Ο υπερβολικά ενθουσιώδης, που η καύλα του για κάτι δεν κρατιέται, ωσάν πύραυλος.
Τι θα γίνει ρε πύρκαυλε; Θα φύγεις με το μηχανάκι μου δεμένο στην κολόνα;
Ο υπερβολικά ενθουσιώδης, που η καύλα του για κάτι δεν κρατιέται, ωσάν πύραυλος.
Τι θα γίνει ρε πύρκαυλε; Θα φύγεις με το μηχανάκι μου δεμένο στην κολόνα;
Got a better definition? Add it!
Ο καρμιράκος, κακομοίρης, άτυχος, που ό,τι και να γίνει όλα θα του πάνε στραβά, που πρέπει να καταβάλλει τη μέγιστη προσπάθεια ακόμα και για τα πιο ασήμαντα και μικρά πράγματα.
- Πλημμύρισε το σπίτι του και δεν είχε τίποτα να βγάλει τα νερά παρά μόνο κουτάλια ο ταλαίπωρος...
Got a better definition? Add it!
Ο μικρός τυμπανιστής που κρούει τα τύμπανα όχι με τις μπαγκέτες αλλά με το πέος.
-Κοίτα το πέος του, του μικρού τυμπανιστή, είναι ματωμένο.
-Ε, αφού ο μ**κας το χτυπάει πάνω στο τύμπανο.
Got a better definition? Add it!
Ο λεφτάς, αυτός που τα έχει και τα δείχνει.
- Ρε θα έρθει ο Τάκης απόψε σπίτι μου για κάνα ούζο;
- Σίγα μην έρθει για ούζα ρε. Αφού είναι ματσό, σιγά μην κάτσει μέσα.
Από το ματσωμένος (δες κομμέ). Συνώνυμα του πλούσιος: λεφτάς, ματσό, μπρούκλης, φραγκάτος
Got a better definition? Add it!
Γυναίκα κοντή με μικρό κεφάλι και γυαλιά rayban.
- Ρε Τάκη, από πότε οι μύγες έχουν μαλλιά;
- Από τότε που γεννήθηκε αυτή η κοπέλλα απέναντι.
Got a better definition? Add it!
Απόβλητο απ' την στοματική κοιλότητα. Τα 997 τελευταία χρόνια παρατηρείται σε πράσινο, κίτρινο (όχι ταριφέ), κόκκινο χρώμα. Περιέχει 90% μύξα και 10% σάλιο.
- Ρε Μάκη τι είναι αυτό το πράσινο πάνω σου; Κουτσουλιά γλάρου:
- Όχι ρε μ***κα, πλακώθηκα με έναν νταλικέρη και φεύγοντας με έφτυσε.
(ροχάλα ήταν το πράσινο)
Got a better definition? Add it!
Ένας τύπος ο οποίος είναι κοντός και όταν κλάνει σηκώνει σκόνη. Συνήθως έχει σχήμα σόμπας και το κεφάλι του μοιάζει με μπουρί.
- Ρε Μαρίκα ξέχασες έξω από το σπίτι τη σόμπα.
- Όχι ρε Γεωργία, ποια σόμπα, ο ανηψιός μου είναι.
Got a better definition? Add it!
Το ξενέρωμα, η απογοήτευση, το πρόβλημα. Συνήθως το «τρώμε», αλλά πολλές φορές απλά εννοείται. Όσο πιο τραβηγμένο είναι το «ε» και το «ο», τόσο πιο μεγάλο είναι το πακέτο.
- Πού χάθηκε ο Δημήτρης;
- Έχει πέσει πολύ δουλεία στην εταιρεία που δουλεύει και αναγκάζεται να κάθεται στο γραφείο μέχρι αργά το βράδυ. Έχει φάει μεγάλο πακέτο.
- Πω ρε φίλε, 4 πήγε η ώρα!
- Σοβαρά;; Εγώ δουλεύω στις 9 το πρωί!
- Πακεεεετοοοοο!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που φοιτά (ή και ο απόφοιτος) στη σχολή Μωραΐτη (ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας). Όπως και για το «κολεγιόπαιδο», χρησιμοποιείται και κοροϊδευτικά.
- Πώπω, σκάσαν μύτη όλα τα Μωραϊτόπαιδα! Πού είμαστε ρε συ, στο Beverly Hills; Να δεις που θα σκάσουν μύτη σε λίγο ο Μπράντον και η Κέλυ!!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει «σε εμάς τα λες αυτά» ή «εμάς πας να κοροϊδέψεις». Το λέμε για να δείξουμε στον άλλον ότι έχουμε καταλάβει την μπλόφα ή το παραμύθι που πάει να μας πουλήσει.
- Έμαθα χτες με την Τζένη καταλήξατε σπίτι σου!
- Άσε φίλε τι να σου λέω τώρα, χαμός έγινε! Τι να σου λέω τώρα, πρέπει να μας άκουσε όλη η γειτονιά!
- Σεταμάς ρε Νικολάκη; Αφού μου είπε η Μαρία που της είπε η Τζένη πως δεν σου σηκωνόταν! Μην τα πουλάς σε μας αυτά λοιπόν!
- ...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified