Γριά, συνήθως μαυροντυμένη, με άσπρο αφράτο μαλλί (ή περουκί) που κυκλοφορεί με λεωφορεία, σπάει τ' αρχίδια όλων των επιβατών μέχρι να κάτσει κάτω αυτή και η σακούλα με τα ραδίκια και λοιπά ζαρζαβατικά που λογικά έχει μαζί της.

(Στη γαλαρία)
- Μαλάκα, τι γίνεται εκεί μπροστά;
- Ε, μπήκε μια γιαγιούμπα και τα 'χει κάνει όλα πουτάνα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός ο οποίος ασελγεί εις βάρος γιδών και πιθανότατα και προβάτων. Συνήθως τον πετυχαίνουμε με μια γκλίτσα και μια φλογέρα σε βουκολικό background.

Βοσκός 1: Ωρέ Μήτσου, είδης ντη γκατσίκ' που μοιάζ' μ' άθρωπους; Βοσκός 2: Ναι μωρέ, του Μανωλιού του γιδογάμ' πιδί είνι...

Βλ. και γαϊδουρογάμης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τα έχω ξεφτιλίσει όλα, όταν λειτουργώ χωρίς σεβασμό και ντροπή.

-Άσε, έσκισε την τσόχα ο δικός σου. Δεν σέβεται τίποτα πλέον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωνή επιδοκιμασίας του κοινού κατά την προβολή ερωτικών ταινιών την στιγμή που ο πρωταγωνιστής ολοκληρώνει το έργο του -συνοδευόμενη συνήθως και από χειροκρότημα.

(Πρωταγωνιστής) -Πάρτα μωρή άρρωστη!!!
(Κοινό) -Άξιος άξιος!!!!!

(από joe909, 19/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλακεία + μαλακία.

- Άσε φιλάρα, ξέχασα να πληρώσω το λογαριασμό της ΔΕΗ πού 'ληγε σήμερα!!!
- Βαλακεία μεγάλε!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλάκας + Μαλάκας

-Μας τα 'πρηξε πάλι ο βαλάκας ο Μάνος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι / έγινα γκολ: έχω λιώσει στο μεθύσι.

Άστα δικέ μου, ήπιαμε τα ξύδια μας χθες και γίναμε γκολ.

Δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει ανθρώπους αργόστροφους που όσο και αν προσπαθείς να τους εξηγήσεις κάτι δεν λένε να το καταλάβουν.
Εντοπίζεται πολλές φορές σε Δημόσιες Υπηρεσίες, όπου έχουν μπει με βύσμα.

Άσε ρε φίλε, έπεσα σε ένα μόγγολο υπάλληλο και έκανα μια ώρα να τελειώσω τη δουλειά μου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών με αποτέλεσμα να υπολειτουργείς.

Σχετικά λήμματα: μπαφοκατάσταση, άραγμα.

-Θα μαζευτούμε απόψε το βράδυ να δούμε τον αγώνα και να λιώσουμε. Είσαι μέσα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γνωστός και ο μεσάζοντας για κάποια αξιόποινη πράξη ή για κάτι για το οποίο πρέπει να κουνηθούν τα νήματα, συχνά κάτω από το τραπέζι.

  1. - Έχεις καμιά άκρη να βρούμε τραπέζι σήμερα το βράδυ στον Μαζωνάκη; Σήμερα είναι η πρώτη μέρα και είναι όλα κλεισμένα.

  2. - Θέλω να ψωνίσω μαύρο αλλά η άκρη που έχω λείπει διακοπές, έχεις εσύ καμιά άκρη να βρούμε;

Βλέπε ακόμη βύσμα και δόντι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified