Further tags

«Κόλπο», δόλιο τέχνασμα, τερτίπι, βρομοδουλειά, κατεργαριά, απατεωνιά, μπαμπεσιά, μπαγαποντιά, παπατζιλίκι, παραπλάνηση, εξαπάτηση, ανέντιμη ή παράνομη δραστηριότητα για προσπορισμό κέρδους, αισχροκέρδεια, «εκμετάλλευση», νοθεία, «μαγείρεμα» με την κακή την έννοια (λογαριασμών, αποτελεσμάτων κ.λπ.), «μηχανή».

(Bαθιά ανάσα - συνεχίζουμε:).

Αναφέρεται κυρίως σε οικονομικές δραστηριότητες, παίζει όμως και σε ποδοσφαιρικά γήπεδα με την μορφή του τεχνάσματος παραπλάνησης του αντιπάλου και του διαιτητή ενδεχομένως, αν είναι πολύ πετυχημένη (π.χ. πάει ο άλλος να βαρέσει το φάουλ και πηδάει πάνω από την μπαλίτσα χωρίς να την αγγίξει και σκάει από το πουθενά ο δεύτερος που το βαράει κανονικά και τους αφήνει όλους κάγκελα, γιατί δεν το περιμένανε δεν τον περιμένανε α- α, γκολ).

«Κομπιναδόρος» είναι αυτός που κάνει την κομπίνα. «e-κομπίνα» είναι η κομπίνα που γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω διαδικτύου κ.λπ. «Κομπίνα από μέσα» (το λεγόμενον inside job) είναι μια κομπίνα με συνεργασία ανθρώπων του περιβάλλοντος του θύματος.

Ο όρος «κομπινεζόν» χλωμό να έχει ετυμολογική σχέση, αλλά πάλι δεν είναι να παίρνει και όρκο κανείς (μεταγενέστερη διόρθωση: έχει, έχει σχέση, το λέει ο χάνκυ στα σχόλια, το κομπινεζόν είναι βρακί και σουτιέν μαζί και αυτό από μόνο του είναι μια κομπίνα ως συνδυασμός). Σίγουρα έχει εννοιολογική σχέση όταν το κομπινεζόν κρύβει την κοιλάρα ή το πεσμένο βυζί εντέχνως, όσο να 'ναι είναι κι αυτό μια κομπίνα, αλλά είναι θεμιτή γιατί στον πόλεμο και στον έρωτα όλα επιτρέπονται.

Ο όρος κομπίνα εμφανίζεται και στην τέχνη, εφόσον άσμα ηρωικό και πένθιμο του Γιώργου Ζαμπέτα φέρει στίχο «Ελληνας χωρίς κομπίνα, πεθαμένος από την πείνα» κι αυτό αν το καλοσκεφτεί κανείς είναι πολύ τραγικό για την φυλή μας, αφού δείχνει πόσο κομπιναδόροι είμαστε. Και καλά να είσαι εσύ αυτό που τα τρως από τους άλλους - αν είσαι αυτός που στα τρώνε έχουμε θέμα. Έχουμε θύμα. Έχουμε πίκρα.

Από σχόλιο της ιρονίκ (16/6) εδώ:
Με την έκφραση αυτή κορόιδευε ο Κλυν αυτούς που το παίζανε ακόμα λαντέρνα φτώχεια και φιλότιμο ενώ ήταν πια μεσ' στην κομπίνα και απολαμβάνανε ακριβά υλικά αγαθά και γενικά έναν τρόπο ζωής που σαφώς δεν ανήκε στα λαϊκά πρότυπα που πρέσβευε, υποτίθεται, το πασοκ.

Από το μπλογκσυσλαγκιστή:
Αν θέλουν λιγότερη αθλιότητα στο χρηματιστήριο [...] Να βάλουν επιτέλους στην φυλακή τους υπεύθυνους της μεγάλης κομπίνας. Κι άμα δεν τους χωράνε οι φυλακές να σκοτώσουν και μερικούς από αυτούς τους ξεκωλιάρηδες.

Από το e-αρχείο της εφημερίδος:
«Το κάνουμε πάντα στην προπόνηση. Είναι κομπίνα!» έλεγε μετά το παιχνίδι ο Λουτσιάνο για να δικαιολογήσει το διαιτητή, αλλά στην ουσία προκάλεσε τη νοημοσύνη μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οταν μιλάμε για καφέ της παρηγοριάς, αναφερόμαστε στον καφέ που σερβίρεται μετά την κηδεία, από καφενεία, που βρίσκονται συνήθως, πλησίον της περιοχής του νεκροταφείου. Η μαζικότητα της παραγωγής καφέδων, η ταχύτητα ετοιμασίας τους (περιμένουν κι άλλα μνημόσυνα για αργότερα) καθώς και το δαιμόνιο της κομπίνας που διακατέχει την πλειοψηφία αυτών των καφετζήδων (λίγη ποσότητα καφέ σε κάθε φλιτζάνι), οδηγεί σε κακής ποιότητας υπηρεσίες (νεροζούμι σερβιρισμένο σε μισοπλυμένα φλυτζάνια).

Οταν εδώ μιλάμε για καφε της παρηγοριάς εννοούμε:

1) Έναν καφέ που φτιάχνεται στα πρόχειρα, ή που φτιάχνεται από Σπαγκάι Λάμα μ' αποτέλεσμα να 'ναι για τα πανηγύρια. (βλ. παρ. 1).

2) Ο φραπέσε φραπενείο της συμφοράς. (βλ. παρ. 2).

3) Η αντίληψη της φραπεδιάρας για τον φραπέ που μπορεί να φτιάξει κάποιος μόνος του και κάποια που δεν είναι φραπεδιάρα. (βλ. παρ. 3).

4) Ο φραπέ που κερνάει μια εύθυμη χήρα κατά τη σοφή σκέψη του Βραστάνδρα. Φραπέ που αντίθετα με τις αναφερόμενες περιπτώσεις μπορεί να ' ναι ασύγκριτης ποιότητας. (βλ. παρ. 4).

Σπέκια για την ασίστ σε Jonas & Vrastaman

  1. - Πώς τον έφτιαξες έτσι τον καφέ; Χάλια τον έκανες. Δεν είναι καφές αυτός. Καφές της παρηγοριάς είναι.

  2. - Θα πάμε σε καλό στριπτηζάδικο αυτή τη φορά, που φτιάχνουν καφέ μ' αρχίδια, κι όχι καφέ της παρηγοριάς, σαν αυτόν που πρόσφερε εκείνο το καφέ της συμφοράς που πήγαμε τις προάλλες.

  3. Η Γιωργία που είναι φραπεδιάρα, λέει σε ένα φίλο της.
    - Ο φραπέ που κάνω εγώ, δε συγκρίνεται με τους καφέδες της παρηγοριάς, που κάνουν όσες δεν είναι φραπεδιάρες.

  4. - Κάθε που θα φύγουν οι παρηγορητές από το σπίτι της χήρας, πάει ο Νώντας για να την παρηγορήσει κι αυτή του φτιάχνει τον καφέ της παρηγοριάς. Δε βάζει ζάχαρη μέσα. Σπέρμα βάζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φραπομούνα, η νέα -μούνα, που, αν δεν την είχε ανακαλύψει ο Vrastaman, θα έπρεπε να την εφεύρουμε, συνδυάζει δύο από τις μεγαλύτερες εποποιίες του σάιτ μας: Την saga του φραπέ και την saga της -μούνας. Πρόκειται για μια ιδεώδη σλανγκική σύνθεση, μια σλανγκική Dream Team, που θα μπορούσε να συγκριθεί μόνο με μια *λολομούνα, ένα *λολοφραπέ, ή ένα frappé dentatum, τα οποία δεν μπορούν να υπάρξουν, οπότε την καθιστούν μοναδική.

Νιώθω μικρός για να περιγράψω τοιαύτη σλανγκική οντότητα. Οπότε περιμένοντας να συμπληρωθώ ή και να διαψευστώ από έτερο Σλάνγκο επιθυμώ ως νύξη μονάχα να εισαγάγω μια ρεβιζιονιστική υπόθεση εργασίας.

Αν ως φραπεδιάρα εννοούμε την επαγγελματία του φραπέ και φραπαιδοιάρα (κατά Γκατσάνδρα) την μουνάρα τοιαύτη, τότε η φραπομούνα είναι ο generic term, που περιλαμβάνει και τις ερασιτέχνιδες και ίσως κυρίως αυτές.

Κι έρχομαι στον ρεβιζιονισμό: Μια περίπτωση φραπομούνας παρουσιάζει ο Luis Bunuel (Ισπανός, άρα μεσογειακή διαστροφή) στην ταινία του «το Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας» (Le Journal d' une Femme de Chambre) με Μισέλ Πικολί και Ζαν Μορώ (ή Μωρό;). Εκεί η φραπομούνα είναι μια θεούσα, που δεν θέλει να κάνει σεξ με τον άντρα της σε περίοδο νηστείας, και ο εξομολόγος της την συμβουλεύει να κάνει φραπέ για το καλό και των δύο. Καθότι το φραπέ (εφόσον γίνεται αλτρουιστικά) σε αντίθεση με το γαμήσι δεν είναι θανάσιμο αμάρτημα. Φραπεδιασθείς ήταν ο Μισέλ Πικολί, αναπληρωματική φραπεδιάρα το Ζαν Μωρό, κύρια φραπομούνα η Françoise Lugagne.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι γενικά εφόσον το φραπέ: α) Αφενός είναι κάτι εξαιρετικά αλτρουιστικό που δεν προσπορίζει ηδονή στην γυναίκα. β) Αφεδύο, είναι κάτι που δεν χαρακτηρίζει μια πιο τελειωμένη κοπέλα (με την καλή έννοια), όπως το στοματικό και το πρωκτικό.

Τελικά, το φραπέ χαρακτηρίζει μια κατά βάση συντηρητική γυναίκα, η οποία είναι ενσωματωμένη σε πατριαρχικές δομές, αλλά χωρίς να γίνεται σκλάβα του σεξ. Θέλει να παρέχει ηδονή στον κύρη του σπιτιού και να τον οδηγήσει στην ολοκλήρωση. Αυτό φαίνεται και σε περιπτώσεις, όπου λόγω περιόδου, προχωρημένης εγκυμοσύνης, ίσως πένθους, ή κάποιου ψυχολογικού λόγου, ή λόγου υγείας, η φραπομούνα δεν μπορεί να κάνει κολπικό σεξ, αλλά δεν είναι και έτοιμη να πει στον παρτενέρ της μεγαλόψυχα κι αν έχω και περίοδο, έχω και άλλη δίοδο ή να γίνει τίγραινα για χάρη του έρωτά τους. Είναι όμως πρόθυμη να παράσχει απλόχερα το καφέ της Χαράς.

Οπότε την φραπομούνα την αντιλαμβάνομαι βασικά ως μια παραδοσιακή μορφή της καλής νοικοκυράς, που είναι δούλα και κυρά, μιας ευμενούς δέσποινας που ξέρει να τηρεί τις ισορροπίες για να στηρίξει το σπιτικό της.

Βεβαίως, ίσως αδικώ το φραπέ παρουσιάζοντας το ως γινόμενο μόνο εξ ανάγκης (περίοδος, εγκυμοσύνη, λόγοι υγείας). Μπορεί να γίνεται και στα πλαίσια μερακιών στα προκαταρκτικά ή και στα άφτερ, ή από τον πρώτο γύρο στον δεύτερο και το νιοστό στα πλαίσια ορθοπεϊκής ασκήσεως. Ή όταν οι παρτενέρ ροντάρουν κι είναι σαν δυο παιδιά που ανακαλύπτουν τον κόσμο. Σε κάθε περίπτωση πάντως η φραπομούνα μου κάνει για χειρώναξ και μου θυμίζει αυτές τις δυνατές Ελληνίδες της παράδοσής μας, που ήξεραν να στηρίξουν το σπίτι τους, το νοικοκυριό, τον Ελληνισμό. (Άλλωστε, όταν οι άλλοι δεν είχαν ακόμη ανακαλύψει τον καφέ, εμείς είχαμε αναγάγει σε τέχνη το ανασεισιφαλλίζειν).

Τα πράγματα αλλάζουν με τις επαγγελματίες φραπομούνες. Αφενός είναι οι φραπεδιάρες των ευαγών ιδρυμάτων. Που κι αυτές στο κάτω κάτω είναι συγκριτικά αξιοπρεπείς παρουσίες. Όπως και οι φραπομούνες διαφόρων στυλ peep show (όχι απαραίτητα πιπ σόου), ιδίως στο εξωτερικό, που κι αυτές μπορεί να είναι πτωχές πλην τίμιες βιοπαλαίστριες, όπως έδειξε πρόσφατη αγγλική ταινία. Αφεδύο, πρωταγωνίστριες τσόντας που ρίχνουν τον φραπέ είτε για λόγους ορθοπεϊκής, είτε στην τελική διασπερμάτευση, κατά το διαφημιστικό σλόγκαν μην τα πιείτε, λουστείτε.

Ενδιάμεση κατηγορία μπορεί να αποτελέσουν οι παιγνιώδεις φραπομούνες, που το εξασκούν σε λάθος ώρες, λ.χ. κατά την οδήγηση, αντί ξυπνητηριού, για να σου αποσπάσουν την προσοχή από την δουλειά ή από την λημματογράφηση στο slang.gr κ.τ.λ. Σε φραπομούνες αποδίδονται πολλά από τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα εν Ελλάδι.

Συνώνυμο: αυνανισμός à deux (κατά το ναρκισσισμός à deux).
Υπερθετικό: φραπομούνα με ρόζους.
Αντίστοιχο του vagina dentata: φραπομούνα με νύχια, vagina unguita.

- Τά 'μαθες; Θα κυκλοφορήσει το σίκουελ του Teeth! Λέγεται Nails κι έχει πρωταγωνίστρια μια φραπομούνα που ευνουχίζει τους εραστές της με τα νύχια της!
- Ετς! Γουστάρω! Θα φχαρστθούμε ταινία τρόμου! Μόνο μπλακ δικέ μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα τελευταία χρόνια, τουλάχιστον από το 2000 και μετά, ο όρος «μάνατζερ» έχει εκτοπίσει τον όρο νταβατζής ως συνώνυμό του.

Νομίζεις ότι βγάζει τίποτα η καημένη; Όλα στο μανατζεριλίκι τα δίνει...

Βλ. και (όχι απολύτως σχετικά) λήμματα μανατζαραίος, μις μάνατζερ, σύρφερ μάνατζερ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Παίζω μουσακά» σημαίνει προσποιούμαι ότι παίζω κάποιο μουσικό όργανο, ή τραγουδώ, συνοδεία playback.

Η έκφραση χρησιμοποιείτο από συντελεστές του παλαιού Ελληνικού κινηματογράφου, όπου πολλοί μουσικά αστοιχείωτοι ηθοποιοί συχνά πρωταγωνιστούσαν σε μιούζικαλ.

Νεοσλανγκικά, η έκφραση ισχύει και για ερζάτς ερωτικές σκηνές του κινηματόγραφου με άλλου είδους όργανα.

Λίλιαν: Προσέξεις τους δακτυλισμούς του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στο σόλο μπουζούκι; Είναι πασιφανές ότι παίζει μουσακά!

Λάουρα: παρεμπίπταμπλυ, το ήξερες ότι η Ζωή Λάσκαρη τραγούδησε το Crazy Girl μουσακά, δανειζόμενη την φωνή της Αλέκας Κανελλίδου;

Λίλιαν: Υπάρχουν και χειρότερα! Στο In the Cut το τσιμπούκι που μπανίζει η Meg Ryan ήταν μουσακά! Η Jane Campion αποκάλυξε ότι ο πέων ήτο λαστιχένιος!

Λάουρα: Υπάρχουν όμως και καλύτερα, φιλεναδα! Δεν χρειάζεται να δεις Μέγα Μπερτό για να απολαύσεις Μέγα Λούτσο! Νάναι καλά ο Berto-lucci που μας δείχνει φραπέ στέρεο με DeNiro και Depardieu σε πραγματικά live εκτέλεση!

Λίλιαν: Μα και το ποδοφραπέ του Winterbottom στα 9 Τραγούδια ΔΕΝ ήτανι μουσακα!

(Συζήτηση σινεφίλ που γρήγορα εκφυλίζεται)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Κάνω κοντινό»: έκφραση που προέρχεται από την ζαργκόν των κινηματογραφιστών. Σημαίνει κάνω κοντινό κάδρο, δηλαδή τραβάω από πολύ κοντά το αντικείμενό μου, συνήθως πρόσωπο.

Όταν η έκφραση σλανγκίζεται, σημαίνει προσεγγίζω κάποιον με ιδιαίτερη πίεση, με θυμό ή με σκοπό να κερδίσω κάτι απ' αυτόν, τον μαρκάρω δηλαδή, είτε για να τον απειλήσω ή για να τον εκμεταλλευτώ.

- Πώς διάολο γνωρίστηκαν με τον Χ. και τώρα τους βοηθάει αυτός σε κάθε τους δουλειά κι έχουν το όνομά του για κράχτη, μου λες;
- Ε, δεν ξέρεις τώρα πώς γίνονται αυτά... Αφού είναι χεσμένοι στο τάλιρο οι τύποι. Θα τον φώναξαν μια μέρα σπίτι για φαγητό, θα χάρηκε αυτός που του κάνουν τέτοια τιμή, θα του κάναν κανα κοντινό, θα τον ρωτήσαν πόσα θες, θα είπε τόσα, θα του είπαν πάρ' τα, και να, έγινε η δουλειά. Εύκολα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι σλανγκίζεται κλασικά ο Παπανούτσος, ιδίως από τους παλιούς τριτοδεσμίτες (και όχι μόνο) που τον έτρωγαν στην μάπα από τους εκθεσάδες. Πρβλ. Ανδρέας Κάβλος. Μπορεί να περιγράψει και τύπο Αλμπέρ Γαμύ, αλλά στο ελληνικότερο, λιγότερο κουλτουριάρικο, πιο κοινότυπο.

- Έχεις λεξιπενία, έχεις αδυναμία έκφρασης! Διάβασε παιδί μου λίγο Παπανούτσο να βρεις την υγειά σου!
- Προτιμώ να διαβάσω Παναπούτσο στο σλανγ τζη αρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαγγελματικός κλάδος με την εύσλανγκο κατάληξη -άς, που είναι πιο αντιπαθητικός από τους πληκτράδες, φωτάδες κτλ. Είναι αυτοί που σε προετοιμάζουν για Εξετάσεις Έκθεσης, μαθαίνοντάς σου πώς να λύνεις το πρόβλημα της αστυφιλίας και της αλλοτρίωσης του σύγχρονου ανθρώπου.

Στα 18 μου έλυσα το πρόβλημα της αστυφιλίας και της αλλοτρίωσης, χάρη στον εκθεσά μου. Στα 30 μου, όμως, δεν έχω λύσει ακόμη το πρόβλημα της ανεργίας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το εκθεσάς, είναι αυτός που σε προετοιμάζει για τους διαγωνισμούς Α.Σ.Ε.Π. Άλλη μισητή φυσιογνωμία.

Κι αν σε προετοιμάζει κι ασεπάς, στην Ίφκινθο με την αράδα σου θα πας! (στην καλύτερη των περιπτώσεων!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό της μαστοράντζας. Μια δουλειά (βάψιμο, σοβάτισμα, υδραυλικά κ.ο.κ) που στην πορεία επιφυλάσσει δυσάρεστες «εκπλήξεις», τις οποίες αρχικά (όταν βιαζόσουν να κλείσεις τη δουλειά και να παντελονιάσεις την προκαταβολή) δεν είχες υπολογίσει.

Ούτως το όλο εγχείρημα καθίσταται θρίλερ, εικονογραφεί δηλ. την αγωνία του (φτωχού πλην τίμιου) μάστορα να ξεμπερδεύει μια ώρα αρχύτερα για να πάει και στην άλλη δουλειά που έχει ανοίξει.

Τα απρόοπτα αυτά θεματάκια, που συνεπάγονται προφανώς πρόσθετη καταπόνηση και ξεχείλωμα του χρονοδιαγράμματος, αναγκάζουν τον (φτωχό πλην τίμιο) μάστορα να απαιτήσει επιπλέον αμοιβή, την οποία εάν δεν καταφέρει να αποσπάσει, ενδέχεται και να γράψει τη δουλειά στα τσάκιατου (κοινώς να σε αφήσει στα κρύα του λουτρού).

Μπογιατζής: - Εκεί που υπολόγιζα μισή μέρα δουλειά γι' αυτό το ταβάνι, αναγκάστηκα να το ξηλώσω όλο και να το περάσω με κόλλα πλακιδίου για να κολλήσει ο σοβάς. Δυο μέρες παιδευόμαστε... Αυτό κύριος που έχεις δεν είναι σπίτι, είναι θρίλερ, κατάλαβες...;
Πελάτης: Εεε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified