Παρατσούκλι της χούφτας (παλάμη) το οποίο παραπέμπει σε γυναικείο όνομα. Σχήμα λόγου για να χαρακτηρίσουμε την φανταστική γκόμενα του απόλυτου μαλάκα η αγάμητου άντρα.

-Τελικά ο Γιωργάκης βρήκε γκόμενα;
-Ναι γαμάει τη Χουφτάλω κάθε μέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified