Μικροαντικείμενο, συνήθως με κάπως εντυπωσιακή εμφάνιση.
Τι μανία την έπιασε και γέμισε το σπίτι με αυτά τα κλαδιά που έχουν πάνω τους κόκκινα μπιρμπιλόνια;
Μικροαντικείμενο, συνήθως με κάπως εντυπωσιακή εμφάνιση.
Τι μανία την έπιασε και γέμισε το σπίτι με αυτά τα κλαδιά που έχουν πάνω τους κόκκινα μπιρμπιλόνια;
Got a better definition? Add it!
Published
6 comments
katsoyannou
Συνώνυμα: μπαρμπαδάκι, μπαρμπαδέλι.
Khan
Βλ. και μπιρμπίλι = αηδόνι < τουρκική bülbül < περσική بلبل (bolbol).
σφυρίζων
Μήπως, λέω μήπως, portakalίζεις?
deinosavros
Οχι. Εφόσον μπιρμπίλι σημαίνει αηδόνι, από κει βγαίνει.
σφυρίζων
Οκέικ, είχα μικλό ενδοιασμό με το λ εκ του ρ, αρρά είναι σύνηθες φαινόμουνο βρ. και τους Κινέζους που διεξάγουν εκρογές κάθε πλωί.
deinosavros
Μπα, εδώ το πρόβλημα μάλλον ήταν το τούρκικο -ü-, το οποίο προφέρεται είτε -ιού- είτε σαν ένα λεπτό -ου- (προφέρεται με ελαφρώς προτεταμένα, σουφρωμένα χείλη).
Δεν κόλλαγε και πολύ με τα φθογγολογικά μας ήθη και έθιμα οπότε καθαρίσαμε με ένα σαρωτικό -ιρ- αντί -ουλ-.