SLANG.gr
  • Ελληνικά
  • Sign up or log in
  • Lemmas
  • Definitions
  • Comments
  • Tags
  • Members
  • Forum
  • New definition

Lemma results (571)
Showing 1-60 from 571 · Show all (24214)

  • A Z
  • Many definitions one
  • Newer Older
  • α
  • β
  • γ
  • δ
  • ε
  • ζ
  • η
  • θ
  • ι
  • κ
  • λ
  • μ
  • ν
  • ξ
  • ο
  • π
  • ρ
  • σ
  • τ
  • υ
  • φ
  • χ
  • ψ
  • ω
  • #
  • en
  • Random
  • All
Δ.Ε.Α. 1 Δ.Ε.Η. 1 Δ.Ε.Κ.Ο. 1 Δ.Ε.Ξ.Α. 1 Δ.Π. 2 Δ.Π.Θ. 1 δάγκανο 1 δαγκανοφόρος 1 δάγκας, δάνγκας 2 δαγκορούφι 1 δαγκωνιάρης 1 δαγκώνω 1 δαγκώνω κάποιον 1 δαγκώνω την λαμαρίνα 1 δάγκωσα τ' αρχίδια μου 1 δάγκωσα το καβλί μου 1 δάγκωσε τη γλώσσα σου 1 δάγκωσε τον κώλο σου 1 δαγκωτή 1 δαγκωτό 2
δάκρυ 1 δακρυγόνο 1 δάκρυσαν τ' αρχίδια μου 1 δάκρυσε το μουνί μου 1 δάκρυσε το πουλί μου 1 δακτύλιος 1 δαμάλα 1 δάμαλος 2 δαμόκλειος Τίνα Σπάθη 1 δάνγεροθς 1 δανεικαριά 1 δανειοδάνειο 1 δαντέλα 1 δαντελένιος 1 δάπαρος 1 δαπόσκυλο 1 δαραβίγγας 1 δασοκομάντο 1 δάσος 1 δασπόβιος 1
δασπόφιλος 1 δαυλί 2 δαυλός στον κώλο 2 δαφνόσημο 1 δαφνοτσιμπουκωμένος 1 δαχτυλήθρα 2 δαχτυλιάζω (αυτοκίνητο/μηχανή) 1 δαχτυλίδι 1 Δαχτυλοκώλι 1 δαχτυλοφαγωμένη 1 ΔΔ 1 δε "λέιζερ" 1 δε βγαίνω, μάνα μου 1 δε γαμείς που δε γαμείς, δε γαμιέσαι να γαμήσουμε; 1 δε γαμείς που δε γαμείς, δεν πας για ψάρεμα; 1 δε γαμείς ψηλά καπέλα με παπούτσια ελβιέλα; 1 δε γαμιέται... 1 δε γαμώ έναν τσιμεντόλιθο; 1 δε γαμώ κώλο που κλάνει 1 δε διαφωνώ αλλά... 1
  • « Previous
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  •  .. 
  • 8
  • 9
  • 10
  • Next »
  • Terms & Conditions
  • Privacy Policy
  • Contact

© SLANG.gr 2006-2015

Sign up or log in

Login

I forgot my password!

New member registration

Choosing "Register" below you agree to the Terms & Conditions and the Privacy Policy.