Η γρουσούζα γκόμενα.

(από τη βιογραφία του Γιώργου Ζαμπέτα, «και η βρόχα έπιπτε... στρέιτ θρου»)
«Τότε είχα κι άλλη μια γκόμενα. Πολύ γρουσούζα γκόμενα αυτή. Μόλις θα δίναμε ένα ραντεβού, μπαμ και θα με διώχνανε από τη δουλειά, μπαμ και θα μου συνέβαινε κάτι, για πολλή γρουσουζιά μιλάμε. Πολύ γκαντεμογκόμενα, την έδιωξα εν ψυχρώ και μ'αγάπαγε η καημένη τρελά.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

#1
Galadriel

Ε, νταξ, άμα είναι, να ανεβάσω και τη γκαντεμόγατα. Και τον γκαντεμοκαθρέφτη.