Ένα πιστοποιημένο προϊόν ή υπηρεσία. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δώσει έμφαση στις ικανότητες και τα χαρακτηριστικά ενός προσώπου π.χ την εχεμύθεια, την σεξουαλική απόδοση κ.α. Προέρχεται από το γαλλικό certifié. Ανήκει στην μεγάλη ομάδα γαλλικών τεχνικών όρων που πλέον χρησιμοποιούνται στα ελληνικά για να υποδηλώσουν κατάρτιση μάστορα με μάστερ στη πιάτσα.


Παράδειγμα 1
-Τι κινεζιά σίδερο μου ΄φερες ρε Μιχάλη; Να λαμπαδιάσουμε εδώ μέσα!
-Σιγά μη πλερώ τα σερτιφιέ σα του μουνί της Παναγίας να πούμε! Είναι ΟΕΜ, ίδια ποιότητα με τα Bosch λέμε.

Παράδειγμα 2
-Άννα, ο Νίκος! Τι γκομενάκι είν΄ αυτό θεέ μου!
-Είναι... και είναι κρίμα απ το θεό...
-Γιατί ρε;
-Καλά βλαμμένη είσαι;
-Τι;
-Το παιδί είναι σερτιφιέ αδερφή ρε, δεν είδες τον χαρλεά που τον πάρκαρε απ' έξω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφέρεται οπως η Αγγλική λέξη get και σημαίνει ο εύσωμος/ή. Έχει ρίζες απο την αλβανική λέξη traget που σημαίνει πλοίο.

-Εχω γίνει γκέτ τελευταία.
-Αφού μόνο τρώς και παίζεις λόλι.

Got a better definition? Add it!

Published

Λέγεται για γκέι ή λεσβία που είναι ακόμη στη ντουλάπα), δηλαδή δεν έχει κάνει άουτινγκ με αποτέλεσμα να τον/ην τρώει ο σκόρος.

Προσοχή κορίτσια γιατί χωρίς ναφθαλίνη θα σας φάει ο σκόρος.

Got a better definition? Add it!

Published

κουραδόμαγκας, χεζόμαγκας

Ο μάγκας που όμως κλάνει μέντες μόλις τα δει σκούρα. Ο ντεμέκ μάγκας, αυτός που κάνει τη φυσική ανάγκη που περιγράφει το πρώτο συνθετικό, συνήθως χωρίς να προλάβει να κατεβάσει το βρακί του γιατί μονίμως πιάνεται εξ απήνης κι όχι στην τουαλέτα και καταλήγει βρωμόμαγκας. Αυτός που κάνει τις μαγκιές του εκεί που τον παίρνει και τον σηκώνει - πάντα, αλλά αποφεύγει να τα βάζει μ' ανωτέρους του για να μην τον πάρει και τον σηκώσει- ο διάολος πρώτα πρώτα... Φεύγει πάντα στην πρώτη στραβή - δυσκολία κι ειδικά όταν έχει εμπνεύσει κύρος, εξουσία και το παίζει και κουλ - τρομάρα του - δεν τονε νοιάζει να φύγει και να τσι παρατήσει ούλους τσι συνεργούς του σύξυλους κι ας βγάλουνε μόνοι τωνε την άκρια των... Η χειρότερή του είναι όταν έχει υποτιμήσει έναν κίνδυνο και τελικά μόλις πάει να τον αντιμετωπίσει, φαντάζει ανυπέρβλητος και τότε την κάνει... Η μυρουδιά πάντα τον ακολουθεί και η κοπρά πάντα σπιλώνει κι αμαυρώνει απού τ'όνομά ντου ως τα παντελόνια ντου κι ετσέ ξεχωρίζει απού τσ' άλλους μάνγκιες...

- Ήμαστε με τον Αργύρη. Κόλλαγε μαγκιές στον αρχηγό της άλλης παρέας κι ήρθαν και μας την πέσανε... Λοστοί, σιδερογροθιές κι ό, τι μπορεί να φανταστεί ο νους σου είχαν στα χέρια τους... Και κείνος ως συνήθως, άφαντος... Έγινε καπνός, ο πούστης, αφού πρώτα μας άναψε φωτιές να καθαρίζουμε μετά για πάρτη του...Άσε, το πως γλυτώσαμε ένας Θεός το ξέρει... Το μαλάκα, που να μην μπορεί να χέσει και να τον πνίξει το σκατό!
- Μην κάνετε παρέα μ' αυτόν το χεζόμαγκα, δε σας έχω πει; Να σας μπλέξει σε τίποτα ιστορίες πιο περίεργες.. Όσο για το σκατό, μείνε ήσυχος, με την ευκοίλια που έχει το σερβιρίζεται κι όλας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι το οποίο χρησιμεύει για το ξεκάρφωμα, καθότι χου είναι αυτός που καρφώνεται, ή κάτι το οποίο σε καρφώνει. Απαντά και ως ξεχού.

- Καλά ρε μαλάκα, όλοι σκάνε σαν άθρωποι με το παλαιστινιακό στην πορεία και συ με την πασμίνα; Γελάει ο κόσμος.
- Για το αντιχού, φίλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λάθος πληροφορία, ψέμα ή ενέργεια αυτοπροβολής συνήθως με αποτυχία.

Τώρα που θα πας στο στρατό μην ψαρώσεις ρε, θα ακούσεις πολλές παπάτζες.

Έπρεπε να ήσουν χτες στο μπαράκι με τον Πάντελο, μας φλόμωσε στην παπάτζα ο μαν.

Πήγα για μια συνέντευξη για βοηθός λαντζιέρη και μου πούλησε ένα παπατζιλίκι ο σεφ, άσ' τα να πάνε, ούτε ο Μποτρίνι να ήταν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Βαλάνος του πέους.

Συνθετικό των λέξεων πούτσα και κεφάλι.

Πως πήγε με την Μαρία? Μια χαρά μου ρούφηξε το τσοκέφαλο.

Got a better definition? Add it!

Published

Απο την γνωστή έκφραση ούτε γάτα ούτε ζημία.

Χτύπησα ενα παρκάρισμένο αμάξι χθές αλλα νομιζω δεν με είδε κανείς, ούτε γάτα ούτε σκύλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός από τον ήρωα της Ελληνικής Επανάστασης, είναι και χαρακτηρισμός για λεσβία με στερεοτυπικά αρρενωπά χαρακτηριστικά, τύπου μπουτς ή νταλίκα ή τζίβα.

Έχει ξεπεραστεί πλέον η νοοτροπία ότι, άμα δεν είσαι ανδρούτσος ή δεν έχεις βιαστεί, δεν είσαι λεσβία.

Got a better definition? Add it!

Published

Κομμέ χαρακτηρισμός του αντιχουντικού, είτε πρόκειται για την παλαιάς κοπής χούντα με το χαρακτηριστικό γυαλί είτε για νεόκοπες εκδοχές τ. χούντα του μνjημονίου και τα ρέστα παγωτά.

- Αντιχού, τ' είν' τούτο; ο εξολοθρευτής της κουκουβάγιας; θα γελάει ο κόσμος με την παπαριά που ανέβασες πάλι! Ο ορισμός είναι λάθος και θα πρέπει να κατέβει, αφού πρώτα απολογηθείς.
- Κι όμως compañero, κάπου είδα μια ολόκληρη αναφορά στο νέτι...μισό...μούμπλε μούμπλε...έλα, τσίμπα ένα παράδειγμα:

"πες μας με ποιον είσαι και άσε τις αόριστες μαλακίες και αν δεν στηρίζεις κανέναν, πρότεινε λύση για να καταλάβουμε. Γιατί πολλά γράφεις αλλά σε βλέπουμε να συχνάζει και σε αρκετά εκλογικά κέντρα, μεγάλε, μοναδικέ, αποκλειστικέ, αντάρτη, αντιφά, αντιχού κτλ" (εδώ)

Βλ. επίσης: αντιφά, αντικρά, κ.ο.κ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified