανότητες επιτυχίας, αντιήρωας, αουτσάιντερ. Μόνιμο θύμα αδικίας ή καταδίωξης, συχνά εκ πεποιθήσεως.

Εκ του Αγγλικού underdog.

- Τι ομάδα είσαι;
- Αεκάκι, φίλε μου!
- Καλώς το υπόσκυλο!

(Υπο)σκυλίσια ζωή! (από Vrastaman, 25/08/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται στα games, κυρίως στα online. Πρόκειται για τον εξαιρετικό noob, δηλαδή ανίκανο, ανήμπορο συνήθως χαζό και εντελώς αστοιχείωτο στο να παίξει ένα συγκεκριμένο παιχνίδι...

Μπορεί να βρεθεί και ως νουμποφιντέρι, νούμπακλας, τριπλός αυτιστικός νουμπάς ή νουμπομπετόβλακας.

  1. - ΤΙ κάνεις ρε τριπλονούμπακλαααα!!!! Μόλνιρ στο huskar?!!!!??! (DOTA online game)

  2. - Παράτα το CS, είσαι αστοιχείωτος τριπλονούμπακλας!!!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο σουπερήρωας που η κάθε αγάμητη περιμένει να την πηδήξει.

  2. Ο υπερήρωας επιβήτορας που δεν συνάπτει σταθερές σχέσεις, αλλά εμφανίζεται μόνο μετά από επίκληση. Πηδάει μόνο σποράδην και όχι σε τακτά διαστήματα.

  3. Ο υπερήρωας που σε πηδάει άπαξ και μετά εξαφανίζει κάθε ίχνος του.

>από το αγγλικό fuck + man κατά παράφραση των ονομασιών ηρώων κομιξ (superman, batman, spiderman).

  1. - Πού είναι ένας φάκμαν όταν τον χρειάζεσαι;

  2. - Την έχει φάει η αγαμία. Γιατί δεν τηλεφωνεί στον φάκμαν της να της ρίξει ενα ψιλό;

  3. - Μα ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρε. Εντελώς φάκμαν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ, μα πολύ βλάκας.

Bλάκας + Megatron (αρχηγός των Decepticons στους Transformers) = βλάκατρον.

- Φώναξα τον κλειδαρά γιατί νόμιζα οτι είχα κλειδωθεί έξω, αλλά τελικά δεν χρειάστηκε να κάνει τίποτα, μιας και η πόρτα ήταν ξεκλείδωτη. Δεν σκέφτηκα να δοκιμάσω το πόμολο πρώτα...
- Ε, είσαι βλάκατρον!

(από xalikoutis, 09/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified