Selected tags

Η ετικέτα θα αντικατασταθεί από ετικέτες όπως ίντερνετ, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τεχνολογία, μηχανές, κλπ.

Further tags

Ειρωνικός χαρακτηρισμός φωτογραφικών συσκευών που, ενώ έχουν φακό μεγέθους φακής, πλασάρονται ως «υψηλής ποιότητας» προβάλλοντας μόνο τον αριθμό των megapixel.

- Πολύ πρώτο το κινητό του Τάκη. Έχει εφτά μεγαπίξελ.
- Καλά, άμα του κουτσουλίσει μύγα το φακό, θα έχει εφτά μυγαπίξελ.

Got a better definition? Add it!

Published

Update της φράσης «έχεις δει τη μούρη σου (κατ' άλλους: τα μούτρα σου) στον καθρέφτη;» για την εποχή του φατσοβιβλίου.

Η φράση έχει σα στόχο να προσγειώσει και να μειώσει άτομα με πολλούς μα πάρα πολλούς «φίλους».

- Δουλεύω σε promotion για εταιρείες τσιγάρων...
- Έχεις δει ρε τη μούρη σου στο facebook που κάνεις και προμόσιον;

Όταν η φωτό προφίλ είναι κολακευτική... (από Khan, 23/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εντελώς ανίδεος στη χρήση υπολογιστικών συστημάτων. Ο ανίκανος να παστώσει το κοπίδι.

Από το αλβανικό μπιτ=εντελώς και μάπας=βλάκας, παραπέμποντας στις ψηφιακές εικόνες τύπου bitmap.

Καλά ρε πούστη! Μπίτμαπ είσαι; Έδωσες την πιστωτική σου στο hackers.net;

(από baznr, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα κομπιουτερίστικα είναι κυρίως το πώς ένας χρήστης αναπαριστά τον εαυτό του ή το alter ego του, είτε στην μορφή ενός τρισδιάστατου μοντέλου σε παιχνίδια υπολογιστών, είτε μιας δισδιάστατης φωτογραφίας ή άλλης εικόνας σε φόρα και άλλες κοινότητες του Ίντερνετ, είτε μιας κειμενικής κατασκευής στα λεγόμενα MUDs (Multi-User Domains).

Γενικά, είναι ένα «αντικείμενο», που αποτελεί την ενσάρκωση του χρήστη. Ο όρος «avatar» μπορεί επίσης να αναφερθεί στην προσωπικότητα, που συνδέεται με το όνομα στην οθόνη, ενός χρήστη του Διαδικτύου.

Η λέξη προέρχεται από τα Σανσκριτικά (!), όπου ο όρος σημαίνει την «ενσάρκωση» ενός θεού, λ.χ. ο Κρίσνα είναι άβαταρ του Βισνού. Βλ. την Βικούλα σχετικά. Το νόημα είναι ότι με το άβαταρ ο αόρατος και άγνωστος χρήστης «ενσαρκώνεται» τρόπον τινά.

Σλανγκιστί, το άβαταρ είναι κάτι για το οποίο είμαστε πάρα πολύ περήφανοι και ευχαρίστως θα το κάναμε μέρος της διαδικτυακής (ή όποιας άλλης) περσόνας μας. Μπορεί λ.χ. να είναι μια φωτογραφία, όπου βγήκαμε πάρα πολύ όμορφοι/ες, μια σούπερ ντούπερ ατάκα, που εκφράζει τον βαθύτερο ψυχικό μας κόσμο, μια προσωπικότητα υπαρκτή ή φανταστική που θαυμάζουμε και με την οποία ταυτιζόμαστε φαντασιωδώς κ.ο.κ.

  1. Μένιος: Άστα ρε Γιώργο, της γυναίκας ο καημός, λούσα πούτσα και χορός!
    Γιώργος: Έτσι, όπως τα λες, Μένιο μου! Οι κλέφτες σου ζητάνε να διαλέξεις: «Τα λεφτά σου ή την ζωή σου». Οι γυναίκες στα παίρνουν και τα δύο!
    Μένιος: Πω ρε υπερπόντιε! Τι ατάκα ήταν αυτή! Μιλάμε για ατάκα άβαταρ!

  2. Οσον αφορά στο αβατάρι, να αποφύγεις κάποιο γατάκι ή ό,τι έχει να κάνει με τον Παναθηναϊκό (τριφύλλια κτλ κτλ). Μπορεί η κοινοτοπία να είναι κάτι που σε χαρακτηρίζει, δε χρειάζεται να το φωνάζει και το αβατάρι σου!!!! (Δες)

  3. Άλλος έχει το όνομα κι άλλος το αβατάρι . (Δες)

Το βρώμικο άβαταρ. (από Dirty Talking, 27/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η RAM (Random Access Memory) είναι η προσωρινή μνήμη ενός Η/Υ, μέρος ζωτικότατο όσο και απολύτως απαραίτητο για την άρτια λειτουργία του. Όταν χρησιμοποιούμε μεταφορικά την έκφραση «ο τάδε έχει κάψει RAM», θέλουμε να δείξουμε ότι έχει πολύ αδύνατη μνήμη, δεν θυμάται Χριστό, βρίσκεται σε αρχή Αλτσχάιμερ.

- Ρε Μητσάρα, σου έδωκε τελικά ο Ιεροκλής εκείνα τα εκατό που σου χρώσταγε;
- Ποια εκατό ρε Τεό, είκοσι μου χρώσταγε...
- Καλά, έχεις κάψει RAM μου φαίνεται...

(από GATZMAN, 28/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω επικόλληση αυτό που μόλις πριν έκανα αντιγραφή, σε υπολογιστή με Λειτουργικό Σύστημα Γραφικής Ενδομετώπης Χρήστη (Graphical User Interface), όπως γιά παράδειγμα τα Παράθυρα της Μικρομαλακιάς (Microsoft Windows).

Από το αγγλικό copy paste.

- Δεν προλαβαίνω ούτε με σφαίρες να παραδώσω την ιστοσελίδα μέχρι αύριο.
- Έλα μωρέ! Πάστωσε τους δυό - τρία κοπίδια από ένα άλλο και πάμε για μπύρες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Mode αγγλιστί είναι ο τρόπος, η μορφή συμπεριφοράς (<λατ. modus, βλ. modus vivendi, μόδα). Συναντάται συχνότατα στα προγράμματα των υπολογιστών και υποδηλώνει ότι μια εφαρμογή δουλεύει με έναν συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας από τους πολλούς με τους οποίους έχει εφοδιαστεί από τον σχεδιαστή της, με σκοπό να προσαρμοστεί καλύτερα στις συγκεκριμένες περιστάσεις και τις απαιτήσεις του χρήστη και να αποφέρει τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα (βλ. safe mode των windows, edit mode στις βιντεοκάμερες κοκ).

Σλανγκικώς, την έκφραση χρησιμοποιούμε για να δηλώσουμε πως έχουμε εισέλθει σε έναν τρόπο συμπεριφοράς και επιλογών διαφορετικό από τον συνηθισμένο μας διότι, είτε οδηγηθήκαμε από εξωτερικά ερεθίσματα, είτε παρακινηθήκαμε από μια εσωτερική παρόρμηση που μας άλλαξε την ψυχολογία. Η καινοφανής αυτή συμπεριφορά μας μάλλον πρέπει να θεωρηθεί προσωρινή και λογικά τερματίζεται όταν οι καταστάσεις ομαλοποιηθούν, όταν μας περάσει το σκάλωμα που φάγαμε ή, αλίμονο, όταν μας κόψουν όλοι από φίλο.

  1. - Καφεδάκι, τσιγαράκι, μάτι τα περαστικά παστάκια... Αυτή είναι ζωή ρε φίλε...
    - Ξέρεις ότι απαγορεύεται γενικώς το κάπνισμα από το καλοκαίρι ε;
    - Τι μου σπας τ' αρχίδια τώρα; Δε βλέπεις που μόλις ρούφηξα την πρώτη γουλιά μπήκα σε μοντ χαλαρουά;
    - Νταξ ρε φιλαράκι, με συγχωρείς...

  2. - Πού είσαι ρε κολλητέ, πού σε βρίσκω;
    - Στο δρόμο, τρέχω, λέγε!
    - Εεε, τίποτα μωρέ, είμαι κέντρο κι έλεγα να βρεθούμε για καφεδάκι...
    - Αποκλείεται, ήρθε η τελική παραγγελία και τρέχω σαν πούστης...
    - Πότε θα σε δούμε επιχειρηματία μου;
    - Όταν τελειώσω. Τώρα είμαι σε μοντ παλαβομάρας, ούτε σπίτι μου πάω, στο εργοστάσιο κοιμάμαι, γάμησέ τα...
    - Καλά ρε συ, θα πάω να βρω τα παιδιά από το προηγούμενο παράδειγμα...

  3. - Ρε συ, τι σλανγκοσπέκουλα παίζει με τα λήμματα στο slang.gr;
    - Δηλαδή;
    - Από 9967 το πρωί έχουν φτάσει 9992 το απόγευμα και έχουν κολλήσει εκεί!
    - Σλανγκοΐντρικα! Νομίζουν ότι ο ρουμάνος θα δώσει κανένα βραβείο στον 10000ό κι έχουν μπει όλοι σε μοντ αναμονής με έτοιμο λήμμα...
    - Εγώ πιστεύω ότι οι σέρνερ του σάιτ δεν είναι έτοιμοι για τόση λημματολάσπη. Θα γίνει Y2K! Ο ουρανός θα πέσει στα κεφάλια μας! Μετανοείτε!
    - Α ρε Αφελίμ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πίσω στο παρελθόν, στις αχαρτογράφητες εποχές της τρυφερής παιδικής ηλικίας της δικής μας και των μεγαλύτερων αδερφών και ξαδέρφων μας, πριν από το ίντερνετ, πριν από τους ίδιους τους οικιακούς υπολογιστές, μια από τις γλυκές αμαρτίες ήταν η επίσκεψη στα ηλεκτρονικά ή αλλιώς ουφάδικα.

Δεν είχες μόνο την μάνα και τον πατέρα να σε κυνηγούν μην τυχόν και σε τσακώσουν εκεί...

Δεν ήταν μόνο η αστυνομία που έκοβε βόλτες πού και πού και, όσο και να πεις, τους φοβόσουνα μη τυχόν σε βάλουν φυλακή και σε γράψουν οι εφημερίδες για κανένα street fighter ή double dragon...

Ούτε απλά τα μεγαλύτερα παιδιά που έβαζαν κατοστάρικο για διπλό και σε νικούσαν με δύο κόμπο ή, αν ήταν λιγότερο βουργούνδιοι ιππότες, απλά σε παραμέριζαν και έπαιζαν με το κρέντιτ σου... [κρεντιτ < credit = πίστωση, οι συμμετοχές στο παιχνίδι που αγοράζει κανείς με κέρματα]

Ή ο μαγαζάτορας που, είτε με πρόφαση, είτε εξαιτίας πραγματικού ντου από την ασφάλεια, σου κατέβαζε το γενικό και σου διέγραφε όλα τα ρεκόρ και τα κρέντιτ σου, αφήνοντάς σε να χτυπιέσαι πάνω σε μια μαύρη, καμπυλωτή (τότε) οθόνη...

Ήταν και ο ίδιος σου ο εαυτός που εθιζόταν και, ως εθισμένος, είχε όλα τα συμπτώματα: παρέες που είχαν το ίδιο σπορ, ψέμματα σε όλους τους παραπάνω για να πάρεις τη δόση σου, χαμένος χρόνος, κόλπα για να χρηματοδοτήσεις την ντόπα σου...

Ένα από αυτά τα τελευταία κόλπα ήταν εναντίον του αφεντικού. Τα πιο τσακαλάκια από την παρέα είχαν πάρει μάτι τον ρουμάνο όταν άνοιγε τον κερματοκουβά και είχαν σταμπάρει τον μηχανισμό. Έτσι, με λίγη εφευρετικότητα, ήρθε η πετονιά.

Έβαζαν λοιπόν οι πιτσιρικάδες διαρρήκτες στην σχισμή ένα κέρμα κολλημένο στην άκρη μιας πετονιάς, το άφηναν να ρολάρει κανονικά στη σχισμή και, μόλις αυτό περνούσε την ακίδα και έπεφτε το πρώτο κρέντιτ, το ανασήκωναν και η διαδικασία επαναλαμβανόταν όσες φορές χρειαζόταν για να μην καρφωθούν ή γίνει κανένα μπλέξιμο στο μηχάνημα. Μετά έβγαζαν τον μηχανισμό με τρόπο και ύφος ocean's eleven και βυθίζονταν στον κόσμο της οθόνης...

Η μέθοδος φυσικά λειτουργούσε και στα περισσότερα μηχανήματα με κέρματα του δρόμου (τσίχλες, γάντζος με αρκουδάκια και ρολόγια) αρκεί να μην το παρατραβούσες με την τύχη σου. Ύστερα, απ' ό,τι λεν οι πληροφορίες μου, μπήκαν δικλείδες ασφαλείας κατά της πετονιάς, αλλά ήδη πια το παιχνίδι ήταν αλλού...

Πέρα από το σλανγκικό ενδιαφέρον που έχει ιστορικά η έκφραση, την καταγράφω διότι τώρα πια, μεταξύ εκείνων των παιδιών που μεγάλωσαν (αλλά έμειναν εννοείται παιδιά), την άκουσα να χρησιμοποιείται και μεταφορικά: Σημαίνει την υφαρπαγή πολλών ευκαιριών που δεν κερδίσαμε με το σπαθί μας, την εκκίνηση με τρία γκολ αβάντζο ή, διαφορετικά, την απόλαυση μιας εμπειρίας χωρίς να την έχουμε πληρώσει όπως θα ήταν ο κανόνας.

(c) και αφιερωμένο στον Ναουσαίο φίλο και προσωπική μου σλανγκομηχανή...

  1. - Ρε μαλάκα Φλοκ τι κάνεις με τη σακκούλα τα ψωμιά πάνω στο Virtua Striker;
    - Κολλητέ μ' έστειλε η μάνα μου για κάτι ψώνια...
    - Ναι;
    - Αλλά πέρασα κλασικά από εδώ και έβαλα πετονιά για κρέντιτ για να το βγάλω το γαμίδι επιτέλους...

  2. - Γιατί δεν γράφεις κι εσύ στο slang.gr ρε φίλε; Αφού είσαι φυσικό ταλέντο!
    - Γουστάρω πολύ ρε συ, αλλά βλέπω τους πρώτους στη βαθμολογία και κωλώνω... Εγώ πρέπει να βάλω πετονιά για κρέντιτ και να πάρω δύο φανάρια αβάντζο για να καταφέρω κάτι...
    - Έλα, δεν είναι πρωταθλητισμός, σλανγκαθλητισμός είναι...

(από stathisbsg, 30/01/10)(από stathisbsg, 30/01/10)(από stathisbsg, 30/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μικρό και διακριτικό «δημοσιογραφικό», μαγνητοφωνάκι παλιότερα, voice recorder σήμερα, που χρησιμοποιείται για την καταγραφή στα κρυφά ή και στα φανερά και την τεκμηρίωσή συνομιλιών, συνεντεύξεων, κλπ.

Επαγγελματική αργκό των κοινωνικών επιστημόνων και ερευνητών μάλλον, παρά των ίδιων των δημοσιοκάφρων, καθώς η όχι και τόσο κολακευτική ταύτιση του λειτουργήματος με την κοινή ρουφιανιά ευθύνεται για τον όρο, περισσότερο ίσως από το απλό τεχνικό γεγονός ότι η συσκευή, όπως και ο ρουφιάνος, ακούει, καταγράφει και μετά πάει και τα ξερνάει.

- Μου τα έλεγε πολύ ωραία η κυρία, σε κάποια φάση της λέω «θα μπορούσα να τα καταγράψω αυτά», μου λέει «ναι», βγάζω το ρουφιάνο, και μου αρχίζει αμέσως τα κλισέ και τις μαλακίες...
- Τι περιμένεις από κυράτσες;
- Μπορώ να καταγράψω αυτή σου την άποψη;
- Εεεε, ναι... κοιτάχτε, ο κόσμος φοβάται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση από την τιμημένη εποχή που τα σημερινά σιντί ήταν μαύρα, πιο μεγάλα, φτιάχνονταν από βινύλιο και, αν έχεις το Θεό σου, δεν μπορούσες να τα κάνεις mp3 στο πισί γιατί, αν έχεις ακόμη το Θεό σου, δεν υπήρχαν πισί! Το μόνο που μπορούσες να κάνεις ήταν να τα τοποθετήσεις σε ένα «μηχάνημα» και να ακουμπήσεις πάνω τους μια βελόνα, η πρωταγωνίστρια του λήμματος, ώστε να αρχίσει να ακούγεται ανάμεσα από τα ενοχλητικά «σπασίματα» και κάποιας υποτυπώδους μορφής μουσική. Είτε το μηχάνημα λεγόταν γραμμόφωνο, είτε «πικ-άπ» (οι κεκαλάδες το ξέρουν μόνο όπως το λέγανε στο χωριό τους: τερντέιμπλ) το αποτέλεσμα ήταν διασκέδαση στο φουλ και ανοιχτά στόματα μιας και δεν πίστευαν ότι αυτό το θαύμα έπαιζε μουσική από το μηδέν και χωρίς να χρειάζεται τύπους με πεντοχίλιαρα στο κούτελο, μπροστά τους!

Αλλά, φυσικά, κάτι πήγαινε στραβά. Συνήθως η βελόνα που ακουμπούσε στο δίσκο και μετέτρεπε αυτά που ήταν γραμμένα σε ταλαντώσεις οι οποίες θα παρήγαγαν ήχο (και με κάποιες άλλες διεργασίες που μάλλον δεν θα καταλάβετε) κολλούσε σε συγκεκριμένα σημεία με αποτέλεσμα η μελωδική φωνή του/της αοιδού να επαναλαμβάνεται σε στυλ: Μαραμένα τα γιούλια κι οι βιόλες (χρουτσουμπλουτζουμπλού) -βιόλες, -βιόλες, -βιόλες κτλ.

Ωσεκτουτού, από τότε χρησιμοποιείται για οποιονδήποτε επαναλαμβάνει ό, τι κι αν λέει σε βαθμό ενοχλητικό. Η έκφραση ανήκει στην ιστορική αλλά αναντικατάστατη σλανγκ. Δεν έχει νόημα να πεις π.χ. Χάλασε το ματάκι που διαβάζει το σιντι εκτός κι αν το λες στον τεχνικό που θα στο φτιάξει.

- Άσε Μάκη, άσχημα νέα. Έμαθα ότι είσαι σχεδόν τάρανδος. Μόνο το κομμάτι κάτω από τα κέρατα σου λείπει.
- Για κάτσε ρε Λάκη, τι εννοείς;
- Εννοώ ότι το Λιτσάκι κάθε μέρα πάει μ' άλλον, μ' άλλον, μ' άλλον, μ' άλλον...
- Ε, κάτσε ρε! Τι έπαθες, κόλλησε η βελόνα;
- Όχι ρε καημένε Ρούντολφ! Απλά με τόσους πάει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified