Συνώνυμοι όροι: το κωλάδικο, το μπουρδέλο.
- Μαλάκα πήγα σε μια κωλαντερί χθες... όλα τα λεφτά δικέ μου.
Got a better definition? Add it!
Published 2012-07-19 22:54:46+00:00 Last modified 2015-04-15 09:37:28+00:00
Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.
- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.
Published 2008-07-15 20:23:10+00:00 Last modified 2015-04-15 10:23:26+00:00
I forgot my password!
Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.