Αυτός που έχει χούι να ρωτάει συνέχεια για τα πάντα, και γίνεται έτσι μεγάλος σπασαρχίδης.

  1. Ο κλασοπόμολος ήταν πάντα ερωτησάκιας και πρηξαρχίδης, τόσο στο σχολείο, όσο και στο πανεπιστήμιο και η θητεία δεν αποτελεί εξαίρεση. Αν κάνεις το λάθος να σταθείς δίπλα του για πάνω από μια περιστροφή ηλεκτρονίου, την πάτησες. Θα σου βάλει να ακούσεις την πλήρη δισκογραφία: από τις κλασικές επιτυχίες «Πού μας πάνε τώρα;», «Τι φαΐ έχει σήμερα;» και «Τι ώρα είναι η αναφορά;», μέχρι πιο σπάνια indie κομματάκια όπως «Την αρβύλα τη γυαλίζουμε δεξιόστροφα;» και «Σε ποια θέση μπαίνει η ασφάλεια του G3 για να μην πυροβολάει;». Ακόμα και οι αστεράτοι ωχριούν μπροστά στο ανελέητο πρηξοπούτσι του! Ο τύπος είναι ικανός να βγει το πρωί στο τάγμα για να αναφέρει ότι στην χθεσινοβραδυνή περίπολο είδε 5 σταγόνες λάδι κάτω από ένα Στάγιερ. (Ο Mikeius χαρτογραφεί φαντάρους).
  2. Δεν με πειράζει, κανένα ερώτημα σου! Ίσα ίσα χαίρομαι με όσα ρωτάς γιατί σε πάω. Εγώ πάλι όταν ερωτώ, ερωτώ για να πάρω απάντηση, αν όχι λύση, άλλωστε την λύση μ' αρέσει να την δίνω εγώ στο τέλος αφού συλλογιστώ και τις διάφορες απαντήσεις που πήρα. Τα ερωτήματα, είναι my best! εγώ ερωτησάκιας είμαι! Τώρα όλα αυτά που λες, η απώλεια αισθημάτων, η συναίσθηση της ανυπαρξίας, του άχρονου χώρου τα βάζω στο κουτάκι, φαντασία. (Εδώ).
  3. Άναυδος κι ερωτησάκιας μια ζωή. Τι έγινε ρε παιδιά, πότε, πώς, πούουουου ου ου; Πού το καημένο το κορκοδειλάκι, σαν πούυυυυ (πάμε με το ένα δύο τρία λέμε…ενωμένα τα χειλάκια και απορία στο μάτι μέχρι να σκάσει γάιδαρο και πουουουου ούλοι μαζί για συμπαράσταση) έγινε το κακό και δεν το πήρα πάαααααλι χαμπάρι; Και πότε ρε θεέ πότε με την φορέσανε και κιχ δεν είπα; Και γιατί βρε μάνα εσύ που όλα τα με ξέρεις και όλα τα συ λέω γιατί ενώ με είπανε μόδα είναι το χαμηλοκάβαλο τώρα μη τον επιάνουνε κι ας πρόσεχες μη λιένε; (Εντεταλμένη επιθετικοποίηση της θάλασσας).

Askhole αγγλιστί

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φεϊσμπουκλής, ο φεϊσμπουκάτος που φεϊσμπουκώνει νυχθημερόν στο άγιο φεϊσμπουκάκι.

- Aναγκαίο κακό να γίνεις «φεϊσμπουκάκιας» και «τουιτεράκιας» (εδώ)

- Γιατι να ειμαι υποχρεωμενος να σπαζω τα ματια μου προκειμενου να μπορεσω να καταλαβω τι θελει να πει με τα greekλις του, ο καθε βλαμενος Φεησμπουκακιας που μπαινει και γραφει εδω μεσα???? (εκεί)

Φιξάκι για τον φεϊσμπουκάκια

Εκ του φεϊσμπούκ και του γαμοσλανγκοτέτοιου -άκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κατ' εξοχήν μουνάκιας, ο άντρας που δείχνει τη λατρεία και την αφοσίωσή του στο μουνί με το να το προσκυνάει (με την καυλή έννοια), να το γλείφει και να το περιποιείται με μεράκι.

Στις θετικές συνδηλώσεις το ότι ευχαριστιέται με το που ευχαριστιέται η γυναίκα και το ότι έχει έναν ενθουσιασμό για το μουνί. Γιατί γλειφομούνι μπορεί να κάνουνε πολλοί, αλλά δεν είναι όλοι γλειφομουνάκηδες. Για το τελευταίο χρειάζεται ενθουσιασμός, know how και διάδραση με την παρτενέρ. Ο γλειφομουνάκιας τρόπον τινά κληρονομεί γλωσσικώς τα ιδιώματα του β΄ συστατικού του, του μουνάκια. Για να το θέσω καντιανά τε και cunt-ιανά (καλό, ε;), ο γλειφο-μουνάκιας είναι ο άντρας που θα αντιμετωπίσει το μουνί πάντοτε ως σκοπό και ουδέποτε ως μέσο, λ.χ. ως μέσο για να πηδηχτεί τε και επιδειχτεί, εκτονωθεί, νιώσει άντρας κ.τ.λ. Ο γλειφο-μουνάκιας είναι πέραν ακόμη και του σεξουαλικού αλτρουισμού, καθότι η ηδονή του ταυτίζεται με το μουνί και την ηδονή του μουνιού ως αυτοσκοπό. Από τον μουνάκια έχει πάρει επίσης την εκλέπτυνση, καθώς, το λέει κι η λέξη, έχει εκλεπτυσμένο ουρανίσκο, και την επισφαλή ισορροπία συνδυασμού ευαισθησίας και ανδρισμού.

Στα caveat το να μη μετατραπεί το πάθος σε μουνοδουλίαση, καθώς γενικά στις αντρικές παρέες του γλειφο-μουνάκια θα αιωρείται πάντα η υποψία μήπως εντέλει αυτός έχει διαβεί τον μουνορουβίκωνα κι έχει ήδη καταστεί μουνοείλωτας, εξάλλου ο γλειφομουνάκιας δεν προσαρμόζεται ακριβώς στο σεξιστικά προσδιορισμένο ανδρικό ιδεώδες του μπήχτη/ γαμίκου κ.τ.ό., δίχως όμως και να αποκλείεται να συνδυάζει τα χαρακτηριστικά αυτά.

  1. Δεν ξέρω τι έχω πάθει τελευταία. Μου φαίνεται πως έχω σεληνιαστεί! Όσο μπόι μου λείπει τόση καύλα περισσεύει... Σιχάθηκα την κωλοπολιτική. Ακούω «αυτοδιοικητικά» και βγάζω φλύκταινες. Δεν αντέχω άλλο τα μπιμπερά και τα κωλόπανα! Και προπαντώς βαρέθηκα τη γυναίκα μου! Θέλω να πετάξω τα δασκαλίστικα σακάκια και να χωθώ βαθιά στη λάσπη. Γουστάρω με τρέλα να γίνω ελεεινός γλειφομουνάκιας! [...] Προχθές καμάκωσα μια τύπισσα άπαιχτη. Κλασική περίπτωση ανεμώνας. Μουνάρα όσο τη βλέπεις, χωρίς να την έχεις. Κι άμα πας να την πιάσεις γίνεται μπουχός. Εγώ, όμως, την κρεβάτωσα! Μεγάλη μου μαγκιά! [...] Κατά της μία το πρωί, κει που την είχα ξεθεώσει στ’ αεροπλανικά, έπαθε υπογλυκαιμία και με ρώτησα τι γλυκά έχω σπίτι. [...] Γμτ μου, τι φταίω που η μανούλα μου μ’ έκανε φαρμακοτσούτσουνο κι όχι γλυκοτσούτσουνο; (Απ' το κρυφό ημερολόγιο του Δείμου).
  2. INE KATI ALLO NA LES TIS EGLIPSA TO MUNAKI KE MU ARESE TRELATHIKA KE KATI ALO NA LES OLES AFTES TIS MALAKIES PU IPE. EGO IME DILOMENOS GLIFOMUNAKIAS KE TO MONO PU ME ENDIAFERI INE NA PERNAO KALA ME TA MUNAKIA STI GLOSA MU KE AN TIHI KATI PARAPANO KALOS NA TIHI, MUNAKIDES EHO GLIPSI TO MUNAKI TIS Α. KE TIS K. ALLA KE TIS S. PIO PALIA KE TO KORITSI KAVLONI KE HINI MIA HARA. (Από σάη για ενήλικες).
  3. Συνεργασία με ΠΑΣΟΚ δεν είναι μια... «νέα Βάρκιζα»! Τεταμένη ήταν η κατάσταση κατά τη διήμερη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ αναφορικά με το κρισιμότατο θέμα των συμμαχιών του κόμματος.
    Σχόλιο: καλα χαλασμενα φαρμακα εχει παρει αυτος και ολο το συναφι των 300 γελοιων? τυμβορυχοι ειναι? τι εχει να μας πει για την αποκατασταση της εθνικης αντιστασης? τι εχει να μας πει για τους παλαιολογους? τι εχει να μας πει για τους 300 του λεωνιδα? (αν του επιτρεψει ο γλυφομουνακιας ο αδωνις). (Από το ksipnistere).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς ο χορταρέας, δηλαδή κατά τον προσφυή ορισμό του Γεωργίου Ζάκκου, "η περίπτωση ανδρός ο οποίος καταναλίσκει μεγάλες ποσότητες χόρτου, ήτοι χασίς, μπάφου, μαύρου, νταφού".

  1. den sas goustaroume re xortarakides ai kai gamithite mia zoi to hiphop piso to pate. (Πρεζόνια και μαστούρηδες).
  2. Γνωστός χορταράκιας ο λευκοκέφαλος αετός-σύμβολο των ΗΠΑ. (Από το Luben).
  3. Είμαι ευσεβής χορταράκιας, ήμουν, είμαι και θα είμαι και δεν υπάρχει τίποτα το λάθος μ'αυτό, εκτός απο το κόστος του χόρτου». (Εδώ).

Στο Ιντερνέτι το βρίσκω και σε μία περίπτωση που φαίνεται να συνδέεται με το έτερο γρασίδι, ήτοι το γκαζόν του ποδοσφαιρικού γηπέδου, οπότε φαίνεται να σημαίνει τον πωρωμένο - καμένο με το ποδόσφαιρο ή τον ποδοσφαιριστή. Είναι εξάλλου και παρωνύμιο παράγοντα ποδοσφαιρικής ομάδας όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από τον γούγλη.

ΤΟΝ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΧΛΟΟΤΑΠΗΤΑ ΤΗΣ, ΠΟΥ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΖΩΗ ΔΥΣΚΟΛΗ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΧΟΡΤΑΡΑΚΗΔΕΣ (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εθισμένος σε ενέσιμες ναρκωτικές ουσίες πρεζάκιας που έχει γεμίσει με τρύπες το σώμα του επειδή βαράει ενέσεις, ο τοξότης.

  1. ΤΡΥΠΑΚΗΔΕΣ, ΧΑΠΑΚΗΔΕΣ, ΧΟΡΤΑΡΑΚΗΔΕΣ. Υπερπροστατευμένα παιδιά μικροαστικών γονέων. Μεγάλωσαν με αυτόματο πιλότο βλέποντας τον νευρωτικό περίγυρο να προσκυνά μια την Εκκλησία και μια τον Μαμωνά. Δε δούλεψαν ποτέ στη ζωή τους, τα πάντα τα εύρισκαν και τα βρίσκουν έτοιμα, ας είναι καλά η αγία ελληνική οικογένεια με το κυριακάτικο ροσμπίφ της και το γενναίο χατζιλίκι στα τεμπέλικα κωλοπαιδαράκια της, με τα επώνυμα ρούχα και τα android κινητά τους. Ας είναι καλά επίσης το Σύστημα , που τους παρέχει την άνεση για έκτακτες "απαλλοτριώσεις", για τις ανάγκες του Αγώνα για την απελευθέρωση των μαζών. Ηλίθιοι των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και της Θύρας Τάδε, τρυπάκηδες, χαπάκηδες, χορταράκηδες, διψούν για αίμα και καταστροφή, νομίζοντας ότι έτσι δίνουν νόημα στο υπαρξιακό κενό τους, ότι βάζουνε λίγο χρώμα στην απόλυτα άχαρη ζωή τους. (Εδώ)
  2. ρε μαν πώς την παλεύεις, εγώ και την ημέρα σκιάζομαι να πάω στην πρεζόπιατσα. Χώρια που ξενερώνω με τους τρυπάκηδες, μου κόβουν την διάθεση για σέξ. (Από το θρεντ "Ρομαντικές αφηγήσεις της πιάτσας" σε μπουρδελοσάη).
  3. Συγκρίνεις συγκρότημα το οποίο έχει άφταστο κοινωνικο-πολιτικό στίχο, πάρα πολύ καλές παραγωγές (το ξέρουμε για τα κλεμμένα, το ξέρουμε...), το οποίο έχει χαράξει πορεία πάνω σε αυτό που λέγεται ρημαδοελληνικό χιπ χοπ, με τους τζέρτζελους χασισομέθυσους κοκάκηδες τρυπάκηδες ΖΝ. Υπάρχουν κάποια πράγματα που είναι ανόμοια και δεν γίνεται σύγκριση μεταξύ τους. (Από το hiphop.gr).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες άντρα (;) παντοφλάκια, αλληλοσυνδεόμενες εξάλλου:

  1. Αυτός που επειδή πέφτει παντόφλα στο σπίτι από τη γυναίκα του, έχει καταστεί μουνόδουλος και η γυναίκα του τον κάνει ό,τι θέλει. Γιατί άντρας είναι αυτός που έφαγε παντόφλα και δεν του άρεσε.
  2. Αυτός που είναι μονίμως με τις παντόφλες, επειδή είναι σπιτόγατος και άρα βαρετός, ανιαρός, καναπεδάκιας, χωρίς περιπέτεια, και που όλη η ζωή του μετά βίας θα έφτανε σε συναρπαγή μια νύχτα από τη ζωή του Βασίλη Τερλέγκα. Αγγλικανιστί couch potato.

1.α.Αυτός είναι ο ΑΠΟΛΥΤΟΣ ΠΑΝΤΟΦΛΑΚΙΑΣ! Δείτε τι μπλουζάκι τον ΥΠΟΧΡΕΩΣΕ να φορέσει η κοπέλα του!!!

Αυτό

β. «Παντοφλάκιας» ο Ομπάμα! Γιατί ο πλανητάρχης φοβάται τη γυναίκα του; Φόβος και τρόμος σου λέει τον έπιασε. Και έκοψε το τσιγάρο γιατί φοβόταν την γυναίκα του.. Μα τι θα σας κάνει τέλος πάντων… Να κουμαντάρεις ολόκληρη χώρα… για να μην πώ κόσμο.. και να μην μπορείς να κουμαντάρεις την γυναίκα σου, μην σου τύχει!!!. (Εδώ και εδώ).

γ. Ούτε δύο εβδομάδες δεν θα συμπληρώσει στον Ολυμπιακό Βόλου ο Ρόι Νταγιάν. Ο Ισραηλινός επιθετικός είχε αποκτηθεί από τους «ερυθρόλευκους» στις 20 Αυγούστου, όμως ξαφνικά ζήτησε να αποχωρήσει. Ο λόγος; Η γυναίκα του δεν επιθυμούσε να παραμείνει στην πόλη της Μαγνησίας, το πιθανότερο είναι ότι η... κρεβατομουρμούρα θα πήγε σύννεφο και ο 29χρονος επιθετικός αποδείχτηκε «παντοφλάκιας» και υπέκυψε. Έτσι, το βράδυ της Πέμπτης (29/8) συναντήθηκε με ανθρώπους του Ολυμπιακού Βόλου, ζήτησε να αποχωρήσει και μέσα στις επόμενες ώρες αναμένεται να περάσει από τα γραφεία της ΠΑΕ για να λύσει το συμβόλαιό του. (Εδώ).

2.Εγώ είμαι αυτός που πρώτος κάνω κριτική, αλλά εγώ ξέρω από ποδόσφαιρο, ξέρω από αποδυτήρια, δεν είμαι παντοφλάκιας. (Αλέφαντος σπήκινγκ).

Μπόνους

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πορτοκαλάκιας καλείται ο οδηγός με την παράξενη συνήθεια να λαμβάνει στα σοβαρά τον πορτοκαλί σηματοδότη των οδικών φαναριών και, αντί να επιταχύνει για να μην τον πιάσει το κόκκινο, να επιβραδύνει και να σταματάει.

Ο πορτοκαλάκιας προκαλεί νεύρα όταν ο συνεπιβάτης του βιάζεται, ωστόσο στηρίζει την επιλογή του να δίνει σημασία στο πορτοκαλί κάθε φορά που του ασκείται κριτική.

  1. Άσε μαλάκα, έχω πέσει σε πορτοκαλάκια ταρίφα και θα αργήσω..
  2. Οδηγώ μόνο 2 μήνες και είμαι λίγο ψαρωμένος και πορτοκαλάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος του υποβρύχιου ψαρά που η κύρια τακτική του είναι να φοράει μπουκάλια για να κυνηγήσει τη Συναγρίδα και άλλους ροφούς κατά τη διάρκεια κατάδυσης.

Σχετικά λήμματα: σωραίος, ναζωραίος, ζαγωραίος, τσίφτης, μάγκας, άξιος, αρχιδάτος, γαμιστερός, ζόρικος, γαμάτος.

Κάποιος να σβερκώσει τον κοπρίτη και να τον φέρει στο πιάτο του. Του έχω σερβίρει φρίσκις, ευχαριστίες και συγγνώμη για την σκύλευση του λήμματός του.

Λ-υδωρ-ούμενος μπουκαλάκιας εν δράσει εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φτωχομπινεδιάρικο παραεπάγγελμα με δυο μεγάλες ποικιλίες:

  • Περιμενάκιας ο πάροχος υπηρεσιών: προσεγγίζει αγκανακτισμένους πολίτες (το λι με ήτα) σε ουρές δημοσίων υπηρεσιώνε και τραπεζώνε και προσφέρεται να περιμένει για λογαριασμό τους με τις ώρες έναντι μικράς αμοιβής.
  • Ο περιμενάκιας ο αρμπιτραζέρ: πουλάει την θέση / χαρτάκι σειράς του σε βιαστικότερα από αυτόν άτομα. Οι πιο κωλοπετσωμένοι από δαύτους κόβουν συνεχώς νέα χαρτάκια προτεραιότητας τα οποία και πωλούν διαδοχικά.

Πρόκειται για καζάν-καζάν φάση, καθώς ο πελάτης μπορεί να αξιοποιήσει τον νεκρό αυτό χρόνο πιο βέλτσιστα. Η συνήθης αμοιβή του περιμενάκια κυμαίνεται από 2-4 ευρώπουλα (σε περιόδους αιχμής η αμοιβή αυξάνεται εκθετικά). Δαιμόνιο νεοελληνικής κοπής το λένε και είναι απλό!

1.
Η ΚΡΙΣΗ ΓΕΝΝΗΣΕ ΝΕΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Ο «περιμενάκιας» στήνεται σε ουρές… και περιμένει για σένα!

2.
«περιμενακιας», «αυτοφωράκιας» κ γενικα ο,τι βγαζει «μαύρο» χρημα Γεροντα!!! για να τη «σκαπουλαρουν» τα λαμογια...

3.
Οι «περιμενάκηδες» παρατηρούν τις… αγανακτισμένες «φάτσες» όσων περιμένουν τη σειρά τους, τους πλησιάζουν και τους ζητούν από 2 μέχρι και 5 ευρώ (εξαρτάται την κίνηση και τον χρόνο αναμονής). Κάποιοι για τους οποίους εξακολουθεί η ισχύς της λαϊκής ρήσης «ο χρόνος είναι χρήμα» και αν διαπιστώσουν πως θα πρέπει να περιμένουν… τουλάχιστον δύο ώρες… προτιμούν να αγοράσουν το χαρτάκι!

Πεδίο δράσης περιμενάκηδων (από σφυρίζων, 31/12/13)(από xalikoutis, 04/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παροιμιώδης λαδοπόντικας-ρουφιάνος που μας ακολουθεί και μας καρφώνει στις όποιες αρχές (αστυνομία, πολιτικό φορέα, κ.ταλ.). Παλιά ρεμπετιά του υποκόσμου.

Το λήμμαν σχηματίζεται από το φέρνω και το μειωτικό γαμοσλανγκοτέτοιο -άκιας (βλ. εδώ). Ο χαφιές άλλωστε πάντα φέρνει πλεροφορίες στον εντολοδόχο του.

Πέον να σημειωθεί κι ο εννοιολογικά ταυτόσημος νεολογισμός κομιστής που μάς κληροδότησε η Ζαχοπουλιάδα (βλ. 4ο μήδι).

Από το ΔΠ: betatzis.

1.
Ελία Καζάν «Λεωφορείο ο πόθος» 1951, «Βίβα ζαπάτα» 1952, «Ανατολικά της Εδέμ» 1955 κ.α. Αν και «φερτάκιας» στον Μακαρθισμό, ήταν καλός σκηνοθέτης

2.
Η ιστορία του χώρου (αλλά και των ΚΚ) βρίθει απο προσπάθειες χαφιεδολογήματος. Πολλοί παίξανε και το παιχνίδι του χαφιε, για να ξεστήσουν το σκηνικό του, που πιθανά ήταν και πολυπλόκαμο. συχνά και οι ίδιοι είναι απλά φερτάκηδες, εξαρτημένοι κλπ. παλιά τερτίπια, ως και το σινεμά τα δείχνει.

3.
Γνώρισα όμως τον Αντωνίτση. Ούτε αποφάγια μάγκας δεν ήτανε αυτός, φερτάκιας μέχρι τα τελευταία του.Πέντε φορές τον έδειρε ο Μαρίνος ο Μουστάκιας (ξακουστός νταής,γνωστός και από την φωτογραφία με τον Μάθεση)

4.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς (για να έλθουμε και στο θέμα) ότι ο δημοσιογράφος που λέγεται ότι παρέδωσε το dvd στον υπεύθυνο Τύπου του Μαξίμου δεν καλύπτεται από κανένα δημοσιογραφικό απόρρητο, γιατί απλούστατα στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν λειτούργησε ως δημοσιογράφος, αλλά ως ρουφιάνος και φερτάκιας του πρωθυπουργού

Φερτάκηδες νέας κοπής.  (από σφυρίζων, 06/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified