Οι απόψεις των ψεκασμένων, που αναπαράγουν θεωρίες συνωμοσίες και ψευδοεπιστημονικές ασυναρτησίες χωρίς καμία υπόσταση, αφού ανακάλυψαν το φως το αληθινό από βίντεο στο ΥouTube, από ποστ στο Facebook ή από εκπομπές Λιακόπουλου και Τράγκα.

- Ήρθε στο γραφείο ένας τύπος σήμερα και μας έλεγε πως οι μάσκες είναι το πρώτο βήμα για το τσιπάκι της Νέας Τάξης Πραγμάτων. Πόση ψέκα να αντέξω ακόμα ο άνθρωπος, λες και όλοι δουλεύουν για το Luben είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γραμματικά μιλώντας, αποτελεί το απαρέμφατο του ρήματος "πρήζομαι",αναφερόμενοι πάντα στην σημασία της λέξης που έχει να κάνει με τη σωματική διάπλαση,και όχι όταν μας ενοχλεί κάποιος.

Προσθέτει μια αρχαιοελληνική πινελιά στη συζήτηση,και χρησιμοποιείται κυρίως ως χαρακτηρισμός για άτομα που έχουν πολλή σωματική δύναμη,η/και μεγάλη μυϊκή ανάπτυξη, πράγμα που τους κάνει να φαίνονται "πρησμένοι".

Το .gr στο τέλος χρησιμοποιείται για να υπερτονίσει την ελληνικότητα της έκφρασης,αν και υπάρχουν και διάφορες παραλλαγές όπως πρηστείν.co.uk και πρηστείν.com.

Μαλάκα τι σήκωσε το κτήνος! Πρηστείν.gr η φάση!

Got a better definition? Add it!

Published

Συναντάται και ως αρχιδάμπουρας ή αρχιδαμός. Είναι μια πιο χαριτωμενιάρικη και αέρινη βερσιόν της λέξης σπαζαρχί, καθώς σου γεμίζει το στόμα χάρη στα ποικίλα σύμφωνα τα οποία την καθιστούν εύηχη.

Αρχέλαος: - Άσε... Πλέον ο Φραγκίσκος είναι πολύ αρχιδάμπουρ...
Βρασίδας: - Ναι, τον γαμημένο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός/αυτή που του/της έχει βγει ο κώλος (από τι άραγε). Χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλώσει άτομο που δεν έχει τσίπα.

- Πήγα στην εφορεία και ήταν εκεί μια ξεκωλιάρα φόλα που έβαφε τα νύχια της και μας είχε να περιμένουμε είκοσι άτομα ουρά... Ούτε που την ένοιαζε που βλέπαμε τι κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αποδοκιμασίας ή προειδοποίησης, συνώνυμη με το στάκα, κάτσε καλά, σσσσ, κλπ.

- Θα πάω να του σπάσω το μαγαζί, του μαλάκα.
- Ίσα ρε που θα τα βάλεις με την προστασία, άσχετε! Θα τις φας χοντρά, στο λέω.

Δες και ίσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που προέρχεται από το τζάμι (επιφώνημα σε περιπτώσεις τελειότητας), και το γαμάτος (που χρησιμοποιείται σε ίδιες περιστάσεις).

-Τζαμάτος ο γκόμενός της! Θεός!

Βλ. και τζαμάουα, τζαμιροκουάι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλα στ' αρχίδια μας.

- Πάμε σήμερα να τα πιούμε; Με παράτησε η Μαρία...
- Ρε τι στενοχωριέσαι; Τι έχουμε πει, Ο.Σ.Α.Μ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H μικρή όμορφη κοπέλα που τον παίρνει.

- Για δες την Κατερινούλα, πουτανοκαυλίτσα έγινε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τεμπέλης, ο χαραμοφάης, ο χλιδάνεργος.

- Τι έγινε κυρ Σάκη, πέρασε ο γιος σου στον ΑΣΕΠ;
- Τι λες μαρ' Κούλα, ο χαϊμανάς ο γιος μου ν' ανοίξει κάνα βιβλίο; Στέκεις με τα καλά σου; Πάλι καλά που ένας κουνιάδος του μπατζανάκη του ξαδέρφου της γυναίκας μου ξέρει την παραδουλεύτρα του Τσοχαζόπουλου κι έχουμε μια ελπίδα ότι θα μπει στη ζούλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έπαθα κόψιμο. Χρησιμοποιείται σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, συνήθως αρρώστιας τύπου γαστρεντερίτιδα, ίωση και τα ρέστα και όχι για μια απλή τροφική δηλητηρίαση.

- Άσε σου λέω, τρεις μέρες τώρα μ' έχει πάει αίμα και πανί. Ή που κάθομαι στο θρόνο, ή που τον έχω αγκαλιά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified