Υπάρχει ο ορισμός, αλλά δεν...

Shoot = πυροβολώ.

«Σουτάρω» είναι η κλοτσιά στην μπάλα του ποδοσφαίρου. Σουτάρουμε κάτι κάπου και μπάλα στα δίχτυα του αντιπάλου τέρματος. Στα στρατά όμως, σουτάρω κάποιον στην σέντρα (σέντρα - center - είναι στο στρατό η πρωινή αναφορά) είναι ότι αναφέρω κάποιον στην αναφορά του λόχου, τάγματος, ταξιαρχίας κ.λπ.

Το σουτάρω παραπέμπει σε ποινή και όχι σε άδεια ή εύφημον μνεία ή ό,τι άλλο αλλά μόνο σε ποινή, δηλαδή δεν λες του άλλου «σε σεντράρω για τιμητική άδεια», αυτό είναι λάθος.

Επίσης χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πλακώσουμε κάποιον στις κλωτσιές («θα τον αρχίσω στα σούτια τα ατελείωτα»).

-Τί έγινε ρε παλιοσειρά! Τί έμαθα; Σε σούταρε στην σέντρα ο λοχαγίσκος, διότι, λέει, παρήγγειλες πίτσες και του τις χρέωσες ρε πεινάλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified