Ich haben geputzt (κάπως ετσι τελοςπαντων)
παρακείμενος του Putzen με διπλη σημασία, είτε ως «εχω καθαρίσει» είτε απλώς ως «την πουτσισα μάγκες», ανάλογα αν μιλάτε σε Γερμανό ή σε Ελληνα
βουλικό; ή μήπως βουκολικό; καλέ, μπας και εννοεις βουλιμικό (για αχόρταγες);
Στην γειτονιά μου, όταν δεν γουστάρουμε τον συνομιλητή μας, συνηθίζουμε να του «πετάμε» την εξής ατάκα και να κόβουμε έτσι την συζήτηση:
- Ξέρεις από πού είμαι εγώ ρε;! Από τα σέκλανα!
@GATZMAN: τά'πιασες τώρα τα λεφτά σου! χαχα! θυμάμαι, σκηνες, θυμάμαι ατάκες, θυμάμαι φάτσες, τίτλους δεν θυμάμαι!
ή αλλιώς «ξύπνησαν και οι φελοί και κάνουν μακροβούτια»
Ο μουστάκιας παίδες ήταν και στον Πειραιά τροχονόμος, και παντα στην αρχή της Κόνωνος (ο οποίος σημειωτεον είναι καραφλός).
Εχω να τον δω βεβαια πάνω από 3 χρόνια, που σημαινει οτι επιτελους βγηκε στην σύνταξη.
Και στο θεμα μας, η «Φτερού, είχε παίξει και στον σινεμά σε μια ταινία με τον Χατζηχρήστο, υποδυόμενος τον ... εαυτο του φυσικα!
Ανάλογο του «και το μουνί χτενίζεται» όπως και του «άρες μάρες κουκουνάρες», τουτέστιν αιθεροβατώ.
Hank σωστά έχεις ακουσει. Προερχεται απο το λατινικο camura, δηλαδη καμπύλη που παραπεμπει αμεσα στις γυναικειες καμπυλες .
Οσο για τις ελιες που αναφερει ο φιλος emkrit, που μαζευονται απο το χωμα, δεν λεγονται χαμουρες, αλλα χαμαδες.
Στην διάρκεια του μεσοπολεμου λάχανα έλεγαν τα αντρικά πορτοφόλια με τις πολλες θήκες για χαρτονομίσματα, ενω τα απλά πορτοφολάκια με την μία θηκη για ψιλά λέγοταν παντόφλες. Συνήθως οι πορτοφολάδες επέλεγαν θύματα που φαίνοταν ματσωμενα και σίγουρα θα κουβαλούσαν πάνω τους «λάχανα» , έτσι βγηκε λοιπον ο ορισμος για τους «λαχαναδες»
πάντως και το βουλιμικό δεν θα τις χάλαγε μερικες μερικες, χαχχαχα.
Καλά λενε, γλώσσα λανθάνουσα την αλήθεια λέει!