Μικροαντικείμενο, συνήθως με κάπως εντυπωσιακή εμφάνιση.

Τι μανία την έπιασε και γέμισε το σπίτι με αυτά τα κλαδιά που έχουν πάνω τους κόκκινα μπιρμπιλόνια;

(από σφυρίζων, 09/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published

#1
katsoyannou

Συνώνυμα: μπαρμπαδάκι, μπαρμπαδέλι.

#2
Khan

Βλ. και μπιρμπίλι = αηδόνι < τουρκική bülbül < περσική بلبل (bolbol).

#3
σφυρίζων

Μήπως, λέω μήπως, portakalίζεις?

#4
deinosavros

Οχι. Εφόσον μπιρμπίλι σημαίνει αηδόνι, από κει βγαίνει.

#5
σφυρίζων

Οκέικ, είχα μικλό ενδοιασμό με το λ εκ του ρ, αρρά είναι σύνηθες φαινόμουνο βρ. και τους Κινέζους που διεξάγουν εκρογές κάθε πλωί.

#6
deinosavros

Μπα, εδώ το πρόβλημα μάλλον ήταν το τούρκικο -ü-, το οποίο προφέρεται είτε -ιού- είτε σαν ένα λεπτό -ου- (προφέρεται με ελαφρώς προτεταμένα, σουφρωμένα χείλη).
Δεν κόλλαγε και πολύ με τα φθογγολογικά μας ήθη και έθιμα οπότε καθαρίσαμε με ένα σαρωτικό -ιρ- αντί -ουλ-.