Further tags

Για τους μαραγκούς και τους μηχανικούς, η σφήνα έχει μια καθωσπρέπει έννοια, την οποία όλοι γνωρίζουμε και γω βαριέμαι να αναπτύξω εδώ. Θα ασχοληθώ με τις σλανγκ σφήνες, τουτέστιν:

  1. Το να φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν, το να χώνεσαι ανάμεσα στο νταραβέρι δύο ανθρώπων μπλοκάροντάς τους, ακριβώς όπως μια σφήνα χώνεται πχ κάτω από ένα παραθυρόφυλλο και το ακινητοποιεί, παρόλο τον αέρα.

  2. Στο οδήγημα, το να κάνεις σφήνες είναι το να χώνεσαι με ευελιξία και ταχύτητα ανάμεσα στα άλλα εν κινήσει αυτοκίνητα. Ακόμα καλύτερα είναι να το καταφέρνεις ήσυχα (όσο και γοργά), χωρίς να αναβοσβήνεις τα φλας ή τα προβόλια. Κάνοντας σφήνες ελίσσεσαι πολύ γρηγορότερα απ' όλους που πήζουν στην κίνηση. Βρίσκεσαι σε κατάσταση μόνιμου στοιχήματος με τον εαυτό σου και με τους άλλους: βάζεις σημάδι κάποιο ευδιάκριτο όχημα και κοιτάς αν πράγματι προχωράς μες τον χάος ή αν ο μύθος με τον λαγό και τη χελώνα έχει βάση (και έχει, πολλές φορές).

Το οδήγημα αυτό χαρακτηρίζει τους καυλοτίμονους εν γένει, αλλά δεν είναι πάντα γοητευτικό. Είναι καταστροφικό αν είσαι άπειρος οδηγός ή ηλίθιο καυλόγκαζο. Είναι επίσης εκνευριστικότατο όταν γίνεται από ταξιτζή. Ο καλός οδηγός δεν είναι ντε και καλά ο καυλιάρης, είναι αυτός που με το γάντι υπερέχει όλων, χωρίς να έχει προκαλέσει ατύχημα σε ανθρώπους ή ζώα και χωρίς να το κάνει σκόπιμα ώστε να εκνευρίσει τους άλλους. Ανάλογα με το ποιον της σφήνας κρίνεται και ο οδηγός.

  1. Εξάρτημα που χρησιμοποιούν οι κιθαρίστες (pin)

  2. Αξεσουάρ σεξουαλικής διέγερσης για πρωκτικό σεξ.

  1. - Και μετά;
    - Ε τι και μετά, μετά μπήκε σφήνα στη συζήτηση η μάνα της και τα γάμησε όλα. Πάνω που είχαμε ηρεμήσει, ξαναπήρε ο καυγάς.

  2. - Ρε μαλάκα, κοφ' τις μαλακίες, σου έχω πει ότι όταν οδηγείς το αμάξι μου δε γουστάρω σφήνες και καγκουριλίκια...
    - Ε όχι και γκάγκουρας εγώ, δεν το σπάω το αμάξι, το πάω μαλακά, βελούδο... όχι και γκάγκουρας...

  3. Πέρασε την καινούρια χορδή μέσα στον καβαλάρη και τράβηξέ την μέχρι το μεταλλικό τερματικό να «πιάσει» πάνω στο ξύλο. (και ενοείται ότι εφόσον «πιάσει» το μεταλικό τερματικό στο ξύλο, τότε βάζουμε την «σφήνα». Εάν μπεί η σφήνα (ή pin ή πέστε το όπως επιθυμείτε) , ενώ το μεταλλικό τερματικό δεν έχει «πιάσει» στην κάτω οπή του καβαλάρη, τότε κατά το κούρδισμα «τραβιέται» πρός τα πάνω, με αποτέλεσμα πα σπάει ή χορδή...).

  4. - Ρε συ το έμαθες ότι η Σταματία και ο Λάκης χώρισαν;
    - Ναι ρε, πώς έγινε αυτό τόσο ξαφνικά;
    - Καλά, πέθανα στα γέλια όταν τό 'μαθα... Χώρισαν γιατί αυτός της χάρισε για τα πέντε τους χρόνια μια σφήνα που αγόρασε από ένα σεξομάγαζο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως σωστά έχει επισημανθεί από πολλά άτομα, οι λέξεις που σχετίζονται με την ιδιότητα του μαλάκα στη χώρα μας είναι πάρα πολλές. Όπως οι Εσκιμώοι έχουν τις... λέξεις για τον πάγο και το χιόνι, οι Κοζάκοι για τα άλογα (βλ. σχόλιο Βασίλη-7 στο λήμμα μαλέφας), εμείς έχουμε τις... λέξεις για τον μαλάκα.

Διακεκριμένοι επιστήμονες, έχουν γράψει τις... μελέτες για την επίδραση του κοινωνικού περιβάλλοντος στη γλώσσα. Έτσι εξηγείται ο λόγος για τον οποίον, στη χώρα που άκμασε προ αιώνων το αθάνατο αρχαίο ελληνικό πνεύμα και ακμάζει σήμερα η μαλακία, έχουμε πολλές μαλακοειδείς λέξεις.

Αν ήταν, η μαλακία επιστήμη... τότε στα σίγουρα, η κάθε σχετική λέξη με τη λέξη μαλάκας, θα μπορούσε να σχετίζεται με έναν αυτόνομο μεταπτυχιακό κύκλο σε κάποιο πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ (πού αλλού;)

Ο όρος «μαλάκας υπηρεσίας», θυμίζει αξιωματικό υπηρεσίας, λοχία υπηρεσίας, κλπ, αλλά εδώ είπαμε... έχουμε να κάνουμε με μαλάκα. Για να δούμε λοιπόν, σε ποιες περιπτώσεις θα μπορούσε να αναφερθεί ο όρος;

Ως μαλάκας υπηρεσίας θα μπορούσε να θεωρείται:

- Κάποιος μαλάκας (μαλακάκος, μαλάκας με πατέντα, γκράντε μαλάκας, οποιοσδήποτε. Όλοι οι καλοί μαλάκες χωράνε) που σε δεδομένη στιγμή λέει, ή κάνει κάποια μαλακία, υπηρετώντας έτσι την «επιστήμη» της μαλακίας.

- Κάποιος που χωρίς να θεωρείται μαλάκας, είπε ή έκανε σε ανύποπτο χρόνο ερασιτεχνική, εθελοντική προσφορά στη μαλακία. Μπορεί να 'χε το ακαφελόγιστο, μπορεί να 'ταν μπαγιάτικο μύδι απ' την εξάντληση... Δεν παίζει ρόλο. Την προσφορά του, την έκανε.

- Κάποιο πρόσωπο με θεσμοθετημένο ρόλο, αντί να υπηρετεί το ρόλο που του ανετέθη, φαίνεται πως υπηρετεί άλλο ρόλο. Το ρόλο του μαλάκα. Φυσικά, μαλάκας υπηρεσίας θεωρείται κι αυτός που συνέβαλε σ' αυτό. Π.χ: θεωρείται έτσι, ένας μαλάκας πρωκτυπουργός, αλλά κι ο «κυρίαρχος» λαός που τον ψήφισε.

Σε αυτή τη χώρα πάντως, από δυο πράγματα δεν πάσχουμε. Από ελπίδα και από μαλακία. Γι' αυτό και μονίμως τρέφουμε ελπίδες, για τον νέο πρωθυπουργό (που μπορεί να είχε ξανακυβερνήσει στο παρελθόν και να φόρτιζε στο μεταξύ σε φάση αγρανάπαυσης). Κάνουμε τη μαλακία να τον ψηφίσουμε, και μετά σα μαλάκες της παρέας, τρώμε στη μάπα ένα ακόμα μαλάκα με πατέντα. Αφού σιγουρευτούμε πως τη φάγαμε, αγνοώντας πως το 'χουμε ξανά δει το έργο (λες κι είναι ταινία της Φίνος Φίλμ), ανυπομονούμε για το πότε θα 'ρθει η ώρα, να ξανακάνουμε τη μαλακία, να βγάλουμε τον επόμενο μαλάκα.
Ρε αν η ελπίδα κι η μαλακία είχαν αξία, ζάπλουτοι θα 'μασταν.

- Κάποιος γκόμενος κάποιας, από κάποιους πρώην της (που αυτή έτζασε), ή από κάποιους επίδοξους εραστές της (που τους πρόσφερε χυλόπιτα).

  1. Από πρόσφατο αληθινό περιστατικό στην εταιρεία.

Οι υπάλληλοι βαράνε μαλακία στους κουλούς (τουτέστιν δεν κάνουν τίποτα) και το 'χουν ρίξει σε κοινωνική κριτική. Σε κάποια φάση γίνεται κουβέντα για τη μαλακία κάποιου, που σημειωτέον δεν είναι ο μοναδικός μαλάκας της παρέας. Ξαφνικά... εμφανίζεται ένα άτομο (Γιάννης) και φτάνει ακριβώς, στο εξής σημείο της κουβέντας.

Βασίλης:
- Βρήκε ο μαλάκας φθηνό απορρυπαντικό στα Λίντλ κι αγόρασε 170 κιλά!
Γιάννης:
- Χα! Ποιος ήταν ο μαλάκας υπηρεσίας βρε παιδιά; Έχουμε πολλούς, που να πάρει.

  1. - Καλά ρε μεγάλε... Να κάνει τη μαλακία κανένας άσχετος να πω εντάξει. Αλλά εσύ που 'σαι γκουρού σ' αυτά, να πας να πιστέψεις τις μαλακίες αυτού του μπιριμπριτζή πωλητή και να αγοράσεις αυτή τη.... μπαγκατέλα; Τίποτα. Τίποτα. Ήσουν ο μαλάκας υπηρεσίας κι η υπηρεσία σου μόλις τελείωσε. Ας μην το κρύψωμεν άλλωστε.

  2. - Αισθάνομαι μαλάκας υπηρεσίας όταν με την ψήφο μου συμβάλλω στο να έρθουν στην κυβέρνηση οι αποτυχημένοι του παρελθόντος.
    - Μην απογοητεύεσαι. Είμαστε απόγονοι των Αφελίμ φίλε. Με δυο λόγια: Μαλάκες είμαστε, μαλακίες κάνουμε, μαλάκες βγάζουμε. Λογικό δεν είναι;
    - Μαλάκες οι απόγονοι των Ε;
    - E... Αυτή σου τη μαλακία πάλι που την πας; Mα άευροςάνθρωπος, να πηγαίνεις να χρεώνεσαι, για να αγοράζεις τα βιβλία του εθνικού συνωμοσιολόγου;

  3. - Τώρα, η παλιοπουτάνα, έχει μαλάκα υπηρεσίας τον Τέρη.
    - Για την πρώην σου, που σε έτζασε, λες, ε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για βρεφικό καθισματάκι που σου επιτρέπει να τα κουνάς και να τα ζαβλακώνεις προσωρινά τα μούλικα ώστε να μπορέσεις και συ να χαρείς νανοδευτερόλεπτα ησυχίας. Εκ του αγγλικού relax. Ακατάληπτο εκτός Ελλάδος.

Έλλην σε κατάστημα βρεφικών ειδών στο Λονδίνο:
- Χελλ-ό-ου μίστερ, αη γουάντ ριλάξ.
- I beg your pardon;
- Mπέημπυ ριλάξ. Ρι-λάξ.
- Too late for that old chap, you should have used a rubber when you had a chance!

Got a better definition? Add it!

Published

H λέξη γωριλάς, προκύπτει εκ των λέξεων γορίλλας και ωριλά.

Αναφέροντας τον όρο, αναφερόμαστε εμφατικά στον ωτορινολαρυγγολόγο (ωριλά) που, κρύβοντας άγριες διαθέσεις γορίλλα μέσα του, δεν ενδιαφέρεται να γιατρέψει τους ασθενείς του, αλλά να γιατρέψει την ασθένειά του, που δεν είναι άλλη από την φιλαργυρία του. Αυτός θεωρεί την ανάγκη του άλλου πηγή γιατρειάς της δικής του ανάγκης (ματαχρή).

Εννοείται πως βλέπει τους ασθενείς ως πελάτες. Ξέρει πως ο κόσμος δίνει πρώτη προτεραιότητα στο θέμα της υγείας του, γεγονός που το εκμεταλλεύεται σαν πονηρή αλεπού και έτσι προσπαθεί να σφάξει οικονομικά, τους δόλιους τους ασθενείς. Καλό λαμόγιο!

Μπορεί να έχει γνώσεις & δεξιότητες γορίλλα σε ωριλά θέματα (με την έννοια πως δεν κατέχει το άθλημα). Ωστόσο όμως, μπορεί να είναι γάτος που, με τα επικοινωνιακά του παιχνίδια, να μπορεί να τουμπάρει τα μπιφτέκια ανάποδα, παγιδεύοντας τον ασθενή. Μιλάμε ωστόσο για παιχνίδια με ημερομηνία λήξεως, αφού αργά ή γρήγορα θα φανεί η αλήθεια.

Ένας τέτοιος γωριλάς θα μπορούσε, χωρίς να είναι ικανός να κάνει τίποτα ουσιαστικό για τον ασθενή, να βρίσκει τρόπους να δικαιολογεί την απραξία του. Με διάφορα επικοινωνιακά τεχνάσματα θα μπορούσε να συντηρεί στον ασθενή την ελπίδα, για να μπορεί να τον αρμέγει κανονικά. Θα μπορούσε ακόμη, να του κάνει τη... ζημιά στο χειρουργείο και να τη δικαιολογήσει κι από πάνω. Εμ... Σαράντα χρόνια... Γιατρός σπούδασε, ή δικηγόρος;

Αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον ΡΤΠ, που με τη διεισδυτική ματιά του, ως σκυλί γατόνι, θεώρησε πως ο όρος θα μπορούσε να έχει χρηστική αξία και ανέβασε το λήμμα στο Δ.Π. Θένκια επίσης στην ironick που άνοιξε το δρόμο στο λήμμα ωριλά, αλλά και στον Βράσταμαν που, αφενός συνέχισε τον δρόμο μιλώντας για τους ωτορινολαρυγγοφάγους, αφεδύο, επειδή ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τον όρο γωριλά στα νερά μας (slang.gr), και αφετρία για το κατάλληλο μήδι του, που επισυνάπτω και εδώ.

Σημείωση

1) Οπως έχει αναφερθεί και εδώ αλλά όπως φαίνεται και εδώ (βλ. σχόλια), δεν μιλάμε για όλους τους ωτορινολαρυγγολόγους. Μιλάμε για τους κακούς ωριλάδες που αμαυρώνουν τη φήμη των καλών συναδέλφων τους.

2) Ο γωριλάς έχει κάνει την... πλαστική, ώστε να μη διακρίνει κανείς εύκολα το γορίλλα που κρύβει μέσα του.

3) Όπως φαίνεται, οι γωριλάδες σφάζουν. Κάποιοι βεβαίως σφάζουν με το γάντι (χειρουργικό, ή μεταφορικό).

4) Την ιδιότητα κάποιου να πλουτίσει εκμεταλλευόμενος άλλους δεν την έχουν, κατ' αποκλειστικότητα, οι αναποτελεσματικοί ωριλάδες. Θα μπορούσαν να την έχουν οι πάντες που, ανεξαρτήτως επαγγέλματος, σκέφτονται με αντίστοιχο τρόπο (απομύζηση κόσμου) και τους τυχαίνουν οι κατάλληλες ευκαιρίες για να το κάνουν.

5) Υπάρχουν παραδείγματα που αντανακλούν πρακτικές και επικοινωνιακά τερτίπια γωριλάδων. Για λόγους αποφυγής πλατειάσματος, παραπέμπω σ' αυτά, στα σχόλια μου, στο λήμμα ωριλά. Εκεί, διακρίνονται εύκολα αυτά που πληρούν τον ορισμό «γωριλάς».

Συζήτηση, κάπου στη Αθήνα.
- Άλλα σου λέω, αλλά ακούς. Βγάλε τα γράσα απ' τα αυτιάεπιτέλους.
- Άσ' τα... Αφενός έχω καραμπινάτο ωριλά πρόβλημα και αφεδύο, έχω πρόβλημα στο ότι δεν μπορώ να βρω σωστόν ωριλά. Έχω πάει σε δέκα και οι δέκα ήταν γωριλάδες, άρτι αφιχθέντες από τη ζούγκλα. Τους έδιωξε ο Ταρζάν κι ήρθαν στην Μπανανία. Άσ' τα... Είτε έπεφτα σε άσχετους μπλαμπλαδολόγους, είτε σε χασάπηδες, είτε σε εκμεταλλευτές του κερατά. Δεν ψάχνω για γαμημένο ωριλά. Όχι. Για ωριλά ψάχνω. Ξέρεις κανέναν;
- Ναι ξέρω έναν ωριλά με Ω κεφαλαίο. Αλλά είναι στη Θεσσαλονίκη.
- Ναι ρε και εγώ ξέρω κάποιον υπόγειο. Με τον πόνο μου παίζεις;

Βραστό μήδι (από GATZMAN, 21/04/09)Ιπποκράτης:Δε θα μπορούσα ποτέ να φαντάστώ πως κάποιος γωριλάς, θα έδινε τον όρκο μου. Ποιός είμαι ο Ταρζάν, ή ο Μάκης; (από GATZMAN, 21/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη συγκεκριμένη περίπτωση σλανγκίζουμε, την κλασσική έννοια για το εικονοστάσι, που αφορά, την μεγάλου ύψους κατασκευή, που χωρίζει το Άγιο Bήμα, από τον κεντρικό χώρο ενός χριστιανικού ναού, που κοσμείται με πληθώρα λατρευτικών εικόνων.

Μιλάμε για το τέμπλο του ναού δηλαδή. Καλά και άγια αυτά. Εδώ όμως...για τι πράγμα μιλάμε; E, εδώ κάνουμε την ανατροπή...

Ο όρος έχει, είτε χιουμοριστική, είτε απαξιωτική χροιά, και αναφέρεται στην επιφάνεια εργασίας (ντέσκτοπ) του Η/Υ κάποιου, που είναι τιγκα απ' τα εικονίδια (αρχείων, συντομεύσεων, κλπ), ώστε... και καλά, να φέρνει σε εικονοστάσι. Λέμε τώρα..!

Ενα βαρυφορτωμένο ντέσκτοπ συμβάλλει στη μεγαλύτερη κατανάλωση πόρων συστήματος, επιβραδύνει τη λειτουργία του Η/Υ και κάνει δυσκολότερο τον εντοπισμό κάποιου αρχείου εντός της επιφανείας του.

Πολλοί λένε πως, ένα ατακτοποίητο ντέσκτοπ, αντανακλά ανοργανωσιά που εκδηλώνεται από τον κάτοχο του Η/Υ, στο περιβάλλον του (π.χ: περιβάλλον διαμονής, εργασίας, κλπ).

Αυτοί δε, παραφράζοντας τον Αίσωπο λένε: Δείξε μου το ντέσκτοπ του Η/Υ σου, να σου πώ πόσο οργανωμένος και τακτοποιημένος είσαι, γενικότερα. Αν είναι εικονοστάσι...τότε, κλάφτα Χαράλαμπε.

  1. Απαξιωτική χροιά
    Προϊστάμενος:
    - Σουλούπωσε ρε εσύ λίγο το ντέσκτοπ του υπολογιστή σου. Εικονοστάσι το έκανες. Πώς να μην αργεί μετά το σύστημα σου; Τσαντίζομαι που το βλέπω έτσι....

  2. Απαξιωτική χροιά
    Προϊστάμενος:
    - Καλά ρε φίλε, αν θελήσεις να βρεις στα γρήγορα ένα αρχείο, σ' όλο αυτό το πέλαγος εικονιδίων που 'έχεις πετάξει στο ντέσκτοπ, του υπολογιστή σου, πως θα το βρεις; Εδώ χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα. Αίτηση στον ΟΗΕ πρέπει να κάνουμε. Ντέσκτοπ είναι αυτό ή εικονοστάσι;

  3. Χιουμοριστική χροιά
    - Πω πω τι εικονοστάσι είναι αυτό ρε εσύ; Μόλις το είδα πήγα να κάνω το σταυρό μου...χα χα χα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εργασιακή απασχόληση που έχει να κάνει με τον σχεδιασμό-υλοποίηση εγκαταστάσεων φωτισμού όπως επίσης και τη διακόσμηση χώρoυ.

- Ρε Γιώργο δε με είπες, τι δουλειά κάνει ο Στάθης ;
- Φίλε Μήτσο, ο Στάθης είναι Light-Designer!
- Ααααα! Φωτάς δηλαδή!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω επικόλληση αυτό που μόλις πριν έκανα αντιγραφή, σε υπολογιστή με Λειτουργικό Σύστημα Γραφικής Ενδομετώπης Χρήστη (Graphical User Interface), όπως γιά παράδειγμα τα Παράθυρα της Μικρομαλακιάς (Microsoft Windows).

Από το αγγλικό copy paste.

- Δεν προλαβαίνω ούτε με σφαίρες να παραδώσω την ιστοσελίδα μέχρι αύριο.
- Έλα μωρέ! Πάστωσε τους δυό - τρία κοπίδια από ένα άλλο και πάμε για μπύρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει ήδη γίνει αναφορά στο ακαφελόγιστο εδώ. Εκεί το πράγμα εστίαζε στην επίδραση της καφεΐνης στον ανθρώπινο οργανισμό.

Τα πράγματα όμως εξελίσσονται. Αφού δημιουργήθηκε νέα διάσταση στην έννοια του καφέ, μοιραία δημιουργείται νέα διάσταση για τον όρο του ακαφελόγιστου.

Η ατάκα μπορεί να απευθυνθεί σε κάποιον, που είναι μέσα στα νεύρα, ενώ παράλληλα γνωρίζουμε πως έχει το... πάθος με τα flocafe, στα οποία σημειωτέον έχει καιρό να πάει.

Όταν λοιπόν τον βλέπουμε να 'χει τα νεύρα τσατάλια, του λέμε φίλε έχεις το ακαφελόγιστο, θέλοντας να τον χαλαρώσουμε (μέσω αυτής της χιουμοριστικής νότας) αλλά η/και να του προτείνουμε και καλά... άμεση καφεθεραπεία από ειδικευμένη ορθοπεϊκό, που μπορεί να του κάνει τον λαϊκό μπαργαλάτσο του, τζέντλεμαν στο πι και φι. Μια τέτοια θεραπεία... μπορεί να τη γουστάρουμε και εμείς άλλωστε.

- Πάλι βρίζεις κι αστράφτεις σήμερα, τον έναν και τον άλλον στο λογιστήριο, για ψύλλου πήδημα. Έχεις το ακαφελόγιστο, δε λέω. Έχεις να πας σε ορθοπεϊκό των flocafe, από τότε που βγήκαν οι λάσπες. Αλλά τι σου φταίω κι εγώ που δε μ' αφήνεις να χαλαρώσω, έτσι που σε βλέπω... χα χα χα! - Πού το πας;
- Θυμάσαι πόσο συχνά πηγαίναμε στο παρελθόν; E αυτό να κάνουμε και τώρα. Γιαυτό προτείνω τιγκανά για φραπενείογια να 'ρθουμε στα ίσα μας... χε χε χε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικής αισθητικής καπελάκι που συνηθίζεται στη γείτονα, παλαιότερα δε και εδώ. Κυριολεκτικά και αδιάφορα.

Σλανγκικά, το φέσι έχει περισσότερες από μία έννοιες, τις οποίες και παραθέτω:

  • H εντελώς μάπα ταινία. Όχι αναγκαστικά η πουτοπάει, αν και το συγκεκριμένο είδος είναι σίγουρα ενδεκαδάτο. (Π1)
  • Συνεχίζοντας κινηματογραφικά, η εντελώς τελείως απίθανη σκηνή σε μία ταινία, η οποία μπορεί να είναι, αλλά μπορεί και να μην είναι συνολικά φέσι. Μία μαρβελιά βρίθει φεσιών, ενώ τον χαρακτηρισμό δεν έχουν αποφύγει και όλα σχεδόν τα έργα James Bond (o κόσμος δεν μπορεί να καταλάβει την τέχνη τελικά...), με τη λογική της αναληθοφάνειας και του εντελώς απίθανου, not-in-this-lifetime / not-on-this-planet σεναρίου ή συγκεκριμένης σκηνής πάντα. (Π2)
  • Yet another όρος για τη μέθη, ο οποίος έρχεται να προστεθεί στη μακρά και επαρκώς καταγεγραμμένη λίστα, την οποία δεν επαναλαμβάνω κι όποιος θέλει να πάει κατά 'κει να τη δει. (Π3)
  • Ο δανεισμός, το χρέος. Ακόμα καλύτερα ο δανεισμός που δεν θέλαμε και πολύ να βάλουμε, π.χ. το δανειοδάνειο. Αυτό ίσως έχει και μία λογική εξήγηση, υπό την έννοια ότι, ως Έλληνες, μάλλον δεν τρελλαινόμαστε με την ιδέα του να βάλουμε ένα φέσι και να τριγυρνάμε. Συντάσσεται με το ρήμα «βάζω». (Π4)
  • Η τό(ν)γκα, η οικονομική ψωλιά. Το φέσι αυτού του είδους «φοριέται», ιδίως μετά από κανονιοβολισμούς. (Π5)
  • Εξυπνακίστικος χαρακτηρισμός για την Τουρκία και τους Τούρκους, κάτι σαν να χαρακτηρίζαμε τους Ελβετούς ως γραβιέρες και τους Ιταλούς ως σπαγγέτι. Τέσπα... (Π6)

    Για τις έννοιες αυτές (κι εδώ έγκειται ο ατέρμονος πλούτος της ελληνικής γλώσσης) υπάρχουν και βαθμίδες: από φεσάκι, σε φέσι και τέλος σε φεσάρα, ώστε ο χρήστης να επιλέγει το κατάλληλο μέγεθος για την εκάστοτε περίσταση.

  1. - Πώς περάσατε χθες με το γκομενάκι που γνώρισες στη Φιλοσοφική; Γάμησες;
    - Με γάμησε, δε λες;... Με πήγε σε ένα εστιατόριο με έθνικ λέει κουζίνα, χάλι μαύρο. Και μετά σ' ένα πουτοπάει του ιρανικού κινηματογράφου τώρα ήταν, του ιρακινού ήταν, θα σε γελάσω... Απίστευτο φέσι! Κοιμόμουν κανα μισάωρο και ξυπνούσα για να κλάσω από τις μαλακίες που είχα φάει. Όχι πως θα καταλάβαινα και τίποτε αν ήμουν ξύπνιος δηλαδή...

  2. ... και βουτάει ο James Bond στον αέρα και κυνηγάει σε ελεύθερη πτώση το αεροπλάνο που πέφτει ακυβέρνητο. Το ΠΙΑΝΕΙ, το πιάνει ρε μαλάκα το άτομο, ΜΠΑΙΝΕΙ μέσα, λες και μπαίνει στο σπίτι του χαλαρός και βέβαια το σώζει κιόλας. Και προφανώς ΔΕΝ έχει ιδρώσει, ΔΕΝ έχει τσαλακωθεί και οι σφυγμοί του είναι 60. Ε, αυτό ρε μεγάλε είναι ο ορισμός του φεσιού. Για τους υπόλοιπους μπες στο σλανγκ τζη αρ, τι να λέμε τώρα...

  3. - Και πίνατε 5 ώρες ρε τρισδιάστατε;
    - Γάμησέ τα... Φέσι γίναμε.
    - Τι φέσι; Λιάρδα!
    - Τι λιάρδα; Αλοιφή!
    - Τι αλοιφή; Ντίρλα!
    - ...

  4. ...Το φέσι της πενταετίας ΝΔ-Καραμανλή-Βαλτοπεδινών κλπ θα ξεπεράσει τα 110 δις ευρώ και το χρέος της Ελλάδας θα φθάσει τα 290 δίς δηλαδή 29.000 ευρώ για κάθε ‘Έλληνα. (από εδώ)

  5. - Ρε Βρασίδα, ο Νώντας πού στον πέουλα έχει χαθεί;
    - Καλύτερα που είναι εξαφανισμένος, γιατί άμα τον δω θα του γαμήσω το ταμτιριρί. Βάρεσε κανόνι και μου φόρεσε ένα φέσι, άστα ράστα και φάε πάστα...

  6. «Ηγεμόνας» με φέσι στο Αιγαίο
    Κυρ, 02/22/2009 - 19:13

Το μισό Αιγαίο θέλει στη δικαιοδοσία της η Άγκυρα μέσω μεγάλης αεροναυτικής άσκησης που σχεδιάζει για το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου και στην οποία έχει καλέσει για να συμμετάσχουν τέσσερις ΝΑΤΟϊκές χώρες προκειμένου να «νομιμοποιήσει» τις αξιώσεις της εις βάρος της Ελλάδας. (από εδώ)

Φέσι, το κυριολεκτικόν μετ\' αραβοσίτου. (γουανταφάκ...) (από acg, 29/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μικρό και διακριτικό «δημοσιογραφικό», μαγνητοφωνάκι παλιότερα, voice recorder σήμερα, που χρησιμοποιείται για την καταγραφή στα κρυφά ή και στα φανερά και την τεκμηρίωσή συνομιλιών, συνεντεύξεων, κλπ.

Επαγγελματική αργκό των κοινωνικών επιστημόνων και ερευνητών μάλλον, παρά των ίδιων των δημοσιοκάφρων, καθώς η όχι και τόσο κολακευτική ταύτιση του λειτουργήματος με την κοινή ρουφιανιά ευθύνεται για τον όρο, περισσότερο ίσως από το απλό τεχνικό γεγονός ότι η συσκευή, όπως και ο ρουφιάνος, ακούει, καταγράφει και μετά πάει και τα ξερνάει.

- Μου τα έλεγε πολύ ωραία η κυρία, σε κάποια φάση της λέω «θα μπορούσα να τα καταγράψω αυτά», μου λέει «ναι», βγάζω το ρουφιάνο, και μου αρχίζει αμέσως τα κλισέ και τις μαλακίες...
- Τι περιμένεις από κυράτσες;
- Μπορώ να καταγράψω αυτή σου την άποψη;
- Εεεε, ναι... κοιτάχτε, ο κόσμος φοβάται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified