Τα διαλύω όλα, τα σπάω, τα κάνω άνω-κάτω.

- Μπήκαν κάτι μπάτσοι στο μαγαζί και τα κάνανε βίδες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ ψηλή γυναίκα. Λέγεται και ταβανόσκουπα και καμήλα.

Ξαραχνιάστρα ή ταβανόσκουπα λέγανε τη σκούπα με το μακρύ ξύλινο κοντάρι που της βάζανε κι ένα πανί μπροστά και τη σέρνανε στις ακμές των δωματίων ψηλά για να πάρουν τις αράχνες.

- Να του ζήσει η ξαραχνιάστρα του, να τη χαίρεται. Άργησε αλλά ψώνισε από σβέρκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που είναι trendy, κάτι που είναι στη μόδα, κάτι που πρέπει να κάνεις έτσι απλά. Προέρχεται από το Αγγλικό must που σημαίνει πρέπει. Έτσι λοιπόν σήμερα είναι μαστ να πας διακοπές στη Μύκονο, να φοράς ακριβά επώνυμα ρούχα, να πηγαίνεις στο Μέγαρο και ακόμα περισσότερο μαστ να πηγαίνεις με τον παίδαρο.

Πρέπει να πάμε Ρέμο οπωσδήποτε... είναι μαστ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλοί χοντροί, στην προσπάθειά τους να δικαιολογηθούν για το μεγάλο βάρος τους, λένε πως το βάρος τους δεν προέρχεται από μασαμπούκα, αλλά από απορρύθμιση των θυρεοειδών αδένων (υποθυρεοειδισμός).

Θα μπορούσε, ωστόσο, να είναι αλήθεια, αφού λέγεται πως σε τέτοια περίπτωση μπορεί να εξηγηθεί η αύξηση του βάρους. Μόνο που για να συμβεί αυτό πρέπει η τιμή της θυρεοειδικής ορμόνης TSH (Thyreoid stimulating hormone) να ανέβει σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Αυτή όμως η περίπτωση δεν απαντάται συχνά. Αυτοί τώρα, που καταλαβαίνουν πως αυτά που λέει ο άλλος για την απορρύθμιση του θυρεοειδούς είναι φούμαρα, μιλούν πως δεν πρόκειται για απορρύθμιση του θυρεοειδή αλλά του χοιροειδή αδένα κάνοντας σαφή υπαινιγμό πως η πραγματική αιτία της πάχυνσης οφείλεται στο γεγονός πως ο άλλος τρώει σα γουρούνι.

- Καλά είδες τη Μαιρούλα τι τόφαλος που έγινε; Η καημένη δεν ήταν έτσι παλιά. Μου 'πε ρε γαμώτο πως απορυθμίστηκε ο θυροειδής της.
- Παπαριές και μπουρμπούτσαλα σου είπε το κήτος. Δε μου λες σε παρακαλώ; Τα 3 σουβλάκια και τα 3 παγωτά που χτύπησε ανελέητα χθες βράδυ πριν τσακίσει ένα αρνί, στο σπίτι της Κατερίνας, συνταγή γιατρού ήταν; Δεν πρόκειται για θυρεοειδή... για χοιροειδή πρόκειται.
- Και εσύ που το ξέρεις αυτό;
- Βλέπεις, ήμουν και εγώ καλεσμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο μπάσκετ, χλατσώνω σημαίνει βάζω καλάθι χωρίς η μπάλα να ακουμπήσει στεφάνι, οπότε το διχτάκι κάνει ένα ωραίο χλατς! που είναι υπέρτατη πώρωση!

Από το χλατσώνω παράγεται και το επίθετο χλατσωτός, που χαρακτηρίζει τα καλάθια (καλάθι χλατσωτό). Συνώνυμο: άγγιχτος.

  1. (σε παιχνίδι μπάσκετ)
    - Πάσα!
    - Χλάτσωσέ το αγόρι μου!
    (ΧΛΑΤΣ!!)
    - Έεετσι!!

  2. (από αυτό το blog)
    [...]Όταν συνήλθαμε, αποφασίσαμε να τον αφήσουμε να παίξει μαζί μας ένα μονό στα 21. Μάλιστα, τον πήρα και στην ομάδα μου, επειδή οι άλλοι δεν τον ήθελαν με τίποτα. Με το που του δίνω την πρώτη πάσα, βαράει ένα τρίποντο από το κέντρο του γηπέδου και μπαίνει μέσα χλατσωτό! Έπαθα πλάκα, αλλά νόμιζα ότι ήταν απλά κωλόφαρδος.

yo yo yo!! (από jesus, 06/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που λέγεται, όταν θέλουμε να πούμε πως κάποιος είναι βλάκας, ανόητος, κουτός. «Είναι ντιπ για ντιπ ζωντόβολο».

Ζωντόβολο λέγεται το κατοικίδιο τετράποδο και πιο πολύ το γαϊδούρι.

Λοχιας προς στραβάδια (εδώ που τα λέμε βλαχουλοχίας ουρέ):

Εν - δύου, εν - δυο, εν στ' αριστερόου, δεξιάπ.
Δεξιάπ είπα, δεξιάπ ουρέ ζωντόβουλα κρεμίδ ουρέ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λιώμα από LSD. Από τα τριπ + πίτα.

Πηγή: GATZMAN.

Μαζευήκαμε όλοι στο μπαφόσπιτο και γίναμε τρίπιτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο όπου ο ερωτών απευθύνεται σε κάποιον που γνωρίζει το νόημα της ερώτησης, ενώ οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι το αγνοούν και προς στιγμή βρίσκονται σε αμηχανία, μέχρι να δοθεί η απάντηση.

«Σε γάμ'σαν ψες;» εκλαμβάνεται ως: «σε γάμησαν χθες;», σημαίνει όμως: «σε γάμο ήσουν χθες;».

- Τι έγινε ρε Μήτσο, σε γάμ'σαν ψες;
- Μπα, σε βάφτσ' (βάφτιση).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι να κάμνεις, έτσι κάνε: Αδιαφορώ απόλυτα, για δεδηλωμένη προφανή πράξη.

Απάντηση σε αυτοανόητη αντίδραση. Πρόθεση για δημιουργία αμηχανίας, εριστικά.

  1. - Ρε σεις, το παρατραβήξαμε με την αρμένικη βίζιτα και το καληνυχτίζουμε.
    - Έτσι να κάνετε!

  2. - Μάνα... σου πω.
    - Nιέσκαι, τύυυχη μου εσύ, γιόκα μου.
    - Nα με τη Σούλα τόσα χρόνια τραβιόμαστε και λέμε να κονιάσουμε όθε το καλοκαίρι
    - ΕΤΣΙ ΝΑ ΚΑΜΕΙΣ αφορεσμένο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα χρόνια της βιολογικής και όχι μόνον παρακμής του Ανδρέα Παπανδρέου, η σύζυγός του Δήμητρα άκα Μιμή Λιάνη ουσιαστικά κυβερνούσε το Ελλαδιστάν.

Μιμίκοι αποκαλούνταν τα άτομα του στενού της περιβάλλοντος που διορίζονταν σε παχυλά αμειβόμενες αργομισθίες σε τράπεζες, ΔΕΚΟ και στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Ο όρος έχει πλέον ιστορική και μόνον αξία.

Βλ. και ντοράκηδες.

- Τον είδες τον νέο διευθυντή; Έρχεται κάθε μέρα στις 12, πίνει το φραπέ του, ξύνει τα αρχίδια του για κάνα δίωρο, και μας πουλάει και μούρη από πάνω!

- Μιμίκος είναι, τι περιμένεις! Να δούμε τι άλλα φρούτα θα φάμε στην μάπα…

(Πραγματικός διάλογος σε διάδρομο της Εμπορικής Τράπεζας, circa 1995).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified