Αυτός που πηγαίνει όπου μπορεί κάθε στιγμή (πολλές φορές απρόσκλητος ή για άγνωστο διάστημα), ώστε να μην σπαταλάει δικούς του πόρους. Συνήθως, δεν ανταποδίδει και δεν προσφέρει τίποτα σε αντάλλαγμα ποτέ (ίσως κάτι εντελώς άχρηστο ή ανούσιο κατά διαστήματα για ξεκάρφωμα). Σχετικό του σκαλωμαρία, αλλά γενικότερο, με την έννοια του παρασιτικού βίου.

παράδειγμα Λέει η σύζυγος. Τόσο καιρό η μάνα σου, ένα καφέ δεν ήρθε να πιεί να ρωτήσει αν χρειαζόμαστε κάτι και τώρα που θέλει να κάνει δωρεάν διακοπές ήρθε ένα μήνα να μας δει που της λείψαμε, δεν σηκώνει πιάτο κι ούτε τις σερβίετες της δεν αγοράζει γιατί έχει 200ευρο και ποιός να της το χαλάσει. Την αγαπάω, αλλά είναι μεγάλος καβατζόπουστας.

Got a better definition? Add it!

Published

Εναλλακτικά και 'βαράω τσάπα'. Υπάρχουν 2 έννοιες:

1) Γενικά η οποιαδήποτε κουραστική σωματική εργασία που κρατάει πολύ.

2) Οι έντονες σεξουαλικές επαφές, συνήθως μεγάλης διάρκειας. (κυρίως για τους άντρες).

Παραδείγματα:

1) - Φαίνεσαι κομμένος. - Έχει ανέβει πολύ η δουλειά αυτη την εβδομάδα και κάθε μέρα βαράμε γκασμά, άστα.

2) - Φαίνεσαι κομμένος - Είχα να βρεθώ καιρό με τη Μαρία και χθες βράδυ βάρεσα πολλή τσάπα, δεν ξεκολλούσαμε ο ένας απ'τον άλλον.

Got a better definition? Add it!

Published

Ορισμός : Ο φανατικός άθεος που προσπαθεί με τη δύναμη της πυγμής να επιβάλει τα πιστεύω του.

Ετυμολογία : Πρόκειται για συνθετικό επίθετο. Προέρχεται απο ένωση δύο λέξεων. Πρώτη είναι το επίθετο άθεος και δεύτερη το δανεικό ουσιαστικό ταλιμπάν.

Προέλευση της λέξης : Πρώτη λέξη είναι το επίθετο "άθεος". Το επίθετο άθεος είναι και αυτό με τη σειρά του σύνθετο. Τα συνθετικά του είναι το στερητικό α και η λέξη Θεός. Υποδηλώνει κάποιο πρόσωπο που δε πιστεύει στην ύπαρξη καμίας ανώτερας δύναμης.

Είμαι άθεος. Δε πιστεύω σε Χριστούς , Δίες , Βισνού και ξέρω και γω τι άλλο.

Σπανιότερα χρησιμοποιείται απο θρησκευόμενους ανθρώπους για να χαρακτηρίσει μια κατάσταση

Τα άθεα γράμματα μας έχουν καταστρέψει. Τα παιδιά δε μαθαίνουν τίποτα στο σχολείο. Μπαίνουν γουρούνια , βγαίνουν μοσχάρια

Ο άθεος αρκετά συχνά συγχέεται με τον άθρησκο ο οποίος μπορεί να πιστεύει σε κάποια ανώτερη δύναμη αυτό που στα αγγλικά συχνά αναφέρεται ως spiritual but not religious η τον απαθεϊστή τον οποίο δεν τον ενδιαφέρει η ύπαρξη η μη του Θεού.

Δεύτερο συνθετικού του όρου είναι η δανεική λέξη ταλιμπάν. Προέρχεται απο τα Παστούν στα οποία είναι δανεική απο τα Αραβικά. Στα νέα Ελληνικά ερμηνεύεται ως μαθητής. Διεθνώς έγινε γνωστή λόγο των πολέμων στο Αφγανιστάν. Αυτό το όνομα έχει δοθεί σε μια ομάδα φανατικών ισλαμιστών που απο το 1994 πολεμούν σε εκείνη τη περιοχή. Σχηματίστηκαν απο πυρήνα 50 μαθητών του Μουλά Μοχάμεντ Ομάρ στη πόλη Κανταχάρ. Αρχικά επρόκετω κατά βάση για Παστούν αλλά και για μερικούς Τατζίκους καθώς και Ουζμπέκους. Έχοντας ήδη καταφέρει να πάρει την εξουσία δύο φορές στα χέρια της το 1996 και το 2021 φημίζονται για τις βιαιοπραγίες , τις αποστολές αυτοκτονίας , τις καταστροφές πολιτιστικών θησαυρών και τη σκληροπυρηνική ερμηνεία του Ισλαμικού νόμου έχουν γίνει συνώνυμα του φανατισμού.

Ως εκ τούτου ο όρος Ταλιμπάν έχει γενικευτεί καθώς δε χρησιμοποιείται μόνο για τη συγκεκριμένη ομάδα φανατισμένων Ισλαμιστών αλλά και για οτιδήποτε έχει να κάνει με άτομα τα οποία είναι φανατικά. Τέτοια είναι η κουλτούρα των γηπέδων, η θρησκεία και η πολιτική.

Η ταλιμπάν οργανωμένοι οπαδοί της σούπερ ομαδάρας έκαψαν το αυτοκίνητο του διαιτητή

Οι ταλιμπάν των Εξαρχείων δε διστάζουν να ρίξουν αυτοσχέδιες βόμβες μολότοφ εναντίον των αστυνομικών

Ρε αυτή είναι Χριστιανή ταλιμπάν. Μόλις έμαθε ότι ο γιος της και η Μαίρη έχουν ελεύθερη σχέση του έκοψε το χαρτζιλίκι και τώρα το παιδί τρέχει να βρει δουλειά.

Ενίοτε μπορεί κάποια λέξη που χαρακτηρίζει την ομάδα αυτή να συντεθεί με το ουσιαστικό ταλιμπάν με αποτέλεσμα τη δημιουργία σύνθετης λέξης π.χ. χριστιανοταλιμπάν. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας σύνθεσης αποτελεί και το επίθετο αθεοταλιμπάν.

Εξωτερικά χαρακτηριστικά : Πρόκειται συνήθως για άντρα ηλικίας απο 15 ως 30. Σπανιότερα υπάρχουν και γυναίκες καθώς και μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι. Τα μουσικά του γούστα μπορεί να περιλαμβάνουν τα πάντα απο ρεμπέτικα ως hip hop αλλά πολλές φορές ακούει ροκ , κάποιο υποείδος η κάποια εξέλιξη της. Η εμφάνιση του συνήθως είναι απλή. Δε του αρέσει να τη τονίζει , προτιμάει τα απλά ενδύματα. Πολιτικά , παραδοσιακά έτεινε προς τα αριστερά αλλά τα τελευταία χρόνια παρατηρείται η είσοδος απολιτικ καθώς και δεξιών ατόμων.

Στέκια : Διαδικτυακά σε διάφορες ομάδες στα κοινωνικά δίκτυα , forum , blogs. Στη πραγματική ζωή συνήθως θα τον βρείτε τη μεγάλη Παρασκευή εν μέσω νηστείας να τρώει κρέας σε κάποια ταβέρνα πιστεύοντας ότι θα θίξει τους πιστούς ενώ τις υπόλοιπες μέρες οπουδήποτε.

Επι μέρους χαρακτηριστικά : Τα επι μέρους χαρακτηριστικά του είναι τα ίδια με τα υπόλοιπα είδη φανατισμένων.

  1. Θα σου πει ότι είναι άθεος πολύ πριν το καλημέρα. Όπως και όλοι οι υπόλοιποι φανατικοί έχει όρεξη απο νωρίς το πρωί για να συζητήσει το κακό που κάνει η θρησκεία. Δε σέβεται το γεγονός πως ο συνομιλητής του μπορεί να έχει κάθε είδους προσωπικά προβλήματα οπότε να μη βούλεται εκείνη τη στιγμή να μιλήσει για θεωρητικά.
  2. Πιστεύει πως είναι εξυπνότερος απο άλλους ανθρώπους μόνο λόγο των δικών του πιστεύω. Πολλές φορές χαρακτηρίζει τους χριστιανούς και γενικά τους πιστούς ως άτομα μειωμένης ευφυίας και αντίληψης.
  3. Κάνει τους ανθρώπους γύρω του να νιώσουν αποστροφή προς αυτόν. Είναι ικανός με τη συμπεριφορά του να διώξει ακόμα και άτομα που ήταν πολύ καιρό δίπλα του. Ως εκ τούτου η παρέα του να αποτελείται απο άτομα ίδια με αυτόν με αποτέλεσμα τη δημιουργία circlejerk.
  4. Τον διακατέχει μία πλήρως εσφαλμένη αντίληψη πως ο ίδιος δεν έχει κάνει σχεδόν ποτέ λάθος επιλογές. Προτιμάει αντί να βρει τη ρίζα των προβλημάτων του με τη βοήθεια κάποιου ειδικού να δημιουργήσει έναν εχθρό και να τα βάλει με αυτόν , ουσιαστικά εθελοτυφλώνεται.
  5. Υποστηρίζει οποιαδήποτε ιδεολογία θα τα βάλει με τους δικούς του εχθρούς ακόμα και άμα αυτή την ιδεολογία χαρακτηρίζουν παράλογες και πολλές φορές επικίνδυνες πεποιθήσεις.

Περισσότερο διάβασμα :

Για τον Αθεϊσμό

Για τους ταλιμπάν

Got a better definition? Add it!

Published

Ετυμολογία <γκρούβα [groove]

Γκρούβαλος χαρακτηρίζεται ο άνθρωπος ο οποίος συχναζει σε παραλιες κάνοντας ελευθερο κάμπινγκ, διασκεδάζει στα πανηγυρια με επιτυχίες του '40 ενώ είναι γυρω στα 20, αράζει σε ποταμια, λαγκαδια, καταρράκτες και βαθρες. Φοράει πεδιλο, ορειβατικό ή και τίποτα ενώ παραλληλα έχει τσακωθεί με κάθε είδους σαπούνι. Αγαπημένα χομπι : Καπνιζει στριφτό,τρακαπόλο ή σταχτοπουτανίτσα. γκρουβαρει αργοσχολα σε όλη του τη ζωη.

Συνώνυμα: αναρχοαπλυτος, φασαίος, χαλαίος, χίππης, φεστιβαλιστής, ακτιβιστής του καναπέ, διακοπάκιας

-Καλά ε πηγα Ικαρία με την Ελένη και γνώρισα ένα πολυ ωραίο κομμάτι. -Για πεεες. -Τι να πω,πολυ γκρουβαλος για τα γουστα μου.

-Μωρό μου, θα με πας Σαμοθράκη να κάνουμε γυμνοί μπάνιο στις βάθρες και να ζουμε ξυπόλητοι στη φύση; -Τι με πέρασες μωρή; Για κάνα γκρούβαλο;

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός, ντελημπάσκος μου φαίνεται.

Βλήμα, ελαφρύς, χάχας, μπόσκος, καβός.

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός που δεν είναι σεξουαλικά επαρκής, δεν είναι αποδοτικός στο σεξ ώστε να ικανοποιήσει μια γυναίκα. Κατ΄επέκταση ο ξενέρωτος, βαρετός, ανούσιος άντρας.

-Μαρία, πάμε για κανά ποτό μετά τη δουλειά; Θα έρθει και ο Γιάννης.
-Ο Γιάννης; Με αυτόν τον χαδομούνη εγώ δεν ξαναβγαίνω. Είναι πολύ βαρετός...

Got a better definition? Add it!

Published

O παραχαϊδεμένος, ο ανώριμος, ο άβουλος άντρας.

Ο Γιάννης είναι καλό παιδί αλλά δεν ξεκολλάει από τα φουστάνια της μάνας του. Εντελώς χαδομούνης δηλαδη.

Got a better definition? Add it!

Published

Παράδειγμα. Πού είσαι βρε γλύμπουρα ??

Τύπος με άσχημη μορφή και συμπεριφορά. Αυτός που σου μιλάει σα να είναι κάτι μοναδικό και μεγάλο ενώ στην πραγματικότητα είναι το απόλυτο μηδενικό. Πάντα σκέφτεται να διπλαρώσει κάποιον για να του κάνει πουστιά και να επωφεληθεί από αυτό. Αυτός που φορτώνει ψησταριά για να πάει την κοπέλα του διακοπές για να μην της κάνει το τραπέζι σε ταβερνάκι φοβούμενος μην και αποκτήσει ''κακιά'' συνήθεια να τρώει έξω . ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ. Βρε πότε θα έρθεις να μου φτιάξεις τα φώτα?? Δεν ασχολούμαι με αυτά τώρα. Κάνω άλλες μεγάλες δουλειές.. και ο τύπος κοιμάται στο σπίτι του .

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν κατά την ερωτική πράξη τριών ή παραπάνω ατόμων εκ των οποίων υπάρχει συμμετοχή τουλάχιστον δύο αντρών, υπάρξει επαφή μεταξύ των "οπλικών τους συστημάτων", λέμε ότι έγινε Ακουμποπούτσι (γνωστό και ως ξιφομαχία).

Τι να τα κάνεις τα λεφτά αν το μυαλό είναι κουκούτσι, είναι σαν να κάνεις ρτούζαπα και να συμβαίνει ακουμποπούτσι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λελέτα, η (ουσ.). Η τσιγκολελέτα σε πρώιμη μορφή, πρωτού υποστεί επεξεργασία γαλβανισμού.

- Εφαγε τα νιάτα του ο Ιγνάτιος στα ορυχεία της Ροδεσίας.
- Ναι, ο δύσμοιρος. Καθαρή λελέτα πάντως δεν κατάφερε να βρει.

Got a better definition? Add it!

Published